Παναγιώτα Μπίτσικα: Παρουσίαση του Βιβλίου του Δ. Στρατούλη «8 μήνες που συντάραξαν την Ελλάδα» στο documento

Link: «8 μήνες που συντάραξαν την Ελλάδα» – Το βιβλίο του Δημήτρη Στρατούλη για τον ΣΥΡΙΖΑ του 2015

Θέλησε να συμμετάσχει στον ανοιχτό και διαρκή «πόλεμο της μνήμης» που διεξάγεται για την ερμηνεία των γεγονότων και των πολιτικών αποφάσεων κατά τη διάρκεια  του πρώτου οκταμήνου του 2015. Ο Δημήτρης Στρατούλης, στέλεχος της Λαϊκής Ενότητας-Ανυπότακτης Αριστεράς  σήμερα και εκ των πρωταγωνιστών στην προμνημονιακή περίοδο διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ έγραψε για τους  «8 μήνες που συντάραξαν την Ελλάδα/Ιανουάριος-Αύγουστος 2015» (Εκδόσεις Τόπος-Νοέμβρης 2022) . Το βιβλίο μοιάζει  με ένα πολιτικό καλειδοσκόπιο, με τα ιδεολογικά κάτοπτρα της πάλαι ποτέ Αριστερής Πλατφόρμας του ΣΥΡΙΖΑ/Αριστερό Ρεύμα, αλλά και με τα γραπτά τεκμήρια/δημόσιες τοποθετήσεις,   να ανασυνθέτουν τα κρίσιμα γεγονότα της περιόδου όπως τα βίωσε ο ίδιος από θέσεις κορυφαίας πολιτικής και κυβερνητικής ευθύνης.

Το ενδιαφέρον είναι ότι, ανεξάρτητα από τις κρίσεις και τις ερμηνείες, το βιβλίο του Δημήτρη Στρατούλη, γίνεται σημείο αναφοράς για όσους θέλουν να διερευνήσουν τη μνημονιακή «στροφή» ή τη προδιαγεγραμμένη κατ΄άλλους πορεία του ΣΥΡΙΖΑ στο δρόμο της κυβερνητικής διαχείρισης. Παράλληλα, ως προς τη δομή του –ξεκινά από τους λαϊκούς αγώνες και το κίνημα των πλατειών 2010-2012, διαπερνά τις εκλογικές μέρες με τα διλήμματα για τους κινδύνους ενσωμάτωσης , για τις κυβερνητικές  δυνατότητες (ή αυταπάτες) ρήξεων με ταξική μεροληψία υπέρ των λαϊκών νοικοκυριών σε καπιταλιστικό έδαφος ως τον συμβιβασμό (συνθηκολόγηση με το κεφάλαιο, κατ΄άλλους) , το δημοψήφισμα της 5ης Ιούλη και το λαϊκό «όχι» στις προτάσεις των δανειστών…Το βιβλίο περιλαμβάνει  έγγραφα και παρεμβάσεις σε συνεδριάσεις του ΣΥΡΙΖΑ, ομιλίες κορυφαίων στελεχών, όπως τις κατέγραψε στις σημειώσεις του ο Δημήτρης Στρατούλης, σε κρίσιμες συνεδριάσεις της Κεντρικής Επιτροπής πριν από την υπογραφή και την έγκριση από τη Βουλή του τρίτου μνημονίου. Υπάρχουν και διαλόγοι που είχε με πρώην πρωθυπουργό και πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξη Τσίπρα, όπως και μεταξύ άλλων με τον τότε υπουργό Οικονομικών και σήμερα Γραμματέα του ΜέΡΑ25  Γιάνη Βαρουφάκη.   Σημαντική παράμετρος στην οπτική Στρατούλη είναι ο λαϊκός παράγοντας  και γι αυτό το βιβλίο σκιαγραφεί με ένταση στις καμπές της περιόδου τις κινητοποιήσεις και τους συλλογικούς αγώνες της εποχής.

Ο Δημήτρης Στρατούλης διετέλεσε βουλευτής Β΄Αθήνας του ΣΥΡΙΖΑ και  αναπληρωτής υπουργός Κοινωνικής Ασφάλισης το πρώτο επτάμηνο του 2015. Κρίνει ότι ένας άλλος δρόμος ήταν εφικτός για τον ΣΥΡΙΖΑ, για την κυβέρνησή του, για την πορεία της χώρας, θεωρώντας ότι πέρα από τους αντικειμενικούς παράγοντες που καθόρισαν τις εξελίξεις της περιόδου (αποφάσεις σε ΕΕ, δυσμενείς διεθνείς συσχετισμοί δύναμης κ.λπ.), υπάρχει και ο υποκειμενικός παράγοντας (διεργασίες εντός ΣΥΡΙΖΑ και αποφάσεις ηγετικής ομάδας) που έγειραν την πλάστιγγα.

Εκφράζει την πεποίθηση ότι ένας άλλος δρόμος είναι  εφικτός για κοινωνική και πολιτική αλλαγή, ότι υπάρχει ελπίδα.  Όπως γράφει, το καπιταλιστικό σύστημα παραείναι άδικο και εκμεταλλευτικό για να παραμείνει αιώνιο. Δε θα πέσει όμως από μόνο του, αλλά με τους συνειδητούς συλλογικούς αγώνες των εργαζομένων τάξεων. «Αρκεί να γίνουν τομές στην ίδια την Αριστερά και αυτή να διαθέτει συγκροτημένο σχέδιο ανατροπής και αλλαγής»,  σημειώνει.

Την ερχόμενη Τετάρτη, 30 Νοέμβη 2022, στις 7 το απόγευμα  στο Σεράφειο Δήμου Αθηναίων( Εχελιδών 19 και Πειραιώς 144 στην Αθήνα) θα πραγματοποιηθεί εκδήλωση παρουσίασης του βιβλίου «8 μήνες που συντάραξαν την Ελλάδα/Ιανουάριος-Αύγουστος 2015» με συντονιστή τον δημοσιογράφο Πέτρο Παπακωνσταντίνου. Ομιλητές θα είναι οι Νίκος Χουντής, πρώην ευρωβουλευτής και Υπουργός, Σοφία Σακοράφα, Βουλευτής, Αντιπρόεδρος της Βουλής, Λεωνίδας Βατικιώτης, Δημοσιογράφος, οικονομολόγος, Δημήτρης Σαραφιανός, Δικηγόρος, μέλος του Δ.Σ. Δικηγορικού Συλλόγου Αθήνας.

Ακολουθεί ένα απόσπασμα (σελ. 327-330) από το βιβλίο, στο οποίο  συμπυκνώνεται η άποψη του Δημήτρη Στρατούλη για τις δυνατότητες μιας πορείας «αλλιώς», που θα μπορούσε, υπό προϋποθέσεις, να υπάρξει, μετά την εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ τον Γενάρη του 2015:

«5γ. Τα πράγματα μπορούσαν να πάνε αλλιώς; Με ποιες προϋποθέσεις;

 Ένα κοντάρι και μια κόκκινη σημαία αναζητούν φρέσκες παλάμες.

 Στα μαιευτήρια του κόσμου θα γεννηθούν νέες κραυγές.

 Εμπρός στην καθολικότητα των ουρλιαχτών θα συνταχτούν βλαστοί.

Και οι σκευοφύλακες θα δακρύσουν. Μηνύματα σε αναμονή χαραυγών…

Μαρία Αποστόλου, Ανυπότακτη Ιστορία

Η εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις Βουλευτικές Εκλογές της 25ης/1/2015 έφερε τον ίδιο και όλες τις αριστερές δυνάμεις ενώπιον μεγάλων και ιστορικών ευθυνών απέναντι στο λαό και στη χώρα.

Η μεγάλη πολιτική τομή η οποία έγινε από το ΣΥΡΙΖΑ ‒και τον οδήγησε στον οκταπλασιασμό των δυνάμεων του στις Βουλευτικές Εκλογές της 17ης/6/2012, στην πρώτη θέση στις Ευρωεκλογές του 2014 και στην κυβέρνηση στις Βουλευτικές Εκλογές του Ιανουαρίου του 2015‒ ήταν η πρότασή του για συγκρότηση αριστερής αντιμνημονιακής κυβέρνησης. Η ξεκάθαρη θέση του ότι μπορεί και θέλει να κυβερνήσει, για να καταργήσει τα μνημόνια και να εφαρμόσει μια φιλολαϊκή πολιτική –με δεδομένη την πολιτική απαξίωση και κατάρρευση των ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και ΛΑΟΣ‒ συνέβαλε καθοριστικά στην εκτίναξη της πολιτικής και εκλογικής επιρροής του. Η πρότασή του για συγκρότηση κυβέρνησης από τις δυνάμεις της Αριστεράς στη βάση κοινού προγράμματος και με τη στήριξη του λαϊκού κινήματος, ως εναλλακτική πολιτική λύση στις μνημονιακές κυβερνήσεις, του έδωσε τη δυνατότητα να κεφαλαιοποιήσει πολιτικά και εκλογικά την μέχρι τότε αντιπολιτευτική αντιμνημονιακή τακτική του. Κυρίως, να δώσει στο λαό ελπίδα και θετική προοπτική και να απεγκλωβίσει λαϊκές δυνάμεις από την πολιτική επιρροή του ΠΑΣΟΚ, της ΝΔ και των συστημικών ΜΜΕ.

Η προσπάθεια μιας αριστερής αντιμνημονιακής κυβέρνησης να εφαρμόσει το μεταβατικό πρόγραμμά της ήταν σίγουρο ότι δε θα ήταν ένας «όμορφος περίπατος σε ολάνθιστα περιβόλια». Θα αντιμετώπιζε σοβαρές δυσκολίες λόγω της οικονομικής και κοινωνικής ερήμωσης που η μνημονιακή συγκυβέρνηση ΠΑΣΟΚ-ΝΔ είχε αφήσει πίσω της. Επίσης, θα είχε να αντιμετωπίσει έντονες πολιτικές πιέσεις και εκβιασμούς από το εγχώριο και διεθνές οικονομικό, μιντιακό και πολιτικό κατεστημένο, που δε θα την άφηνε να αποτελέσει ένα θετικό παράδειγμα και για άλλους λαούς της Ευρώπης. Επομένως, ο ΣΥΡΙΖΑ θα έπρεπε να προετοιμάζεται και να προετοιμάζει το λαό για τις δυσκολίες, καθώς και για τις συγκρούσεις και ρήξεις που η αριστερή κυβέρνηση θα αναγκαζόταν ή θα επέλεγε να κάνει, για να μπορέσει να βάλει ένα τέλος στις μνημονιακές νεοφιλελεύθερες πολιτικές.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, ως κορμός της κυβέρνησης που προέκυψε μετά την εκλογική νίκη του στις 25/1/2015, για να αντιμετωπίσει αυτές και άλλες δυσκολίες, θα έπρεπε πρωτίστως να είχε εξασφαλίσει την αλληλεγγύη –ή τουλάχιστον την ανοχή‒ όλων των αριστερών δυνάμεων, ακόμα και αυτών που με δική τους επιλογή δε συμμετείχαν ή δε στήριζαν την κυβέρνησή του. Χρειαζόταν, επίσης, ένας νέος ενωτικός προσανατολισμός όλων των αριστερών δυνάμεων. Οι αντιμετωπικές στρατηγικές και τακτικές της ηγεσίας του ΚΚΕ και της πλειοψηφίας της ΑΝΤΑΡΣΥΑ ήταν πολιτικά και εκλογικά αναποτελεσματικές και ιστορικά αδιέξοδες. Ενίσχυαν τις αρνητικές εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ, αφήνοντας μόνη της την Αριστερή Πλατφόρμα «να βγάλει το φίδι από την τρύπα» απέναντι στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ και σε ολόκληρο το πολιτικό, οικονομικό και μιντιακό κατεστημένο. Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ έκανε ενωτικές εκφωνήσεις μάλλον επικοινωνιακού χαρακτήρα προς τις άλλες αριστερές δυνάμεις, τις οποίες δε συνόδευε με συγκεκριμένες πολιτικές πρωτοβουλίες και ριζοσπαστικές μετατοπίσεις του. Κι όλα αυτά γίνονταν ενώ ήταν φανερό ότι, εάν τότε όλοι στην Αριστερά δεν αποκτούσαν μια νέα κουλτούρα διαλόγου και κοινής δράσης, μέσα από τις διαφορές τους, δε θα μπορούσαν να ανταποκριθούν στον παρόντα και επείγοντα ιστορικό ρόλο τους.

Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ θα έπρεπε, επίσης, να είχε εξασφαλίσει τη στήριξη και την ενεργή συμμετοχή του λαού στις προσπάθειες μιας κυβέρνησης στην οποία θα αποτελούσε τον πολιτικό κορμό. Προοδευτική αντιμνημονιακή ανατροπή δε θα μπορούσε να υπάρξει, εάν συνεχιζόταν η κινηματική στασιμότητα και η λογική της ανάθεσης σε μια κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, λογική η οποία κυριαρχούσε την περίοδο 2013-2014 στο κοινωνικό πεδίο, πλην μεμονωμένων περιπτώσεων. Η ουσιαστική στροφή του ΣΥΡΙΖΑ και όλης της Αριστεράς στην κοινωνία και η στοχοπροσήλωσή τους στην ανάπτυξη εργατικών και λαϊκών αγώνων ήταν το μεγάλο πολιτικό στοίχημα εκείνης της περιόδου και θα μπορούσε να αποτελέσει τον πολιτικό καταλύτη μιας νέας λαϊκής ριζοσπαστικοποίησης.

Επιπλέον, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ θα έπρεπε να είχε αναζητήσει πιο επίμονα την ενεργητική διεθνιστική αλληλεγγύη και κινητοποίηση των εργατικών και κοινωνικών κινημάτων, των διανοουμένων και των προοδευτικών και αριστερών κομμάτων της Ευρώπης. Να έχει διασφαλίσει τα αναγκαία διεθνή στηρίγματα είτε μέσα στην ΕΕ (κυρίως με χώρες του ευρωπαϊκού Νότου) είτε έξω από αυτή (μεσογειακές χώρες, Ρωσία, Κίνα, Βραζιλία, Ινδία και άλλες), με προώθηση πολυμερών οικονομικών σχέσεων και πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής.

Ο πιο αποτελεσματικός τρόπος, ώστε η κυβέρνηση που προέκυψε μετά τις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015 να μην υποχωρήσει και να αντεπεξέλθει στις δυσκολίες, πιέσεις ή και στον ανοικτό οικονομικό και πολιτικό πόλεμο του εγχώριου και διεθνούς πολιτικού κατεστημένου και των αγορών, ήταν να επιμείνει χωρίς ταλαντεύσεις στους προγραμματικούς στόχους της. Για απεγκλωβισμό του λαού και της χώρας από τα μνημόνια, από τους εφαρμοστικούς νόμους τους, με τους οποίους κατεδαφίστηκαν μισθοί, συντάξεις και εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα, από τις επαχθείς δανειακές συμβάσεις και από το μεγαλύτερο μέρος του δημόσιου χρέους. Ταυτόχρονα, θα έπρεπε να προωθήσει το σχέδιό της για παραγωγική και οικολογική ανασυγκρότηση της χώρας με ταξική μονομέρεια, δηλαδή με ριζική αναδιανομή εισοδημάτων και δικαιωμάτων υπέρ της εργατικής τάξης και των υπόλοιπων λαϊκών στρωμάτων.

Ο ΣΥΡΙΖΑ θα έπρεπε με συλλογικές δημοκρατικές διαδικασίες να είχε ολοκληρώσει πολύ πριν τις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015 το πρόγραμμα του, ώστε να γινόταν πιο συνεκτικό, πιο ανατρεπτικό και ταυτόχρονα εφαρμόσιμο, καθώς και οικονομικά, πολιτικά και κοινωνικά βιώσιμο. Ένα ριζοσπαστικό φιλολαϊκό πρόγραμμα, που θα έθετε ορισμένες προτεραιότητες τις οποίες θα μπορούσε μια αριστερή κυβέρνηση να προωθήσει άμεσα και άλλες που θα εκπληρώνονταν σταδιακά και θα άνοιγαν το δρόμο για βαθύτερες οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές. Επίσης, θα έπρεπε να είχε προετοιμάσει πολύ πριν από τις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015 ‒και η Αριστερή Πλατφόρμα πίεζε συνεχώς και επίμονα σε αυτή την κατεύθυνση, χωρίς όμως να εισακούεται από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ‒ το εναλλακτικό πολιτικό σχέδιό του, για την περίπτωση κατά την οποία οι πιέσεις από το κατεστημένο και η σύγκρουση με την Ευρωζώνη έπαιρναν τη μορφή ανοικτού πολέμου και η κυβέρνησή του βρισκόταν μπροστά σε καταστάσεις ή αποφάσεις σε σχέση με τη χρηματοδότηση του δημόσιου χρέους ή το ευρωνόμισμα που δεν ήταν στις αρχικές επιλογές της. Ήταν αυτονόητο ότι μια αριστερή αντιμνημονιακή κυβέρνηση θα αναγκαζόταν να κάνει και αναγκαίους πολιτικούς ελιγμούς, με την προϋπόθεση, όμως, ότι αυτοί θα διευκόλυναν την προώθηση του προγράμματός της. Διαφορετικά, εάν αυτή υποχωρούσε από τις προγραμματικές δεσμεύσεις της, ήταν σίγουρο ότι θα συντριβόταν και θα αποτύγχανε, όπως τελικά έγινε.

 Άλλες δυνάμεις της Αριστεράς, που μέσα στην τότε συντελούμενη λαϊκή κοσμογονία περίμεναν στη γωνία «με το τουφέκι στο χέρι για να πυροβολήσουν» το ΣΥΡΙΖΑ στην πρώτη υποχώρηση της κυβέρνησής του, θα έπρεπε να γνωρίζουν ότι σε περίπτωση συνθηκολόγησής του ούτε οι ίδιες θα γλίτωναν από την πολιτική απαξίωση, γιατί όχι μόνο αυτός, αλλά ολόκληρη η Αριστερά θα οδηγούνταν σε στρατηγική ήττα.

Εάν οι παραπάνω προϋποθέσεις εκπληρώνονταν, θα μπορούσαν, πιθανόν, να πάνε τα πράγματα αλλιώς και η μνημονιακή υποταγή της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ να είχε αποφευχθεί. Όλα αυτά απαιτούσαν ενωτικό πνεύμα, τόλμη και συνέπεια, που η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δε διέθετε. Επειδή, όμως, η Ιστορία δε γράφεται με τα «εάν», αυτά τουλάχιστον τα συμπεράσματα ας τα πάρει υπόψη της η νέα γενιά αγωνιστών που θα αναλάβει μια νέα προσπάθεια για νικηφόρα –ελπίζουμε, αυτή τη φορά‒ πορεία της Αριστεράς».