Γιάννης Κουζής: Για ποια κεντροαριστερά;

Πηγή: Documento

Διάλογος Documento για την κεντροαριστερά

Γιάννης Κουζής: Για ποια κεντροαριστερά;

Οι πρόσφατες ευρωεκλογές με τα πρωτοφανή ποσοστά αποχής αναδεικνύουν την έλλειψη ελπίδας της ελληνικής κοινωνίας μπροστά στα συνεχόμενα αδιέξοδα μέσα σε μια Ευρώπη χωρίς μέλλον για τους λαούς της. Η έντονη δυσαρέσκεια για την κυβερνητική πολιτική και η κραυγαλέα απουσία ουσιαστικής αντιπολίτευσης με την Αριστερά ηττημένη ενισχύουν την ακροδεξιά, που επωφελείται από το κενό αντιπολίτευσης και την απαξίωση του άρρωστου πολιτικού συστήματος.

Με δεδομένη την απουσία αντίπαλου πόλου για την κυβέρνηση, ανθούν κινήσεις στο όνομα της κεντροαριστεράς για πολιτικές και εκλογικές συνεργασίες δυνάμεων που, προ πολλού, θα μπορούσαν να συνυπάρχουν σε ενιαίο πολιτικό χώρο. Ομως η θολή αναφορά στην κεντροαριστερά αποφεύγει την αναγκαία διευκρίνιση ως προς το ποια από τα εμπλεκόμενα κόμματα, με τις μέχρι τώρα πολιτικές τους, κατατάσσονται στο πολιτικό «κέντρο» και ποια ανήκουν στην Αριστερά. Παράλληλα, η πρωτοφανής μεταπολιτευτικά κατάρρευση του τυπικού δικομματισμού, αναγκαίου για τα κατεστημένα συμφέροντα, ενθαρρύνει και από μέρους τους την όποια κινητικότητα. Είναι ενδεικτικό άλλωστε ότι ισχυρά επιχειρηματικά και μιντιακά κέντρα, έχοντας μέχρι και το πρόσφατο παρελθόν στηρίξει μανιωδώς την άνοδο της κυβέρνησης και την πολιτική της, σήμερα κραδαίνουν τη σημαία της ανατροπής της, συμβάλλοντας ενεργά στη συμμαχία για την κυβερνώσα «κεντροαριστερά».

Τα παραπάνω δημιουργούν εύλογα ερωτήματα: Πρόκειται για πρωτοβουλίες δημιουργίας μιας πραγματικά νέας πολιτικής προοπτικής απέναντι στην απόλυτα δικαιολογημένη κοινωνική οργή κατά της κυβέρνησης; Ή αυτές περιορίζονται σε μια κίνηση κυβερνητικής εναλλαγής χωρίς σοβαρά εχέγγυα για ένα πραγματικό νέο δείγμα πολιτικής; Ποιες από τις αποκαλούμενες δυνάμεις της κεντροαριστεράς που βρίσκονται στο κάδρο έχουν επιδείξει αριστερές πρακτικές σε κεντρικά ζητήματα πολιτικής ώστε να είναι αξιόπιστες για τον κόσμο της Αριστεράς; Είτε ως κυβέρνηση, έχοντας όλες συμμετάσχει στη διακυβέρνηση της χώρας, είτε ως αντιπολίτευση της τελευταίας πενταετίας, όταν η εκκωφαντική απουσία ουσιαστικού αντίλογου συνέβαλε στην απόλυτη κυριαρχία της Δεξιάς. Ποιος εγγυάται μια πραγματική αλλαγή πλεύσης και αναγκαίες ρήξεις απέναντι σε κατεστημένα συμφέροντα και μακρόχρονα δεσμά για την πορεία της χώρας, υπογεγραμμένα από τους δυνάμει εμπλεκόμενους στο πλαίσιο του μεταμνημονιακού «αναπτυξιακού» οδικού χάρτη μέχρι το 2059; Με ποιο παραγωγικό μοντέλο θα ανατραπεί η μετατροπή της χώρας σε πεδίο φτηνών υπηρεσιών, βαλκανοποίησης των εργασιακών σχέσεων και εξαέρωσης των μισθών από την ακρίβεια; Με ποια εργαλεία θα ασκηθεί αριστερή πολιτική όταν η δημόσια περιουσία είναι υποθηκευμένη μέχρι το 2116; Με ποιες πολιτικές θα αποφευχθούν οι κίνδυνοι εμπλοκής σε πολεμικές αναφλέξεις που υποδαυλίζουν οι διαχρονικοί «εταίροι», «σύμμαχοι» και σωτήρες μας; Πρόκειται για εύλογα ερωτήματα για μια χώρα ενταγμένη σε μακρόχρονο καθεστώς αποικίας χρέους με κοινωνικά αδιέξοδα που συσσωρεύονται από ασφυκτικές δεσμεύσεις που με διάφορες αφορμές θα βρίσκονται μπροστά μας. Είναι ερωτήματα που απαιτούν πειστικές, αναγκαία αριστερές και όχι «κεντρώες» απαντήσεις στο βασικό τους πρόσημο. Απαιτούν ρήξεις με κατεστημένα συμφέροντα που τα μέχρι τώρα πεπραγμένα των δυνάμεων της «κεντροαριστεράς» όχι μόνο δεν έχουν επιδείξει, αλλά ακολουθώντας ευλαβικά νεοφιλελεύθερες συνταγές σε τρία μνημόνια νομιμοποίησαν τον κύριο εκφραστή του νεοφιλελευθερισμού στη χώρα και τον κατέστησαν κυρίαρχο. Κινούμενες σταθερά στη λογική τής άνευ όρων κυβερνησιμότητας, πρόθυμα αναβαπτίζουν αλλότριες πολιτικές και πρόσωπα επιβάλλοντας πολιτική αμνησία, απολαμβάνουν αυτάρεσκα την αναγνώριση της «υπεύθυνης» δύναμης με την αποδοχή του ΤΙΝΑ και συμβάλλοντας στη γενικότερη απαξίωση της Αριστεράς ομνύοντας στο όνομά της. Υπό αυτούς τους όρους η συζητούμενη ελληνική εκδοχή της κεντροαριστεράς με τους δυνάμει εμπλεκόμενους πολιτικούς χώρους μάλλον αφορά σήμερα «κεντρώες» δυνάμεις της παρηκμασμένης ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, χωρίς να σημαίνει ότι δεν έχουν στις τάξεις τους μέλη και ψηφοφόρους που ανήκουν στον ευρύτερο αριστερό χώρο. Αλλωστε η νωπή συμβολή των πολιτικών τους στην απορρύθμιση του κοινωνικού κράτους και στον βιασμό της εργασίας έχει αφήσει ανεξίτηλες πληγές. Αυτό δεν σημαίνει ότι διακηρύξεις όπως η δημοκρατική λειτουργία των θεσμών δεν συναντώνται αυτονόητα με τα αιτήματα της Αριστεράς, όπως και η έμπρακτη κατοχύρωση δικαιωμάτων σε επιμέρους κοινωνικές ομάδες. Αυτό όμως δεν αρκεί για τον χαρακτήρα μιας αριστερής δύναμης όταν παραμένουν σε δεύτερη μοίρα οι ταξικές αντιθέσεις και συγκρούσεις που συνιστούν διαχρονικά το προνομιακό πεδίο της αριστερής σκέψης.

Η κοινωνικά αναγκαία ανατροπή της κυβερνητικής πολιτικής βρίσκεται μπροστά σε δύο εκδοχές: αλλαγή διακυβέρνησης με αισθητές παραλλαγές μέσα στα συγκεκριμένα όρια της ίδιας κεντρικής κατεύθυνσης διαιωνίζοντας αδιέξοδα ή ριζική αλλαγή πολιτικής πλεύσης. Το πρώτο μπορεί να προκύψει και από την εκ των άνω «κεντροαριστερή» συγκόλληση, με σαφώς διαφορετικό περιεχόμενο από το πρόσφατο εγχείρημα που επιβάλλει από τα κάτω η ίδια η γαλλική κοινωνία. Χωρίς, όμως, σαφείς απαντήσεις σε καίρια προβλήματα, με απουσία ουσιαστικής αυτοκριτικής για τις πολιτικές που αποτέλεσαν τον μεγάλο χορηγό για την κυριαρχία της Δεξιάς, οι διεργασίες αυτές κινούνται σε όρους κυβερνητικής εναλλαγής και προσωρινής εκτόνωσης της κοινωνικής οργής. Αντιθέτως, και επειδή δεν υπάρχουν σήμερα οι συνθήκες για ριζικές αλλαγές με άξονα τις αξίες της Αριστεράς, προέχει η δημιουργία όρων ισχυρής και ουσιαστικής αντιπολίτευσης μέσα από την ανασύνταξη του ηττημένου και πολυκερματισμένου χώρου της και την ανάδειξή του ως πραγματικού αντίπαλου πόλου για αποτελεσματικές κοινωνικές αντιστάσεις αλλά και για απαντήσεις στα δεσμά της κοινωνίας.

                        *Ο Γιάννης Κουζής είναι καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου