Ανατομία μιας δήθεν επιτυχημένης θητείας
Της Κατερίνας Χαιρέτη*
«Είμαι περήφανος διότι παραδίδουμε το υπουργείο σε εξαιρετικά καλύτερη θέση από ό,τι το παραλάβαμε» σημείωσε ο κ. Γεωργιάδης και προχώρησε σε έναν απολογισμό του έργου του.
Αυξήθηκε το ΑΕΠ κατά 7% μέσα στην 4ετία, οι δημόσιες επενδύσεις προβλέπεται να ανέλθουν στα 12 δισ. ευρώ μέσα στο 2023, οι άμεσες ξένες επενδύσεις αυξήθηκαν κατά 43% μέσα στην 4ετία, ενώ ο ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου έφθασε τα 26.710 δισ. ευρώ το 2023.
Ας ξεκινήσουμε από το ΑΕΠ: το 2022 έναντι του 2019 η αύξηση που προέκυψε σε σταθερές τιμές (μη εποχικά διορθωμένα στοιχεία) ήταν 4,5%, ενώ αν υπολογιστεί έναντι του 2018 ήταν 6,5%. Όπως φαίνεται από τον σχετικό πίνακα, η εντυπωσιακή αύξηση του 2021 κατά 8,4% προέκυψε μετά από μια τεράστια πτώση κατά 9,0% το 2020. Ακολούθησε η αύξηση του 2022 κατά 5,9% η οποία σαφώς υπερκάλυψε την τεράστια απώλεια του 2020, ωστόσο κατ’ ουδένα τρόπο επιτρέπει θριαμβολογίες, καθώς, κατά μεγάλο μέρος, οφείλεται (όπως και εκείνη του 2021)
στην αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης, η οποία είχε «παγώσει» κατά το έτος 2020, λόγω της πανδημίας. Και, καθώς γνωρίζουμε όλοι/ες, και φαίνεται και από τον Πίνακα 1, η αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης συμβαδίζει με αύξηση των εισαγωγών (κατά 17,7% επάνω το 2021 και κατά 10,2% το 2022) με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το εμπορικό ισοζύγιο της Χώρας.
Ας συνεχίσουμε με τις δημόσιες επενδύσεις: πράγματι προβλέπεται να φτάσουν τα 12 δισ. εκατ. το 2023, εκ των οποίων, όμως, τα 3,7 περίπου δισ. ευρώ, δηλαδή το 44,1% του συνόλου, προέρχονται από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, ενώ και από τα υπόλοιπα 8,3 δισ. εκατ. μόνο τα 1,5 δισ. ευρώ προέρχονται από εθνικούς πόρους. Τα υπόλοιπα 6,8 δισ. ευρώ είναι συγχρηματοδοτούμενα και πάλι από την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΣΠΑ κλπ.).
Άμεσες ξένες επενδύσεις: όπως φαίνεται από τον Πίνακα 2, οι άμεσες ξένες επενδύσεις κατά το έτος 2022 έφθασαν πράγματι τα 7,2 δισ. ευρώ και είναι αισθητά αυξημένες έναντι του προηγούμενου έτους, κατά 35,0% και εξαιρετικά αισθητά αυξημένες, έναντι του 2020, κατά 157,0%. Ο κ. Υπουργός έχει δίκιο να επιχαίρει, αφού αξιολογεί ποσοτικά το μέγεθος. Θα επιτρέψει, ωστόσο, σε μας να το αξιολογήσουμε ποιοτικά. Κι εκεί θα…τα χαλάσουμε με τον κ. Υπουργό, καθώς ο θησαυρός θα αποδειχθεί…. άνθρακες.
Όπως φαίνεται, και πάλι, από τον Πίνακα 2, από τα 7,2 δισ. ευρώ των συνολικών άμεσων ξένων επενδύσεων μόνο το 1.159 δισ. ευρώ επενδύθηκε στη μεταποίηση, δηλαδή στον δευτερογενή τομέα που στη χώρα μας έχει μεγάλη ανάγκη επενδύσεων, ώστε να αλλάξει το παραγωγικό μοντέλο μιας οικονομίας που κυριαρχείται από τις υπηρεσίες και ιδιαίτερα τις υπηρεσίες που σχετίζονται με τον τουρισμό. Δεν χρειάζεται να τονίσουμε, ότι δεν είμαστε αντίθετοι με την τουριστική ανάπτυξη της χώρας. Η Ελλάδα, τόσο λόγω μορφολογίας εδάφους, όσο και λόγω της ιστορίας της, ελκύει και θα συνεχίσει να ελκύει επισκέπτες και δεν υπάρχει λόγος να αλλάξει αυτό. Αυτό, όμως, που σίγουρα πρέπει να αλλάξει είναι το να θεωρείται ο τουρισμός η …..βαριά βιομηχανία της χώρας. Από αυτά τα 1.159 δισ. ευρώ ένα ποσό της τάξης των 435 εκατ. ευρώ κατευθύνθηκε στον κλάδο των ειδών διατροφής, ποτών και προϊόντων καπνού, δηλαδή στον κλάδο που είναι ήδη από τους σημαντικότερους στο σύνολο της μεταποίησης, κυρίως σε επίπεδο εξαγωγών, στην Ελλάδα. Δεν είναι, βέβαια, αρνητικό, το ότι η Ελλάδα έχει μια σημαντική βιομηχανία τροφίμων. Αυτό που είναι αρνητικό είναι το ότι αυτός ο κλάδος έχει χαμηλή προστιθέμενη αξία και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να προσδώσει στην ελληνική οικονομία χαρακτηριστικά οικονομίας που έχει βιομηχανική παραγωγή. Το ότι η μερίδα του λέοντος των άμεσων ξένων επενδύσεων σε επίπεδο μεταποίησης κατευθύνεται εκεί είναι δείγμα του ότι η όλη επενδυτική δραστηριότητα εντάσσεται στην κατεύθυνση της συντήρησης του υπάρχοντος παραγωγικού μοντέλου, χωρίς προοπτική αναπροσανατολισμού της προς μια πιο δυναμική κατάσταση.
Το πόσο συντηρητικό είναι το επενδυτικό στάτους που αναδύεται φαίνεται στο ποσό που έχει επενδυθεί στο σύνολο των υπηρεσιών, 4,375 δισ. ευρώ, δηλαδή το 60,1% του συνόλου. Εξ αυτού ένα ποσό 2.424 δισ. ευρώ, δηλαδή τα μισά και πλέον απ’ όσα επενδύθηκαν στις υπηρεσίες, κατευθύνθηκε στον κλάδο Χρηματοπιστωτικών και ασφαλιστικών δραστηριοτήτων. Από τα υπόλοιπα ποσά ένα εκατομμύριο περίπου κατευθύνθηκε στη διαχείριση ακίνητης περιουσίας, ενώ άλλο ένα εκατομμύριο (για την ακρίβεια 923 εκατ. ευρώ) σε ιδιωτικές αγοραπωλησίες ακινήτων.
Ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου: όπως ανάφερε ο κ. Υπουργός οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου έφθασαν τα 26 περίπου εκατομμύρια το 2022. Δεν αμφισβητείται ο αριθμός, αμφισβητείται και πάλι η ποιότητα των επενδύσεων. Τα στοιχεία που έχει δημοσιεύσει τόσο η Ελληνική Στατιστική Αρχή, όσο και η Eurostat, για το έτος 2022, αφορούν τους τύπους περιουσιακών στοιχείων και όχι τους κλάδους στους οποίους κατευθύνονται. Με μια απλή ματιά αντιλαμβανόμαστε (Πίνακας 3), ότι τη μερίδα του λέοντος καταλαμβάνει ο μηχανολογικός εξοπλισμός και τα οπλικά συστήματα (ποσοστό 27,9%, όταν σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης και Ευρωζώνης τα αντίστοιχα ποσοστά είναι 18,9% και 18,3%, αντίστοιχα). Δεδομένου ότι δεν διατίθενται ακόμη στοιχεία για το έτος 2022 κατά κλάδο, παραθέσαμε τα στοιχεία για το έτος 2021.
Στον Πίνακα 4 απεικονίζονται τα στοιχεία για τα έτη 2007-2021 (2021 τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία) με ανάλυση κατά κλάδο. Όπως παρατηρείται, με εξαίρεση τρεις κλάδους της οικονομίας, στους οποίους παρατηρείται θετικός ρυθμός μεταβολής κατά το εξεταζόμενο διάστημα, ο συνολικός ρυθμός μεταβολής είναι αισθητά αρνητικός, -5,9%, με το μεγαλύτερο ποσοστό αρνητικής μεταβολής να αφορά τον κλάδο διαχείρισης ακίνητης περιουσίας. Είναι προφανές από την σύγκριση των Πινάκων 2 και 4, ότι ο κλάδος διαχείρισης ακίνητης περιουσίας έχει πλέον αφεθεί στα χέρια των ξένων επενδυτών, καθώς κατέχει περίοπτη θέση στις ξένες επενδύσεις, ενώ στις εγχώριες η πορεία είναι καθοδική.
Γενικότερα, παρατηρείται, ότι καθ’ όλο το εξεταζόμενο διάστημα οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου αφορούν, κατά κύριο λόγο, τον τριτογενή τομέα, δηλαδή τις υπηρεσίες, με την πρώτη θέση να κατέχει η δημόσια διοίκηση και άμυνα (τα οπλικά συστήματα που εντοπίσαμε στον Πίνακα 3) και την επόμενη η διαχείριση ακίνητης περιουσίας (παρά την καθοδική πορεία από το 2011 και μετά εξακολουθεί να κατέχει σημαντικό μερίδιο). Στην τρίτη θέση βρίσκεται ο πρωτογενής τομέας με 11,2%.
Είναι προφανές, ότι το ιδιαίτερα χαμηλό των εσωτερικών επενδύσεων στοχεύει στο να συντηρείται και όχι να αναπτύσσεται η οικονομία της Χώρας, ενώ το επίπεδο των άμεσων ξένων επενδύσεων συμβάλει, επίσης, στη συντήρηση ενός μοντέλου υπηρεσιών που δεν συνδέονται καν με τον δευτερογενή τομέα (τουρισμός, ακίνητα κλπ).
Είναι προφανές, ότι για την παραγωγική ανασυγκρότηση της Χώρας θα πρέπει να γίνουν μεγάλου ύψους επενδύσεις που θα προέλθουν από το εσωτερικό της Χώρας (οι ξένοι δεν επενδύουν παρά σε ακίνητα και σε προβληματικά δάνεια).
Χρειάζεται ένα δημόσιο τραπεζικό σύστημα με εξειδικευμένες τράπεζες σε επενδύσεις.
Πηγές
https://www.statistics.gr/el/statistics/-/publication/SEL84/-
https://www.bankofgreece.gr/statistika/ekswterikos-tomeas/ameses-ependyseis/roes
https://ec.europa.eu/eurostat/databrowser/view/NAMA_10_AN6/default/table?lang=en
https://ec.europa.eu/eurostat/databrowser/view/NAMA_10_A64_P5/default/table?lang=en
*Η Κατερίνα Χαιρέτη είναι συνταξιούχος τραπεζικός