Πηγή ΕΦΣΥΝ
13 ώρες εργασιακής κατολίσθησης
Η εικόνα της Ελλάδας, με τη μεγαλύτερη επιδείνωση των εργασιακών συνθηκών στην Ευρώπη κατά την τελευταία 15ετία, μάλλον κολακεύει τους κυβερνώντες της, ως θετικό δείγμα γραφής προς τους επενδυτές στην ελληνική «αγορά εργασίας». Παρά τη σωρεία αρνητικών δεικτών για τους παραγωγούς του πλούτου, διατηρείται η εμμονή σε «μεταρρυθμίσεις» με όρους εργασιακής απορρύθμισης, όπως η επέκταση του ανώτατου ημερήσιου ωραρίου σε 13ωρο, με επιχειρήματα που προκαλούν την κοινή λογική.
Πρώτον, προβάλλεται ως μέτρο υπέρ της εργασίας για τη βελτίωση των αποδοχών από την «αξιοποίηση» πρόσθετων ωρών υπερωριακής απασχόλησης. Αναπάντητος παραμένει ο λόγος της μισθολογικής ανεπάρκειας από την 8ωρη απασχόληση, ώστε να επιδιώκεται η προσφυγή στην 5ωρη υπέρβασή της για την κάλυψη ακόμη και στοιχειωδών αναγκών.
Δεύτερον, προβάλλεται ως μέτρο στην υπηρεσία, κατά προτεραιότητα, των συμφερόντων των εργαζομένων. Αποσιωπάται ότι η επιμήκυνση του εργάσιμου χρόνου αποτελεί βασικό εργοδοτικό στόχο, με την ευέλικτη πρακτική των υπερωριών να συνιστά φθηνότερη λύση έναντι των προσλήψεων για την κάλυψη πρόσθετων αναγκών.
Τρίτον, προβάλλεται ως μέτρο που απαιτεί τη συναίνεση του εργαζόμενου με απαγόρευση απόλυσης σε περίπτωση μη ανταπόκρισής στο αίτημα του εργοδότη. Μάλλον αγνοείται ότι η συναίνεση αποτελεί συχνότατα αντικείμενο υφαρπαγής σε συνθήκες αυξημένης εργασιακής επισφάλειας. Επιπλέον, η υπερωριακή απασχόληση θεωρείται υποχρεωτική για τον «καλόπιστο» εργαζόμενο, σε περίπτωση επειγουσών επιχειρησιακών αναγκών, με την ερμηνεία τους να επαφίεται στην κοστοβόρα διαδικασία προσφυγής στη Δικαιοσύνη. Τέταρτον, προβάλλεται ως μέτρο «ευρωπαϊσμού» που συμβαδίζει με τα ανώτατα ωράρια εργασίας, όπως ορίζει η κοινοτική νομοθεσία από το 1993.
Η επίκληση της ευρωπαϊκής πρακτικής είναι προκλητικά επιλεκτική, ανεξάρτητα από τη γενικότερη πορεία εργασιακής υποβάθμισης και στη γηραιά ήπειρο. Και τούτο γιατί η χώρα κατατάσσεται σε θέση θλιβερού ουραγού εντός της Ε.Ε. σε βασικούς εργασιακούς όρους, όπως οι μισθοί, τα ωράρια και η υγεία/ασφάλεια της εργασίας. Πρόκειται για αλληλένδετους όρους, με τον πραγματικό εργάσιμο χρόνο να επηρεάζεται άμεσα από το ύψος της αμοιβής του κανονικού ωραρίου, ωθώντας τους εργαζόμενους στην επιμήκυνσή του, με τα εργατικά ατυχήματα να οφείλονται, σε μεγάλο βαθμό. στα φορτωμένα ωράρια και στην εντατικοποίηση εργασίας. Στην Ελλάδα, οι μέσοι ονομαστικοί μισθοί αντιστοιχούν στο 45% του μέσου κοινοτικού όρου, καταγράφοντας χαμηλότερα επίπεδα και από χώρες της ΚΑ Ευρώπης (Πολωνία, Λιθουανία, Σλοβενία, Κροατία), εικόνα που πριν από μια 20ετία φαινόταν αδύνατη. Το 7ετές μνημονιακό πάγωμα του συμπιεσμένου κατά 22%-32% κατώτατου μισθού, οι σωρευτικά συγκρατημένες αυξήσεις κατά 35% της μεταμνημονιακής περιόδου και η αποδιάρθρωση των συλλογικών συμβάσεων έχουν οδηγήσει στη βαλκανιοποίηση των μισθών.
Την ίδια περίοδο στη Ρουμανία και στη Βουλγαρία οι κατώτατοι μισθοί αυξάνονται κατά 280% και 140% αντίστοιχα μειώνοντας ταχύτατα το χάσμα παλαιότερων εποχών. Η πραγματική, ωστόσο, εικόνα των μισθών στην Ελλάδα αποκτά σοβαρότερες διαστάσεις, με την αγοραστική δύναμή τους, υπό την έξαρση της ακρίβειας, να εναλλάσσεται με της Βουλγαρίας στην τελευταία θέση εντός της Ε.Ε. Στο πεδίο του εργάσιμου χρόνου τα ετήσια κανονικά ωράρια πλήρους απασχόλησης στην Ελλάδα είναι κατά 96 και 124 ώρες υψηλότερα από τον μέσο όρο της Ε.Ε.-27 και της παλαιάς Ε.Ε.-14 αντίστοιχα, χωρίς ίχνος κυβερνητικής πρόθεσης για την ανάγκη μείωσης του χρόνου εργασίας.
Σε επίπεδο πραγματικών ωρών εργασίας, συμπεριλαμβανομένων των υπερωριών, η χώρα βρίσκεται μακράν στην πρώτη θέση εντός της Ε.Ε.-27, μετά και από την εκτόξευση των υπερωριών του νόμου Χατζηδάκη. Ηδη με τα στοιχεία του 2022 οι ετήσιες πραγματικές ώρες εργασίας πλήρους απασχόληση ήταν κατά 316 υψηλότερες από τον μέσο κοινοτικό όρο, χωρίς σε αυτές να περιλαμβάνεται η πρόσφατη επέκταση του εξαήμερου. Εικόνα που, εκτός από την εξουθένωση της εργασίας, αποτελεί έμπρακτη επιβουλή της δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας, με την ανεργία, στο 9,5%, να παρουσιάζει διπλάσια σχεδόν ποσοστά από τον μέσο κοινοτικό όρο.
Επιπλέον, μόνο η Σερβία και το Μαυροβούνιο, από τις βαλκανικές χώρες, παρουσιάζουν περισσότερες ώρες εργασίας από την Ελλάδα! Στο πεδίο των επαγγελματικών κινδύνων, το πρώτο 8μηνο του 2025 καταγράφει 152 θανατηφόρα και 235 σοβαρά εργατικά ατυχήματα. Πρόκειται για αυτονόητες επιπτώσεις των βεβαρημένων ωραρίων, μαζί με την έλλειψη μέτρων ασφαλείας, στα οποία υποβάλλονται εργαζόμενοι, συχνά μεγάλης ηλικίας, λόγω της ανεπάρκειας των αποδοχών τους. Υπό αυτές τις συνθήκες η νομοθέτηση του 13ωρου ως ανώτατου ημερήσιου ωραρίου, με τη συνακόλουθη απόλυτη απαξίωση της έννοιας του ελεύθερου χρόνου, αποτελεί πρόσθετη σοβαρή κοινωνική πρόκληση.
Πρόκληση απέναντι στην άμεση προτεραιότητα για αξιοπρεπείς μισθούς, παρά τους νεφελώδεις όρους της σχετικής κοινοτικής Οδηγίας. Στόχος που αντιμετωπίζεται με την κυβερνητική αυταρέσκεια των αναιμικών αυξήσεων στους κατώτατους μισθούς και τη διατήρηση της αλλοίωσης βασικών αρχών των συλλογικών συμβάσεων ώστε να καλύπτουν μόλις το 25% των εργαζομένων. Και έχοντας ως αποτέλεσμα την κυριαρχία της εξατομίκευσης των αμοιβών και διολίσθησης προς στα κατώτατα όρια, διευρύνοντας τις μισθολογικές ανισότητες και τα φαινόμενα φτωχοποίησης.
*Ομότιμος καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου