ΤΙΝΑ, τινά και τι να…
Τα εκλογικά αποτελέσματα καταγράφουν την μακροχρόνια απογοήτευση του κόσμου από τις πολιτικές διαδικασίες. Ψήφισαν 4.062.092, τα 2/3 από τους 6.161.338 ψηφίσαντες του δημοψηφίσματος, παρά την υιοθέτηση της επιστολικής ψήφου και των εκλογέων του εξωτερικού. Για να μην μιλήσουμε για παλιότερες βουλευτικές ή δημοτικές εκλογές (όπου η παρουσία πληθώρας υποψηφίων αυξάνει την πίεση για ψήφο σε γνωστούς και φίλους).
Αυτή η απαξίωση, είτε αποτέλεσμα αδιαφορίας, είτε συνειδητής αποχής είναι εξ ορισμού πολιτική και έχει ως αποτέλεσμα να αφήνεται ελεύθερο το πεδίο στους κυρίαρχους μηχανισμούς να ασκούν ελεύθερη την πολιτική τους χωρίς οι εκλογές να τους ασκούν οποιαδήποτε πίεση. Γι αυτο και η χαμηλή συμμετοχή ουδέποτε θεωρήθηκε ως δημοκρατικό έλλειμα.
Επιβεβαιώνεται περαιτέρω ότι η δυσαρέσκεια για την ασκούμενη πολιτική στρέφεται προς τα ακροδεξιά με μαζικούς όρους. Σε κάποιες περιπτώσεις, όπως της Φωνής Λογικής, η υποστήριξή της οργανώθηκε συντεταγμένα από ΜΜΕ και κυβερνητικά κέντρα για να περιοριστούν πιο ανεξέλεγκτες καταστάσεις. Σε κάθε περίπτωση όμως, όπως δείχνουν και τα παραδείγματα από την Ευρώπη με την Μελόνι επικεφαλής, καμία αντισυστημικότητα δεν κρύβουν αυτοί οι σχηματισμοί, που εφαρμόζουν την ίδια νεοφιλελεύθερη και φιλοπόλεμη πολιτική (με έντονο αντιμεταναστευτικό λόγο) σε αγαστή σύμπνοια με τους ακροκεντρώους τύπου Μακρόν, τους χριστιανοδημοκράτες και την κεντροαριστερά.
Στην Ελλάδα τα κόμματα αυτά αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους είτε ως παραπλήρωμα μιας συντηρητικής κυβέρνησης (Ελληνική Λύση), είτε ως κοινοβουλευτικό μοχλό πίεσης ενάντια στα δικαιώματα και τις ελευθερίες για την διατήρηση των πατροπαράδοτων αξιών (Νίκη), πίεση που ασμένως υιοθετείται από τους κυβερνητικούς αξιωματούχους. Δεν είναι τυχαίο ότι η πρώτη δήλωση Βελόπουλου αναφερόταν στην ανάγκη πατριωτικής διακυβέρνησης και όχι σε ένα κάλεσμα συγκρότησης πατριωτικού (ακροδεξιού) πόλου. Ούτε βέβαια ήταν τυχαίο ότι έβαλε πλάτη στη ΝΔ για να αλλάξουν οι συσχετισμοί στην ΑΔΑΕ και να μην κληθεί η ΕΥΠ να αποκαλύψει τους λόγους παρακολούθησης.
Το μόνο λοιπόν θετικό αποτέλεσμα των εκλογών, η μαζική αποδοκιμασία της κυβερνητικής πολιτικής, αμαυρώνεται από την ακροδεξιά στροφή που θα χρησιμεύσει στην ενίσχυση του κυβερνητικού αυταρχισμού και στη δημιουργία συνθηκών στήριξης μιας επόμενης πιο αυταρχικής δεξιάς κυβέρνησης.
Στο κεντροαριστερό στρατόπεδο τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα. Ούτε το Πασοκ, ούτε ο Συριζα (παρότι με την εκλογή Κασελλάκη έχει γίνει πολύ πιο συμβατός με το συστημικό νεοφιλελεύθερο προφίλ και εξοβέλισε ως πολιτικό λόγο τις πιο ριζοσπαστικές του εκφράσεις) κατάφεραν, παρά την μεγάλη πτώση της ΝΔ, να εμφανισθούν ως εναλλακτικό κυβερνητικό κέντρο.
Η αδυναμία αυτή καταγράφει το έλλειμμα αντιπολίτευσης, αλλά και τη χρεωκοπία της κεντροαριστεράς να πείσει ότι έχει πραγματικά ένα εναλλακτικό κυβερνητικό πρόγραμμα. Και πώς να πείσει όταν υιοθετεί ή θεωρεί ότι δεν μπορεί να αντιταχθεί στους βασικούς άξονες του νεοφιλελεύθερου ευρωμονόδρομου, της TINA (χρηματιστήριο ενέργειας, ιδιωτικοποιήσεις, πλειστηριασμοί, ελαστικές εργασιακές σχέσεις, ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας μέσω του Υπερταμείου και του ΤΑΙΠΕΔ, κεφαλαιοποιητικά συνταξιοδοτικά συστήματα, αδειοδότηση επενδύσεων χωρίς κανένα χωροταξικό σχεδιασμό, εξορύξεις υγρογονανθράκων, γκετοποίηση των προσφύγων με την αποδοχή των κανονισμών του Δουβλίνου, της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας και των στρατοπέδων στα νησιά, διατήρηση του φράκτη, πλήρης παράδοση στη φιλοπόλεμη νατοϊκή πολιτική).
Εξ ού και η πίεση να ενωθεί όλη η κεντροαριστερά υπό μια κοινή υποψηφιότητα για να αποσβένονται οι δυσαρέσκειες και οι κραδασμοί σε ένα πλήρως ελεγχόμενο δικομματικό σύστημα. Στο βαθμό που η Νεα Αριστερά υιοθετεί και προπαγανδίζει αυτό το σχέδιο δείχνει ότι δεν έχει κάτι καινούργιο να προσφέρει στην ανασυγκρότηση των αντιστάσεων. Το μέλλον μας επιφυλάσσει πολύ κεντροαριστερό θέαμα με τρικλοποδιές, κρυμμένους άσσους και χτυπήματα κάτω από την μέση, που μάλλον θα απαξιώσουν ακόμα περισσότερο την πολιτική.
Σε αυτό το ζοφερό τοπίο θα έπρεπε να αντιταχθεί μια εντελώς αντίρροπη κατεύθυνση: η συγκρότηση ενος πολτικού προγραμματικού χώρου υπεράσπισης των δικαιωμάτων, των κατακτήσεων και των συμφερόντων της εργασίας, της νεολαίας, της λαικής πλειοψηφίας, προκειμένου να ανατραπούν στο σήμερα οι καταθλιπτικοί συσχετισμοί. Ενός χώρου που δεν μπορεί να συγκροτηθεί μέσα από ατέρμονες συζητήσεις σε πολιτικά γραφεία (και σίγουρα όχι προεκλογικά), αλλά πρέπει να συγκροτηθεί ανοιχτά με συζητήσεις σε όλη την Ελλάδα, εμπλέκοντας όσες και όσους αγωνιστές των κινημάτων αντιλαμβάνονται αυτή την αναγκαιότητα, σε όποιον πολιτικό χώρο και αν ανήκουν.
Μια τέτοια πρωτοβουλία θα έπρεπε να αναλάβει η μεγαλύτερη δύναμη της Αριστεράς, το ΚΚΕ, δυστυχώς όμως δεν είναι αυτή η τακτική του. Το βάρος λοιπόν πέφτει στους ώμους του ΜέΡΑ25/Ανατρεπτική Οικολογική Αριστερά, που κατάφερε να διατηρήσει μια σχετικά μαζική απεύθυνση, παρά τους αποκλεισμούς, αλλά και παρά τα δικά του λάθη και αδυναμίες. Έχουμε χρέος να οικοδομήσουμε μια ριζοσπαστική προοπτική, ξεκάθαρα αριστερή, που θα εμπνέει τον κόσμο να συμμετάσχει, πέρα και μακριά από τις συνήθεις παθογένειες του κατακερματισμού και της απέχθειας για ο,τι βρίσκεται πιο κοντά μας.
Δημήτρης Σαραφιανός
Μέλος της ΠΓ της ΛΑΕ ΑΑ