Η Δημοκρατία σε καραντίνα
Ο αόρατος εχθρός και οι ορατές απειλές για τις ελευθερίες
Του ΠΕΤΡΟΥ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Στις μέρες του εθνικού σοκ μετά την Αποκάλυψη της 11ης Σεπτεμβρίου, η Αμερική μπήκε σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Επικαλούμενη τον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας», η κυβέρνηση Μπους επέβαλε μέτρα δραστικού περιορισμού των ελευθεριών, που θα ήταν αδιανόητα υπό άλλες συνθήκες. Οι Δημοκρατικοί σύρθηκαν να υποστηρίξουν αυτά τα μέτρα (ο νόμος PATRIOT πέρασε από τη Γερουσία με μόνο μία ψήφο κατά), καθώς τα δημοκρατικά αντανακλαστικά της κοινής γνώμης είχαν παραλύσει από τον διάχυτο φόβο. Ωστόσο, η κατάσταση «έκτακτης» ανάγκης έγινε, σε μεγάλο βαθμό, μόνιμο καθεστώς. Οι νόμοι PATRIOT, TIPS και άλλα εκτρώματα αυτής της ανώμαλης περιόδου εξακολουθούν να ισχύουν, στον βασικό κορμό τους, και σήμερα, σχεδόν δύο δεκαετίες μετά τη θέσπισή τους.
Θα μπορούσε ο νέος «πόλεμος» κατά της πανδημίας του Covid-19 να οδηγήσει σε ανάλογες, δυσοίωνες για τη Δημοκρατία και τις ελευθερίες των πολιτών εξελίξεις; Το ερώτημα τίθεται με ολοένα και πιο επιτακτικό τρόπο, όχι μόνο από ακτιβιστές και δυνάμεις της ριζοσπαστικής Αριστεράς. «Η Αυγή της Μετα- Δημοκρατίας στην Ευρώπη» ήταν ο τίτλος σχετικού άρθρου του Foreign Policy, ενός απολύτως συστημικού think tank στις ΗΠΑ. Για ορατή απειλή δημιουργίας «αστυνομικού κράτους» μίλησε ο Τζόναθαν Σάμπσιον, πρώην μέλος του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Βρετανίας. Στο ίδιο μήκος κύματος βρισκόταν χθες η γαλλική Le Monde, αφιερώνοντας το κεντρικό της θέμα στις ορατές απειλές για τις ελευθερίες από τα ακραία μέτρα που λαμβάνονται στο όνομα της αναχαίτισης του Covid-19. Από το σχετικό, κύριο άρθρο της εφημερίδας αντιγράφουμε:
«Γενικευμένος κατ’ οίκον περιορισμός, απαγόρευση συναθροίσεων και κυκλοφορίας, παρακολούθηση των πάρκων με drones. Ποτέ σε καιρό ειρήνης οι Δημοκρατίες δεν γνώρισαν τέτοιες στρεβλώσεις στα θεμέλιά τους, τις δημόσιες ελευθερίες. Ποιος θα φανταζόταν πριν από λίγες εβδομάδες ότι η Ευρώπη θα βυθιζόταν σε ένα κλίμα αντάξιο ενός Τζορτζ Όργουελ και μάλιστα με την αποδοχή της πλειοψηφίας;
Η ελευθερία της μετακίνησης και της συνάθροισης αναστέλλονται, οι εξουσίες του κοινοβουλίου ροκανίζονται, τα δικαιώματα των μισθωτών ακρωτηριάζονται, οι εναγόμενοι δικάζονται ή και φυλακίζονται χωρίς δικηγόρο. Η εκτελεστική εξουσία αποκτά τη δυνατότητα να στερεί την ελευθερία πολιτών, κάτι που σε ομαλούς καιρούς είναι αρμοδιότητα μόνο της Δικαιοσύνης… Δεν είναι περιττό να αρχίσουμε να αναρωτιόμαστε μήπως υπάρχει κίνδυνος τα έκτακτα μέτρα, που γίνονται αποδεκτά στο βαθμό που είναι προσωρινά, μονιμοποιηθούν στην επόμενη μέρα, μετά την πανδημία».
Τα πρώτα σήματα κινδύνου ήρθαν από την Κίνα, τη χώρα απ’ όπου ξεκίνησε η πανδημία και ανταγωνίζεται τις ΗΠΑ στις ψηφιακές τεχνολογίες γενικά και τις πιο εξελιγμένες μεθόδους παρακολούθησης ιδιαίτερα. Χρησιμοποιώντας την ευρύτατα διαδεδομένη εφαρμογή κινητής τηλεφωνίας Alipay, οι αρχές καθιέρωσαν τρεις χρωματικούς κωδικούς (πράσινο- κίτρινο- κόκκινο), χωρίζοντας τους πολίτες σε κατηγορίες ανάλογα με την επικινδυνότητά τους για τη διάδοση του ιού, με τους αντίστοιχους περιορισμούς στη μετακίνηση. Τεράστιος όγκος προσωπικών δεδομένων πέρασε στα χέρια της αστυνομίας, κάνοντας πολλούς να μιλήσουν για ένα γιγαντιαίο πείραμα κοινωνικού ελέγχου και χειραγώγησης. Ανάλογα μέτρα ηλεκτρονικής παρακολούθησης πήραν άλλες χώρες της Ανατολικής Ασίας, σύμμαχοι της Δύσης. Στην Ταϊβάν ο γεωεντοπισμός μέσω κινητών τηλεφώνων ειδοποιεί αμέσως τις αρχές για όσους παραβιάζουν την ελάχιστη προβλεπόμενη απόσταση των δύο μέτρων από άλλους ανθρώπους, ενώ θεωρούνται αυτομάτως παραβάτες όσοι έχουν το κινητό τους τηλέφωνο απενεργοποιημένο για πάνω από 15 λεπτά. Ένας φοιτητής που βρισκόταν σε καραντίνα κατήγγειλε στο BBC ότι η αστυνομία έκανε ντου στο διαμέρισμά του άγρια χαράματα, ενώ κοιμόταν, γιατί είχε ξεχάσει να επαναφορτίσει το κινητό του.
Το θέμα δεν φορά, όμως, μόνο γνώριμα από καιρό αυταρχικά καθεστώτα ή τα μαύρα πρόβατα της Δύσης, όπως ο Ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Όρμπαν, ο οποίος πέρασε στις 30 Μαρτίου από το κοινοβούλιο έκτακτη νομοθεσία που του δίνει τη δυνατότητα να κυβερνά με διατάγματα επ’ αόριστον, παρακάμπτοντας τη Βουλή και τη Δικαιοσύνη. Αγγίζει ολοένα και περισσότερο τις ίδιες τις φιλελεύθερες Δημοκρατίες της Δύσης. Ασφαλώς ο δραστικός περιορισμός των μετακινήσεων και άλλα μέτρα έκτακτης ανάγκης, όπως το κλείσιμο των σχολείων και των χώρων διασκέδασης, είναι αναγκαία ώστε να επιβραδυνθεί η επέκταση της επιδημίας και να αποτραπεί η επαπειλούμενη κατάρρευση των συστημάτων Υγείας. Ωστόσο ο τρόπος επιβολής αυτών των μέτρων και οι λευκές επιταγές στην εκτελεστική εξουσία και τους μηχανισμούς καταστολής γεννούν εύλογες ανησυχίες.
‘Ηδη 15 χώρες- μέλη της ΕΕ έχουν κηρυχθεί σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης από τις κυβερνήσεις. Όχι μόνο η Ουγγαρία, αλλά και χώρες όπως η Γαλλία και το Βέλγιο, έχουν δώσει έκτακτες υπερεξουσίες στον πρωθυπουργό τους, παραγκωνίζοντας το κοινοβούλιο. Ο στρατός έχει αναλάβει σε αρκετές χώρες καθήκοντα αστυνόμευσης, σπάζοντας ένα θεμελιώδες δημοκρατικό ταμπού. Στη Δανία, η αστυνομία μπορεί να εισβάλλει σε σπίτια χωρίς ένταλμα για να εντοπίσει παραβάτες της καραντίνας, τους οποίους οι πολίτες καλούνται να καταγγέλλουν μέσω τηλεφωνικής γραμμής. Στη Βρετανία οι αρχές διαπομπεύουν ένα ζευγάρι που έκανε βόλτα σε πάρκο και συναντήθηκε με κάποιον γείτονα, βγάζοντας στη φόρα το σχετικό βίντεο από υπεριπτάμενο drone.
Στην ιστορική του ομιλία κατά την αποχώρησή του από την προεδρία των ΗΠΑ, τον Ιανουάριο του 1961, ο Ντουάιτ Αϊζενχάουερ προειδοποίησε για τον τεράστιο κίνδυνο που αντιπροσώπευε για την αμερικανική Δημοκρατία αυτό που ο ίδιος χαρακτήρισε «Στρατιωτικό- Βιομηχανικό Σύμπλεγμα». Στην ψηφιακή μας εποχή, ερχόμαστε αντιμέτωποι με μια νέα, οικουμενικών διαστάσεων απειλή, το Στρατιωτικό- Ψηφιακό Σύμπλεγμα. Δηλαδή, τη σύμφυση του στρατού, της αστυνομίας και των μυστικών υπηρεσιών με τις μεγάλες ιδιωτικές εταιρείες του κυβερνοχώρου, που ελέγχουν τα λεγόμενα big data- απίθανα μεγάλους όγκους δεδομένων για κάθε χρήστη των smartphones και των social media. Ήταν και πάλι η 11η Σεπτεμβρίου ο βασικός καταλύτης που διευκόλυνε το γάμο συμφέροντος ανάμεσα στο Πεντάγωνο και τη Σίλικον Βάλεϊ. Ήδη το 2003, η CIA και η NSA πρόσφεραν γύρω στα 20 εκατομμύρια δολάρια στη Google για να αποκτήσουν πρόσβαση σε προσωπικά δεδομένα από τις διαδικτυακές αναζητήσεις πολιτών στο όνομα του αντιτρομοκρατικού αγώνα. Το 2010, γύρω στις 2.000 επιχειρήσεις υψηλής τεχνολογίας και 1.200 διωκτικές αρχές συνεργάζονταν στο πλαίσιο του «Κατασκοπευτικού Καπιταλισμού» για τον οποίο μας μιλάει στο τελευταίο, έξοχο βιβλίο της η καθηγήτρια του Χάρβαρντ, Σοσάνα Ζούμποφ.
Η κατάσταση έχει αλλάξει θεαματικά από τον μετά την 11η Σεπτεμβρίου κόσμο, όπου δεν υπήρχαν ούτε smartphones, ούτε social media. Μαζί με τις πρωτοφανείς δυνατότητες που προσφέρουν στην ανθρωπότητα (και για την αντιμετώπιση υγειονομικών κρίσεων ιστορικών διαστάσεων, όπως η σημερινή), τα νέα μέσα και οι τεχνολογίες τεχνητής νοημοσύνης, όπως η αυτόματη αναγνώριση προσώπων, διευρύνουν κατά πολύ τις δυνατότητες σε όσους θα ήθελαν να εκμεταλλευτούν την κατάσταση έκτακτης ανάγκης για μόνιμη περιστολή ελευθεριών. Ήδη, όπως αποκάλυψαν στις 23 Μαρτίου οι New York Times, «ο Λευκός Οίκος επικοινώνησε με την Google, τη Facebook και άλλες εταιρείες υψηλής τεχνολογίας για τη μαζική χρήση των δεδομένων γεωεντοπισμού που συλλέγουν μέσω κινητών τηλεφώνων στο πλαίσιο των προσπαθειών ιχνηλάτησης του ιού».
Σε αντίθεση με την Ελλάδα, όπου ο (απολύτως δικαιολογημένος) διπλός φόβος της αρρώστιας και της οικονομικής καταστροφής επισκιάζει όλα τα άλλα, η συζήτηση για την ανάγκη κανόνων και ορίων, ώστε να προφυλαχθούν θεμελιώδεις ελευθερίες, έχει ανοίξει για τα καλά σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Γερμανία, η Γαλλία, η Βρετανία και οι Σκανδιναβικές χώρες. Η απειλή να βρούμε μπροστά μας ένα high tech Κράτος- Λεβιάθαν την επόμενη μέρα, όταν η πανδημία θα έχει περάσει, κι όταν θα αρχίζει ένας νέος κύκλος κοινωνικών αγώνων γύρω από το ποιοι θα πληρώσουν για την υπέρβαση της μεγάλης οικονομικής κρίσης, είναι απολύτως πραγματική.
Αναδημοσίευση από το Ιστολόγιο του Πέτρου Παπακωνσταντίνου