Αγγελική Μουζακίτη
Δρ. Ιστορίας Διδάσκουσα στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο
8 μήνες που συντάραξαν την Ελλάδα | Ιανουάριος-Αύγουστος 2015
Το βιβλίο του Δημήτρη Στρατούλη αναμφίβολα προ(σ)καλεί τον αναγνώστη και την αναγνώστρια να αναστοχαστούν κριτικά και να προβληματιστούν πάνω σε κοινωνικά, ιδεολογικά και πολιτικά οράματα, προτάγματα και διακυβεύματα που διαμορφώθηκαν, εφαρμόστηκαν ή/και διαψεύστηκαν τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα. Όχι μόνο διότι ο συγγραφικός προβολέας στρέφεται στα δραματικά γεγονότα που έλαβαν χώρα στην Ελλάδα το πρώτο οκτάμηνο του 2015 ούτε μόνο λόγω της ιδιότητας του συγγραφέα, ο οποίος κατείχε τότε θέσεις πολιτικής και κυβερνητικής ευθύνης, αλλά και εξαιτίας των πολλαπλών προσλήψεων που μπορεί να έχει η ιστόρηση ενός τέτοιου ατομικού και συλλογικού βιώματος ιδιαίτερα στην παρούσα πολιτική συγκυρία. Η δεδηλωμένη πρόθεση του συγγραφέα να προβεί στην καταγραφή, ανάλυση και ερμηνεία των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών εξελίξεων στην Ελλάδα, την Ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση, συνεκτιμώντας τις πολιτικές, ιδεολογικές και προγραμματικές ζυμώσεις και συγκρούσεις μέσα στον Σύριζα, τον ρόλο του Αριστερού Ρεύματος και της Αριστερής Πλατφόρμας αποτελεί στην ουσία την πρόθεσή του να συνθέσει ένα αντί-αφήγημα: το αντίπαλο δέος στο κυρίαρχο μιντιακό και πολιτικό αφήγημα της απουσίας εναλλακτικής(T.I.N.A. There Is No Alternative).
Η απόπειρα ιστορικής θέασης ενός τέτοιου εγχειρήματος συνιστά μία επιπρόσθετη πρόκληση, καθώς γεννώνται διάφορα ερωτήματα: Είναι δυνατή η ιστορική αποτίμηση γεγονότων των οποίων το αποτύπωμα εξακολουθεί να είναι νωπό στην ελληνική κοινωνία και τις συλλογικές μνήμες των κοινωνικών και πολιτικών υποκειμένων; Είναι σε θέση το δρων πολιτικό υποκείμενο να προβεί σε μια νηφάλια προσέγγιση των γεγονότων και διεργασιών στα οποία συμμετείχε ενεργά; Μπορεί αυτή η βιωματική καταγραφή να αποτελέσει αξιόπιστο ιστορικό τεκμήριο;
Η καταφατική απάντηση-όχι ως θέσφατο αλλά ως «διανοητική άσκηση» που αντιμετωπίζει την Ιστορία ως «πρόβλημα» και ως προϊόν σύνθετων κοινωνικών διεργασιών και αλληλεπιδράσεων μεταξύ παρελθόντος και παρόντος-στα παραπάνω ερωτήματα προκύπτει σταδιακά από τη μελέτη του συγγραφικού πονήματος: Πρόκειται στην ουσία για μια χειμαρρώδη αφήγηση, μια πυκνή εξιστόρηση των γεγονότων, η οποία αντανακλά ακριβώς τον ιδιαίτερα πυκνό πολιτικό και ιστορικό χρόνο. Η συναισθηματική φόρτιση είναι, βεβαίως, παρούσα. Δεν θα μπορούσε να είναι άλλωστε διαφορετικά, καθώς θα ήταν εξαιρετικά υποκριτικό εκ μέρους του συγγραφέα να προσπαθήσει να καταγράψει τα γεγονότα εν είδει μιας άνευρης, «ουδέτερης» και αποστασιοποιημένης, ρεπορταζιακής αφήγησης. Δεν πράττει κάτι τέτοιο.
Στον πρόλογο του βιβλίου του δηλώνει ξεκάθαρα ότι απευθύνεται στον κόσμο της Αριστεράς αλλά και γενικότερα στους προοδευτικούς πολίτες και μάλιστα τη νεολαία. Δηλώνει ότι επιδιώκει, βεβαίως, να καταγράψει το προσωπικό του βίωμα και να κάνει τον απολογισμό του έργου του. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι σε αυτήν την απόπειρα ιστορικοποίησης τόσο του προσωπικού βιώματος όσο και των καταλυτικών πολιτικών εξελίξεων θέτει στο προσκήνιο τον παράγοντα της «ιστορίας από τα κάτω», τον ρόλο δηλαδή των λαϊκών μαζών ως κινητήριας δύναμης της Ιστορίας, μέσα από τις αναφορές στις κινητοποιήσεις του ελληνικού λαού και τα κινήματα αλληλεγγύης από τους ευρωπαϊκούς λαούς.
Η αλληλουχία και το περιεχόμενο των κεφαλαίων απηχούν τη δραματική κλιμάκωση των γεγονότων, ενώ η ανάλυση είναι λεπτομερής και διανθισμένη με ιστορικά τεκμήρια και δημόσιες παρεμβάσεις του συγγραφέα. Ταυτόχρονα υπάρχει στις απόπειρες ερμηνείας και κριτικής προσέγγισης των γεγονότων το ιδεολογικό και πολιτικό πρόσημο του συγγραφέα, καθώς κάθε φορά «συστήνεται» στους αναγνώστες. Παράλληλα, τον τόνο δίνουν σε κάθε υποκεφάλαιο οι ρήσεις εμβληματικών πνευματικών και πολιτικών προσωπικοτήτων.
Το πρώτο κεφάλαιο παρουσιάζει την πορεία προς τη νίκη του Σύριζα στις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου 2015 μέσα από το καλειδοσκόπιο των κινημάτων αντίστασης ενάντια στην εργασιακή, οικονομική και κοινωνική δυστοπία που διαμορφωνόταν στη χώρα ελέω μνημονιακών δεσμεύσεων και νεοφιλελεύθερων πολιτικών. Επιχειρείται γενικότερα μια χαρτογράφηση του τότε κινηματικού τοπίου, με έμφαση στους λαϊκούς και εργατικούς αγώνες και το κίνημα των Πλατειών το 2010-2012, τις προσπάθειες δημιουργίας ενός συνδικαλιστικού κινήματος από τα κάτω και τον ρόλο που έπαιξαν οι δυνάμεις της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Η υιοθέτηση από τον συγγραφέα μιας πολυπρισματικής οπτικής και κριτικής στάσης απέναντι στο σύνθετο ζήτημα της σχέσης των αριστερών πολιτικών φορέων με τις κινηματικές συλλογικότητες μπορεί να λειτουργήσει ως μια σημαντική αφετηρία για περαιτέρω ενασχόληση και εμβάθυνση στις κοινωνικές, ιδεολογικές και πολιτικές διεργασίες που λαμβάνουν χώρα κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα 2010-2015. Το δεύτερο κεφάλαιο παρουσιάζει την πρώτη περίοδο διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ μέχρι το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2015, με έμφαση στις διαπραγματεύσεις και τις ασφυκτικές πιέσεις από τους δανειστές, ενώ το τρίτο κεφάλαιο είναι αφιερωμένο στις συγκλονιστικές εξελίξεις του δημοψηφίσματος. Το τέταρτο κεφάλαιο εστιάζει στη συνθηκολόγηση της ηγεσίας του Σύριζα και της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, την ψήφιση του 3ου μνημονίου και το ρήγμα στον Σύριζα με την αποχώρηση της Αριστερής Πλατφόρμας, μέλος της οποίας ήταν και ο συγγραφέας και τη συγκρότηση της Λαϊκής Ενότητας. Τόσο σε αυτά τα κεφάλαια όσο και στις 45 ερωτήσεις-απαντήσεις που παρατίθενται στο τέλος ο Δημήτρης Στρατούλης επιχειρεί να τεκμηριώσει την ύπαρξη εναλλακτικής στρατηγικής απέναντι στη λαίλαπα του νεοφιλελευθερισμού.
Συνεπώς:
- Το παρόν βιβλίο συνιστά πρωτογενή πηγή, μία από πρώτο χέρι γραπτή ιστορική μαρτυρία, της οποίας ο δημιουργός όχι μόνο έζησε τα γεγονότα, αλλά υπήρξε ως έναν βαθμό και συνδιαμορφωτής κάποιων εξελίξεων.
- Η μεροληψία της αφήγησης είναι δεδομένη. Πρώτον, δεν υπάρχει έτσι και αλλιώς ουδέτερη, αμερόληπτη και αφιλτράριστη πηγή. Δεύτερον, ο ίδιος ο δημιουργός της πηγής επιδιώκει να καταστήσει σαφές στο ευρύ κοινό τη δική του θέαση, τη δική του οπτική γωνία. Αυτό δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι παρουσιάζει τη δική του στάση ως κάτι θέσφατο. Παραθέτει και αντιπαραβάλλει πολλές φορές ντοκουμέντα και καλεί, εμμέσως πλην σαφώς, τον αναγνώστη να συγκρίνει, να διασταυρώσει πληροφορίες και να αξιολογήσει θέσεις και απόψεις. Ο τωρινός ή ο μελλοντικός ερευνητής μπορεί, για παράδειγμα, μέσα από αυτή τη βιωματική και παράλληλα διανθισμένη με ιστορικά τεκμήρια καταγραφή να παρακολουθήσει τις ιδεολογικές, αξιακές και πολιτικές ρωγμές μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ και τις συγκρούσεις μεταξύ της ηγεσίας και της Αριστερής Πλατφόρμας, καθώς δίνεται η επιχειρηματολογία και της μίας και της άλλης πλευράς. Σε αρκετά σημεία, μάλιστα, επικαλείται ο συγγραφέας μελέτες διανοουμένων και πολιτικών παραγόντων που διαδραμάτισαν καταλυτικό ρόλο στα γεγονότα, εφοδιάζοντας έτσι με επιπρόσθετα εργαλεία τον τωρινό ή μελλοντικό ερευνητή.
- Παρόλο που ο συγγραφέας καταθέτει το προσωπικό του βίωμα, δεν παρασύρεται σε έναν άκρατο υποκειμενισμό. Η αφήγησή του δεν είναι αυτοαναφορική. Είναι μια πολυπρόσωπη αφήγηση, καθώς εντάσσονται σε αυτήν πολλές «φωνές». Όχι μόνο των πρωταγωνιστών αλλά και των αφανών ηρώων.
- Οι κρίσεις του Δημήτρη Στρατούλη πάνω σε ιδεολογικά προτάγματα και πολιτικά διακυβεύματα δεν αφορούν μόνο τον βραχύ ιστορικό χρόνο. Καταθέτει ένα πολιτικό ντοκουμέντο, μια πηγή για το σύγχρονο ελληνικό και ευρωπαϊκό γίγνεσθαι που καλύπτει τα ερευνητικά πεδία της οικονομικής, κοινωνικής, πολιτικής και διανοητικής ιστορίας και της ιστορίας των κινημάτων και η οποία ναι μεν τοποθετείται στα χωροχρονικά της συμφραζόμενα, «συνομιλεί» όμως και με το εκάστοτε παρόν.
Γιατί οι 8 μήνες που συντάραξαν την Ελλάδα δεν την συντάραξαν σε χρόνο παρελθοντικό. Συνεχίζουν να την συνταράσσουν σε χρόνο ενεστώτα.