Οι αμερικανικές εκλογές και η σανίδα σωτηρίας της Ευρώπης (του Άρη Τόλιου)

Οι αμερικανικές εκλογές και η σανίδα σωτηρίας της Ευρώπης

του Άρη Τόλιου*

Οι αμερικανικές εκλογές μπορεί να λαμβάνουν χώρα σήμερα, αλλά μπορεί να κρατήσουν εβδομάδες ή και μήνες μέχρι να… συμφωνηθεί ποια είναι η νέα Προεδρία. Οι δύο πλευρές έχουν επιδοθεί σε έναν ανελέητο πόλεμο, με ελαχιστοποιημένο τον πολιτικό δείκτη και με όλα τα σενάρια πιθανά σε τυχόν ήττα τους: οι μεν Δημοκρατικοί προετοιμάζονται να εντοπίσουν τον ρώσικο ή κινέζικο δάκτυλο που αλλοιώνει το αποτέλεσμα και να στρέφουν σε οποιονδήποτε άλλο από τους ίδιους το ερώτημα «μα πως γίνεται να ψηφίζεται αυτός ο τύπος», ενώ οι δε Ρεπουμπλικάνοι έχουν ήδη προοικονομήσει πως δεν θα δεχτούν τυχόν αρνητικό αποτέλεσμα και υπονοούν τις μελλοντικές «εφόδους στα χειμερινά ανάκτορα» (δηλαδή το Καπιτώλιο), όπως το 2021. Εκτός αν προκύψει «καθαρή επικράτηση», η έκβαση των εκλογών θα έχει και μετεκλογικά επεισόδια, κάποια από τα οποία δεν αποκλείεται να πάρουν και άλλες, δραματικές διαστάσεις στις ήδη διχασμένες αμερικανικές κοινωνίες.

Ωστόσο, οι αμερικανικές εκλογές είναι και ένα πολύ σημαντικό γεγονός με άμεσες επιπτώσεις σε πλανητικό επίπεδο, όχι μόνο στο εσωτερικό της χώρας. Όσο σημαντικό κι αν είναι το αποτέλεσμα των εκλογών στις ταξικές ή κοινωνικές ανισότητες στις ΗΠΑ, είναι πολύ πραγματικό και στην ίδια την κοινωνική κατάσταση των άλλων χωρών και η στάση των εκεί κυβερνήσεων, κομμάτων και πολιτών καθορίζεται μεν σαφώς από το πολιτικοϊδεολογικό φορτίο τους, αλλά πρωτίστως και από τα υπερεθνικά συμφέροντα που επιδιώκουν να εκφραστούν. Αυτή η αποσαφήνιση είναι αναγκαία για μια οπτική που δεν θα εξαντλείται σε οντολογικές ή ταυτολογικές θέσεις, αλλά θα βλέπει πολιτικές και επιπτώσεις.

Αυτοί που ίσως κρατάνε την ανάσα τους περισσότερο και από το αμερικάνικο εκλογικό σώμα (το οποίο συμμετέχει έτσι κι αλλιώς στις αμερικάνικες εκλογές όχι περισσότερο από δύο στους τρεις) είναι οι ηγέτες της «Ευρώπης» (με την πολιτική έννοια του όρου, δηλαδή των χωρών – μελών της ΕΕ και των συμμάχων τους). Από την έναρξη της ρώσικης επέμβασης σχεδόν τρία χρόνια πριν, η «Ευρώπη» βρέθηκε αντιμέτωπη με ένα ενιαίο όραμα τρέλας και δυστοπίας: την απειλή από την Ανατολή και συγκεκριμένα τη Ρωσία. Και όπως όλα τα «οράματα» στην εποχή του νεοφιλελευθερισμού, ακόμα και τα πιο φρικαλέα, δημιουργούν πολιτικό κεφάλαιο για τις κυβερνήσεις και κοστίζουν στους πολίτες, εργαζόμενους και φορολογούμενους. Πολύ.

Η υστερία του «πολέμου ενάντια στον τρόμο» στις αρχές του αιώνα μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου μετατράπηκε στην φρενίτιδα των εξοπλιστικών δαπανών τα τελευταία δύο χρόνια. Για δεύτερη φορά μέσα σε δύο δεκαετίες, οι ΗΠΑ επέβαλαν πολιτική ατζέντα στην ευρωπαϊκή ήπειρο, γεμίζοντας το κενό που άφησε η Ευρωπαϊκή Ένωση, αφού εδώ και δεκαπέντε χρόνια (από όταν το ΑΕΠ της ΕΕ ήταν σχεδόν ισοδύναμο με των ΗΠΑ), οι ηγεσίες της αποφάσισαν να αφήσουν τα «ανέμελα» περί ευρωπαϊκής συνοχής, να τραμπουκίζουν τους δημοσιονομικά «απείθαρχους» λαούς των χωρών της περιφέρειας και να ενθαρρύνουν κάθε είδους πραξικοπηματική διεργασία στα σύνορα της ΕΕ (βλ. Ουκρανία, Γεωργία, Μολδαβία). Το κόστος για τις χώρες – θύματα του δυτικού ιμπεριαλισμού, είναι ασύγκριτο: διάλυση κρατών, καταστροφή υποδομών και παροχών, ανθρωπιστική κρίση, τεράστια κύματα προσφυγιάς και φυσικά, μαζικός θάνατος. Όμως, θύματα σε δεύτερο χρόνο ήταν και οι λαοί της Ευρώπης: συρρίκνωση κοινωνικού κράτους, περιθωριοποίηση – φτωχοποίηση μεγάλων κοινωνικών στρωμάτων, νομιμοποίηση ενός οριενταλιστικού ισλαμοφοβικού λόγου και εντέλει, της ίδιας της Ακροδεξιάς.

Τίποτα από τα παραπάνω, φυσικά, δεν είναι άσχετο με την αναιμική ανάπτυξη στην Ευρώπη και στη Δύση γενικότερα, την οποία επεσήμανε και ο σύγχρονος «πατέρας» της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι, όταν επεσήμανε το επενδυτικό κενό των 800 δις – αυτό δηλαδή που υπολείπεται η ΕΕ για να ανταγωνιστεί τις δύο μεγαλύτερες οικονομίες του πλανήτη, την αμερικάνικη και την κινέζικη και το οποίο δεν μπορεί παρά να προκύψει από κάποιου είδους κοινή επενδυτική και πιστωτική πολιτική. Με τη σειρά τους, αυτές  θα αμφισβητήσουν τον δημοσιονομικό συγκεντρωτισμό που αυταρχικά και εμμονικά έχει επιβάλει η Γερμανία και οι χώρες του ευρωπαϊκού πυρήνα, ο οποίος με τα χίλια ζόρια υποχώρησε στην περίοδο της πανδημίας με το Ταμείο Ανάκαμψης και την τεχνητή αύξηση των επιτοκίων. Με λίγα λόγια: η ΕΕ χάνει συνεχώς έδαφος, οικονομικά και γεωπολιτικά, τόσο από τους δομικούς της κλυδωνισμούς όσο και από την έλλειψη ηγεμονίας που γίνεται κάθε μέρα και πιο απτή.

Σε κάθε περίπτωση, οι ηγεσίες των ευρωπαϊκών χωρών είναι ιδιαίτερα δύσκολο να βρουν κοινό βηματισμό, όπως ίσως υπερ-αισιόδοξα προβλέπουν κάποιοι αναλυτές, αυτόνομα και για την Ευρώπη καθαυτή ως «παίκτη» στην παγκόσμια σκακιέρα. Οι ιδεολογικές τους διαφορές είναι πραγματικά ο τελευταίος λόγος για αυτό, καθώς, όπως έχουν αποδείξει επανειλημμένα, οι μεν κεντρώοι μπορούν να είναι φανατικοί ακροκεντρώοι (βλ. Στάρμερ στη Μεγάλη Βρετανία ή Σολτς στη Γερμανία), ενώ οι δε ακροδεξιοί είναι αντι-νατοϊκοί και αντι-ευρωπαίοι μέχρι να εκλεγούν και φιλονατοϊκοί και φιλοευρωπαίοι αφότου (βλ. Μελόνι στην Ιταλία). Ο κυριότερος είναι η υπερατλαντική σύγκλιση συμφερόντων που επιτρέπει ή περιορίζει τις τακτικές κινήσεις των κύριων παικτών.

Αν με την εκλογή Τραμπ επιβεβαιωθεί η – διακηρυγμένη – ταυτόχρονη χαλάρωση της στάσης των ΗΠΑ στο ζήτημα της Ουκρανίας (σενάριο, παρεμπιπτόντως, πολύ βολικό για την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ που για άλλη μια φορά ανέπτυξε επιθετικό σχέδιο χωρίς στρατηγική διεξόδου) και όξυνση των σχέσεων των ΗΠΑ και των συμμάχων τους με την Κίνα στο πεδίο του Ειρηνικού; Θα επιδιώξει η διακυβέρνηση της ΕΕ, στην πιο κατακερματισμένη της φάση, εμβάθυνση σε επίπεδο στρατού και ασφάλειας απέναντι στη Ρωσία, με τον ρόλο των ΗΠΑ πιο διακριτικό; Θα ξεκινήσει εκ νέου και δειλά στην αρχή η ενεργειακή διείσδυση της Ρωσίας στην ευρωπαϊκή ήπειρο; Θα βρεθεί η Ταϊβάν στο επίκεντρο ενός νέου πολέμου; Θα μειωθεί ο όγκος εισαγωγών από την Κίνα; Πως θα διαχειριστούν οι πολίτες των ευρωπαϊκών χωρών μια νέα βίαιη αναπροσαρμογή βασικών καταναλωτικών αγαθών σε «τιμές Δύσης», όταν το πρώτο κύμα (2022-24) σχεδόν εξόντωσε τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις; Θα επιβάλει ο Τραμπ, όπως απείλησε, 10-20% δασμούς σε εισαγόμενα προϊόντα στις ΗΠΑ και 100% σε εισαγόμενα αυτοκίνητα, με τρομερές συνέπειες πρωτίστως στην ευρωπαϊκή, αλλά και κινέζικη βιομηχανία; Το μόνο σίγουρο είναι πως ο Τραμπ θα κάνει τον πλανήτη να γυρίζει σε επικίνδυνες ταχύτητες και τον πολιτικό χρόνο να συμπιέζεται σε εβδομάδες και μήνες.

Αν, από την άλλη, (επαν)εκλεγεί η Κάμαλα Χάρις, η πολιτική των τελευταίων ετών θα συνεχιστεί. Και όσο κι αν το πιθανότερο σενάριο, ακόμα και σε περίπτωση εναλλαγής κυβερνήσεων, είναι πως οι χώρες του ευρωπαϊκού πυρήνα θα συντονιστούν με την αμερικανική πολιτική, το κοινωνικό επίπεδο θα είναι ένα καζάνι που βράζει. Οι υλικές αντιθέσεις που πήραν τη μορφή μεγάλων κινητοποιήσεων και απεργιών σε Γαλλία και Γερμανία (και όχι μόνο) θα εναλλάσσονται και με τις κοινωνικές, είτε μέσω των νέων ακροδεξιών κυβερνήσεων που θα επιδιώκουν να διασκεδάζουν τις εντυπώσεις από τους λεονταρισμούς που δεν θα κάνουν στην εξωτερική πολιτική είτε μέσω της ενσωμάτωσης αποπροσανατολιστικών ακροδεξιών πολιτικών από το νεοφιλελεύθερο Κέντρο και την παραδοσιακή Δεξιά.

Ο συνδυασμός αδύναμων κυβερνήσεων στην Ευρώπη, ανταγωνισμών ανάμεσα στις αστικές τάξεις των χωρών – μελών του ευρωπαϊκού πυρήνα, ανάπτυξης στα όρια της ανίχνευσης και με ζοφερό ορίζοντα (έλλειψη ανταγωνιστικότητας και καινοτομίας, αποβιομηχάνιση, κτλ.), όξυνσης των κοινωνικών αντιθέσεων (ταξικών, δημογραφικών, πολιτισμικών) και παντελούς απουσίας οποιουδήποτε συνεκτικού οράματος για τους λαούς της Ευρώπης και όλα αυτά πάντα υπό το βάρος των «αμαρτιών» της δεκαετίας πριν την πανδημία έχουν οδηγήσει στη σημερινή κατάσταση. Αυτό το βουνό από σαβούρα στέκεται πάνω σε μια σανίδα σωτηρίας: τη δημιουργία πολιτικού κεφαλαίου απέναντι στην απειλή «εξ Ανατολάς».

Και τώρα, σκεφτείτε κάποιος να τραβήξει αυτή τη σανίδα…

ΥΓ: Για τους λαούς της Λατινικής Αμερικής, με τα αμέτρητα πραξικοπήματα την τελευταία δεκαετία μόνο και της Μέσης Ανατολής, όπου η επιβράβευση της σιωνιστικής κυβέρνησης Νετανιάχου είναι η μοναδική πολιτικοστρατιωτική σταθερά για την Δύση στην περιοχή, τα μαντάτα είναι πολύ άσχημα έτσι κι αλλιώς, αφού, με οποιονδήποτε Προέδρο των ΗΠΑ, η μόνη ύλη που μπορεί να περιμένει σε αφθονία από τη Δύση είναι αυτή της διεθνιστικής αλληλεγγύης από τους λαούς και τίποτα άλλο…

* Άρης Τόλιοςμέλος της Ε.Γ. της Κ.Ε. του Αριστερού Ρεύματος