Η Αναγκαιότητα της προσήλωσης στο εθνικό απελευθερωτικό σχέδιο, σε αντίθεση με το αποικιοκρατικό σχέδιο στην Παλαιστίνη
Μαρουάν Εμίλ Τουμπάσι
Τις τελευταίες ημέρες έλαβα κάποια ερωτήματα από φίλους και αναγνώστες του τελευταίου μου άρθρου, που δημοσιεύθηκε με τίτλο: «Προς τα πού κατευθύνεται το παλαιστινιακό εθνικό σχέδιο απέναντι στην κατοχή και τα εποικιστικά – αποικιοκρατικά σχέδια;». Συγκεκριμένα, αν υπάρχει αντίφαση ανάμεσα στην πρόσκληση για ανακήρυξη του κράτους της Παλαιστίνης βάσει της Διακήρυξης της Ανεξαρτησίας, ως κράτους υπό κατοχή, και στην πρόσκληση για αποδόμηση του σιωνιστικού – δυτικού αποικιοκρατικού εποικιστικού σχεδίου στη γη της Παλαιστίνης.
Δεν βλέπω καμία αντίφαση, αλλά μάλλον συμπληρωματικότητα στην πορεία του εθνικού απελευθερωτικού και πολιτικού αγώνα. Η πατρίδα μας είναι η ιστορική Παλαιστίνη με τα πλήρη εντολικά της σύνορα, κι αυτό είναι ένα σταθερό δικαίωμα που δεν χάνεται με το πέρασμα του χρόνου ούτε με προσωρινές πολιτικές συμφωνίες που δεν δίνουν δίκαιη ιστορική λύση στους γηγενείς, βασισμένη στην αρχή της αυτοδιάθεσης στον εθνικό τους χώρο.
Ταυτόχρονα, όμως, στο πλαίσιο της σημερινής πολιτικής και υπαρξιακής σύγκρουσης, η μορφή της εφικτής και προσωρινής λύσης που προβάλλεται σε διεθνές και περιφερειακό επίπεδο είναι η ίδρυση ενός ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους, πλήρως κυρίαρχου, στα σύνορα πριν από την 4η Ιουνίου 1967, με πρωτεύουσα την Ανατολική Ιερουσαλήμ, και με διασφάλιση του δικαιώματος επιστροφής και αποζημίωσης των προσφύγων σύμφωνα με τα διεθνή ψηφίσματα, ειδικότερα με το ψήφισμα 194 του ΟΗΕ.
Η διατήρηση του εθνικού απελευθερωτικού παλαιστινιακού σχεδίου, ως ιστορικού δικαιώματος στην Παλαιστίνη, και της εφικτής πολιτικής λύσης με ανεξάρτητο και κυρίαρχο κράτος, αποτελεί τον άμεσο αντίποδα του σιωνιστικού αποικιοκρατικού σχεδίου. Η ισραηλινή κατοχή επιχειρεί με κάθε μέσο –μέσα από εγκλήματα, εθνοκαθαρτικές πολιτικές, πείνα, γενοκτονία και εκτοπισμούς στη Γάζα, και μέσω εποικισμού, προσάρτησης, εβραιοποίησης και επιβολής κυριαρχίας στη Δυτική Όχθη και την Ιερουσαλήμ– να ακυρώσει την παλαιστινιακή εθνική υπόθεση και να αποτρέψει κάθε δυνατότητα ίδρυσης ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους. Αυτό ουσιαστικά συνιστά προσπάθεια υλοποίησης του σχεδίου της «Μεγάλης Ισραήλ», δηλαδή του πλήρους αποικιοκρατικού ελέγχου της Παλαιστίνης στο πλαίσιο του σχεδίου για τη «Νέα Μέση Ανατολή», με επέκταση πέρα από τα παλαιστινιακά σύνορα, ακόμη και σε γειτονικές χώρες, περιλαμβανομένης της Κύπρου.
Επομένως, η μάχη δεν αφορά μόνο τη Γάζα, ούτε μόνο την εξάλειψη της Χαμάς, παρά τη σφοδρότητα του ανθρωπιστικού εγκλήματος εκεί· ούτε αφορά μόνο τη Δυτική Όχθη, την πολιορκία και την υπονόμευση του ρόλου της Παλαιστινιακής Αρχής και τον κίνδυνο των πολιτικών προσάρτησης, που πλησιάζουν την επίσημη ισραηλινή κήρυξη κυριαρχίας με το «πράσινο φως» των ΗΠΑ στο πλαίσιο μιας σταδιακής διαδικασίας που προχωρά εδώ και χρόνια. Η μάχη είναι για το ίδιο το παλαιστινιακό εθνικό απελευθερωτικό σχέδιο. Θα παραμείνει και θα συνεχίσει ως αντίπαλο δέος του αποικιοκρατικού σχεδίου ή θα καταργηθεί και θα μας επιβληθεί η παράδοση στη «νέα πραγματικότητα» που επιδιώκουν Ισραήλ, ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους;
Η ανακήρυξη «κράτους της Παλαιστίνης υπό κατοχή» δεν αποτελεί ούτε υποχώρηση από τα δικαιώματα, ούτε το τέλος της πορείας, ούτε εναλλακτική λύση αντί της ανάγκης αποδόμησης του αποικιοκρατικού εποικιστικού σχεδίου. Είναι πολιτικό βήμα για την ενσάρκωση της εθνικής ταυτότητας και την αναγνώριση των πολιτικών μας δικαιωμάτων, αξιοποιώντας την αυξανόμενη διεθνή λαϊκή αλληλεγγύη και τα κύματα αναγνώρισης του παλαιστινιακού κράτους, έστω και με τον πολιτικό τους συμβολισμό. Αυτό χρειάζεται σαφείς μηχανισμούς για την επιβολή κυρώσεων με στόχο τον τερματισμό της κατοχής και την πραγματοποίηση της ανεξάρτητης πολιτείας. Παράλληλα, είναι εργαλείο ενίσχυσης της αντοχής μας απέναντι στο σχέδιο της «Μεγάλης Ισραήλ». Τα δύο αυτά δεν είναι αντικρουόμενα, αλλά αλληλοσυμπληρούμενα· το εθνικό μας σχέδιο, όπως ενσαρκώνεται στη συλλογική παλαιστινιακή σκέψη, αποτελεί τον ουσιαστικό αντίποδα του αποικιοκρατικού σχεδίου ήδη από το έγκλημα της Διακήρυξης Μπάλφουρ.
Η κατάρρευση του σιωνιστικού εποικιστικού σχεδίου υπερβαίνει τα παλαιστινιακά συμφέροντα. Εντάσσεται στο πλαίσιο μιας άνευ προηγουμένου παγκόσμιας κοινής γνώμης, που εκθέτει αυτό το σχέδιο ενώπιον των λαών, αποκαλύπτοντας τη επικινδυνότητά του όχι μόνο για τον παλαιστινιακό λαό, αλλά και για τους ίδιους τους Εβραίους, τους οποίους εκμεταλλεύτηκε ο ρατσιστικός χαρακτήρας του παγκόσμιου σιωνιστικού κινήματος ως συστατικό στοιχείο του δυτικού αποικιοκρατικού σχεδίου, ακόμη και σε συνεργασία με τους ναζί τον περασμένο αιώνα. Αυτή η διεθνής αποκάλυψη έχει τεράστια σημασία, καθώς αυξάνει την απομόνωση του Ισραήλ και προσδίδει στην παλαιστινιακή ιστορική αφήγηση μια παγκόσμια ηθική, νομική και πολιτική διάσταση.
Εδώ αναδεικνύεται η ευθύνη όλων των λαών και των αληθινά δημοκρατικών και προοδευτικών δυνάμεων στον κόσμο, συμπεριλαμβανομένων των αντισιωνιστών Εβραίων εντός και εκτός Ισραήλ, των οποίων ο ρόλος αυξάνεται. Η συμβολή τους σε πολιτικό, ηθικό και νομικό επίπεδο για την κατάρρευση του σιωνιστικού αποικιοκρατικού σχεδίου συνιστά ένα προοδευτικό, απελευθερωτικό σχέδιο για όλη την ανθρωπότητα, που συνδυάζει την υπεράσπιση των παλαιστινιακών εθνικών δικαιωμάτων με την ενίσχυση των αξιών της δικαιοσύνης, της ισότητας και της ελευθερίας σε παγκόσμια κλίμακα.
Γνωρίζουμε ότι ο δρόμος της εθνικής απελευθέρωσης είναι μακρύς και περίπλοκος, αλλά δεν είναι αδύνατος. Ο συνδυασμός της προσήλωσης στα αδιαπραγμάτευτα εθνικά μας δικαιώματα με την στρατηγική μάχη για την αποδόμηση του αποικιοκρατικού σχεδίου, σε συνεργασία με τις παγκόσμιες δημοκρατικές δυνάμεις, είναι η μόνη οδός για μια ελεύθερη και δημοκρατική Παλαιστίνη, για τον λαό και τις μελλοντικές γενιές της. Αποτελεί επίσης παγκόσμιο πρότυπο απελευθέρωσης των λαών της περιοχής από κάθε μορφή κατοχής, αποικιοκρατίας, ρατσισμού και ανωτερότητας.
Το σιωνιστικό κίνημα, από την έναρξη του σχεδίου του στην Παλαιστίνη, δεν σεβάστηκε καμία απόφαση του ΟΗΕ· αντίθετα, τις παραβίασε συνεχώς. Δεν τίμησε καμία συμφωνία που υπέγραψαν οι εκάστοτε ισραηλινές κυβερνήσεις· έφτασε στο σημείο να δολοφονήσει τον ίδιο τον πρωθυπουργό του για την υπογραφή της Συμφωνίας του Όσλο. Δεν έλαβε υπόψη καμία διεθνή «εγγύηση» ή «προστασία». Έτσι, η σειρά των εγκλημάτων –από την εθνοκάθαρση μέχρι την πείνα– συντελείται με κατάφωρες παραβιάσεις όλων των διεθνών συνθηκών, ακόμη και όσων το Ισραήλ έχει υπογράψει.
Τι θα εμπόδιζε, λοιπόν, σήμερα το αποικιοκρατικό κράτος της κατοχής, με την πλήρη συνενοχή των ΗΠΑ σε όλα τα εγκλήματα και τις πολιτικές απέναντι στους λαούς, να μην προχωρήσει στην επίσημη πολιτική της προσάρτησης, ενσωμάτωσης και επιβολής κυριαρχίας; Αυτό συμβαίνει στην πράξη εδώ και χρόνια, χωρίς να το αποτρέψει κανείς, καθιστώντας το μια πραγματικότητα επί του εδάφους από την ίδρυσή του, παραβιάζοντας το ψήφισμα 181 του ΟΗΕ για τα σύνορα, ατιμώρητα. Συνεχίζει έτσι να επεκτείνεται, όσο απουσιάζει η τιμωρία ενός κράτους-παρία που στέκεται πάνω από το διεθνές δίκαιο, χωρίς πλέον να πείθει με τις προφάσεις περί «μοναδικής δημοκρατίας στη Μέση Ανατολή», ούτε με τις κατηγορίες περί «αντισημιτισμού» και «θύματος της ιστορίας». Ακόμα και στις ΗΠΑ, η κοινή γνώμη και τμήματα του Προοδευτικού Δημοκρατικού Κόμματος την κατηγορούν σήμερα για γενοκτονία, παύοντας πλέον να την θεωρούν «ιερή αγελάδα».
Αυτό ανοίγει το πεδίο σε μελλοντικές αλλαγές, συνδεδεμένες με τις διεθνείς εξελίξεις, τις οποίες θα αναμένουμε και στις οποίες θα συμβάλουμε, αναλαμβάνοντας πλήρως τις εθνικές μας ευθύνες και καθήκοντα με την ενότητά μας, την ανεξάρτητη πολιτική μας βούληση και την ολόπλευρη αντίστασή μας –λαϊκή, πολιτική, διπλωματική και νομική– για να μπορέσει ο λαός μας να αντέξει και να αντισταθεί στους αποικιοκράτες επί του εδάφους, με στόχο την υπεράσπιση του εθνικού, δημοκρατικού και απελευθερωτικού μας σχεδίου.