Με ένα ακόμη νομοσχέδιο επιχειρεί το Υπουργείο Οικονομικών να αλλάξει το καθεστώς της διοίκησης, της λειτουργίας και των εργασιακών σχέσεων σε όλες τις εταιρείες στις οποίες το Δημόσιο κατέχει την απόλυτη πλειοψηφία των μετοχών τους.
Σε ότι αφορά τη διοίκηση των εταιρειών αυτή θα αποτελείται από 5 έως 11 μέλη τα οποία με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θα διορίζονται από την κυβέρνηση. Ο πρόεδρος, ο αντιπρόεδρος και ο διευθύνων σύμβουλος θα επιλέγονται σύμφωνα με τις διαδικασίες του νόμου 4735/20 δηλαδή με μοριοδότηση που έχει σχέση με τα τυπικά προσόντα, την προϋπηρεσία και τη διαδικασία της συνέντευξης να έχει τον πρώτο ρόλο και να πριμοδοτεί τον υποψήφιο μέχρι και με 800 μόρια. Η τελική επιλογή γίνεται μεταξύ των τριών επικρατέστερων από τη Γενική Συνέλευση δηλαδή από τον Υπουργό καθώς αυτός εκπροσωπεί το βασικό μέτοχο που είναι το κράτος. Τα υπόλοιπα μέλη επίσης από τη Γ.Σ. Από τι αμοιβές της διοίκησης δεν λείπουν μια σειρά από παροχές εκτός του μισθού όπως ασφαλιστήρια συμβόλαια για κάλυψη νομικών αναγκών και bonus επίτευξης στόχων και το συνολικό ποσό αμοιβής να φτάνει το 90% των αποδοχών του προέδρου του Αρείου Πάγου.
Η εσωτερική δομή στο ανώτερο επίπεδο καταργείται και η επιλογή Γενικών Διευθυντών γίνονται από την αγορά από επιτροπές που συστήνει το Δ.Σ. και οι αποδοχές τους φτάνουν μέχρι τις αποδοχές Γενικού Γραμματέα Υπουργείου.
Στις εταιρείες μειώνεται παραπέρα ο δημόσιος έλεγχος και χαρακτήρας τους, καταργείται ο νόμος δημοσίων συμβάσεων και θα ισχύουν οι Κανονισμοί που θα εγκρίνουν οι διοικήσεις των εταιρειών και το Υπερταμείο.
Η κάθε εταιρεία θα μπορεί να καταρτίζει τα δικά της κριτήρια αναθέσεων και οτιδήποτε έχει σχέση με κανονισμό έργων και προμηθειών της μητρικής και των θυγατρικών δεν θα καταρτίζονται με βάση το νόμο περί δημοσίων συμβάσεων και θα υποβάλλονται στην Ενιαία Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων μόνο για την έκφραση γνώμης.
Τέλος μεγάλο πλήγμα δέχονται οι προσλήψεις και οι εργασιακές σχέσεις. Οι προσλήψεις θα γίνονται πλέον με αποκλειστική ευθύνη της εταιρείας με το ΑΣΕΠ να μην έχει δυνατότητα να ελέγξει ούτε τις ενστάσεις και να περιορίζεται μόνο σε έλεγχο νομιμότητας.
Σε ότι αφορά τις εργασιακές σχέσεις το νομοσχέδιο προβλέπει ότι οι συμβάσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου διέπονται από την κείμενη κάθε φορά εργατική νομοθεσία, που ρυθμίζουν τις σχέσεις εργοδότη και εργαζόμενου στον ιδιωτικό τομέα, κατά παρέκκλιση από την ισχύουσα στην επιχείρηση, επιχειρησιακή Συλλογική Σύμβαση Εργασίας ή από τον Κανονισμό Εργασίας ή από οποιαδήποτε άλλη συλλογική συμφωνία ή συλλογική ρύθμιση ή επιχειρησιακή συνήθεια. Από το νομοσχέδιο δεν λείπει και το θέμα των απολύσεων καθώς μιλάει για δυνατότητα απολύσεων σύμφωνα με την εκάστοτε εργατική νομοθεσία κατά παρέκκλιση τυχόν ευνοϊκότερων όρων που υπάρχουν στην κάθε επιχείρηση (για παράδειγμα στον ΟΤΕ για κάποια χρόνια υπήρχε συλλογική σύμβαση εργασίας που απαγόρευε τις απολύσεις για οικονομοτεχνικούς λόγους).