Πολιτική Απόφαση Κεντρικής Επιτροπής του Αριστερού Ρεύματος

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΟΥ ΡΕΥΜΑΤΟΣ

 Δεκέμβριος 2024

 Α. Η απειλή του αμερικανο-νατοϊκού ιμπεριαλισμού για τον πλανήτη

 

Η διεθνής κατάσταση χαρακτηρίζεται από καταιγισμό γεγονότων που θέτουν σε κίνδυνο την ίδια την ανθρωπότητα μέσω της ευρύτερης επέκτασης των πολέμων. Κοινός παρονομαστής των επικίνδυνων εξελίξεων είναι ο αμερικανο-νατοϊκός ιμπεριαλισμός (ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-ΕΕ), ο οποίος γίνεται ολοένα και επιθετικότερος, καθώς επιδιώκει να διατηρήσει την παγκόσμια  ηγεμονία του.

Με κύρια ευθύνη του δυτικού ιμπεριαλισμού , συντηρεί και κλιμακώνει τον πόλεμο στην Ουκρανία, τον αντιμετωπίζει ως τμήμα της ενιαίας στρατηγικής παγκόσμιας κλιμάκωσης εναντίον όσων κρατών αρνούνται να ενταχθούν στις διεθνείς οικονομικές και πολιτικές σχέσεις, με όρους υποτέλειας έναντι της ευρωατλαντικής ηγεμονίας και του αμερικανικού μονοπολισμού. Οι ευρωπαϊκές αστικές τάξεις και οι πολιτικοί τους εκπρόσωποι συντάσσονται πλήρως με τη στρατηγική και τις επιδιώξεις των ΗΠΑ.

Είναι επιτακτική αναγκαιότητα να σταματήσει η χρήση όλων των ελληνικών στρατιωτικών και πολιτικών εγκαταστάσεων, που χρησιμοποιούνται από τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ για να τροφοδοτείται η Ουκρανία με οπλισμό και για να ενισχύονται οι ΝΑΤΟϊκές στρατιωτικές δυνάμεις στην Ανατολική Ευρώπη.

Η ελληνική κυβέρνηση δίνει λευκή επιταγή στο «κράτος – τρομοκράτη» του Ισραήλ να συνεχίζει την γενοκτονία των Παλαιστινίων στη Γάζα, να εισβάλει στο Λίβανο, να βομβαρδίζει την Υεμένη και να απειλεί με περιφερειακό πόλεμο εναντίον του Ιράν, ακόμα και με χρήση πυρηνικών.

Η δε επίθεση εναντίον της Κούβας – αλλά και της Βενεζουέλας – με την ένταση του οικονομικού πολέμου και του εξοντωτικού εμπάργκο, βάζει και εμάς προ των ευθυνών μας να εκφράσουμε την αλληλεγγύη μας.

Τέλος, η πτώση της κυβέρνησης Άσαντ στη Συρία δεν αποτελεί απλώς το τέλος ενός αυταρχικού καθεστώτος, όπως προβάλλεται στα ΜΜΕ της Δύσης. Πρόκειται για έναν πραγματικό «τεμαχισμό» των εδαφών της Συρίας και μετατροπή τους σε ζώνες ελέγχου των περιφερειακών δυνάμεων (Τουρκία, Ισραήλ, κά.). Η ανατροπή του Άσαντ, υπό τις παρούσες συνθήκες,  παρά τον χαρακτήρα του καθεστώτος του, δεν είναι νίκη για τους λαούς της Συρίας, πολλώ δε μάλλον αφού δεν συντελέστηκε από την πίεση ενός λαϊκού κινήματος,  αλλά από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις που στοχεύουν στον κατακερματισμό και τον έλεγχο της περιοχής. Το φάσμα μετατροπής της Συρίας σε μια «νέα Λιβύη» διαγράφεται ξεκάθαρα στον ορίζοντα.

Με λίγα λόγια, η εξέλιξη αυτή συνιστά την αρχή μιας νέας φάσης στην ιμπεριαλιστική επέλαση στην περιοχή, με στόχο την υλοποίηση ενός σχεδίου σχεδόν δύο δεκαετιών για τη δημιουργία της «Νέας Μέσης Ανατολής» και την αποδυνάμωση της εδαφικής συνέχειας ανάμεσα στις δυνάμεις της αντιιμπεριαλιστικής αντίστασης που ξεκινούν από την Παλαιστίνη και τον Λίβανο και μέσα από την Συρία συνδέονταν με Ιράκ και Ιράν.

Η συμμετοχή της Ελλάδας σε στρατιωτικούς σχεδιασμούς του ΝΑΤΟ, η παροχή στρατιωτικών βάσεων στις ΗΠΑ και η αποστολή στρατιωτικού εξοπλισμού στην Ουκρανία την καθιστούν μέρος της σύγκρουσης, θέτοντας τη χώρα μας σε άμεσο κίνδυνο. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, επιλέγει να ακολουθήσει μια πολιτική πλήρους σύμπλευσης με τα νατοϊκά σχέδια, χωρίς να λαμβάνει υπόψη τις μακροπρόθεσμες συνέπειες για τον λαό και τη χώρα, τοποθετώντας τη χώρα στην εμπροσθοφυλακή των «προθύμων» του ΝΑΤΟ – με την παροχή διευκολύνσεων, την αποστολή πολεμικού υλικού και εξοπλισμού, αλλά και πρωτοστατώντας σε επιθετική ρητορεία και πλειοδοσία. Η πολιτική αυτή διαμορφώθηκε στη βάση της εκτίμησης ότι η πλήρης ταύτιση με τη νατοϊκή γραμμή είναι ο τρόπος απόσπασης πλεονεκτημάτων για το ελληνικό κεφάλαιο. Πρόκειται για μία άκρως τυχοδιωκτική κατεύθυνση, τις επιπτώσεις της οποίας θα υποστεί ο ελληνικός λαός.

Η Ελλάδα πρέπει να αποστασιοποιηθεί άμεσα από τις πολιτικές κλιμάκωσης και να συμβάλει στην ειρηνική διευθέτηση του ζητήματος. Το Αριστερό Ρεύμα και η Λαϊκή Ενότητα – Ανυπότακτη Αριστερά  καλούν  τα πολιτικά κόμματα της Αριστεράς, αλλά και τους φορείς του μαζικού κινήματος να αναλάβουμε από κοινού πρωτοβουλίες για την ανάπτυξη αντιπολεμικού κινήματος, που είναι σήμερα αναγκαία όσο ποτέ, για μη εμπλοκή της χώρας μας στους πολέμους του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία και στη Δυτική Ασία και για την έκφραση της με κάθε τρόπο αλληλεγγύης του λαού και της νεολαίας στον αγώνα του Παλαιστινιακού λαού.

Β. Οι επιπτώσεις της εκλογής Τραμπ στον πλανήτη και ειδικά στην Ευρώπη

 

Το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα είναι σε βαθιά κρίση με το παγκόσμιο δημόσιο και ιδιωτικό χρέος να έχει εκτιναχθεί, με τη χώρα που κατέχει τα πρωτεία χρέους να είναι οι ΗΠΑ, ενώ όμοια σημάδια οικονομικής γήρανσης διαφαίνονται και σε άλλες χώρες του ιμπεριαλιστικού πυρήνα (βλ. Γερμανία, Γαλλία).

Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, η εκλογική νίκη του Ντόναλντ Τραμπ δεν σηματοδοτεί απλώς την επιστροφή των Ρεπουμπλικάνων στην εξουσία, αλλά και την κατάληψη του αστικού κράτους από τους ίδιους τους μεγαλοκαπιταλιστές που θα μπορούν να ελέγχουν τις παγκόσμιες αγορές, την παγκόσμια ροή χρήματος, τις ακραίες ιδιωτικοποιήσεις, τη διάδοση της πληροφορίας, την ανθρώπινη επιβολή πάνω στο περιβάλλον, χειραγωγώντας μάλιστα και φτωχά λαϊκά στρώματα, τα οποία τροφοδοτούν με την ψευδαίσθηση ότι μπορούν, εάν αυξάνονται υπέρμετρα και απρόσκοπτα τα κέρδη τους, να ζουν και αυτοί καλυτέρα.

Είναι προφανές πως η εκλογή Τραμπ θα εντείνει τις τεράστιες κοινωνικές αντιθέσεις στις ΗΠΑ αποχαλινώνοντας τα πιο αντιδραστικά ρεύματα στο εσωτερικό της χώρας. Σε πλανητικό επίπεδο, όμως, επισφραγίζει και την πολιτική επικράτηση οικονομικών συμφερόντων αντιτιθέμενων και αντικρουόμενων εντός του δυτικού ιμπεριαλισμού. Πρόκειται για διαφορετικές συστημικές απαντήσεις στο πρόβλημα της ισχνής καπιταλιστικής ανάπτυξης στον πυρήνα του ανεπτυγμένου καπιταλισμού, αλλά εντέλει για διαφορετικές προσεγγίσεις της νεοφιλελεύθερης ανάπτυξης εις βάρος  του ανθρώπινου πολιτισμού, της ειρήνης και του περιβάλλοντος. Στην παρούσα φάση, κερδισμένοι σε πολιτικό επίπεδο φαίνονται να είναι τα μεγάλα ενεργειακά λόμπι, καθώς και μια μεγάλη μερίδα του ψηφιακού καπιταλισμού, που επένδυσε βαριά στην εκλογή Τραμπ. Ασφαλώς, όλα συντείνουν στη διατήρηση της αμερικανικής ηγεμονίας εντός της ιμπεριαλιστικής αλυσίδας πάνω στον πλανήτη.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση βιώνει την δική της  έντονη οικονομική και πολιτική κρίση  αφού οι μεγαλύτερες οικονομίες της, συμπλέοντας πλήρως  με τις ΗΠΑ, εκδηλώνουν κρισιακά φαινόμενα. Καθόλου τυχαία, κάτω από το ασταμάτητο κύμα ακρίβειας και αμέσως μετά την εκλογή Τραμπ, από την κυβέρνηση του ακραίου Κέντρου στη Γερμανία αποχώρησαν οι Φιλελεύθεροι, οδηγώντας τη χώρα σε πρόωρες εκλογές, ενώ στη Γαλλία, ο προϋπολογισμός λιτότητας που έχει βάλει την κοινωνική ασφάλιση στο στόχαστρο, έγινε η αφορμή για να καταρρεύσει από πρόταση δυσπιστίας η πρόσφατη και σκανδαλώδης κυβέρνηση Δεξιάς – Ακροδεξιάς που όρισε πραξικοπηματικά o Μακρόν, παραβιάζοντας τη λαϊκή βούληση που εκφράστηκε στις πρόσφατες βουλευτικές εκλογές. Η κατάσταση αυτή σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο είναι ενδεικτική της αντίστοιχης στο εσωτερικό των ευρωπαϊκών χωρών, όπου είναι «καζάνια που βράζουν», καθώς η ακρίβεια, η ενεργειακή φτώχεια, οι συνέπειες της αποβιομηχάνισης η ανεργία, οι τεράστιες στρατιωτικές δαπάνες, κά. οδηγούν σε φτωχοποίηση τους λαούς της Ευρώπης.

Η ΕΕ μεταλλάσσεται σε μια ένωση με πιο σκληρά πολιτικοστρατιωτικά χαρακτηριστικά, με απόλυτες προτεραιότητες την ενεργειακή επιβίωση και την μετατροπή των οικονομιών των χωρών – μελών της σε πολεμικές με αιτιολογία την  ενίσχυση της άμυνας. Ως προς το όραμα δε, έχει εγκαταλειφθεί οποιαδήποτε αναφορά σε αρμονική και ειρηνική συνύπαρξη των λαών και έχει δώσει τη θέση του σε ένα ανελέητο εμπόριο τρόμου και απειλής

Με λίγα λόγια, η ΕΕ όσο δεν ανατρέπεται, όντως μεταλλάσσεται και προς το χειρότερο για τους λαούς: μια οντότητα υποβαθμισμένη γεωπολιτικά και κατακερματισμένη, με τις ισχυρότερες χώρες και τους δορυφόρους τους να επιβάλλουν αντιλαϊκές πολιτικές στους λαούς των πιο αδύναμων αλλά πλέον και στους δικούς τους λαούς, με μειωμένες τις κοινωνικές δαπάνες, πλήρως εξαρτημένη παραγωγικά – ενεργειακά, στερημένη από οποιοδήποτε όραμα, με ισχυρό το πρόσημο του φόβου και της πολεμοκαπηλίας και στη νέα φάση, με ενισχυμένα τα επίδικα της Ακροδεξιάς (ξενοφοβία, ισλαμοφοβία, ρατσισμός) σε συστημικό και θεσμικό επίπεδο.

Δυστυχώς, τα κόμματα της ευρωπαϊκής Αριστεράς που συγκρότησαν κοινοβουλευτική ομάδα εντός του ευρωκοινοβουλίου συχνά έχουν αντιδιαμετρικές και συγκρουόμενες απόψεις σε μείζονα ζητήματα, παραμένοντας, παρά τις κριτικές τους απόψεις, κόμματα που ενστερνίζονται βασικές επιλογές της ΕΕ, ενώ τα κομμουνιστογενή ριζοσπαστικά κόμματα είναι μειοψηφία.

Γ. Η κυβερνητική πολιτική, η απουσία αντιπολίτευσης και οι διαφορετικές επιδιώξεις του ελληνικού κεφαλαίου

 

Μετά τις μεγάλες απώλειές της στις ευρωεκλογές προς όφελος, κυρίως, της αποχής και της ακροδεξιάς, συνεχίζει να φθείρεται η κυβέρνηση της ΝΔ πολιτικά για λόγους κοινωνικούς, οικονομικούς και πολιτικούς:

Κοινωνικοί λόγοι: Ανεξέλεγκτη ακρίβεια, στεγαστική κρίση, πλειστηριασμοί, κατεδάφιση δημόσιας Υγείας, υποβάθμιση δημόσιας Παιδείας, ανεπαρκείς και ανασφαλείς συγκοινωνίες, μεγάλη κοινωνική, οικονομική, οικολογική καταστροφή από φυσικά φαινόμενα, συγκάλυψη του εγκλήματος των Τεμπών και υποκλοπές.

Οικονομικοί λόγοι: Χαμηλές επενδύσεις και όχι παραγωγικές, δηλαδή σε ιδιωτικοποιήσεις, υπηρεσίες (τουρισμός), τράπεζες, στέγη, χαμηλή παραγωγικότητα, στρεβλή δομή παραγωγικού προτύπου, αδύναμη παραγωγική δομή – υπερδιόγκωση υπηρεσιών, εκ νέου αύξηση του εμπορικού ελλείμματος, υψηλός πληθωρισμός, που διευρύνει την κοινωνική ανισότητα και τη φτώχεια, εκτίναξη δημόσιου χρέους, εξάντληση επιδοματικών πολιτικών, λόγω επαναφοράς από 1-1-2025 του ευρωπαϊκού συμφώνου σταθερότητας, διατήρηση του μνημονιακού νομοθετικού πλαισίου και της υποχρέωσης για υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, στρατιωτικοί εξοπλισμοί  ενταγμένοι στις ανάγκες του ΝΑΤΟ, χωρίς να εξυπηρετούν τις πραγματικές αμυντικές ανάγκες της χώρας.

Πολιτικοί λόγοι: Η κυβέρνηση (και το κόμμα) της ΝΔ αντιμετωπίζει σοβαρά εσωτερικά προβλήματα, με αποκορύφωμα αυτά που οδήγησαν σε διαγράφη του πρώην Πρωθυπουργού και προέδρου της Αντώνη Σαμαρά, αλλά και τη δημόσια κριτική που ασκεί ο  Κώστας Καραμανλής, κατηγορώντας την για τους χειρισμούς της στα ελληνοτουρκικά, την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας και για «woke ατζέντα».

Ωστόσο, η κυβέρνηση της ΝΔ συνεχίζει, ουσιαστικά ανενόχλητη, να προωθεί τις αντικοινωνικές πολιτικές της, όπως αυτές αποτυπώνονται και στο νέο κρατικό προϋπολογισμό για το 2025, όχι μόνο λόγω ιδεολογικών νεοφιλελεύθερων εμμονών της ή την ενίσχυση του πελατειακού κράτους της, αλλά πρωτίστως για να εξυπηρετήσει τους καπιταλιστές που την στηρίζουν. Ενδεικτικά, οι τράπεζες, οι ενεργειακοί κολοσσοί τα διυλιστήρια και οι αλυσίδες των super markets θα έχουν το 2024, συνολικά κέρδη, που θα προσεγγίσουν τα 10 δις ευρώ.

Η απουσία θεσμικής αντιπολίτευσης και εναλλακτικής πρότασης είναι παραπάνω από κραυγαλέα. Η κυβέρνηση απέναντι της έχει μια κοινωνία γεμάτη δυσαρέσκεια, διάχυτο αίσθημα αβεβαιότητας και φόβου, έλλειψη εμπιστοσύνης και προοπτικής που εκφράζεται με παραίτηση, απογοήτευση και συντηρητική στροφή και αποτελούν το γόνιμο έδαφος για αποχή, ενίσχυση της ακροδεξιάς και εκφασισμό της κοινωνίας. Ωστόσο, η κυβέρνηση δεν είναι ανίκητη! Μπορεί και πρέπει να αμφισβητηθεί στους δρόμους των αγώνων και από ένα ισχυρό πολιτικό πόλο αριστερής μαχητικής αντιπολίτευσης με εναλλακτικό φιλολαϊκό πρόγραμμα.

Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μεταλλαχτεί συστημικά πλήρως. Δεν προβάλλει καμία εναλλακτική. Οι εκφυλιστικές εσωτερικές διαμάχες που οδήγησαν σε διαδοχικές διασπάσεις του από τον Νοέμβρη του 2023 μέχρι και πρόσφατα, ήταν χωρίς ιδεολογικό και πολιτικό επίδικο.

Το ΠΑΣΟΚ είναι ολοκληρωτικά συστημική δύναμη. Δεν μπορεί να είναι ο εναλλακτικός πόλος απέναντι στη ΝΔ, γιατί δεν έχει εναλλακτική πρόταση, παρότι διαφαίνεται πως από εν δυνάμει «συνομιλητής» του ΣΥΡΙΖΑ στην προηγούμενη περίοδο σε αυτή τη φάση, θα γίνει κεντρομόλος δύναμη για τις εξελίξεις στο χώρο του Κέντρου, υπό τις παροτρύνσεις συγκεκριμένων συμφερόντων.

Η ΝΕΑ ΑΡΙΣΤΕΡΑ επιμένει, στη στήριξη των μνημονιακών πολιτικών της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ 2015 – 2019, στην έλλειψη αυτοκριτικής για την υπογραφή του 3ου Μνημονίου, την εφαρμογή ενός νεοφιλελεύθερου προγράμματος που συνετρίβη εκλογικά και τον οργανικό εκφυλισμό του ΣΥΡΙΖΑ μέχρι την αποχώρηση της, αλλά και στην εμπλοκή της στη συγκρότηση πόλου κεντροαριστεράς χρησιμοποιώντας ως πρόσχημα μάλιστα παραδείγματα εκλογικών εγχειρημάτων (βλ. «Νέο Λαϊκό Μέτωπο» στη Γαλλία).

Η ενίσχυσή του ΚΚΕ δεν άλλαξε τους πολιτικούς και κοινωνικούς συσχετισμούς. Δεν μπορεί να κινητοποιήσει ευρύτερα λαϊκά στρώματα, διότι, κυρίως, συνεχίζει την αντιενωτική πολιτική του με άλλες δυνάμεις της ανυπότακτης Αριστεράς και την παραπομπή της λύσης των λαϊκών προβλημάτων στο αόριστο μέλλον.

Η Ακροδεξιά ενισχύεται. Επενδύει πολιτικά στη φτωχοποίηση, στον εθνικισμό, στην ξενοφοβία, στη συκοφάντηση της Αριστεράς. Στη χώρα μας, μπορεί να έχει εγκαταλείψει τις αμιγώς φασιστικές πρακτικές (βλ. τάγματα εφόδου της Χρυσής Αυγής) ή να σιγάζει τις πιο προφανείς φασίζουσες φωνές στους κόλπους της. Όμως, η διάσπαση των δυνάμεων και η «εξειδίκευση» της καθεμιάς σε επιμέρους ζητήματα της ακροδεξιάς ατζέντας φαίνεται πως έχει βοηθήσει την συντήρηση και ανάπτυξη της εκλογικής της απήχησης. Μπορεί ακόμα να μην έχει καταφέρει να εξωραΐσει τόσο τον λόγο της ώστε να μην αποπνέει κοινωνικό περιθώριο ούτε να έχει καταφέρει να ενοποιηθεί σε ένα ενιαίο κέντρο και ηγεσία, άρα δεν συνιστά άμεσο διεκδικητή της εξουσίας, αλλά μπορεί εύκολα να αξιοποιηθεί ως εφεδρεία για κυβερνήσεις συνεργασίας.

Συνολικά, οι πιο πρόσφατες εξελίξεις στον πολιτικό χάρτη των – συστημικών τουλάχιστον – κομμάτων δείχνουν, ότι εκτός από την γενικευμένη (αλλά βουβή προς το παρόν) κοινωνική αποδοκιμασία για τις κυβερνητικές πολιτικές, εκδηλώνονται πιο έντονα οι αποκλίνουσες επιδιώξεις του ελληνικού κεφαλαίου. Παρότι δεν διαφαίνεται ενεργητικό σχέδιο αντικατάστασης της παρούσας κυβέρνησης από την πλειονότητα του ελληνικού κεφαλαίου, οι κυριότερες αποκλίσεις εμφανίζονται σε δύο βασικά σημεία. Από τη μία, με πρόσχημα την πρωτοφανώς ενδοτική εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης της ΝΔ στις σχέσεις με την Τουρκία, μερίδες των εγχώριων συμφερόντων επιδιώκουν, μέσω των εκπροσώπων τους στα δεξιά της ΝΔ, να αλλάξουν το παραγωγικό μοντέλο, όπως για παράδειγμα, να εμποδίσουν τα σχέδια συνεκμετάλλευσης στην εξόρυξη υδρογονανθράκων στο Αιγαίο – κάτι που αποτελεί κομβικό στόχο, όχι μόνο για αρκετά κομμάτια της εγχώριας ολιγαρχίας, αλλά και για την διατεινόμενη «ενεργειακή αυτάρκεια» της ΕΕ. Από την άλλη, με πρόσχημα την κανονικοποίηση και θεσμοποίηση του κοινωνικού κανιβαλισμού σε όλες τις μορφές του και την ανάγκη αντιπολίτευσης σε αυτόν, αλλά όχι στο οικονομικό μοντέλο, επιταχύνονται οι διεργασίες αναδόμησης στο Κέντρο, αυτή τη φορά με ηγεμονική δύναμη το ΠΑΣΟΚ και συμμάχους τα κομμάτια που προέρχονται από τον μνημονιακό ΣΥΡΙΖΑ, που επιδιώκουν την αντικατάσταση του πολιτικού προσωπικού που θα ακολουθήσει την γραμμή του νεοφιλελευθερισμού.

Είναι σαφές πως όλα αποτελούν σημεία πάνω στο φάσμα της νεοφιλελεύθερης «μεταμνημονιακής» πραγματικότητας με μεγάλα συμφέροντα που, όσο δεν απειλούνται από τα λαϊκά συμφέροντα και από το κίνημα, συγκρούονται μεταξύ τους για την αναδιανομή των μεριδίων οικονομικής, αλλά και πολιτικής ισχύος. Οι εξελίξεις στις ΗΠΑ, που με τη σειρά τους αποτυπώνουν τον σημερινό συσχετισμό ανάμεσα σε πλανητικά συμφέροντα, δίνουν τον τόνο της «επόμενης μέρας» στο σύνολο της ιμπεριαλιστικής αλυσίδας και επιταχύνουν τις εξελίξεις σε όλη την Ευρώπη – και την Ελλάδα.

Δ. Η Ενωτική Πρωτοβουλία και οι εξελίξεις στο χώρο της Αριστεράς

 

Η Ενωτική Πρωτοβουλία, που συγκροτήσαμε ως εκλογική συμμαχία το ΜΕΡΑ25, η ΛΑΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ – ΑΝΥΠΟΤΑΚΤΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ, η ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ και ανένταχτοι αγωνιστές και ανένταχτες αγωνίστριες, δεν πέτυχε τους εκλογικούς στόχους της και να εκπροσωπηθεί στη Βουλή και στην Ευρωβουλή.

Ωστόσο, αποτελεί τον μόνο ορατό ενωτικό πόλο της ριζοσπαστικής Αριστεράς, με αυξημένα εκλογικά ποσοστά σε νεολαία, κόσμο των αγώνων, εργαζομένους ιδιωτικού τομέα και συνολική καταγραφή που υποδηλώνει εκλογική ανθεκτικότητα και τα πρώτα ψήγματα ενός υπό διαμόρφωση εκλογικού – πολιτικού πόλου, πάνω στον οποίον πρέπει να χτίσουμε: την Αριστερά της ενότητας, της συνέπειας, των αγώνων, της αξιοπρέπειας, της εναλλακτικής πρότασης, του σοσιαλισμού.

Από την πλευρά μας, επιμένουμε ότι η εκλογική συνεργασία μας άνοιξε δρόμους, ως πρώτο βήμα για απεύθυνση και συνεργασία και με άλλες δυνάμεις της αγωνιστικής Αριστεράς, για πολιτική προγραμματική όσμωση και προωθητικές συνθέσεις με τις επί μέρους δυνάμεις της και για περαιτέρω ριζοσπαστικοποίηση τους, αλλά και για τη συσπείρωση, μέσα και γύρω από αυτή, ανένταχτων αγωνιστών της Αριστεράς.

Η πορεία της εκλογικής συνεργασίας μετεκλογικά, με τη συγκρότηση συντονιστικής επιτροπής, τις επιτυχημένες και ενθαρρυντικές εκδηλώσεις που οργάνωσε, τη συζήτηση για ριζοσπαστική εμβάθυνση του εγχειρήματος, τις πρωτοβουλίες που λαμβάνονται για διεύρυνσή του δείχνουν ότι το εκλογικό εγχείρημα, παρά τις δυσκολίες του και τις αδυναμίες μας, βρίσκεται σε μια δυναμική σχέση που μας βοηθά να συνεχίσουμε αυτή τη συνεργασία ενωτικά και αναβαθμισμένα. Έτσι, προωθούμε και ενισχύουμε κοινές πολιτικές καμπάνιες, συλλογική δημόσια πολιτική εκπροσώπηση, κοινή δράση στους κοινωνικούς χώρους, δημιουργία ισχυρών κοινωνικών αναφορών με τον εργαζόμενο λαό.

Προωθούμε το τετράπτυχο: στήριξη και ενεργή συμμετοχή στους κοινωνικούς αγώνες, πρωτοβουλίες ενάντια στον πόλεμο, άσκηση μαχητικής αντιπολίτευσης, επεξεργασία προβολή ριζοσπαστικής εναλλακτικής πρότασης, ιδιαίτερο βάρος στον εργαζόμενο λαό για τα πραγματικά προβλήματά του και στη νεολαία για παιδεία, πολιτισμό, δικαιώματα, αντιφασισμό, ειρήνη και σταθερή μόνιμη εργασία με αξιοπρέπεια.

Ενδεχόμενες διεργασίες στην κεντροαριστερά δεν μας αφορούν καθώς είμαστε σε ρήξη με τις κυρίαρχες τάξεις και πολιτικές, που λεηλατούν το λαό και τη χώρα. Η πρόταση δυνάμεων της κεντροαριστεράς για συγκρότηση λαϊκού μετώπου, όπως στη Γαλλία, όχι μόνο οδηγεί, με βάση τους σημερινούς συσχετισμούς, σε μία συνεργασία τύπου «ΠΑΣΟΚ και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις», αλλά και οι εδώ συνθήκες είναι πολύ διαφορετικές. Η πολιτική επιτυχία του «Νέου Λαϊκού Μετώπου» εργαλειοποιείται, είτε για να εξυπηρετήσει υστερόβουλα σχέδια ενσωμάτωσης στο αστικό κάδρο είτε για να απαξιωθεί εν ονόματι ενός κενού περιεχομένου σεχταριστικού λόγου.

Από την άλλη, οι εξελίξεις στην Αριστερά μας αφορούν, τόσο ως Αριστερό Ρεύμα όσο και ως ΛΑΕ – ΑΑ. Είναι σαφές πως σε αυτή τη συγκυρία, οι δυνάμεις της Αριστεράς, οφείλουν να ορθώσουν ενωτικό και συμπαγές ανάστημα, το οποίο να έχει ενιαίο εκλογικό και πολιτικό προσανατολισμό. Η τελευταία σχεδόν δεκαετία, που χαρακτηρίστηκε από επιστροφή της συντήρησης και της αντίδρασης, πάτησε πάνω στην αποσυσπείρωση του κινήματος, την απογοήτευση και αποστράτευση χιλιάδων αγωνιστών και αγωνιστριών, αλλά και σε τεράστια στρατηγικά ελλείμματα των αριστερών δυνάμεων που εξυπηρετούν μικροπολιτικές επιδιώξεις και στοχοπροσήλωση αποκλειστικά στην εκλογική καταγραφή.

Αναγνωρίζοντας αυτές τις δυσκολίες, δεν μπορούμε εντούτοις παρά να προωθούμε την ενωτική δράση των αριστερών δυνάμεων στους κοινωνικούς αγώνες για τα λαϊκά προβλήματα και ενάντια στον πόλεμο και τον φασισμό, παίρνοντας πολιτικές πρωτοβουλίες για διεύρυνση και συνδιαμόρφωση της Ενωτικής Πρωτοβουλίας μας με αγωνιστές και οργανώσεις της ανυπότακτης ριζοσπαστικής αριστεράς, για δημιουργία ενωτικού πόλου αριστερής μαχητικής αντιπολίτευσης.

Σε συνθήκες ακραίου νεοφιλελευθερισμού και αυταρχισμού, ανόδου της ακροδεξιάς, οξυνόμενων λαϊκών προβλημάτων, αυξανόμενου κινδύνου για την ειρήνη, η μόνη διέξοδος για την αποτελεσματική υπεράσπιση των λαϊκών συμφερόντων είναι η ενότητα των αγωνιστικών αριστερών δυνάμεων. Αυτή η ενότητα δεν μπορεί να οικοδομηθεί στη βάση αποδοχής ή ανοχής σε νεοφιλελεύθερες και μνημονιακές πολιτικές, αλλά σε κοινές προγραμματικές βάσεις που να δίνουν λύσεις με αγώνες στα λαϊκά προβλήματα και ανοίγουν δρόμους για βαθύτερες φιλολαϊκές, ριζοσπαστικές αλλαγές και για το σοσιαλισμό.

Αυτή την περίοδο, λαϊκός κόσμος που αποδεσμεύεται από τον ΣΥΡΙΖΑ, φαίνεται ότι αναστοχάζεται κριτικά και αυτοκριτικά την μέχρι τώρα πορεία του. Με αυτό τον κόσμο θέλουμε να συναντηθούμε στους κοινωνικούς αγώνες και σε ουσιαστικό διάλογο για την ανασυγκρότηση και ενίσχυση της ενωτικής ανυπότακτης Ριζοσπαστικής Αριστεράς.

 

 

Ε. Για την Λαϊκή Ενότητα – Ανυπότακτη Αριστερά

Είχαμε αποφασίσει και προωθήσαμε μέτρα της αναγκαίας και κατά προτεραιότητα καλύτερης συγκρότησης της ΛΑΕ – ΑΑ ως πολιτικό μέτωπο, η οποία έχει κάνει ακόμα πιο σταθερά και ουσιαστικά βήματα. Συμμετείχαμε ως ΛΑΕ ΑΑ σε όλες τις κινητοποιήσεις που έγιναν όλο αυτό το διάστημα. Ωστόσο, οφείλουμε να εντοπίσουμε πως αυτή η διαδικασία μπορεί και πρέπει να γίνει με πιο γρήγορα και πιο σταθερά βήματα, με λιγότερες ασυνέχειες και με μεγαλύτερη εμπλοκή όλου του δυναμικού της ΛΑΕ – ΑΑ.

Τέλος, πραγματοποιήσαμε ως ΛΑΕ – ΑΑ εκδήλωση για τον Δεκέμβρη του’44 με πολύ μεγάλη επιτυχία, τόσο από πλευράς συμμετοχής όσο κυρίως από πλευράς περιεχομένου. Ο χαρακτήρας και το περιεχόμενο τέτοιων δημόσιων εκδηλώσεων ενισχύουν τα φυσιογνωμικά και ταυτοτικά χαρακτηριστικά μας και ενισχύουν τη θέση μας στην κατεύθυνση της ενότητας της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Πρέπει να σχεδιάσουμε και να ενθαρρύνουμε τέτοιου χαρακτήρα εκδηλώσεις στο μέλλον.

ΣΤ. Για το Αριστερό Ρεύμα

 

Μετά το 3ο Συνέδριο μας, αποφασίσαμε συλλογικά να ανασυγκροτήσουμε πολιτικά και οργανωτικά το ΑΡ, ώστε να συμβάλλουμε στην εμβάθυνση και αναβάθμιση της ΛΑΕ – ΑΑ ως το μέτωπο που παρεμβαίνουμε, αλλά και στη δημιουργία προϋποθέσεων για ένα νέο αναγκαίο πολιτικό υποκείμενο της Αριστεράς με μετωπικά χαρακτηριστικά.

Αυτά τα καθήκοντα είναι συνολικά, μας αφορούν όλους και όλες και ξεκινούν από την απλή καθημερινή λειτουργία των τοπικών οργανώσεων μας μέχρι τις πρωτοβουλίες που λαμβάνουμε κεντρικά στα συλλογικά όργανα. Οι πρωτοβουλίες σε επίπεδο βάσης απέναντι σε αγωνιστές και αγωνίστριες που έχασαν την πολιτική ένταξη κατά την τελευταία δεκαετία ή για την ενδυνάμωση της παρέμβασης μας στη νεολαία, η τακτική λειτουργία, η οργανωτική ανάπτυξη, η οικονομική αυτοτέλεια ή και η πολύμορφη εκπροσώπηση μας (π.χ. ηλικία, φύλο) πρέπει να αποτελούν διαρκή μέριμνα μιας ζωντανής οργάνωσης, η οποία φιλοδοξεί να παρεμβαίνει ουσιαστικά. Το Αριστερό Ρεύμα έκανε βήματα καλύτερης οργάνωσης και επαφής-επικοινωνίας με τα μέλη και τους φίλους του σε όλη την Ελλάδα, αλλά προς το παρόν, παρά τα βήματα που κάνουμε, απέχουμε ακόμα πολύ από την εκπλήρωση των παραπάνω στόχων.

Την ίδια στιγμή, θεωρούμε πως έχουμε κάνει βήματα στην ποιότητα της δουλειάς μας, ειδικά μέσα από τη λειτουργία της Επιτροπής ΘΙΤ (Θεωρία – Ιστορία – Τεκμηρίωση), η οποία όμως θα πρέπει να γίνει κτήμα ακόμα περισσότερων συντρόφων-ισσών.

Ιδιαίτερο βάρος πρέπει να ρίξουμε στην περαιτέρω συγκρότηση και ανάπτυξη της νεολαίας του ΑΡ.

Η δουλειά μας στην Αυτοδιοίκηση απαιτεί ξεχωριστή συζήτηση και παρέμβαση με αφορμή και τον νέο κώδικα που ετοιμάζεται και με την αλλαγή του εκλογικού νόμου. Όπου υπάρχουν δημοτικές κινήσεις, υπάρχει και μεγαλύτερη δραστηριότητα τόσο των οργανώσεων του ΑΡ, όσο και της ΛΑΕ.

Τέλος, πρέπει να μας απασχολήσει η κινηματική άπνοια που υπάρχει παρά τις περιστασιακές κινητοποιήσεις που εκδηλώνονται και που πρέπει να ενισχύουμε.

Το «Αριστερό Ρεύμα» μέσα από τις γραμμές της «Λαϊκής Ενότητας – Ανυπότακτης Αριστεράς» έχει επιδιώξει ενεργητικά, με επιμονή και ένταση, την ενότητα του κοινού πολιτικού μας χώρου. Επιδιώκουμε την ουσιαστική ενότητα των δυνάμεων, αλλά και των ανένταχτων αγωνιστών και αγωνιστριών της Αριστεράς – χωρίς αποκλεισμούς και με όσο βάθος αυτή είναι εφικτή – που επιθυμούν να αφήσουν πίσω τους τα τρία μνημόνια, όχι απλώς ως «ιστορία από τα παλιά», αλλά ακυρώνοντας τις δεσμεύσεις που αυτά άφησαν για τις επόμενες δεκαετίες και να δεσμευτούν στη βάση μιας εναλλακτικής πολιτικής – προγραμματικής πρότασης, που θα περιλαμβάνει την διεκδίκηση άμεσων στόχων ανακούφισης των λαϊκών στρωμάτων  και την διεθνιστική αλληλεγγύη και ειρήνη μεταξύ των λαών απέναντι στον ιμπεριαλισμό της Δύσης.

Οι συνθήκες είναι δύσκολες. Όμως, η εντεινόμενη λαϊκή δυσαρέσκεια από την κυβερνητική πολιτική και την απουσία αντιπολίτευσης μας δίνουν δυνατότητες ενισχυμένης και αποτελεσματικής κινηματικής, πολιτικής, προγραμματικής και ιδεολογικής παρέμβασης. Θα κάνουμε οτιδήποτε δυνατόν να τις αξιοποιήσουμε.

Αθήνα 15.12.2024

Κατεβάστε την απόφαση της ΚΕ του ΑΡ σε PDF