Πλήγμα ή πρόσθετη ευκαιρία για τη νέα «κανονικότητα»;

Γιάννης Κουζής*

Πλήγμα ή πρόσθετη ευκαιρία για τη νέα «κανονικότητα»;

ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ της πανδημίας επαναφέρει πολύ σύντομα το κλίμα της πρόσφατης οικονομικής κρίσης παρασύροντας ευρύτερο φάσμα οικονομικών δραστηριοτήτων σε παγκόσμια κλίμακα και με οδυνηρότερες ίσως συνέπειες ενόσω η παρουσία του θα συνεχίζει να βρίσκεται στο επίκεντρο της καθημερινής μας ζωής.

Στην Ελλάδα, υπό συνθήκες αυξημένης επιτροπείας, έστω χαλαρότερης λόγω συγκυρίας, οι επιπτώσεις της πανδημίας στο κοινωνικό σώμα, και κυρίως απέναντι στην εργασία, αναμένονται ιδιαίτερα επώδυνες. Και τούτο θα συμβεί, εάν η διαχείριση και η αντιμετώπιση και αυτής της κρίσης επιχειρηθούν με εργαλεία νεοφιλελεύθερης έμπνευσης, ακολουθώντας τη ρότα της οκτάχρονης περιόδου των μνημονίων και το συνακόλουθο πνεύμα της μεταμνημονιακής «κανονικότητας».

ΤΑ ΠΡΩΤΑ έκτακτα μέτρα της ΠΝΠ 11/3/20 για την εργασία επιφέρουν την προσωρινή αναστολή των εργασιακών σχέσεων με την άρση των εργοδοτικών υποχρεώσεων στις επιχειρήσεις που αναστέλλεται η λειτουργία τους. Ως αντιστάθμισμα προβλέπεται η ρήτρα διατήρησης της απασχόλησης για τη διάρκεια της αναστολής αλλά και σύννεφα μαζικών απολύσεων για τη συνέχεια.

Αυτή η ανασφάλεια συνοδεύεται από το πενιχρό επίδομα των 800 ευρώ για τους πλήρως απασχολούμενους και για την κάλυψη των αναγκών 50 ημερών, ενώ για το 31% των εργαζoμένων που απασχολούνται με μειωμένα ωράρια εργασίας το επίδομα θα είναι αναλογικά χαμηλότερο. Οι πρόσφατες παρεμβάσεις επηρεάζουν αρνητικά και το περιεχόμενο της εργασίας στις επιχειρήσεις που συνεχίζουν να λειτουργούν, από την επιβαλλόμενη ένταση στην ευελιξία των ωραρίων και τη νόμιμη χαλάρωση των όρων και των ελέγχων εφαρμογής τους.

ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΜΕΤΡΑ του άρθρου 9 της ΠΝΠ 20/3/20 κινούνται στην κατεύθυνση της διατηρούμενης μνημονιακής νομοθεσίας που εφαρμόζεται σταθερά και εξειδικεύεται με τις νέες διατάξεις Βρούτση, στο πλαίσιο των έκτακτων συνθηκών. Με σκοπό την αποφυγή των απολύσεων, οι εργοδότες μπορούν να επιβάλλουν μονομερώς, μέχρι 6 μήνες, την εκ περιτροπής εργασία τουλάχιστον δύο εβδομάδων μηνιαίως στο 50% τουλάχιστον του προσωπικού τους.

Το μέτρο δεν προϋποθέτει περιορισμό της επιχειρηματικής δραστηριότητας και εφαρμόζεται ακόμα και σε κερδοφόρες επιχειρήσεις ενθαρρύνοντας καταχρηστικές πρακτικές της εργοδοσίας. Παράλληλα ενισχύει, με την επέκταση και την ένταση της φτωχοποίησης των εργαζομένων, το υπόστρωμα για τη διατήρηση και διαιώνιση της χαμηλά αμειβόμενης εργασίας στη χώρα που επέβαλαν τα μνημόνια.

ΣΤΟ ΙΔΙΟ ΠΛΑΙΣΙΟ κινούνται και οι διατηρούμενες μνημονιακές διατάξεις Κατσέλη (άρθρο 2 του Ν. 3899/10) που, τροποποιώντας την προηγούμενη νομοθεσία, αξιοποιούνται στο έπακρο κατά την τελευταία δεκαετία. Προβλέπουν και αυτές, εκτός από τις τυπικές, συνήθως, συναινετικές διαδικασίες, τη μονομερή επιβολή της εκ περιτροπής εργασίας από τον εργοδότη, έπειτα από την επίκληση του περιορισμού της δραστηριότητάς του, με ανώτατη διάρκεια το 9μηνο ανά ημερολογιακό έτος και με δυνατότητα επέκτασης του μέτρου για ολόκληρο 18μηνο σε δύο συνεχόμενα ημερολογιακά έτη.

Η έξαρση της εφαρμογής του με την αύξηση κατά 1.200% στα πρώτα χρόνια της κρίσης οδηγεί το 15% των εργαζομένων που εντάσσονται σε αυτό να απασχολείται μόνο μία ημέρα την εβδομάδα! Παράλληλα καταγράφεται η εκτεταμένη εφαρμογή του μέτρου ακόμα και σε περιπτώσεις κερδοφόρων επιχειρήσεων λόγω του περιορισμού των κερδών τους… Αν και οι ρυθμοί εφαρμογής του μειώνονται αισθητά από το 2014 και εντεύθεν, χάριν της μετατροπής της πλήρους σε τυπική μερική απασχόληση, εξακολουθεί και σήμερα να αποτελεί αξιοσημείωτη πρακτική. Πρόκειται για μέτρο που συνέτεινε στην εκτεταμένη εφαρμογή της εργασίας μειωμένων ημερών εβδομαδιαίως ή μειωμένων εβδομάδων μηνιαίας απασχόλησης κατά την περίοδο της κρίσης εκτοξεύοντας, μαζί με τη μερική απασχόληση, το συνολικό ποσοστό των εργαζομένων με μειωμένο ωράριο από το 6% το 2009 στο 31% το 2019!

Παράλληλα συντελεί στη συγκράτηση και στη συμπίεση των συνολικών μισθών ακολουθώντας την πορεία σταθερής απόκλισης από την πάλαι ποτέ Ε15 και συγκλίνοντας σταθερά με τις χώρες της τελευταίας κοινοτικής διεύρυνσης. Ήδη, άλλωστε, τα μισθολογικά επίπεδα της χώρας έχουν υποχωρήσει κατά τέσσερις θέσεις ανάμεσα στις χώρες της ΕΕ μέσα στην τελευταία δεκαετία, με δύο από αυτές να καταλαμβάνονται από τη Μάλτα και τη Σλοβενία.

ΕΝ ΚΑΤΑΚΛΕΙΔΙ, τα έκτακτα μέτρα, και ειδικότερα αυτό της εκ περιτροπής εργασίας, λειτουργούν συμπληρωματικά με τη διατηρούμενη σχετική μνημονιακή νομοθεσία, υπό τον διακηρυγμένο στόχο της διάσωσης της απασχόλησης, όπως πρωτοεμφανίζεται στην Ελλάδα κατά την περίοδο της μεταξικής δικτατορίας.

Εκτός, όμως, από την αμφισβητούμενη αποτελεσματικότητα και των δύο απέναντι στην ουσιαστική καταπολέμηση της ανεργίας, το βέβαιο είναι ότι συνέβαλαν σημαντικά και συμβάλλουν μακροπρόθεσμα στην περαιτέρω επέκταση της χαμηλά αμειβόμενης εργασίας στις συνθήκες της νέας «κανονικότητας». Ανάμεσα στις παγιωμένες μνημονιακές διατάξεις και τα έκτακτα μέτρα όντως υπάρχουν διαφορές, ιδιαίτερα για εκείνους που, ορθώς, αναζητούν τις λεπτομέρειες. Εκτός και αν αυτές οι λεπτομέρειες είναι μέρος της ίδιας κοινωνικά αδιέξοδης οπτικής…

* Κοσμήτορας της Σχολής Πολιτικών Επιστημών Παντείου Πανεπιστημίου

Αναδημοσίευση από την “Εφημερίδα των Συντακτών”