Για τα ζητήματα του χρέους και της «δημοσιονομικής χαλάρωσης»

 Για τα ζητήματα του χρέους και της «δημοσιονομικής χαλάρωσης»

 

Βασίλης Κ. Φούσκας*

 Τουλάχιστον απ’ τα μέσα της δεκαετίας του 1970 αυτό που, καταχρηστικά, αναφέρεται ως «Δύση», είναι σε σταθερή τροχιά παρακμής. Μετά το τέλος των «οικονομικών θαυμάτων» (1950-1970) και τη παρακμή του κεϋνσιανού/φορντιστικού μοντέλου, αντιμετωπίζει ένα σοβαρό πρόβλημα ανάπτυξης και απο-βιομηχανοποίησης. Αυτά πλαισιώνονται από περιοδικές χρηματιστηριακές κρίσεις, με αποκορύφωμα τη κρίση του 2007-10 και τη κρίση της ευρω-ζώνης. Η περίοδος της πανδημίας ενέτεινε αυτό το αναπτυξιακό πρόβλημα, υπονομεύοντας ακόμα περισσότερο την ευημερία των λαών. Το νεο-φιλελεύθερο μετα-βιομηχανικό μοντέλο της Δύσης είναι αντι-αναπτυξιακό, αλλά ταυτόχρονα επιταχύνει το πλουτισμό μιας μικρής χρηματιστηριακής κάστας. Τον Απρίλιο του 2021 το περιοδικό Forbes αποκάλυψε ότι το 2020 ο συλλογικός πλούτος της χρηματιστηριακής ολιγαρχίας  είχε αυξηθεί κατά 60%, δηλ. από $8 τρις σε $13,1 τρις. Οι ταξικές ανισότητες στη Δύση έχουν φτάσει σε ανήκουστα μεγέθη.

Τα αντίθετα συμβαίνουν στη Κίνα και στον αναπτυσσόμενο κόσμο. Η Κίνα, απ’ τη δεκαετία του 1980 μέχρι σήμερα, καταγράφει υψηλά και σταθερά ποσοστά ανάπτυξης τα οποία συνοδεύονται από αύξουσα κοινωνική πρόνοια και μισθολογικές απολαβές. Η ένταξη της Κίνας στη παγκόσμια καπιταλιστική αγορά την ωφέλησε περισσότερο απ’ τη Δύση. Η οικονομική ανάπτυξη στη χώρα απ’ το 1990 μέχρι σήμερα έβγαλε απ’ τη φτώχεια πάνω από 700 εκ. ανθρώπους. Η Κίνα έχει σήμερα μία μεσαία τάξη μεγαλύτερη απ’ όλο το πληθυσμό των ΗΠΑ. Αλλά εκεί που η οικονομία και η πολιτική αποτελεσματικότητα των κινεζικών θεσμών έδειξαν την ανωτερότητά τους έναντι της Δύσης ήταν στο ζήτημα της αντιμετώπισης της πανδημίας.

Το ΑΕΠ της Κίνας το Δεκ του 2020 ήταν στο 6,5%, ενώ αυτό της ΕΕ και των ΗΠΑ είχαν συρρικνωθεί κατά 7,2% και 3,4% αντίστοιχα – της Ιταλίας μόνο είχε συρρικνωθεί κατά 9%. Η Κίνα παρουσίασε άνοδο στις εξαγωγές κατά 18% και στις βιομηχανικές εξαγωγές κατά 7,1%. Σημειώνω, ότι οι μεγαλύτερες εξαγωγικές και παγκοσμιοποιημένες εταιρείες της Κίνας, καθώς και οι τράπεζες, είναι ελεγχόμενες απ’ το κράτος. Το 2019, οι 128 απ’ τις 190 χώρες στο κόσμο εμπορευόνταν περισσότερο με τη Κίνα παρά με τις ΗΠΑ. Ακόμα και στο «branding» η Κίνα έχει σημειώσει πρόοδο, ξεπερνώντας την ΕΕ. Εδώ, ναι μεν αμερικανικές εταιρείες συνεχίζουν να έχουν τα πρωτεία με μεγάλη διαφορά (π.χ. Amazon, Apple, Google), αλλά συγκεκριμένες κινεζικές εταιρείες (TikTok, Tencent, Alibaba, Piudioduo) σημείωσαν τέτοια πρόοδο ώστε να καταγράφονται αμέσως μετά τις αμερικανικές. Η γαλλική Louis Vuitton είναι στην 20ή θέση και η αγγλική Vodafone στην 60ή. Χωρίς τη κινεζική οικονομική ανάπτυξη ενώ ακόμα μαινόταν η πανδημία, το παγκόσμιο ΑΕΠ το 2020 θα είχε συρρικνωθεί κατά 5,7%. Είναι η Κίνα κι όχι το αποτυχημένο πρόγραμμα της νεο-φιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης που συμβάλει στη σχετική μείωση της φτώχειας παγκοσμίως, ειδικά στην Ασία και την Αφρική. Γιαυτό και η χώρα, μαζί με τη Ρωσία – για λόγους που αφορούν περισσότερο τη δυνατότητα προβολής ισχύος και ελέγχου πηγών ενεργείας απ’ τις οποίες εξαρτάται η Δύση – έχουν αναγορευτεί ως τις κύριες «απειλές» του παρακμάζοντος δυτικού συστήματος εξουσίας. Τι κάνει η Δύση προκειμένου ν’ αντιστρέψει αυτές τις παρακμιακές τάσεις τις οποίες ενέτεινε η πανδημία;

Στην αρχή δεν έκανε και πολλά πράγματα, εκτός απ’ το να σώσει τους ναούς του χρηματιστηριακού κεφαλαίου, δηλ. τις τράπεζες με το περίφημο quantitative easing (ποσοτική χαλάρωση) και να βαθύνει το νεο-φιλελευθερισμό και τα μέτρα λιτότητας, ειδικά στην Ευρω-ζώνη. Η μεγάλη έγνοια των ιθυνουσών τάξεων ήταν να μεταφέρουν τα χρέη των ιδιωτών σε δημόσιους οργανισμούς, βάζοντας το λαό να επωμιστεί τα οικτρά αποτελέσματα της παγκόσμιας χρηματιστηριακής κρίσης και της κρίσης της Ευρω-ζώνης. Αυτό ήταν και το βαθύ νόημα των μνημονίων στη περίπτωση της ελληνικής «κρίσης χρέους». Με τη πανδημία, οι απαιτήσεις ήταν πιο απλόχερες διότι ο μονόπλευρος «κεϋνσιανισμός» της διάσωσης των τραπεζών συνοδευόμενος από ακραιφνή λιτότητα δεν ήταν δυνατόν ν’ αποδώσει.

Σήμερα, προκειμένου να διασώσει το αντι-αναπτυξιακό της μοντέλο – αλλά και τον ίδιο το καπιταλισμό – το οποίο ακόμα και στη πανδημία εξακολουθούσε να λειτουργεί ευνοϊκά μόνο για τον εμπλουτισμό μιας μικρής κάστας, η Δύση άρχισε να «μοιράζει λεφτά». Μερικά τα ρίχνει «απ’ το ελικόπτερο» με τη μορφή δωρεών, ενώ άλλα διανέμονται με τη μορφή χρέους, δηλ. τα δανείζει. Για παράδειγμα, από τα 750 δις Ευρώ του ευρωπαϊκού προγράμματος 310 δις «ρίχνονται με ελικόπτερο» και τα υπόλοιπα προστίθενται στο χρέος κάθε χώρας-μέλους. Υπάρχει σαφής δημοσιονομική χαλάρωση και αναστολή του περίφημου «Συμφώνου Σταθερότητας». Ωστόσο, ολόκληρο το ποσό είναι διαχειριζόμενο μέσω του ορντο-φιλελεύθερου προγράμματος των Ευρωπαϊκών Εξαμήνων, το οποίο σημαίνει ότι αυτό που αναλογεί σε κάθε κράτος-μέλος θα επιστραφεί αν δεν χρησιμοποιηθεί για σκοπούς που προωθούν την απελευθέρωση των μηχανισμών της αγοράς. Μ’ άλλα λόγια, «μοιράζουμε λεφτά» όχι για παραγωγικές επενδύσεις, αύξηση του ΑΕΠ, αναδιανομή εισοδήματος και απάλυνση της φτωχοποίησης, αλλά για την ικανοποίηση της πολιτικής της λιτότητας της διεύθυνσης των Οικονομικών και Χρηματιστηριακών Υποθέσεων της Κομισιόν – ECFIN (Directorate-General for Economic and Financial Affairs). Ταυτόχρονα, αυξάνεται το χρέος των κρατών-μελών ως ποσοστό του ΑΕΠ και, κατά συνέπεια, αυξάνεται η πολιτική εξουσία της Γερμανίας ως η κατ’ εξοχήν δανείστρια χώρα πάνω στα υπόλοιπα κράτη-μέλη.

Τα ανάλογα συμβαίνουν σε ΗΠΑ, Μεγάλη Βρετανία και Ιαπωνία. Το 2020 οι ΗΠΑ δέσμευσαν το 16,7% του ΑΕΠ της σε παροχές, η Ιαπωνία το 15,6% και η Μεγάλη Βρετανία το 16,3%. Επειδή οι παροχές δεν μπορούν να γίνουν με βάση ένα οργανωμένο κεϋνσιανό σχέδιο υποκατάστασης του νεο-φιλελεύθερου οικονομικού μοντέλου – εξηγώ παρακάτω το λόγο – υπάρχουν πληθωριστικές τάσεις οι οποίες, ως ένα βαθμό, μπορούν ν’ αντιμετωπιστούν με αύξηση των επιτοκίων. Ωστόσο, ούτε η ομοσπονδιακή κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ πρόκειται άμεσα ν’ αποφασίσει κάτι τέτοιο, ούτε και η ΕΚΤ ή η κεντρική τράπεζα της Μεγάλης Βρετανίας. Αυτό συμβαίνει διότι το φτηνό χρήμα διευκολύνει τη συσσώρευση πλούτου στη χρηματιστηριακή ολιγαρχία, ενώ κρατά το χρέος των επιχειρήσεων σε ελεγχόμενα επίπεδα. Σύμφωνα με στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας, το συνολικό χρέος των αμερικανικών επιχειρήσεων το Μάρτιο του 2021 ήταν σχεδόν το μισό του ΑΕΠ των ΗΠΑ, γύρω στο $11,2 τρις. Η οποιαδήποτε μορφή χρέους, ωστόσο, μεταφράζεται σε πολιτικό αίτημα πάνω στα λαϊκά εισοδήματα που επιφορτίζονται την πληρωμή του χωρίς να φέρουν καμμία ταξική ευθύνη. Έτσι, η μόνη πολιτική επιλογή των αστικών τάξεων της Δύσης είναι η πολιτική της λιτότητας και του αυταρχικού κρατισμού, δηλ. πάνω απ’ όλα της συμπίεσης των μισθών προς τα κάτω ως αντιστάθμισμα στις πληθωριστικές πιέσεις και η εξασφάλιση της υπόσχεσης της αποπληρωμής του χρέους σε βάθος χρόνου ούτως ώστε να παγιοποιηθεί η εξουσία της χρηματιστηριακής ολιγαρχίας πάνω στο λαό και να συνεχιστεί ο πλουτισμός μιας μικρής χρηματιστηριακής κάστας. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, αυτή η κάστα πλούτισε ακόμη περισσότερο χάρη στην άνοδο των άϋλων αξιών και των τιμών αγοράς της κατοικίας. Επιπλέον, η Δύση συνολικά δεν διαθέτει πλέον τη παραγωγική-υλική βάση πάνω στην οποία θα μπορούσε να στηριχθεί μία νέα αειφόρα κεϋνσιανή πολιτική επενδύσεων, οικονομικής μεγένθυσης και κοινωνικής πρόνοιας. Η υλική παραγωγική βάση του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος έχει μετατοπιστεί στις αναπτυσσόμενες χώρες και ιδιαίτερα στην Ασία. Ένας νέος κεϋνσιανισμός είναι αδύνατο να λειτουργήσει στις κρατικές (ανταγωνιστικές) συσσωματώσεις του δυτικού συνασπισμού σε μόνιμη βάση εκτός κι αρχίσει να χρηματοδοτείται από τη Κίνα και άλλες χώρες μέσω ανακύκλωσης των πλεονασμάτων τους τα οποία επενδύονται σε αμερικανικά ομόλογα. Αυτό είναι πάρα πολύ δύσκολο να συμβεί, διότι τα πλεονάσματα αυτά χρησιμοποιούνται αφενός για τη κάλυψη των ελλειμάτων των ΗΠΑ, αφετέρου για παγκόσμια αστυνόμευση. Η όποια στρατιωτική απόσυρση των ΗΠΑ η οποία παρατηρείται απ’ το 2005 και μετά οφείλεται στο γεγονός της σχετικής οικονομικής της παρακμής. Όλα αυτά έχουν τεράστιες γεωπολιτικές προεκτάσεις, καθώς αφήνουν πρόσφορο έδαφος στο ξεδίπλωμα περιφερειακών ιμπεριαλισμών που έρχονται να καλύψουν γεωπολιτικά κενά εξουσίας – η Τουρκία είναι ένα παράδειγμα και η Ρωσία ένα άλλο. Η ΕΕ δεν έχει αυτή τη δυνατότητα διότι η αγορά ομολόγων του Ευρώ είναι κατακερματισμένη και έωλη χωρίς κρατικό πυλώνα και κεντροποιημένη δημοσιονομική εξουσία.

Τα παραπάνω, εν πολλοίς, εξηγούν και το πρόσφατο βαθύτατα αντεργατικό νομοσχέδιο της ΝΔ στη χώρα μας. Σημειώνω, ότι αυτό το νομοσχέδιο το οποίο, μεταξύ άλλων, καταργεί το 8άωρο και τις συλλογικές συμβάσεις, θα εντείνει παραπέρα τη φυγή εξειδικευμένης και νεαράς εργατικής δύναμης στο εξωτερικό καθώς και την υπογεννητικότητα. Πάνω από 500.000 νέοι και νέες μετανάστευσαν στο εξωτερικό απ’ το 2009 μέχρι σήμερα. Περί το 2050 η Ελλάδα θα έχει πολύ πιο κάτω από 9 εκ. κατοίκους και ο οικονομικά ενεργός πληθυσμός θα είναι μικρότερος από τους συνταξιούχους, με ότι κι αν αυτό σημαίνει για τα ασφαλιστικά ταμεία. Η χώρα γεροντοποιείται και ο τεράστιος πλούτος της έχει υποθηκευτεί στο λεγόμενο «Υπερ-Ταμείο» με το νόμο του Μαίου του 2016. Το δε τέλος της πανδημίας θα σημάνει και το τέλος της δημοσιονομικής χαλάρωσης, χωρίς λύση στα αδιέξοδα που περιγράψαμε και ενώ το χρέος της χώρας θα εξακολουθεί να μεγενθύνεται ως ποσοστο επί του ΑΕΠ.

Συμπερασματικά και με όσα προηγήθηκαν  μπορούμε να συνάγουμε δύο εγγενείς τάσεις του παγκόσμιου συστήματος. Η πρώτη είναι η επιβεβαίωση της οικονομικής παρακμής της Δύσης, η οποία δεν μπορεί ν’ αντιστραφεί με την σπασμωδική πολιτική των οικονομικών παροχών που ακολουθεί προκειμένου ν’ αντιμετωπιστεί τη πανδημία. Η δεύτερη τάση είναι ότι κι αυτή ακόμα η πολιτική δεν εγγράφεται στους άξονες μιας δομικής αλλαγής υπέρβασης του νεο-φιλελευθερισμού – πόσο μάλλον του καπιταλισμού – αλλά πρόκειται για προσωρινή ανακούφιση του συστήματος προς αποφυγή της ολοκληρωτικής του ήττας ενόψει της οικονομικής και γεωπολιτικής ανόδου της Κίνας και άλλων ασιατικών δυνάμεων. Σ’ ότι αφορά το ζήτημα του ελληνικού χρέους, αυτό θα συνεχίσει να βαραίνει όλο και περισσότερο πάνω στις πλάτες των εργαζομένων, ενώ συνάμα θα αποτελεί και βασικό μοχλό εξουσιαστικής πίεσης πάνω στη χώρα, προκειμένου οι δανείστριες χώρες να επιτυγχάνουν γεωπολιτικούς ή άλλους σκοπούς ενάντια στα συμφέροντα του ελληνικού λαού.

*Καθηγητής διεθνών σχέσεων στο Πανεπιστήμιο του Ανατολικού Λονδίνου, https://vassilisfouskas.co.uk