«Άλλα βουνά στον κόσμο με διεκδικούν»: 53η επέτειος από το θάνατο του “Τσε” Γκεβάρα

Άρθρο του Κώστα Ήσυχου*

«Άλλα βουνά στον κόσμο με διεκδικούν»: 53η επέτειος από το θάνατο του “Τσε” Γκεβάρα

Στο μήνυμά του προς την Tricontinental, Μάιο του 1967, ο Ernesto Guevara de la Serna αντανακλούσε τις βαθύτερες πεποιθήσεις του, την πλήρη διάθεσή του και τη δέσμευσή του για τον αγώνα προς ένα «λαμπρό μέλλον». Στην  «Αποχαιρετιστήρια Επιστολή του στον  Φιντέλ Κάστρο» – που την δημοσιοποιήσε ο ίδιος ο Φιντέλ  έγραψε ότι: «σε μια επανάσταση είτε κερδίζουμε  είτε πεθαίνουμε».

Λίγους μήνες μετά τον θάνατο του στα βουνά της Βολιβίας, ζήτησε την ενότητα των λαών: «Και αν μπορούσαμε όλοι να ενωθούμε, έτσι ώστε τα χτυπήματά μας να είναι πιο σταθερά και ακριβή». Ίσως αυτό το μήνυμα θα μπορούσαμε εμείς, σήμερα, εδώ, στην Ελλάδα, να το ενστερνιζόμαστε με μια ουσιαστική παράφραση: «και εαν μπορούσε όλη η αριστερά ….να ενωθεί κάτω από την σημαία της ενότητας και της ελπίδας…..»

Όταν πέθανε, σταθερά κρατώντας τα ιδανικά του, ο Τσε Γκεβάρα ενσάρκωσε την παγκοσμιοποίηση της επαναστατικής ουτοπίας, όχι μόνο λόγω της αξέχαστης φωτογραφίας του με το μπερέ, του κόκκινου αστεριού και της γενειάδας του,  αλλά και λόγω της απαράμιλλης συνάφειας που μετατρέπει το πεπρωμένο ενός επαναστάτη, σε έμβλημα της ιστορικής αναζήτησης του «νέου ανθρώπου» – εκείνου που δεν παραδίδεται στην καταπίεση, ούτε βολεύεται «στο μέλι του κατεστημένου», και που θα παραμένει όρθιος μέχρι να ηττηθεί η αντιξοότητα.

Νικηφόρος στην κουβανική επανάσταση, ο Ερνέστο Γκεβάρα μεταπήδησε από το πεδίο της μάχης στο Υπουργείο Οικονομίας, όπου υπέγραφε τα υπουργικά διατάγματα και τους οικονομικούς  «λογαριασμούς» της Κούβας με ένα απλό «Τσε».

Η συνάφεια μεταξύ θεωρίας και πρακτικής τον οδήγησε να μπει στον αγώνα άλλων λαών της Αφρικής και της Αμερικής. Στη Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών το 1964, ο Γκεβάρα τόνισε οτι : «Νιώθω τόσο πατριώτης  της Λατινικής Αμερικής, άλλα και οποιασδήποτε άλλης χώρας και όπου είναι απαραίτητο θα ήμουν πρόθυμος να δώσω τη ζωή μου για την απελευθέρωση οποιαδήποτε από τις χώρες της Λατινικής Αμερικής, της Αφρικής και της Ασίας».

Με την πεποίθηση ότι είναι πολίτης του κόσμου καταφέρνοντας να μεταφέρει τη θεωρία της επαναστατικής δράσης στην πράξη, ο Τσε Γκεβάρα βγήκε στις ζούγκλες της Βολιβίας τον Νοέμβριο του 1966 υπό την ταυτότητα ενός Ουρουγουανού,  με το όνομα Adolfo Mena González, για να ξεκινήσει την τελευταία του αντάρτικη απόπειρα με τη μάταιη ελπίδα ότι οι αγρότες αυτόχθονες και οι μαχητές του Κομμουνιστικού Κόμματος της Βολιβίας θα ενταχθούν στην εξέγερση. Η ηγεσία του κόμματος τότε, αγκιστρωμένη στην δογματική της αντίληψη, σύντομα θα του έκλεινε την πόρτα…

Ο Τσε και η ομάδα του  αντιμετώπισε την απουσία αντικειμενικών συνθηκών για την επανάσταση. Το κύριο από αυτά ήταν η παρανόηση των κοινωνικών βάσεων στις οποίες προσπάθησε να παρακινήσει τις εξαθλιωμένες μάζες. Τις πρώτες μέρες του Οκτωβρίου 1967, διακόσιοι μισθοφόροι κομάντος, οι «Ρέιντζερς» που είχαν εκπαιδευτεί από τη CIA και τον αμερικανικό στρατό τον κυνηγούν και περικυκλώνουν τον Γκεβάρα και τους εναπομείναντες 16 αντάρτες.

Ο Έντουαρντο Γκαλεάνο έγραψε: «ταλαιπωρημένοι  από την πείνα, από το αφιλόξενο περιβάλλον της ζούγκλας, με ελάχιστα πυρομαχικά, οι αντάρτες περιφέρονται στους θάμνους του ποταμού Ñancahuazú. Υπάρχουν λίγοι αγρότες σε αυτή την τεράστια μοναξιά. Ούτε ένα, ούτε δύο άτομα δεν είχαν  ενταχθεί στο μικρό στρατό του Τσε Γκεβάρα τους τελευταίους μήνες. Οι δυνάμεις του μειώνονται από ενέδρα σε ενέδρα», όσο καιρό έδινε μια άνιση μάχη στην Βολιβία.

Υπό αυτές τις συνθήκες, ο Τσε Γκεβάρα επιχείρησε μια τακτική απόσυρση. Στις 7 Οκτωβρίου, οι αντάρτες κατέβηκαν σε ένα απότομο φαράγγι προς το ποτάμι. Εκείνο το βράδυ, ο Τσε έκανε την τελευταία καταχώρηση στο ημερολόγιό του: «οι 17 από εμάς βγήκαμε με ένα πολύ μικρό φεγγάρι και η πορεία μας ήταν πολύ κουραστική μέσα από το φαράγγι όπου ήμασταν, το οποίο δεν έχει σπίτια κοντά, αλλά αρδευόμενες πατάτες, από τάφρους του ίδιου ρέματος. Στις δύο το πρωί, σταματήσαμε να ξεκουραστούμε, καθώς ήταν άχρηστο να συνεχίσουμε να προχωρούμε».

Στις 8 Οκτωβρίου, οι 17 αντάρτες εξεπλάγησαν με την παρουσία  «Ρέιντζερς» στο Quebrada del Yuro. Μετά από τρεις ώρες μάχης, ο Τσε τραυματίστηκε στο πόδι και το μπράτσο και συνελήφθη. Μια μέρα αργότερα, σε ένα μικρό σχολείο στο La Higuera της Βολιβίας, περίπου στις 12:45 μ.μ., ο λοχίας Mario Terán άδειασε το M1 όπλο του στον Ernesto Guevara de la Serna.

Συνήθως, το σώμα ενός εχθρικού μαχητή επιστρέφεται  στην οικογένειά του. Δεν ήταν έτσι με τον Τσε. Ο συνταξιούχος στρατηγός Gary Prado, ο οποίος ηγήθηκε του τάγματος του βολιβιανού στρατού που τον δολοφόνησε, ομολόγησε: «Η εντολή ήταν να εξαφανίσουμε τα λείψανα, ώστε να μην υπάρχει τόπος προσκυνήματος. Ένα μέρος όπου οι λάτρεις του Τσε θα έρχονται για να αποτίσουν φόρο τιμής».

Το πτώμα του Τσε εμφανίστηκε στον Τύπο ως τρόπαιο ενώ βρισκόταν πάνω σε ένα τραπέζι. Και έτσι φωτογραφήθηκε .

Σε αντίθεση με αυτήν τη μακάβρια πράξη και εικόνα που οργανώθηκε από τον παρεμβατισμό και την τότε επικοινωνιακή πολιτική των Γιάνκηδων , ο Τσε από την επόμενη κιόλας, και μετά και μετά, μεταλλάχθηκε σε χαρά, εξέγερση, τραγούδια, βιβλία, έπη, ιστορία, ποίηση, ορίζοντες, όνειρα.  Αναστήθηκε «σε έναν Χριστό» την εποχής μας.

Όσοι εμπλέκονται στη δολοφονία του πέτυχαν τη φυσική αλλά όχι την ιστορική εξαφάνισή του.

Στις 28 Ιουνίου 1997, κοντά στο νεκροταφείο Vallegrande, ένα κουβανικό μηχάνημα εκσκαφής που έψαχνε για τα λείψανα του, τον εντόπισε. Η γη αναδεύτηκε με τα χέρια τους, η στολή του Τσε είδε ξανά το φως σχεδόν 30 χρόνια αργότερα. Μεταφέρθηκε στο τωρινό μαυσωλείο του, στη Σάντα Κλάρα της Κούβας, όπου σήμερα δεσπόζει ένα μνημείο συνάντησης για τους ονειροπόλους των «αναβαλλόμενων επαναστάσεων» από ολόκληρο τον κόσμο.

Από τον θάνατό του, ο Τσε είναι ακόμα ένα σύμβολο αμέτρητων συλλογικών οργανώσεων και κινημάτων με ένα κοινό συνώνυμο, την αντίσταση, την αξιοπρέπεια και την άθραυστη παραδειγματική του θυσία .

Δεν είχε περάσει ένας χρόνος  από τον θάνατο  του, όταν, στις διαδηλώσεις των μαθητών της Αργεντινής , στις  12 Οκτώβρη  1968, η εικόνα του δέσποζε σε πανό και αφίσες των συμμετεχόντων σχολείων.

Κατά τη διάρκεια της απεργιών και της εξέγερσης εναντίον της Χούντας του Ονγκανια στην Αργεντινή, τον Μάιο του 1969 , το  γνωστό « Κορδομπασο», ένας μαθητής ζωγράφισε μια μνημειακή τοιχογραφία του Τσε στον μπροστινό τοίχο του αμφιθέατρου που σημερα φέρει το όνομά του, στο Ciudad Universitaria της Κόρδομπας. Ακόμα εκεί είναι το πορτραίτο του. Η ομοσπονδία των δημοσίων νοσοκομειακών γιατρών της  Αργεντινής σήμερα φέρει το όνομά του.

Στην επέτειο του θανάτου του, θυμόμαστε επίσης τον Τσε Γκεβάρα από την αγάπη του  για το ποδόσφαιρο: «Έσωσα τον εαυτό μου αποκρούοντας ένα πέναλτι, που θα παραμείνει στην ιστορία της Leticia», (κέντρο αποκατάστασης λεπρών στην Κολομβία) είπε ο Ερνέστο,  πριν ακόμα γίνει ο Τσε.

Το 1952, στις όχθες του ποταμού Αμαζονίου, στην Leticia της Κολομβίας, ήταν προπονητής ποδοσφαίρου και τερματοφύλακας στην ομάδα των ασθενών, μια θέση που, ως ασθματικός, τον ευνόησε, για να μπορεί να παίξει. Απέκρουσε ένα απίστευτο πέναλτι . Σήμερα, σε πολλά γήπεδα της Αργεντινής, όταν ένας τερματοφύλακας αποκρούει ένα πέναλτι , ρυθμικά η κερκίδα φωνάζει Che ! Che!

Η δικιά μας η γενιά, όπως και επόμενες, μεγάλωσαν μαζί του. Μας στιγμάτισε η παραδειγματική αφοσίωση του και το πείσμα του στις ιδέες του σοσιαλισμού και της επανάστασης. Μας δίδαξε ότι σε συνθήκες και συγκυρίες που επιβάλλουν τον συλλογικό αγώνα όλοι έχουμε μια θέση. Αρκεί σήμερα να κατανοήσουμε την ανάγκη για την ενότητα της αριστεράς.

 

*Ο Κώστας Ήσυχος είναι πρ. Αναπληρωτής Υπουργός Εθνικής Άμυνας και πρ. βουλευτής, στην πρώτη κυβέρνηση Συριζα. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην πόλη του Κιλμές, στο Μπουένος Άιρες της Αργεντινής

Αναδημοσίευση από το ThePressProject