Να μην πληρώσουν οι λαοί της Ευρώπης τα νέα πολεμικά σχέδια των Βρυξελλών

Πηγή: WorkersNews
Να μην πληρώσουν οι λαοί της Ευρώπης τα νέα πολεμικά σχέδια των Βρυξελλών

Του Χρήστου Κόνιαρη*

Η Ευρωπαϊκή Ένωση, με αποφάσεις της, σε συνεργασία με τις ηγεσίες των κρατών-μελών, σχεδιάζουν μια τεράστια αύξηση των στρατιωτικών της δαπανών, γεγονός που έχει προκαλέσει ανησυχία σε ένα ευρύ φάσμα των ευρωπαϊκών κοινωνιών. Οι πρόσφατες εισηγήσεις της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν μιλούν για 800 δις ευρώ που θα διοχετευθούν στην ενίσχυση της στρατιωτικής βιομηχανίας και των εξοπλισμών, σε μια προσπάθεια να προχωρήσει η στρατιωτικοποίηση των κρατών-μελών, γεγονός που αυξάνει τον κίνδυνο πολεμικής σύγκρουσης στη Γηραιά Ήπειρο. Είναι εντυπωσιακό ότι σε αυτούς τους σχεδιασμούς πρωτοστατεί η Ελληνική Κυβέρνηση και ο κ. Μητσοτάκης. Ωστόσο, τίθεται το ερώτημα: ποιο θα είναι το κόστος για τις κοινωνίες και τους λαούς τόσο της χώρας μας όσο και της Ευρώπης

Οι πολεμικοί σχεδιασμοί της ΕΕ και του ΝΑΤΟ επικαλούνται την απειλή της Ρωσίας, παρουσιάζοντάς την ως εχθρό, παρά το ότι δεν υφίσταται στρατιωτική απειλή από τη Ρωσία για τις χώρες της Ένωσης. Είναι οι ίδιοι που διεξαγάγουν μέσω αντιπροσώπου, την Ουκρανία, ένα πόλεμο ενάντια στη Ρωσία. Αυτή η κατασκευασμένη απειλή λειτουργεί ως μοχλός για την προώθηση εξοπλιστικών προγραμμάτων, που εξυπηρετούν κυρίως τα συμφέροντα των πολεμικών βιομηχανιών και των πολιτικών που τις στηρίζουν. Ταυτόχρονα, αξιοποιούν τις πιέσεις που δέχονται από τις ΗΠΑ και τον ακροδεξιό Τραμπ, ο οποίος ζητά επίμονα την αύξηση των στρατιωτικών δαπανών στις χώρες-μέλη της ΕΕ στο 5% του ΑΕΠ.

Στην πραγματικότητα, η οικονομία της ΕΕ, δεδομένης της κρίσης, κατευθύνεται προς τη στρατιωτικοποίηση, όπου περιορίζονται παραδοσιακοί τομείς της οικονομίας και τίθεται ως προτεραιότητα η παραγωγή όπλων και η ανάπτυξη στρατιωτικών τεχνολογιών. Αυτή η πολιτική αναπόφευκτα θα λειτουργήσει σε βάρος των εργαζομένων και των κοινωνικών παροχών.

Το ύψος των νέων στρατιωτικών δαπανών είναι τεράστιο. Μόνο για το 2024, οι χώρες της ΕΕ σχεδίαζαν να αυξήσουν τις αμυντικές δαπάνες τους πάνω από 100 δισεκατομμύρια ευρώ, με στόχο την παραγωγή νέων όπλων και τη δημιουργία υποδομών για την προετοιμασία ενός πολέμου. Η τάση αυτή αναμένεται να ενταθεί τα επόμενα χρόνια, οδηγώντας σε δραματική αύξηση των κρατικών δαπανών για στρατιωτικούς σκοπούς. Αυτά τα χρήματα, που προέρχονται από τη φορολογία των πολιτών, θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν σε τομείς που σχετίζονται με την κοινωνική πολιτική, όπως η υγεία, η παιδεία, η κοινωνική ασφάλιση και οι υποδομές.

Μία από τις βασικές συνέπειες αυτής της πολιτικής είναι η μείωση των μισθών και των εισοδημάτων των λαϊκών στρωμάτων. Η ιστορία έχει δείξει ότι η αύξηση των στρατιωτικών δαπανών συνοδεύεται από περιορισμούς στις κοινωνικές δαπάνες, καθώς τα κράτη επιδιώκουν να εξισορροπήσουν τους προϋπολογισμούς τους. Με την αύξηση της χρηματοδότησης των εξοπλισμών, όχι μόνο θα περιοριστούν οι αυξήσεις στους μισθούς και τις συντάξεις, αλλά θα οδηγηθούμε στην εφαρμογή μέτρων λιτότητας με νέες μειώσεις στα λαϊκά εισοδήματα για να καλυφθούν αυτές οι υπέρογκες στρατιωτικές δαπάνες.

Παράλληλα, υπάρχει σοβαρός κίνδυνος τα ασφαλιστικά ταμεία να χρησιμοποιηθούν ως πηγή χρηματοδότησης για στρατιωτικές επενδύσεις. Η κινητοποίηση των ιδιωτικών αποταμιεύσεων που προτείνεται για να χρηματοδοτηθεί η αυξανόμενη στρατιωτικοποίηση της οικονομίας δημιουργεί ανησυχίες ότι μπορεί να προκύψουν πιέσεις για τη διοχέτευση πόρων από τα συνταξιοδοτικά ταμεία προς την πολεμική βιομηχανία. Μια τέτοια εξέλιξη θα μπορούσε να αποδυναμώσει περαιτέρω το κοινωνικό κράτος και να δημιουργήσει πιέσεις στα συνταξιοδοτικά συστήματα, με σοβαρές επιπτώσεις στις συντάξεις και την κοινωνική προστασία.

Οι κοινωνικές παροχές απειλούνται επίσης από αυτή τη νέα πραγματικότητα. Η αύξηση των στρατιωτικών δαπανών θα οδηγήσει σε περιορισμό των κονδυλίων για τη δημόσια υγεία, την εκπαίδευση, την κοινωνική ασφάλιση και την κοινωνική προστασία. Ήδη, σε πολλές χώρες της ΕΕ, οι κυβερνήσεις επιβάλλουν περικοπές σε προγράμματα κοινωνικής στήριξης, επικαλούμενες την ανάγκη για αύξηση των αμυντικών δαπανών. Αυτό θα πλήξει ιδιαίτερα τα φτωχότερα στρώματα, που στηρίζονται σε κρατικές παροχές για να επιβιώσουν.

Η εφαρμογή αυτής της αντιλαϊκής πολιτικής θα σημάνει επιπρόσθετα τον περαιτέρω περιορισμό των δημοκρατικών δικαιωμάτων, με την επιβολή αστυνομικών μέτρων με στόχο την καταστολή των λαϊκών αντιδράσεων. Ήδη σε χώρες της ΕΕ, όπως στη Γερμανία, υπάρχουν σχέδια εμπλοκής ακόμα και του στρατού στην αντιμετώπιση λαϊκών αντιδράσεων σε περίπτωση εμπλοκής της χώρας σε πολεμική σύρραξή. Άλλωστε το αντιπολεμικό κίνημα στην ΕΕ τα τελευταία χρόνια δέχεται συνεχείς επιθέσεις και διώξεις οι οποίες συνεχώς εντείνονται.

Εν κατακλείδι, η στροφή της ΕΕ προς την αύξηση των στρατιωτικών δαπανών και τη στρατιωτικοποίηση της οικονομίας αυξάνει τους κινδύνους για μια πολεμική εμπλοκή, εξυπηρετεί τα συμφέροντα των πολεμικών βιομηχανιών και έχει αρνητικές επιπτώσεις για τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα. Η μείωση των κοινωνικών δαπανών, η συρρίκνωση των μισθών και η πιθανή διοχέτευση ασφαλιστικών αποθεματικών σε πολεμικούς σκοπούς συνθέτουν ένα ζοφερό μέλλον για τις κοινωνίες της Ευρώπης. Η προτεραιότητα δεν θα πρέπει να είναι η προετοιμασία για έναν ανύπαρκτο εχθρό, αλλά η βελτίωση της ποιότητας ζωής των πολιτών και η κάλυψη των βασικών λαϊκών αναγκών.

Τώρα είναι η ώρα για τη δημιουργία ενός μεγάλου αντιπολεμικού κινήματος στην Ευρώπη και τη χώρα μας, με στόχο την αποτροπή των πολεμικών σχεδιασμών. Τα συνδικάτα, η Αριστερά, αλλά και οι προοδευτικοί άνθρωποι πρέπει να πρωτοστατήσουν στη δημιουργία αυτού του κινήματος και να οργανώσουν μεγάλες κινητοποιήσεις, ανατρέποντας τα σχέδια των Βρυξελλών και των ηγεσιών στα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

* Ο Χρήστος Κόνιαρης είναι συνταξιούχος υγειονομικός πρώην μέλος του ΓΣ της ΑΔΕΔΥ και της ΠΟΕΔΗΝ