Οι πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις στην Ευρώπη κατά τη δεκαετία της πολυσύνθετης κρίσης έχουν αποσταθεροποιήσει και σε κάποιες χώρες αποδομήσει το παραδοσιακό δικομματικό σύστημα μεταξύ ευρωπαϊκής Δεξιάς και Σοσιαλιστών. Τα πολιτικά γεγονότα που έλαβαν χώρα στην ήπειρο,ιδιαίτερα από το 2015 και έπειτα, μέσα σε ελάχιστο δηλαδή ιστορικό χρόνο, υποδηλώνουν τη ρευστότητα τόσο του πολιτικού σκηνικού και του εκλογικού σώματος, όσο και τη δυσαρέσκεια που αναδύεται σε ευρύτερα τμήματα της εργατικής και μεσαίας τάξης στην ήπειρο ενάντια στο ευρωπαϊκό κατεστημένο.
Το περήφανο ΟΧΙ του ελληνικού λαού το καλοκαίρι του 2015, τα δημοψηφίσματα της επόμενης χρονιάς στην Ιταλία και τη Βρετανία όπου οι πολιτικές και το ίδιο το μοντέλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ηττήθηκαν στην κάλπη, η συντριβή της γαλλικής δεξιάς και της σοσιαλδημοκρατίας στις προεδρικές εκλογές στη Γαλλία αλλά και το ιστορικό χαμηλό του CDU και του SPD στις τελευταίες γερμανικές εκλογές αποτελούν όψεις μόνο της εκλογικής και πολιτικής ρευστότητας και δεν δικαιολογούν τη βεβαιότητα ανάμεσα σε θιασώτες του νεοφιλελευθερισμού ότι η παλινόρθωση της ευρωπαϊκής «κανονικότητας» έχει ήδη συντελεστεί.
Στις εξελίξεις αυτές χρειάζεται να προσθέσουμε γεγονότα με έντονη αναφορά στο κοινωνικό πεδίο όπως το αυθόρμητο ξέσπασμα των Κίτρινων Γιλέκων και οι κινητοποιήσεις για την ανεξαρτησία της Καταλονίας, επεισόδια που αντικατοπτρίζουν νέα, απρόβλεπτα πεδία ξεσπάσματος της λαϊκής δυσαρέσκειας.
Παρότι δεν υποστηρίζουμε ασφαλώς ότι η άμεση αναζοπύρωση των κοινωνικών αγώνων στην Ευρώπη αποτελεί νομοτέλεια, θεωρούμε ότι είναι εξαιρετικά νωρίς να εκτιμήσουμε ότι έχουν σταματήσει οι μετασεισμοί του τεράστιου ρήγματος στην πολιτική και κοινωνική συναίνεση που προκλήθηκε από την κρίση του 2008.Κανείς δεν μπορεί να στοιχηματίσει αν η κρίση αυτή θα σταματήσει να παράγει κοινωνικά και πολιτικά αποτελέσματα τα επόμενα χρόνια. Το σίγουρο για την ώρα είναι πως, είτε σε φάση ύφεσης είτε σε φάση αναζοπύρωσης των κοινωνικών εντάσεων, η επιστροφή σε προ κρίσης κανονικότητες σε καμία περίπτωση δεν είναι εξασφαλισμένη για τις ευρωπαϊκές ελίτ. Άλλωστε, η αναιμική οικονομική ανάπτυξη των τελευταίων χρόνων στην Ευρωζώνη και η επιβράδυνση της γερμανικής οικονομίας που οδεύει προς την ύφεση εξαιτίας της μείωσης των γερμανικών εξαγωγών δεν συναινούν στη δημιουργία πανηγυρικού κλίματος από πλευράς των κυρίαρχων.
Στο πλαίσιο αυτό, η άνευ όρων συνθηκολόγηση του ΣΥΡΙΖΑ το 2015 και η γρήγορη μεταστροφή του προς τη συστημική ενσωμάτωση, αν και αναμφίβολα έπληξε το κύρος και την αποτελεσματικότητα της Αριστεράς σε ευρωπαϊκό επίπεδο, εν τούτοις δεν διέλυσε τις προοπτικές επιτυχίας πολλών αριστερών κομμάτων. Κατι τέτοιο αποδείχτηκε και με την μετά διετίας εκλογική επιτυχία της «Ανυπότακτης Γαλλίας» που οριακά δεν πέρασε στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών. Η δυναμική της αληθινής ριζοσπαστικής αριστεράς τα επόμενα χρόνια θα αποτελέσει πυξίδα για την έκβαση των εξελίξεων. Πιστεύουμε ακράδαντα ότι αν στραφεί σε μια νέα ριζοσπαστικότητα ευθείας σύγκρουσης με το ευρωενωσιακό μοντέλο τότε, αφενός θα ευθυγραμμίστει με το αίσθημα μεγάλων τμημάτων των λαϊκών στρωμάτων που ασφυκτιούν από τις πολιτικές λιτότητας της ΕΕ και αφετέρου θα κόψει το οξυγόνο στην άκρα δεξιά η οποία υποκριτικά και τακτικίστικα λαθροχειρεί οικειοποιούμενη ιστορικά αιτήματα της Αριστεράς.
Η επικράτηση της αριστεράς σε βάρος της άκρας δεξιάς είναι κρίσιμη και για έναν ακόμη λόγο. Η φασιστική ή συστημική άκρα δεξιά εκμεταλλευόμενη τη ρητορική μίσους απέναντι στα κύματα της προσφυγιάς και της μετανάστευσης, τα ζητήματα ασφάλειας και την πολιτική νομιμοποίηση της από κυβερνήσεις που φλερτάρουν με το λόγο της όπως εκείνη της Ουγγαρίας ή αλλων χωρών του Βίζεγκραντ στήνει ένα νέο εθνικιστικό χώρο στην Ευρώπη.Έτσι, από τη μία επιτίθεται στους πρόσφυγες αντί για τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις των κυβερνήσεων της Ε.Ε, όπως για παράδειγμα αυτής στη Συρία, που προκαλούν τις προσφυγικές ροές ενώ από την άλλη προσποιείται ότι ανοίγει μέτωπο με τη γραφειοκρατία των Βρυξελλών κάτι που στην πράξη δεν ισχύει. Το ότι η άκρα δεξιά όχι μόνο δεν έχει διάθεση να συγκρουστεί με την Ε.Ε αλλά αντίθετα λειτουργεί, εκτός των άλλων,ως βαλβίδα αποσυμπίεσης της κοινωνικής δυσαρέσκειας αποδείχτηκε με ξεκάθαρο τρόπο κατά την άτακτη υποχώρηση της κυβέρνησης Σαλβίνι-Ντι Μαϊο απέναντι στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Τέλος, κρίσιμο σημείο στην αριστερή και προοδευτική προοπτική ρήξης είναι να τεθούν σαφή όρια, παρά τη ζημιά που προκαλεί η προσέγγιση του ΣΥΡΙΖΑ (στο όνομα της αριστεράς) με τους «Πράσινους». Τα «Πράσινα» κόμματα είναι για εμάς όχι δυνητικοί σύμμαχοι στην προσπάθεια για μια νέα Ευρώπη απαλλαγμένη από την κοινωνική εκμετάλλευση αλλά δύναμη συστημική, ανάχωμα στη δυνατότητα ριζοσπαστικών ανατροπών. Η άνοδο τους τα τελευταία χρόνια σε διάφορες χώρες είναι ακριβώς αποτέλεσμα και της ζημιάς που προκάλεσε στην αξιοπιστία της Αριστεράς η ήττα του ΣΥΡΙΖΑ.
Εκτός όμως από τις αλλαγές στους κομματικούς-πολιτικούς συσχετισμούς στην Ευρώπη χρειάζεται να εστιάσουμε περισσότερο στην υπόθεση του Brexit όχι μόνο ως αυτούσιο γεγονός αλλά και ως ζήτημα που μπορεί να ανοίξει ευρύτερους δρόμους έμπρακτης αμφισβήτησης του ευρωενωσιακού μοντέλου. Παρά τη σαφή επικυριαρχία του δεξιόστροφου και συντηρητικού Brexit και παρά τις βρετανικές παλινωδίες σχετικά με την τελική συμφωνία (ή μη) αποχώρησης, η έξοδος του Η.Β. από την ΕΕ αναδεικνύει δύο κρίσιμα σημεία για τη δυνητική στάση άλλων ευρωπαικών λαών : α) Δεν πρόκειται για μια «απλή» αλλαγή κομματικών συσχετισμών εντός ενός εθνικού σχηματισμού αλλά για μια αποφασιστικής σημασίας ρωγμή ανάμεσα σε ένα κυρίαρχο κράτος και στον μηχανισμό της Ε.Ε. Είναι με άλλα λόγια, η πρώτη φορά από τη συνθήκη ίδρυσης της Ε.Ο.Κ το 1957 στη Ρώμη που ένα κράτος, και μάλιστα ισχυρό, επιλέγει να αποχωρήσει δημοκρατικά από την Ένωση. Β) Η αδυναμία των θεσμών της Ε.Ε και της ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας στο σύνολό της να διαχειριστεί (ιδιαίτερα στην αρχή) τη διαδικασία εξόδου αποκάλυψε, εκτός των άλλων, την έλειψη προετοιμασίας και εκ μέρους τους καθώς ουδέποτε μέχρι την έναρξη της κρίσης του 2008 πίστεψαν ότι μπορεί να αμφισβητηθεί η αέναη πορεία προς την καπιταλιστική διεύρυνση της Ε.Ε. Παράλληλα, χαρτογραφείται, έστω και με αλλοπρόσαλο τρόπο, ένα πρώτο παράδειγμα αποχώρησης ενός κράτους μέσω της μοναδικής διαδικασίας που προβλέπουν οι ευρωπαικές συνθήκες, δηλαδή της ενεργοποίησης του Άρθου 50.
Η δεξιόστροφη εκδοχή του Brexit σε συνδυασμό με την έλειψη καθαρού πολιτικού σχεδίου γεγονός που υποβοηθά την αδέξια διαχείριση του από το βρετανικό πολιτικό σύστημα, επειδή ακριβώς δεν στηρίζεται σε μια αντι-νεοφιλελεύθερη κοινωνική δυναμική και λαϊκή κινητοποίηση (με ευθύνη και των Εργατικών) δεν μπορεί να αποτελέσει ένα ορόσημο προοδευτικών διεκδικήσεων που θα περάσει τα βρετανικά σύνορα και θα συγκινήσει αριστερούς και προοδευτικούς πολίτες, κόμματα και κινήματα στην ήπειρο. Παρ΄ όλα αυτά, οι ράγες που έχουν χαραχθεί πάνω σε σε αυτό το πρώτο, κακοτράχαλο και πολύ κακά σχεδιασμένο βρετανικό μονοπάτι αποτελούν ένα προηγούμενο για τη δυνατότητα αποχώρησης ενός κράτους-μέλους ακόμη και με διαφορετικό, αριστερό και κοινωνικό πρότυπο. Για να το πούμε με άλλα λόγια, η προβλεπόμενη διαδικασία αποχώρησης μπορεί να αποτελέσει τον ικανό και κρίσιμο χρόνο σε μία αριστερή κυβέρνηση στη Γαλλία, την Ελλάδα ή αλλού με τη στήριξη του λαϊκού παράγοντα να διεθνοποιήσει τη διαδικασία της ρήξης, κρατώντας έτσι συνεχή, κλιμακούμενη και αλληλοτροφοδοτούμενη την παρέμβαση των ευρωπαϊκών λαων.
Όλες αυτές οι σημαντικές και πρωτόγνωρες εξελίξεις στην Ευρώπη, όπως περιγράφηκαν προηγουμένως, καθώς και αντίστοιχες στο μέλλον μπορούν να αποτελέσουν μια βάση πάνω στην οποία μπορεί να πατήσει η προσπάθεια μιας ευρωπαϊκής χώρας και βεβαίως της δικής μας στη διαδικασία ρήξης με την Ε.Ε και τις πολιτικές της. Ιδιαίτερα για τη χώρα μας μπορούν, υπό προυποθέσεις, να χρησιμεύσουν ως εργαλεία για την υλοποίηση του σχεδίου που εμείς προτείνουμε στον ελληνικό λαό, το οποίο θέτει ως στόχο την ανάκτηση της πολιτικής και οικονομικής μας ανεξαρτησίας.
Χωρίς να επαναφέρουμε αφελείς αναλύσεις για δικαίωση του αγώνα μας εξαιτίας της άμεσης δυνατότητας αλλαγής των συσχετισμών στην Ευρώπη και έχοντας πάντα στο νου ότι η υπόθεση της χειραφέτησης της χώρας και του λαού μας θα κριθεί πρωτίστως από την πληρότητα του σχεδίου ρήξης και μετάβασης που θα υλοποιήσουμε ως κυρίαρχο κράτος καθώς και από το μέγεθος της κινητοποίησης του λαϊκού παράγοντα, αναγνωρίζουμε ότι το βάθος των πολιτικών και κοινωνικών αλλαγών στην Ευρώπη μπορεί να στηρίξει ουσιαστικά τον αγώνα μας.
Στην πραγματικότητα, όσο πιο μεγάλο είναι το βάθος, το μέγεθος και η ένταση των κομματικών ανατροπών, των κοινωνικών διεκδικήσεων και των πολιτικών γεγονότων στην ήπειρο τόσο δυσκολότερη θα είναι η δεδομένη και σαφής πρόθεση των ευρωπαικών οργάνων και των αντιδραστικών κυβερνήσεων να τιμωρήσουν το κράτος-«ταραξία» που δεν συμμορφώνεται προς τας υποδείξεις των Βρυξελλών, του Βερολίνου και της Φραγκφούρτης. Όσο περισσότερο αυξάνεται η αντισυστημική ψήφος στην Ευρώπη, όσο περισσότερο ηττώνται εκλογικά τα παραδοσιακά κόμματα και οι ευρωπαϊκές ελιτ, όσο περισσότερο αντιστέκονται οι ευρωπαϊκοί λαοί στις πολιτικές της Ε.Ε τόσο θα αυξάνεται ο φόβος στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ότι το πολιτικό και κοινωνικό κόστος που θα κληθούν να πληρώσουν σε περίπτωση που επιχειρήσουν να ισοπεδώσουν λαούς και κυβερνήσεις θα είναι δυσανάλογο του οφέλους.
Τα γεγονότα στην Ευρώπη τα τελευταία χρόνια τείνουν να βαθαίνουν ακόμη περισσότερο το χάσμα ανάμεσα σε κυβερνήσεις και λαούς και σίγουρα δεν εξασφαλίζουν για τους κυρίαρχους μία άνετη επανάληψη του 2015. Ακόμη και αν επιλέγεί η όσο το δυνατόν σκληρότερη γραμμή εκ μέρους τους ότι η διάλυση της Ένωσης είναι προτιμότερη από την υποχώρηση στους «στασιαστές» το βαρύ εκλογικό, κοινωνικό και πολιτικό κόστος που θα κληθούν να διαχειριστούν για δεύτερη φορά είναι σίγουρο ότι θα επηρεάσει τη γενικότερες πολιτικές εξελίξεις στην Ευρώπη και παράλληλα θα πυροδοτήσει νέους κοινωνικούς αγώνες.
Παρότι αναγνωρίζουμε ότι η παρούσα περίοδος είναι σαφώς μια περίοδος υποχώρησης των κοινωνικών αγώνων εν τούτοις καταθέτουμε την πολιτική μας ανάλυση με προοπτική ευρύτερη της σημερινής συγκυρίας. Επαναλαμβάνουμε πως το βάθος των ρωγμών και των ταλαντώσεων που δημιούργησε η κρίση θα κριθούν σε βάθος χρόνου και δεν βιαζόμαστε να ανακηρύξουμε «λήξη συναγερμού» σε αντίθεση με τους οπαδούς της κανονικότητας. Σε κάθε περίπτωση λαμβάνουμε και θα λαμβάνουμε σοβαρά στις θέσεις μας τις διεθνείς εξελίξεις οι οποίες μπορούν να συμβάλουν στην πάλη του ελληνικού και των άλλων λαών για να αποδεσμευτούν από τα δεσμά τους. Ακόμη και αν η ύφεση των κοινωνικών αγώνων πανευρωπαϊκά συνεχιστεί, η οργάνωση συλλογικών σχεδίων της Ριζοσπαστικής Αριστεράς και η διατήρηση των δυνάμεων μας σε διαρκή ετοιμότητα για την αξιοποίηση κάθε ευκαρίας που θα δοθεί είναι κρίσιμη. Οι αγώνες για ρήξη με την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωζώνη αλλά και για τη δημιουργία μιας νέας Ευρώπης του Σοσιαλισμού του 21ου αιώνα είναι υπόθεση του κάθε λαού ξεχωριστά αλλά και όλων μαζί ταυτόχρονα.
Αντωνιάδης Αλκης