Τα μεσάνυχτα της Τετάρτης 27/7/2022 ολοκληρώθηκε η διαβούλευση επί του σχεδίου οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001 για την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, της οδηγίας 2010/31/ΕΕ για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων και της οδηγίας 2012/27/ΕΕ για την ενεργειακή απόδοση.
Το πανελλαδικό Δίκτυο κατέθεσε τις δικές του παρατηρήσεις, τις οποίες θα βρείτε αναρτημένες εδώ. Στο επίκεντρο του σχετικού κειμένου βρίσκεται η εναντίωση στη λογική του σχεδίου οδηγίας για εφαρμογή οριζόντιων μέτρων στο σύνολο των κρατών μελών της Ε.Ε., αγνοώντας το ιστορικό ανάπτυξης των ΑΠΕ σε καθένα από αυτά. Ειδικότερα και σε ότι αφορά στην Ελλάδα, επισημαίνεται η αντίφαση των πολιτικών που έχουν ακολουθηθεί με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της χώρας -μεταξύ των οποίων και ένα δίκτυο σχεδιασμένο για διαφορετικό μοντέλο παραγωγής ενέργειας-, αλλά και η ευθεία σύγκρουσή τους με βασικά δημόσια αγαθά,
τα οποία οι ελληνικές κυβερνήσεις παραχώρησαν σταδιακά στο «βωμό» της ανάπτυξης των ΑΠΕ. Το κείμενο ολοκληρώνεται με ειδικότερες παρατηρήσεις σε βασικές ρυθμίσεις του σχεδίου οδηγίας και ολοκληρώνεται με το αίτημα της απόσυρσής του.
Το πλήρες κείμενο μπορείτε να το κατεβάσετε (και) από εδώ.
ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την τροποποίηση της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001 για την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, της οδηγίας 2010/31/ΕΕ για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων και της οδηγίας 2012/27/ΕΕ για την ενεργειακή απόδοση
Θεωρούμε απαράδεκτη την οριζόντια αντιμετώπιση των κρατών μελών της Ε.Ε., ανεξάρτητα από το ιστορικό ανάπτυξης των ΑΠΕ σε καθένα από αυτά. Σε ότι αφορά στην Ελλάδα, από τους τέσσερις λόγους που αναφέρονται ως εμπόδια στην ανάπτυξη των ΑΠΕ,
α) γραφειοκρατική επιβάρυνση και ασαφές πλαίσιο
β) τα συγκρουόμενα δημόσια αγαθά,
γ) την παρατεταμένη εναντίωση δημόσιων και ιδιωτικών φορέων και
δ) τα προβλήματα σύνδεσης στο δίκτυο,
θεωρούμε ότι:
Το κύριο εμπόδιο ήταν τα προβλήματα σύνδεσης στο δίκτυο κι αυτό γιατί η Ελλάδα είναι μια απομονωμένη χώρα, με πολλά νησιά, χωρίς πολλές ενεργειακές διασυνδέσεις (και μόνο με την Ιταλία και τη Βουλγαρία σε σχέση με χώρες της ΕΕ), που το δίκτυό της ήταν σχεδιασμένο για διαφορετικό μοντέλο παραγωγής ενέργειας.
Το δεύτερο εμπόδιο είναι τα συγκρουόμενα δημόσια αγαθά κι αυτό ακριβώς επειδή οι ελληνικές κυβερνήσεις παραχώρησαν σταδιακά όλα τα δημόσια αγαθά προκειμένου να αναπτυχθούν οι ΑΠΕ. Ειδικότερα:
Από το 2001 (ν. 2941/2001) παραχωρήθηκαν όλα τα δάση και οι δασικές εκτάσεις της χώρας για την εγκατάσταση σταθμών ηλεκτροπαραγωγής από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, που χαρακτηρίστηκαν ως έργα δημόσιας ωφέλειας και προβλέφθηκαν αναγκαστικές απαλλοτριώσεις για την ανάπτυξή τους.
Το 2008 η παραχώρηση των δασών και δασικών εκτάσεων, επιβεβαιώθηκε από το Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού για τις ΑΠΕ, παρά το γεγονός ότι η Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων προέβλεπε το αντίθετο και αργότερα επεκτάθηκε για τους αιολικούς σταθμούς στις αναδασωτέες περιοχές. Επίσης, το Ειδικό Πλαίσιο προέβλεψε ως περιοχές αποκλεισμού μόνο τις περιοχές απολύτου προστασίας της φύσης, που μέχρι και σήμερα δεν είναι παρά ελάχιστες και πολύ μικρής έκτασης περιοχές, ενώ βρίσκονται ακόμη σε φάση καθορισμού τους από τις -σε εξέλιξη- Ειδικές Περιβαλλοντικές Μελέτες για τις περιοχές του Δικτύου Natura 2000.
Το 2012 η εγκατάσταση ενεργειακών έργων στα δάση και τις δασικές εκτάσεις επεκτάθηκε στις εγκαταστάσεις αντλησιοταμίευσης και στις εγκαταστάσεις άντλησης υδρογονανθράκων.
Από το 2010 (ν. 3851/2010) ψηφίστηκε ότι: «Η προστασία του κλίματος, μέσω της προώθησης της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε., αποτελεί περιβαλλοντική και ενεργειακή προτεραιότητα υψίστης σημασίας για τη χώρα.».
Οι «απλοποιήσεις» της νομοθεσίας προκειμένου να αναπτυχθούν τα έργα ΑΠΕ, ξεκίνησαν με το ν. 2941/2001, συνεχίστηκαν με το ν. 3851/2010 και με μια σειρά άλλους νόμους που διέλυσαν κυριολεκτικά τον περιβαλλοντικό και το χωροταξικό σχεδιασμό και μάλιστα όχι μόνο για τα έργα ΑΠΕ αλλά γενικά για όλα τα έργα που εκτελούνται στην Ελλάδα.
Ακριβώς, λοιπόν, επειδή όλη η χώρα είχε διατεθεί κατά προτεραιότητα για την ανάπτυξη των ΑΠΕ, είναι δυνατό να δεσμεύεται οποιαδήποτε σχεδόν έκταση για το σκοπό αυτό, χωρίς να υπάρχουν στην πράξη οι προϋποθέσεις για την ανάπτυξη ΑΠΕ. Πολλές φορές, κατά το αρχικό στάδιο αδειοδότησης, όχι μόνο δεν υπάρχει η συναίνεση του ιδιοκτήτη της έκτασης (την οποία και αγνοούν σκόπιμα οι επενδυτές, προκειμένου να τον εξαναγκάσουν να την παραχωρήσει με δυσμενείς όρους σε εκείνους), αλλά και δε λαμβάνεται υπόψη ότι στην περιοχή ασκούνται άλλες παραγωγικές δραστηριότητες, των οποίων οι φορείς εύλογα αντιδρούν στην παύση της δραστηριότητάς τους ή στην υποβάθμισή των όρων άσκησής της, που συνεπάγεται η ανάπτυξη των ΑΠΕ στην περιοχή. Συχνότατα, αυτό αφορά τις παραγωγικές δραστηριότητες του πρωτογενούς τομέα (γεωργία, κτηνοτροφία), με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ερήμωση της υπαίθρου και, μάλιστα, σε μία περίοδο όπου η επισιτιστική επάρκεια και αυτάρκεια είναι ιδιαίτερα κρίσιμης σημασίας.
Πολύ συχνά δεν υπάρχει οικονομική και τεχνική επάρκεια του φορέα της άδειας, ο οποίος είναι απλώς developer, που επιδιώκει να βρει χρηματοδότη για την επένδυσή του. Επίσης, πολύ συχνά δε λαμβάνονται υπόψη, ούτε από το φορέα του έργου, ούτε από το φορέα αδειοδότησης, οι ελάχιστες νόμιμες αποστάσεις από οικισμούς, τεχνικά έργα, αρχαιολογικούς χώρους κλπ., με αποτέλεσμα τα ζητήματα αυτά να αναφύονται αργότερα και να μην μπορεί να υλοποιηθεί τότε το έργο.
Συν τοις άλλοις, στις πλείστες των περιπτώσεων χωροθετούνται μεγάλα έργα ΑΠΕ σε δάση, δασικές εκτάσεις, και προστατευόμενες περιοχές, με πολλές εκπτώσεις στη διαδικασία αδειοδότησης και με καταστροφικές επιπτώσεις στη βιοποικιλότητα.
Όσα γράφτηκαν σε ένα από τα εγκυρότερα επιστημονικά περιοδικά του κόσμου για την ανάπτυξη των ΑΠΕ στην Ισπανία ως απειλή για τη βιοποικιλότητα1, ισχύουν ακριβώς και για την Ελλάδα, όπου μάλιστα, όπως γνωρίζει η ΕΕ και η Επιτροπή, η βιοποικιλότητα προστατεύεται πλημμελώς και στις προστατευόμενες περιοχές δεν έχουν καθοριστεί στόχοι διατήρησης, κατά παράβαση της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ2.
Οι καταστροφικές αυτές επιλογές, που είναι γνωστές στην ΕΕ, λόγω των διαδικασιών παραπομπής της Ελλάδας στο ευρωπαϊκό δικαστήριο, όπως ήταν λογικό τροφοδότησαν τις αντιδράσεις της κοινωνίας και των περιβαλλοντικών οργανώσεων, που έβλεπαν το περιβάλλον, τα τοπία και μαζί τις παραγωγικές δραστηριότητες να θυσιάζονται στο βωμό της ανάπτυξης των ΑΠΕ. Με αυτόν τον τρόπο, οι ΑΠΕ αναπτύχθηκαν τόσο πολύ ώστε η Ελλάδα να κατατάσσεται στις πρώτες χώρες στην ΕΕ και όγδοη στον κόσμο στο ποσοστό ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή.3 Ωστόσο, η ελληνική κυβέρνηση είναι βέβαιο ότι θα αξιοποιήσει μια νέα Οδηγία για τις ΑΠΕ με οριζόντιες ρυθμίσεις, προκειμένου να συνεχίσει το καταστροφικό της έργο για το περιβάλλον και την κοινωνία.
Στην Ελλάδα το μόνο που δεν προχώρησε ήταν το αυτονόητο, δηλαδή η εγκατάσταση φωτοβολταϊκών στις στέγες κατοικιών, επαγγελματικών χώρων, δημόσιων υποδομών και υποδομών της αυτοδιοίκησης. Είναι η ευρωπαϊκή χώρα με τα μικρότερα ποσοστά εγκατάστασης φωτοβολταϊκών στις στέγες ενώ σύμφωνα με μελέτες, μεταξύ των οποίων η μελέτη A high-resolution geospatial assessment of the rooftop solar photovoltaic potential in the European Union4 θα μπορούσε να καλύψει το 30% των αναγκών της αν επικεντρωνόταν σ’ αυτό. Στην περίπτωση αυτή θα μπορούσε να επικεντρωθεί, παράλληλα, στην εφαρμογή της νομοθεσίας προστασίας του περιβάλλοντος, της βιοποικιλότητας, του δασικού πλούτου και της αγροτικής γης.
Σε ό,τι αφορά τις επιμέρους ρυθμίσεις της πρότασης Οδηγίας, επισημαίνουμε, μεταξύ άλλων, τα εξής:
1. Στο επίπεδο του χωροταξικού σχεδιασμού
α) Προβλέπεται (Προοίμιο, σημείο 17, άρ. 15β. 3) να δοθεί έμφαση από τα κράτη μέλη στις πολλαπλές χρήσεις γης κατά τη χωροθέτηση ΑΠΕ. Αυτό είναι κάτι που συχνά δεν είναι δυνατό εν τοις πράγμασι και που στην πράξη οδηγεί στην κατά προτεραιότητα χωροθέτηση ΑΠΕ κατ’ αποκλεισμό ή παραμερισμό άλλων παραγωγικών δραστηριοτήτων ή χρήσεων γης. Συν τοις άλλοις, δε γίνεται ποτέ εκτίμηση των σωρευτικών επιπτώσεων από τις ΑΠΕ και τις άλλες παράλληλες τυχόν επιβαρυντικές δραστηριότητες στη βιοποικιλότητα.
β) Από τη φύση του χωροταξικού σχεδιασμού, δεν είναι δυνατό να προβλεφθούν οι ειδικές επιπτώσεις κάθε έργου που αδειοδοτείται στις περιοχές των άρ. 15β και 15γ. Η εξαίρεση των περιοχών Natura και άλλων περιοχών (φυσικά πάρκα, καταφύγια, μεταναστευτικές διαδρομές κλπ.) από τις περιοχές πρώτης επιλογής δεν αποτελεί επαρκή διασφάλιση για την προστασία της βιοποικιλότητας. Η βιοποικιλότητα πρέπει να προστατεύεται και εκτός των προστατευόμενων περιοχών, ιδίως σε ό,τι αφορά την ορνιθοπανίδα, τα μεγάλα θηλαστικά (λύκος, αρκούδα, αγριόγιδα).
2. Στο επίπεδο της αδειοδότησης έργων
Σε ό,τι αφορά τις περιοχές πρώτης επιλογής το θεσπιζόμενο τεκμήριο μη πρόκλησης σημαντικών επιπτώσεων είναι αυθαίρετο και οδηγεί στην αποδόμηση της περιβαλλοντικής προστασίας και του καθεστώτος των οδηγιών για τη βιοποικιλότητα. Κάθε έργο χρειάζεται εξειδικευμένη μελέτη των επιπτώσεών του. Η εξαίρεση από τη διαδικασία εκτίμησης των επιπτώσεων συνιστά παραβίαση των αρχών της πρόληψης και της προφύλαξης και παραβίαση διαδικαστικών δικαιωμάτων (διαβούλευση και συμμετοχή του κοινού).
Η διεξαγωγή ΣΜΠΕ και η επ’ αυτής διαβούλευση δεν καλύπτουν τα συγκεκριμένα επιμέρους έργα. Το κριτήριο της μεγάλης πιθανότητας επέλευσης σημαντικών, απρόβλεπτων, δυσμενών επιπτώσεων λόγω της περιβαλλοντικής ευαισθησίας της γεωγραφικής περιοχής, ως μοναδική προϋπόθεση για διενέργεια εκτίμησης επιπτώσεων, είναι εξαιρετικά περιοριστικό και ευρύ και συνεπάγεται την αποδυνάμωση της οδηγίας 2011/92, η οποία ορίζει ότι «πρέπει να συμπεριλαμβάνονται οι δευτερογενείς, σωρευτικές, συνεργειακές, βραχυ-, μεσο- και μακροπρόθεσμες, μόνιμες και προσωρινές, θετικές και αρνητικές επιπτώσεις» και την παραβίαση βασικών περιβαλλοντικών αρχών. Οι περιοριστικές προθεσμίες, η απουσία διαβούλευσης συνιστούν σοβαρή υποβάθμιση της έως τώρα υφιστάμενης διαδικασίας αδειοδότησης.
3. Περιοχές πρώτης επιλογής και Δίκτυο Natura 2000 (άρθρο 15γ)
α) Η εξαίρεση των σημείων που υπάρχουν τεχνητές και δομημένες επιφάνειες στις προστατευόμενες περιοχές από την απαγόρευση καθορισμού περιοχών πρώτης επιλογής αντιφάσκει με τη φιλοσοφία των οδηγιών για την προστασία της βιοποικιλότητας στις οποίες επιδιώκεται η διατήρηση της περιοχής συνολικά στο βέλτιστο οικολογικό επίπεδο βάσει στόχων διατήρησης. Ακόμη και τα εν λόγω σημεία αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα του δικτύου και δεν μπορούν αυθαίρετα να θεωρηθούν ως δεκτικά ένταξης σε περιοχές πρώτης επιλογής.
β) Η θέσπιση τεκμηρίου (άρ. 16δ) ότι τα εκεί αναφερόμενα έργα ΑΠΕ και τα συνοδά τους έργα συνιστούν λόγους επιτακτικού δημοσίου συμφέροντος και εξυπηρετούν τη δημόσια υγεία και ασφάλεια κατά την έννοια του άρ. 6, παρ. 4 της οδηγίας 92/43 και των λοιπών αναφερόμενων οδηγιών είναι εσφαλμένη. Πέραν της καταστροφικής για τη βιοποικιλότητα χωροθέτησης αυτών καθ’ αυτών των έργων, υπάρχουν παραδείγματα -πολλά- ατυχημάτων και πρόκλησης πυρκαγιών σε έργα ΑΠΕ και συνοδά τους έργα. Τέτοιες πυρκαγιές έχουν προκληθεί στην Ελλάδα από Α/Γ εντός δασικών εκτάσεων. Στην Ελλάδα αλλά και στην Καλιφόρνια (με κλιματικές συνθήκες αντίστοιχες με εκείνες των νότιων περιοχών των μεσογειακών χωρών της ΕΕ), έχουν προκληθεί μεγάλες δασικές πυρκαγιές από το δίκτυο μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Δεν είναι δυνατό να θεωρείται a priori ότι το δίκτυο αυτό εξυπηρετεί τη δημόσια υγεία και ασφάλεια και να είναι παράγοντας κινδύνου για τον άνθρωπο και το περιβάλλον.
4. Περιοχές εκτός προτεραιότητας
Η πρόβλεψη ότι, εφόσον τα επιμέρους έργα συμμορφώνονται με κανόνες και υιοθετούν μέτρα μετριασμού, τότε τεκμαίρεται ότι δεν παραβιάζουν τις διατάξεις για την απαγόρευση θανάτωσης και παρενόχλησης των ειδών είναι απαράδεκτη. Έχουν υπάρξει ουκ ολίγες περιπτώσεις ακατάλληλων μέτρων μετριασμού, που έχουν υιοθετηθεί χωρίς μελέτη και χωρίς εκτίμηση των δευτερογενών αρνητικών επιπτώσεών τους, όπως τα συστήματα ηχητικού εκφοβισμού και τρομοκράτησης των πτηνών. Τα συστήματα αυτά έχουν αποδειχθεί ακατάλληλα και αναποτελεσματικά, δεν έχουν ανασχέσει τη θανάτωση των πτηνών και μάλιστα αυτό έχει αναγνωριστεί και από τη Διοίκηση5 και από τα δικαστήρια6 δικαστικά.
5. Τροποποίηση έργων
Η εκτίμηση περιορίζεται μόνο σε πιθανές επιπτώσεις από αλλαγή και επέκταση έργου. Αυτό παραβλέπει την προβληματική των σωρευτικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων περισσότερων έργων σε μία περιοχή.
Εν κατακλείδι, θεωρούμε ότι η πρόταση Οδηγίας είναι απαράδεκτη και πρέπει να αποσυρθεί.
27.7.2022
1. Serrano el al., Renewables in Spain threaten biodiversity, in SCIENCE, 11 Dec 2020, Vol 370, Issue 6522, pp. 1282-1283 https://www.science.org/doi/10.1126/science.abf6509
2. Γεγονός που διαγνώστηκε δικαστικά και οδήγησε στην καταδίκη της Ελλάδας στην υπόθεση (C-849/19)
3. https://energypress.gr/news/ember-ogdoi-ston-kosmo-i-ellada-perysi-sto-pososto-ape-stin-ilektroparagogi
4. https://www.sciencedirect.com/science/article/pii/S1364032119305179
5. https://necca.gov.gr/nea-anakoinoseis-deltia-typou/synagermos-simane-to-apogevma-tou-savvatou-stis-21-maiou-otan-diapistothike-oti-enas-mavrogypas-prosekrouse-se-anemogennitria-aiolikou-stathmou-pou-vrisketai-voreia-tou-oikismou-nea-santa-sto-nomo-rod/
6. https://www.actu-environnement.com/media/pdf/news-37181-cour-appel-versailles-especes-protegees-destruction-parc-eolien-aumelas.pdf