Πως θα ακουστεί η απεγνωσμένη κραυγή αυτών που δεν έχουν φωνή; (της Χριστίνας Σουλτανίδου)

ΠΩΣ ΘΑ ΑΚΟΥΣΤΕΙ Η ΑΠΕΓΝΩΣΜΕΝΗ ΚΡΑΥΓΗ ΑΥΤΩΝ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΦΩΝΗ;

 Παρακολουθώ εδώ και μέρες, ενημερωτική εκπομπή στην TV νωρίς το απόγευμα. Καθαρά αντιπολιτευτική, μέχρι στιγμής τουλάχιστον. Όπου, εκτός από την καθημερινή ενημέρωση για την υπόθεση των Τεμπών και το Ρούτσι, από θετική και υποστηρικτική οπτική, φιλοξενούνται πολλοί συμπολίτες μας, από αναπληρωτές καθηγητές μέχρι μητέρες παιδιών με προβλήματα υγείας που δε μπορούν να πάνε σχολείο, ανθρώπους που τους ταλαιπωρεί ο ΕΦΚΑ κτλ., οι οποίοι βρίσκουν ένα βήμα για να πουν τα προβλήματα που πραγματικά τους πνίγουν, αμαυρώνοντας την καθημερινότητά τους, στα οποία δε μπορούν να βρουν λύση.

Σκέφτομαι:

1) Πόσο έξυπνα, για τα συμφέροντά τους, από την αρχή των μνημονίων, οι κυβερνώντες, σε αγαστή συνεργασία με τους συστημικούς καναλάρχες, κατάργησαν στα τηλεοπτικά κανάλια τις καθαρά πολιτικές-ενημερωτικές εκπομπές και εξοβέλισαν από τη δημόσια εικόνα τις όποιες ενοχλητικές γι αυτούς πολιτικές φωνές έχουν απομείνει.

Η σιγή που επέβαλαν, η φίμωση του κόσμου, μπορεί να ευθύνεται για την οργή και το θυμό που διαπιστώνουμε σήμερα διάχυτο στην ελληνική κοινωνία, αλλά κράτησε τον όγκο, το περιεχόμενο, τη βαρβαρότητα, την κοινωνική διασπορά των προβλημάτων και την πραγματική διάσταση που έχουν, μακριά από την προσλαμβάνουσα αντίληψη του συνόλου της κοινωνίας.

Έτσι, αφού ο καθένας δεν γνώριζε και δε γνωρίζει πόσο κοινό με πολλούς άλλους είναι το πρόβλημα που αντιμετωπίζει, μειώθηκαν και οι αντιστάσεις και οι δυνατότητες συλλογικής δράσης (το ότι δε λειτουργούν τα συνδικάτα προφανώς είναι το μεγάλο πρόβλημα, αλλά δεν είναι αυτό στο οποίο θέλω να επικεντρωθώ σήμερα). Ο καθένας έμεινε σχεδόν μόνος του, ανήμπορος απέναντι σε μια παντοδύναμη (όπως φαίνεται) εξουσία, με συνέπεια την παραίτηση από κάθε διεκδίκηση.

2) Όταν οι πολίτες, ως μόνη οδό για να επιτύχουν μια λύση, βλέπουν τη δημοσιοποίηση του προβλήματός τους (που προφανώς έχει την αξία της), και δε βλέπουν άλλο τρόπο αντίδρασης και διεκδίκησης, σημαίνει ότι η στοιχειώδης δημοκρατία, το κοινοβούλιο, τα συνδικάτα, οι δομές, οι οργανισμοί του κράτους δε λειτουργούν ή τουλάχιστον δε λειτουργούν αποτελεσματικά.

Αυτό είναι το χειρότερο που μπορεί να συμβεί σε μια κοινωνία, η πλήρης δηλαδή διάλυση και απαξίωση των θεσμών, που μέχρι τώρα γνώριζε ότι έχουν μια στοιχειώδη λειτουργία, που της διασφάλιζε μια αντικειμενική έως και υποστηρικτική -όταν έχει δίκιο- στάση απέναντί της.

Το χειρότερο όλων ίσως είναι η καθημερινή απαξίωση της δικαιοσύνης, εξαιτίας της στάσης που κρατά σε κρίσιμες υποθέσεις όπως τα Τέμπη, οι υποκλοπές, οι προσφυγές για το ασφαλιστικό κτλ. με ευθύνη των δικαστικών λειτουργών και των κυβερνητικών παρεμβάσεων, στις οποίες αυτοί δε φαίνεται να αντιδρούν. Έτσι, η δυνατότητα της ύστατης καταφυγής του πολίτη που αδικείται μοιάζει να χάνει την υπόστασή της.

3) Στα πλαίσια αυτής της θεσμικής αποσύνθεσης, και ο λεγόμενος κοινοβουλευτικός έλεγχος έχει πλέον συρρικνωθεί, σε ένα κοινοβούλιο που στην ουσία έχει παραλύσει, αφού η κυβέρνηση λειτουργεί με την επιβολή της δύναμης της πλειοψηφίας και η αντιπολίτευση στην συντριπτική πλειοψηφία της δε μπορεί να λειτουργήσει ως τέτοια, από δικές της πολιτικές επιλογές, με συνέπεια να μη μπορεί να αναδείξει κανένα κοινωνικό πρόβλημα, ούτε να πιέσει για την επίλυσή του.

Πού βρισκόμαστε λοιπόν; Σε μια κοινωνία που δεν έχει φωνή, που ένα μεγάλο μέρος της απηυδισμένο έχει αποσυρθεί και ένα άλλο απελπισμένο αναζητά να αποκτήσει φωνή, μέσα από τη δημοσιοποίηση και τη θεαματικότητα που της παρέχει η τηλεόραση, όπως γινόταν στην αρχή της εμφάνισης των ιδιωτικών καναλιών;

Κι αν έτσι έχουν τα πράγματα, τι μπορεί να κάνει η αριστερά;; Η αντισυστημική, η ριζοσπαστική, γιατί μόνον αυτή είναι αριστερά; Ποια κύτταρα δημοκρατικής λειτουργίας, συλλογικότητας, αντιστάσεων μπορεί να αναπτύξει, στο δυστοπικό αυτό περιβάλλον, που να αγκαλιάσουν τους πολίτες και να συμβάλλουν αποτελεσματικά στη λύση των προβλημάτων τους ή έστω να τους δώσουν τη δυνατότητα να αγωνιστούν μαζί με άλλους για αυτά;

Σουλτανίδου Χριστίνα, Συντονίστρια ΛΑΕ-Α.Α. Θεσσαλονίκης