10 χρόνια χωρίς τον ΔΗΜΟ ΤΣΑΚΝΙΑ (16/10/1949-2/11/2014)
…και μια μέρα χωρίς τον ΔΗΜΗΤΡΗ ΓΚΑΣΤΗ (1950-1/11/2024)
Σαν σήμερα, σαν απόψε το βράδυ στις 9.00, δέκα χρόνια πριν πέθανε ξαφνικά από ανακοπή σε ηλικία 65 ετών ο σύντροφος της ζωής μου και πατέρας των παιδιών μας, ο δικηγόρος Δήμος Τσακνιάς. Παρά λίγους μήνες θα είχαμε ζήσει μαζί σαράντα εξαιρετικά γεμάτα χρόνια. Σκόπευα από καιρό να γράψω ένα μικρό αφιέρωμα με αφορμή τη δεκαετία χωρίς τον Δήμο: Όχι για το πόσο μου λείπει και πόσο έλειψε από την Άρτεμη και τον Αντώνη αυτά τα δέκα χρόνια που θα μπορούσαν να τον είχαν πλάι τους, καθώς αυτό άπτεται της σφαίρας μιας λίγο-πολύ ξεχασμένης από τους νεότερους ανθρώπους ιδιωτικότητας και ενδιαφέρει λίγους ανθρώπους πέρα από μας. Αλλά επειδή ο Δήμος και οι σύντροφοι του στη δικτατορία – δύο τουλάχιστον απ’ τους αυτούς, ο Δημήτρης Γκαστής και ο Παναγιώτης Κουτούγερας έγιναν στενοί φίλοι ολόκληρης της ζωής του – αποτέλεσαν τον παράνομο εκδοτικό μηχανισμό της ΚΝΕ, που από την άνοιξη του 1972 μέχρι και την κατάρρευση της χούντας κατάφερε να επανεκδώσει αδιάλειπτα, ένα «τεύχος» το μήνα, τον «Οδηγητή», «όργανο» του ΚΣ της ΚΝΕ. Και μάλιστα μέσα στην Ελλάδα, καθώς την προηγούμενη, σύντομη περίοδο εμφάνισης και έκδοσης του, αυτή γινόταν στο εξωτερικό.
Το «αδιάλειπτο» της έκδοσης επί περίπου δυόμιση χρόνια υπήρξε αποφασιστικής σημασίας κυρίως μετά το «χτύπημα του Φλεβάρη» 1974 – τότε που πιάστηκε το μεγαλύτερο μέρος του πυρήνα της ηγεσίας και των στελεχών του ΚΚΕ και της ΚΝΕ, οι υπόλοιποι πέρασαν αναγκαστικά σε βαθιά παρανομία και η χούντα «βγήκε» με συνέντευξη τύπου στις 19 Φλεβάρη 1974 για ν’ ανακοινώσει τη «διάλυση του ΚΚΕ και της ΚΝΕ», συμπεριλαμβανομένου των δύο (απολύτως ξεχωριστών) εκδοτικών μηχανισμών, της ΚΝΕ και της Αντι-ΕΦΕΕ/«Πανσπουδαστικής». Κι ο εκδοτικός μηχανισμός του «Οδηγητή», που παρά την χουντική προπαγάνδα ήταν το μόνο τμήμα του παράνομου μηχανισμού της ΚΝΕ που είχε παραμείνει «αχτύπητο» ή σχεδόν «αχτύπητο» – το «αχτύπητο» ισχύει για το σύνολο όσων πλαισίωναν αυτό τον μηχανισμό και για τους δύο στους τρεις του πυρήνα του, καθώς μετά την «τυχαία» σύλληψη του Δημήτρη Γκαστή, ο Παναγιώτης Κουτούγερας και ο Δήμος, που ήταν και ο επικεφαλής – διαβάζοντας την επόμενη, 20 Φλεβάρη, στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων την «κοινή ανακοίνωση» της χουντικής (Ιωαννιδικής) «κυβέρνησης» και της Γενικής Ασφάλειας Αθηνών, έπρεπε ν’ αποφασίσουν τι θα κάνουν. Κι αποφάσισαν αυθαίρετα – χωρίς να νομιμοποιούνται ή να έχουν έγκριση απ’ οπουδήποτε, καθώς με τη σύλληψη του Κώστα Κάππου, που «έβλεπε» τον Δήμο το τελευταίο δεκάμηνο πριν το «χτύπημα», είχαν μείνει επιπλέον και «ακαθοδήγητοι» – να εκδώσουν μόνοι τους ανακοίνωση του Γραφείου του ΚΣ της ΚΝΕ για τ’ ότι η χούντα λέει ψέματα, η ΚΝΕ συνεχίζει να υπάρχει και ν’ αγωνίζεται και ο εκδοτικός της μηχανισμός παραμένει «αχτύπητος» κι ενεργός, με πειστική απόδειξη την «κανονική» συνέχιση έκδοσης και κυκλοφορίας του «Οδηγητή».
Την ανάγκη για ένα τέτοιο αφιέρωμα την έχω εδώ και δύο χρόνια, από τότε που – κλείνοντας το γραφείο μου με αφορμή τη συνταξιοδότηση μου σε ηλικία 68 ετών – έφερα σπίτι πολλές κούτες χαρτιά για ξεκαθάρισμα, μια διαδικασία που με απασχόλησε τότε σχεδόν ολοκληρωτικά επί ένα τρίμηνο και δεν ολοκληρώθηκε ακόμα. Στο πλαίσιο αυτής της «έρευνας πριν την καταστροφή» ανακάλυψα έκπληκτη πλάι στα «δικηγορικά» χαρτιά του Δήμου ένα μικρό «αρχείο» εγγράφων, άλλων χειρόγραφων, άλλων δακτυλότυπων και άλλων πολυγραφημένων, όλων όμως πρωτότυπων και από την περίοδο των λίγων μηνών μεταξύ Φλεβάρη και Ιούλη 1974, που κατά τη γνώμη μου χύνουν καινούργιο φως για το τι άλλο – άγνωστο και σε μένα, καθώς ο Δήμος ουδέποτε μου είχε κάνει οποιαδήποτε νύξη γι΄ αυτό – έκανε ή συμμετείχε ο «αχτύπητος» εκδοτικός μηχανισμός της ΚΝΕ την περίοδο της κράτησης μας σε Ασφάλεια και ΕΣΑ.
Κι ενώ αυτό είχα αρχίσει να κάνω από προχθές, να ετοιμάζω αυτό το μικρό αφιέρωμα στο άγνωστο «αρχείο» για σήμερα, έμαθα χθες από τον Παναγιώτη Κουτούγερα ότι στις 6 το πρωί είχε πεθάνει σε ηλικία 74 χρονών, κι αυτός από ανακοπή, ο φίλος μας Δημήτρης Γκαστής – ένα 24ωρο πριν τον Δήμο, δέκα χρόνια αργότερα. Και δεν μπορούσα να συνεχίσω.
Παρ΄ όλα αυτά, αιφνιδιαστήκαμε. Ξέραμε ότι η κατάσταση δεν θα πήγαινε μακριά, πιστεύαμε όμως ότι θα ήταν ακόμα τουλάχιστον λίγους μήνες μαζί μας. Στη σημερινή δέκατη επέτειο από τον θάνατο του Δήμου ένιωθα την ανάγκη να μιλήσω για το ρόλο του Δημήτρη ιδιαίτερα στη δικτατορία – για τον Δημήτρη που, διαφωνώντας μαζί του για τον τρόπο που έβλεπε πλέον τον κόσμο, τον αγαπούσα το ίδιο όπως παλιά. Και ένιωθα ταυτόχρονα την ανάγκη να μιλήσω για τον Δήμο.
Μιλά ο Δημήτρης Γκαστής
Παράτησα λοιπόν το «ειδικό» αφιέρωμα κι αποφάσισα ν΄ ακούσω τον Δημήτρη να μιλά στη μοναδική δημόσια εκδήλωση που έγινε για τον Δήμο, στο Αμφιθέατρο του Μουσείου Μπενάκη (Πειραιώς) το Νοέμβρη του 2015, έναν χρόνο από τον θάνατο του – με τίτλο «5΄για τον Δήμο». Όπως λέει κι ο ίδιος ο Δημήτρης στο βίντεο, είναι η πρώτη – και η τελευταία… – φορά που μιλά για την έκδοση του παράνομου «Οδηγητή» και για τον παράνομο εκδοτικό μηχανισμό της ΚΝΕ. Υποθέτω ότι πριν από μας και για τις ανάγκες αυτής της εκδήλωσης δεν του το είχε ζητήσει ποτέ κανείς. (Το ίδιο ίσχυε για τον Δήμο – κανένας, δημοσιογράφος ή ιστορικός, δεν τον είχε βρει ποτέ για να τον ρωτήσει γι’ αυτά τα χρόνια. Κι έτσι πεθαίνοντας πήρε μαζί του τη δική του οπτική για την παράνομη δουλειά μιας μοναδικής εποχής, που φέτος γιορτάζουμε τα 50χρονα της. Ας μην συμβεί το ίδιο και με τον μοναδικό πλέον επιζώντα από τον πυρήνα του παράνομου μηχανισμού, τον Παναγιώτη…) Κι έτσι αποφάσισα αντί για το μυστικό «αρχείο» του Δήμου να κάνω σήμερα ένα μικρό αφιέρωμα στον Δημήτρη Γκαστή και ταυτόχρονα, με τα ίδια μέσα, ένα ευρύτερο αφιέρωμα στον παράνομο εκδοτικό μηχανισμό της ΚΝΕ.
Δίνοντας, πρώτα-πρώτα, για πρώτη φορά στη δημοσιότητα μέσω της ιστοσελίδας ξεχωριστά την τοποθέτηση του Δημήτρη Γκαστή, για όποιον δεν αντέχει να παρακολουθήσει μιάμιση ώρα εκδήλωσης. Σε αυτή του την τοποθέτηση ο Δημήτρης δεν μιλά μόνο για το πως οργανώθηκε και λειτούργησε ο παράνομος εκδοτικός μηχανισμός του «Οδηγητή», ο Δήμος, ο Παναγιώτης και άλλοι σύντροφοι στις τότε συνθήκες. Ούτε μόνο για τη σχέση συντροφικότητας και βαθιάς φιλίας με τον Δήμο, που παρά τις διαφωνίες τους, ιδιαίτερα κατά τα τελευταία είκοσι χρόνια της ζωής του Δήμου, κράτησε για όλη τους τη ζωή. Μιλώντας για όλα αυτά, ο Δημήτρης ουσιαστικά αυτοσυστήνεται με μια σπάνια διαύγεια και εντιμότητα και μιλά για τον εαυτό του πολύ καθαρότερα απ’ ότι θα μπορούσα να το κάνω εγώ. Όπου χρειάζεται, «διορθώνει» τον Γιώργο Αδαμίδη, όπως όταν ο τελευταίος αναφέρεται σ’ έναν ευρύτερο πανελλαδικό εκδοτικό μηχανισμό με παντελώς άγνωστα ονόματα, που είχε ωστόσο να κάνει με πρωθύστερη επιχείρηση εκτύπωσης κυρίως προκηρύξεων της ΚΝΕ, πριν τις αρχές του 1972, που ανάλαβαν αυτοί. Και δίνει τα εύσημα για την ταχύτατη επανέκδοση του «Οδηγητή» από τον νεοσχηματιζόμενο μηχανισμό, για πρώτη φορά από ελληνικό έδαφος, στον Δήμο και στον Γιώργο Αδαμίδη, τότε μεγαλύτερο τους φοιτητή Νομικής που πρωτοσυναντήθηκε με τον Δήμο στις Εκδόσεις «Κέδρος», όπου σύχναζαν κι οι δύο: Ο Αδαμίδης στρατολόγησε τον Δήμο στην ΚΝΕ κι ο Δήμος έπεισε κι έφερε τους υπόλοιπους, βάζοντας τέρμα στις ατέρμονες μέχρι τότε συζητήσεις για την ανάγκη αντιστασιακής δράσης.
Ο Γκαστής κάνει μια βασική παρατήρηση: Ότι όταν πεθαίνει ένας στενός φίλος, παίρνει ανεπανόρθωτα μαζί του αυτό που μοιραζόμασταν μαζί του κι έτσι πεθαίνει όχι μόνο αυτός, αλλά κι ένα κομμάτι της δικής μας ζωής. Ο Δημήτρης είναι και ο μοναδικός στο τραπέζι που μιλά για τον «ελέφαντα στο δωμάτιο»: Ότι αυτός ο μηχανισμός αφύπνισης μιας εξαιρετικά σημαντικής και λίγο-πολύ άγνωστης ιστορικής μνήμης, που είχε ενεργοποιηθεί μέσω της εκδήλωσης για τον Δήμο, δεν αφορά μόνο προσωπικές μαρτυρίες, όσο αποτελεί καταγραφή στιγμών της ιστορίας ενός κόμματος, του ΚΚΕ, μέσω καταγραφής της ιστορικής μνήμης από τη δράση στους κόλπους του κατά τη συγκεκριμένη περίοδο ανθρώπων του τότε παράνομου μηχανισμού του, απ’ τους οποίους εδώ και πολλά χρόνια οι περισσότεροι δεν ανήκουν πια στο ΚΚΕ. Και τι αμοιβαία αμηχανία γεννά γι’ αυτό τούτη η καταγραφή: Τόσο σε μας που την κάναμε εκείνη τη βραδιά διαχειριζόμενοι την ιστορία ενός κόμματος του οποίου δεν είμαστε πλέον μέλη, όσο και στο ίδιο το ΚΚΕ…
Κάτι που σχεδόν κανείς δεν θυμάται είναι πως όταν ένα Σάββατο του Αυγούστου του 1979, μια πενταετία μετά την πολιτική αλλαγή και τρία χρόνια πριν τη θέσπιση του πολιτικού γάμου, παντρευτήκαμε με τον Δήμο με παππά και με κουμπάρο, ο Δημήτρης Γκαστής ήταν ο κουμπάρος μας. Υπηρετούσε τότε τη θητεία του ως ναύτης στο Ναύσταθμο της Σαλαμίνας και δεν ήταν σίγουρο ότι θα του έδιναν άδεια εξόδου για το απόγευμα. Έτσι – για την περίπτωση που δεν είχε έξοδο – είχαμε κανονίσει «εφεδρικό» κουμπάρο: Τον Δημήτρη Κοντοφάκα, που είμασταν μαζί τότε μέλη του Γραφείου του ΚΣ της ΚΝΕ. Περιμέναμε να ξεκαθαρίσει ποιος απ’ τους δύο θα είναι ο κουμπάρος κυριολεκτικά μέχρι την τελευταία στιγμή, οπότε εμφανίστηκε ελαφρά καθυστερημένος σε μια φισκαρισμένη εκκλησία, αλλά με τη γνωστή, αγγλοσαξονικού τύπου, αταραξία του ο Δημήτρης…
Τέλος, αυτά που λέει ο Δημήτρης πρέπει να τα δει και να τ’ ακούσει κανείς σε συνδυασμό μ’ αυτά που λέει ο Παναγιώτης Κουτούγερας, τόσο για τις αγωνιστικές εμπειρίες που μοιράστηκαν και οι τρεις μαζί – μαζί και με τον Δήμο – όσο και με άλλους, αγνώστους σήμερα αλλά τότε συντρόφους, που πλαισίωναν τη βασική τριάδα στον παράνομο μηχανισμό. Κι ιδιαίτερα για την περίοδο μετά το «χτύπημα» του Φλεβάρη και την κράτηση για ένα μήνα στη Γενική Ασφάλεια Θεσσαλονίκης του Δημήτρη, που είχε ως αποτέλεσμα ο Δήμος κι ο Παναγιώτης για όλο το διάστημα μέχρι την κατάρρευση της χούντας να γράφουν μόνοι τους τον «Οδηγητή»: Όπως κάποτε μου είχε πει ο Παναγιώτης, ο Δήμος είχε αναλάβει τα πολιτικά και τα διεθνή κι ο ίδιος τα εργατικά, τ’ αγροτικά και τα σπουδαστικά… (Ας σημειωθεί ότι η μοναδική σύλληψη μέλους του μηχανισμού, αυτή του Γκαστή, ήταν «από σπόντα», επειδή τον βρήκαν φιλοξενούμενο στο σπίτι του τότε φοιτητή της οδοντιατρικής Νίκου Καπλάνη, που βρισκόταν στη λίστα της πρώτης και βασικής ομάδας συλλήψεων στη Θεσσαλονίκη. Μετά από ένα μήνα «άκαρπης» ανάκρισης του Δημήτρη στην Ασφάλεια Θεσσαλονίκης τον άφησαν ελεύθερο χωρίς να υπάρξει οποιαδήποτε υποψία συμμετοχής του στον παράνομο εκδοτικό μηχανισμό. Ωστόσο, όπως γινόταν τότε, για λόγους προληπτικής περιφρούρησης ο Δημήτρης έμεινε έξω από τη δουλειά του μηχανισμού μέχρι την κατάρρευση της χούντας. Ο Νίκος Καπλάνης, μετά από μια εξίσου «άκαρπη» ανάκριση, προφυλακίστηκε στο τέλος του πεντάμηνου αναμένοντας – όπως κι εμείς – τη δίκη με τον Α.Ν. 509/1947 στο στρατοδικείο, που λόγω της πολιτικής αλλαγής δεν έγινε ποτέ.)
Μιλούν 7 συν 3
Ταυτόχρονα οι 7 από τους 10 του «πρώτου τραπεζιού» μιλούν συνολικότερα για τον παράνομο εκδοτικό μηχανισμό της ΚΝΕ. Κάτι πολύ καλύτερο απ’ το να έγραφα εγώ, που ότι ξέρω γι’ αυτόν είναι από «δεύτερο χέρι», από τον Δήμο. ΄Ετσι μια αδρή περιγραφή της λειτουργίας αυτού του μηχανισμού αναδύεται μέσα από τις μοναδικές δημόσιες αφηγήσεις που έχουν υπάρξει για κείνη την περίοδο, τις πρώτες 6 συν το μήνυμα που διαβάζεται αρχικά. Ταυτόχρονα σκέφτηκα να διατηρήσω και τους τελευταίους τρεις «φίλους του Δήμου» (σύμφωνα με την παρουσίαση του συντονιστή δημοσιογράφου Γιάννη Κιμπουρόπουλου) στο «πρώτο τραπέζι», που χρονικά τελειώνει το 1989, ο ένας απ’ τους οποίους βεβαίως, αν και δεν κάνει καμιά αναφορά σε αυτό, είναι ο «τυπογράφος» του παράνομου εκδοτικού μηχανισμού της Αντι-ΕΦΕΕ/Πανσπουδαστικής, Λάκης Σταθάκης: Ο «μέντορας» μου, μιλώντας μέσα απ’ τον τοίχο σε σχέση με τα ζητήματα της ανάκρισης, όντας και οι δυο μας για μήνες σε απομόνωση στην Γενική Ασφάλεια Αθηνών, που πιάστηκε μαζί με την άλλη «τυπογράφο», την «αδερφούλα» των αφηγήσεων μου, Αγγελική Σωτήρη και τον σύνδεσμο τους, ζωγράφο Σταύρο Τσικουδάκη, μέσα στο παράνομο τυπογραφείο της Αντι-ΕΦΕΕ. Έτσι είναι η πρώτη ενότητα ολοκληρωμένη: Σε μια εκδήλωση μνήμης–γαργαντούα όσον αφορά τον χρόνο, πολύ περισσότερο όταν μιλούν άνθρωποι για εκείνη την εποχή για πρώτη φορά στη ζωή τους τέσσερις ολόκληρες δεκαετίες αργότερα – στην οποία σκέφτομαι να μάλλον να επανέλθω, για όσους ενδιαφέρονται.
Ας σημειωθεί ότι η Αγγελική Σωτήρη δημοσίευσε αυτό το καλοκαίρι – κι ενώ εγώ γράφω ακόμα το δικό μου! – το πρώτο βιβλίο-προσωπική μαρτυρία από το «χτύπημα» του Φλεβάρη, με τίτλο «Από το παράνομο τυπογραφείο της “Πανσπουδαστικής” στην Ασφάλεια της Μεσογείων» (Εκδ. ΣΕ) – ένα βιβλιαράκι εξαιρετικό τόσο από άποψη περιεχόμενου όσο και αισθητικά…
Για το “χτύπημα του Φλεβάρη”, βλ. το βιβλίο με 22 συνεντεύξεις του αδελφού του Δημήτρη Τόκα, Λάμπρου Τόκα, συνταξιούχου δημοσιογράφου του «Ριζοσπάστη» με τίτλο “Τα παιδιά του Φλεβάρη” (εκδόσεις Καστανιώτη, 2014).
Και για όσους θέλουν την άποψη μου για τη σύνδεση αυτής της εποχής με την πρώιμη Μεταπολίτευση, υπάρχει ένα δοκιμιακού χαρακτήρα κείμενο μου, δημοσιευμένο στο βιβλίο του Κώστα Ζαγάρα, από το 2019: