Home ΓΝΩΜΕΣ Βενεζουέλα: Από τους κατασκόπους της DEA στα αντιτορπιλικά των Yankees/του Ηλία Σκυλλάκου

Βενεζουέλα: Από τους κατασκόπους της DEA στα αντιτορπιλικά των Yankees/του Ηλία Σκυλλάκου

Πηγή

Βενεζουέλα: Από τους κατασκόπους της DEA στα αντιτορπιλικά των Yankees

του Ηλία Σκυλλάκου

Δημοσιεύθηκε στην ΕΦΣΥΝ26/8/2025

Πριν λίγες ημέρες, η Ουάσινγκτον αποφάσισε να κάνει το βήμα που προετοίμαζε εδώ και χρόνια: ξεκίνησε μια νέα ανοιχτή στρατιωτική παρέμβαση στη Βενεζουέλα, στέλνοντας αντιτορπιλικά και χιλιάδες στρατιώτες κατά της κυβέρνησης του Νικολά Μαδούρο. Η εξέλιξη αυτή δεν είναι κεραυνός εν αιθρία, μιας και είναι ο σταθμός σε μια μακρά πορεία επιθετικότητας του ιμπεριαλισμού. Και το πρόσχημα σε αυτή την φάση είναι τα ναρκωτικά.

Εδώ και δύο δεκαετίες, η Ουάσινγκτον χτίζει την αφήγηση του «ναρκοκράτους» για τη Βενεζουέλα. Μια αφήγηση που ελάχιστη σχέση έχει με την πραγματικότητα, αλλά λειτουργεί ως εργαλείο απονομιμοποίησης μιας κυβέρνησης που τολμά να αμφισβητεί την αμερικανική ηγεμονία. Η αποστολή των πολεμικών πλοίων και η ανοιχτή αυτή παρέμβαση είναι η κορύφωση ενός σχεδίου που ξεκινά ήδη από το 2005.

Η ιστορία ξεκινά όταν ο Ούγκο Τσάβες ανακοίνωσε την απέλαση της Υπηρεσίας Δίωξης Ναρκωτικών των ΗΠΑ (DEA). Η κατηγορία του ήταν πως η DEA λειτουργούσε ως «μηχανισμός κατασκοπείας» μέσα στη Βενεζουέλα. Άλλωστε εκείνη την περίοδο ήρθαν στο φως αποδείξεις ότι πράκτορες της υπηρεσίας είχαν διασυνδέσεις με κυκλώματα διακίνησης, ενισχύοντας την υποψία ότι η DEA ήταν μέρος του προβλήματος.

Ο Τσάβες τις χαρακτήρισε «δούρειο ίππο» για να διεισδύσει η Ουάσινγκτον στις υπηρεσίες ασφαλείας. Το φθινόπωρο του 2005, η συνεργασία διακόπηκε οριστικά. Από εκεί και πέρα, η Βενεζουέλα συνεργάστηκε με άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής και με την Κούβα, ενώ οι ΗΠΑ άρχισαν να κατασκευάζουν την εικόνα του «ναρκοκράτους».

Οι φόβοι του Τσάβες δεν ήταν αβάσιμοι. Όπως αποκαλύφθηκε αργότερα από διαρρεύσαντα έγγραφα η DEA διατηρούσε μια στενή και «ζωντανή» σχέση ανταλλαγής πληροφοριών με την NSA. Μέσω αυτής, η DEA παρείχε πρόσβαση σε ξένα τηλεφωνικά δίκτυα και σε υποκλοπές συνομιλιών, χρησιμοποιώντας το πρόσχημα της καταπολέμησης ναρκωτικών.
Σύμφωνα με αποκαλύψεις του The Intercept, διαρρεύσαντα έγγραφα έδειξαν ότι οι ΗΠΑ αξιοποίησαν την DEA ως κάλυψη για την NSA ώστε να διεισδύει σε ξένα τηλεπικοινωνιακά δίκτυα. Η «αμφίδρομη σχέση» ανταλλαγής πληροφοριών επέτρεψε στη NSA να συλλέγει δεδομένα και πλήρες ηχητικό περιεχόμενο.

Με πάνω από 80 διεθνή γραφεία, η DEA παρουσιάζεται ως μια από τις πιο εκτεταμένες κατασκοπευτικές δομές, πολύ πέρα από τη δίωξη ναρκωτικών. Πρώην πράκτορες επιβεβαιώνουν ότι οι επιχειρήσεις της παρείχαν πρόσβαση σε πληροφορίες που δεν σχετίζονται με ναρκωτικά, καθιστώντας την ουσιαστικά εργαλείο παγκόσμιας κατασκοπίας. Ένας πρώην πράκτορας, ο Finn Selander, επιβεβαίωσε την κατασκοπευτική αυτή γραμμή «Η DEA είναι στην πραγματικότητα ένα από τα μεγαλύτερα κατασκοπευτικά δίκτυα στον κόσμο. Δεν ασχολούμαστε μόνο με τα ναρκωτικά, συλλέγουμε πληροφορίες».

Την ίδια εποχή, οι ΗΠΑ προωθούσαν το Plan Colombia. Επισήμως ήταν μια στρατηγική κατά της κοκαΐνης· στην πράξη όμως, αποτέλεσε μηχανισμό στρατιωτικοποίησης, ενίσχυσε τον κολομβιανό στρατό και τις παραστρατιωτικές AUC, και συνδέθηκε με εγκλήματα πολέμου και παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η γειτνίαση με την Κολομβία έδωσε στην Ουάσινγκτον το πρόσχημα να κατηγορεί συνεχώς τη Βενεζουέλα ότι κάθε νέα διαδρομή διακίνησης παρουσιαζόταν ως αποτέλεσμα «συνεργασίας» με το Καράκας.

Από τον Τσάβες στον Μαδούρο: Το αφήγημα του «Cartel de los Soles»

Μετά τον θάνατο του Τσάβες, ο Νικολά Μαδούρο βρέθηκε στο στόχαστρο μιας εκστρατείας ανατροπής που συνεχίζεται με κάθε μέσο μέχρι σήμερα. Το 2015, οι ΗΠΑ χαρακτήρισαν τη Βενεζουέλα «απειλή για την εθνική ασφάλεια», για πρώτη φορά από τον Ψυχρό Πόλεμο που χώρα της Λατινικής Αμερικής βρισκόταν σε αυτή τη θέση. Τότε γεννήθηκε και το αφήγημα του «Cartel de los Soles», που ήθελε στρατηγούς της Βενεζουέλας να λειτουργούν ως δίκτυο διακίνησης. Καμία ανεξάρτητη απόδειξη δεν παρουσιάστηκε. Κι όμως, τα διεθνή ΜΜΕ αναπαρήγαγαν τις κατηγορίες, κατασκευάζοντας μια εικόνα όπου το κράτος και το καρτέλ ήταν το ίδιο πράγμα.

Το 2020, η Εισαγγελία του Μανχάταν ανακοίνωσε βαριές κατηγορίες εναντίον του Μαδούρο και κορυφαίων συνεργατών του. Η κατηγορία: ότι συνωμότησαν με τις FARC για να πλημμυρίσουν τις ΗΠΑ με κοκαΐνη. Στην υπόθεση εντάχθηκαν ο Diosdado Cabello, ο Hugo Carvajal, ακόμη και αντάρτες της Κολομβίας. Ο Γενικός Εισαγγελέας William Barr μίλησε για «κοκαΐνη ως όπλο». Ωστόσο, κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν αντέχει σε διεθνή έλεγχο.
Παράλληλα, την ίδια χρονιά αποκαλύφθηκε μέσω Associated Press η μυστική επιχείρηση «Money Badger», όπου η DEA κατασκόπευε για πολλά χρόνια υψηλόβαθμους βενεζουελάνους αξιωματούχους χωρίς ενημέρωση της κυβέρνησης. Η υπόθεση έκλεισε εσπευσμένα στα δικαστήρια, για να αποφευχθεί διπλωματικό σκάνδαλο. Αποδείχθηκε έτσι ότι ο «πόλεμος κατά των ναρκωτικών» ήταν το προκάλυμμα για μια επιχείρηση πολιτικής υπονόμευσης.
Η επιχείρηση, φαίνεται να επεκτάθηκε θεαματικά το 2018, όταν υπογράφηκε μυστικό μνημόνιο που έδινε στη DEA το «πράσινο φως» να παρακολουθεί, να στρατολογεί πληροφοριοδότες και να καταγράφει επικοινωνίες υψηλόβαθμων στελεχών στη Βενεζουέλα. Στην πράξη, η DEA και εισαγγελείς στις ΗΠΑ οικοδόμησαν ένα δίκτυο κατασκοπείας, αξιοποιώντας παρακολουθήσεις και «διεισδύσεις». Η επιχείρηση έμεινε κρυφή μέχρι το 2024, όταν αποκαλύφθηκε λόγω διαρροής ενός απορρήτου εγγράφου.

Μεταξύ 2017 και 2020, η κυβέρνηση Τραμπ αξιοποίησε αυτές τις κατηγορίες για να επιβάλει σκληρές κυρώσεις.
Στόχος ήταν η PDVSA, ο χρυσός και το τραπεζικό σύστημα. Παρουσιάστηκαν ως «μέτρα κατά της διαφθοράς», αλλά στην πράξη κατέστρεψαν την οικονομία, προκάλεσαν ελλείψεις και εκτόξευσαν τον πληθωρισμό. Ο στόχος ήταν να σπάσει η κοινωνική βάση στήριξης της μπολιβαριανής διαδικασίας.

Η αντιπαράθεση πήρε νέα διάσταση πριν λίγες ημέρες φτάνοντας στα πρόσφατα γεγονότα. Η Ουάσινγκτον αύξησε την επικήρυξη του Μαδούρο στα 50 εκατ. δολάρια και έστειλε τρία αντιτορπιλικά με πυραύλους Aegis, 4.000 στρατιώτες και αεροναυτικά μέσα. Το πρόσχημα ήταν η καταπολέμηση των καρτέλ, αλλά η παρουσία Tomahawk και υποβρυχίων αποκαλύπτει τον πραγματικό στόχο δηλαδή στρατιωτική πίεση και πιθανή επέμβαση.

Η απάντηση της Βενεζουέλας ήταν άμεση. Ο Μαδούρο κινητοποίησε 4,5 εκατομμύρια πολιτοφύλακες, τονίζοντας ότι η υπεράσπιση της πατρίδας είναι υπόθεση όλου του λαού. «Οι πολιτοφυλακές προετοιμάστηκαν, ενεργοποιήθηκαν και οπλίστηκαν», δήλωσε, υποσχόμενος εργατικά και αγροτικά σώματα αντίστασης.
Η Εθνοσυνέλευση υιοθέτησε ψήφισμα υπέρ της εθνικής κυριαρχίας, ενώ ο Χόρχε Ροντρίγκεζ υπενθύμισε ότι η Βενεζουέλα έχει τα υψηλότερα ποσοστά κατασχέσεων ναρκωτικών στην περιοχή. Επισήμανε ότι τα περισσότερα ναρκωτικά που φτάνουν στις ΗΠΑ προέρχονται από τον Ειρηνικό και όχι από την Καραϊβική, αποδεικνύοντας ότι η επιχείρηση δεν στοχεύει στα καρτέλ, αλλά στο Καράκας.

Η ALBA-TCP συνεδρίασε εκτάκτως στις 20 Αυγούστου και καταδίκασε ομόφωνα τις ενέργειες των ΗΠΑ. Η Κούβα, μέσω του Μιγκέλ Διάζ-Κανέλ, τόνισε ότι η επιθετικότητα συνδέεται με τον αποκλεισμό και της ίδιας, καταδεικνύοντας το διπλό μέτωπο καταναγκαστικών μέτρων.

Από το 2005 μέχρι σήμερα, η υπόθεση της Βενεζουέλας αποδεικνύει ότι ο «πόλεμος κατά των ναρκωτικών» είναι ένα πολιτικό εργαλείο. Η DEA λειτουργεί ως δίκτυο κατασκοπείας με τις κατηγορίες περί «ναρκοτρομοκρατίας» να χρησιμοποιούνται για να δικαιολογήσουν κυρώσεις και αποκλεισμούς.

Πετρέλαιο, BRICS και ο στόχος της Ουάσινγκτον

Όπως έχει δείξει η μακρόχρονη παρέμβαση των ΗΠΑ στην περιοχή, οι λόγοι της επιθετικότητας της Ουάσιγκτον είναι το άφθονο πετρέλαιο, αλλά και η στροφή της Βενεζουέλας τα τελευταία χρόνια σε νέες συμμαχίες στους Brics. Η Βενεζουέλα διαθέτει τα μεγαλύτερα αποδεδειγμένα αποθέματα παγκοσμίως, ξεπερνώντας ακόμη και τη Σαουδική Αραβία.
Από την ανακάλυψη του Μένε Γκράντε το 1914, η χώρα μετατράπηκε από αγροτική οικονομία σε μονοκαλλιεργητικό πετρελαιοπαραγωγό κράτος. Από το 2007 και μετά, το κράτος έθεσε την κρατική εταιρεία PDVSA στο επίκεντρο, με αποτέλεσμα οι ξένες πολυεθνικές να περιοριστούν ή να εκδιωχθούν. Τα κέρδη από το πετρέλαιο χρηματοδότησαν κοινωνικά προγράμματα, στήριξαν την περιφερειακή συνεργασία μέσω του Petrocaribe και έδωσαν στη Βενεζουέλα ένα εργαλείο για διεθνείς συμμαχίες.
Με τις εθνικοποιήσεις η Βενεζουέλα έθεσε την PDVSA υπό κρατικό έλεγχο και κατεύθυνε τα έσοδα σε κοινωνικά προγράμματα: κατοικίες, υγεία, εκπαίδευση, επιδότηση τροφίμων. Το Διάταγμα 1510/2001 κατοχύρωσε το κράτος ως αποκλειστικό διαχειριστή των υδρογονανθράκων, ενώ οι «Μπολιβαριανές Αποστολές» μετέτρεψαν τα έσοδα σε πολιτική κοινωνικής δικαιοσύνης. Από το 2003 έως το 2015, πάνω από 600 δισ. δολάρια επενδύθηκαν σε κοινωνικές δαπάνες, μειώνοντας δραματικά τη φτώχεια και τον αναλφαβητισμό.

Για τις ΗΠΑ, αυτή η πολιτική ήταν «κόκκινο πανί». Οι ExxonMobil και Chevron έχασαν την πρόσβασή τους, ενώ η ExxonMobil έφτασε να στηρίξει νομικά τη Γουιάνα στη διαμάχη για το Essequibo, πραγματοποιώντας παράνομες γεωτρήσεις το 2015. Ο Rex Tillerson, πρώην CEO της ExxonMobil και ΥΠΕΞ επί Τραμπ, ενορχήστρωσε τον οικονομικό πόλεμο, καθώς ο έλεγχος των κοιτασμάτων του Ορινόκο είναι στρατηγικό διακύβευμα για την αμερικανική βιομηχανία και τον στρατό.

Μετά τον θάνατο του Τσάβες, πολλοί προέβλεπαν ότι ο Νικολάς Μαδούρο δεν θα άντεχε. Όμως, η πολιτική του κινήθηκε στην ίδια γραμμή για την υπεράσπιση της εθνικής κυριαρχίας πάνω στο πετρέλαιο αλλά και ενίσχυση των περιφερειακών συμμαχιών όπως η ALBA, η CELAC και η UNASUR.

Αυτό το μοντέλο, το οποίο αντέγραψε σε μικρότερο βαθμό και η Βολιβία με το φυσικό αέριο, αμφισβήτησε την κυριαρχία των ξένων κεφαλαίων. Η ExxonMobil και η ConocoPhillips κατέφυγαν σε διεθνή δικαστήρια διεκδικώντας αποζημιώσεις δισεκατομμυρίων. Για την Ουάσινγκτον, όμως, το πρόβλημα δεν ήταν μόνο οι άμεσες απώλειες, αλλά το «κακό παράδειγμα» που έδινε η Βενεζουέλα σε όλη την ήπειρο.

Γιατί εκτός από το πετρέλαιο, οι ΗΠΑ είχαν να αντιμετωπίσουν έναν ενοχλητικό πολιτικό αντίπαλο. Ο Τσάβες και στη συνέχεια ο Μαδούρο έκαναν τη Βενεζουέλα πυλώνα της περιφερειακής ολοκλήρωσης με αντιιμπεριαλιστικό χαρακτήρα. Οι διεθνείς συμμαχίες και οι στενές σχέσεις με την Κούβα αποτέλεσαν άξονες μιας εξωτερικής πολιτικής που στόχευε στη μείωση της αμερικανικής επιρροής. Επιπλέον, η Καράκας ενίσχυσε στρατιωτικούς και οικονομικούς δεσμούς με τη Ρωσία, την Λ.Δ της Κίνας και το Ιράν, επιδιώκοντας νέες συμφωνίες.

Η Βενεζουέλα δεν είναι μια «αδύναμη χώρα της περιφέρειας», αλλά ένας κόμβος με πλούτο, στρατηγική θέση και πολιτική σημασία. Για τις ΗΠΑ, η ανατροπή του Μαδούρο σημαίνει:
• Επαναφορά του ελέγχου στα πετρέλαια και στα διυλιστήρια.
• Ενίσχυση των πολυεθνικών που απωθήθηκαν από τις εθνικοποιήσεις.
• Διάλυση ενός αντιιμπεριαλιστικού μετώπου που αμφισβητεί την αμερικανική κυριαρχία στη Λατινική Αμερική.
• Σαφές μήνυμα προς άλλες χώρες ότι οι προσπάθειες για ανεξάρτητη πορεία τιμωρούνται.

Η Ουάσινγκτον αντιμετωπίζει αυτή τη στρατηγική ως πρόκληση. Με απλά λόγια οι κυρώσεις, οι επιχειρήσεις πραξικοπήματος, η αμφισβήτηση όλων των εκλογικών διαδικασιών, η ανοιχτή στήριξη στην αμερικανόφιλη αντιπολίτευση όλα αυτά τα χρόνια και, τελικά, η αποστολή αντιτορπιλικών το 2025 αποτελούν κρίκους μιας ίδιας αλυσίδας που έχει ως στόχο την ανατροπή της πορείας της Βενεζουέλας που θέλει την διατήρηση ανεξάρτητης πολιτικής απέναντι στην νεοαποικιοκρατία που επιβάλλεται από τις ΗΠΑ εδώ και χρόνια.
Πρόκειται για την προσπάθεια να μπλοκαριστεί και να ανατραπεί η στρατηγική επιλογή του Καράκας σε αυτή την κατεύθυνση αλλά και το βάθεμα των συνεργασιών BRICS, που απειλεί ευθέως την αμερικανική ηγεμονία στη Λατινική Αμερική.

Exit mobile version