Για τη συλλογή ποιημάτων “Tα όνειρα περπάτησαν στη γη!” του Δημήτρη Βασιλείου
Το μήνυμα δεν επιδέχεται αμφισβήτησης. Μ αυτό καταπιάνεται ο ποιητής ώς αγγελιοφόρος , επίμονος ως παιδί, σεπτός κομιστής του μηνύματος ως ενήλικας, καθοδηγητής ως μεσήλικας, σπαρακτικός ως εραστής, νικητής και ηττημένος μαζί.
Η περιπετειώδης του αναζήτηση ξεκινά απ την γή που πρωτοείδε του ήλιου το φως, εκεί που ένας άλλος μεγάλος ποιητής -ο Καρυωτάκης -άφηνε την τελευταία του πνοή, δεμένος υποψιαζόμαστε στις αλυσίδες του δικού του χρέους.
Ο Δημήτρης απ τη Πρέβεζα στην Αθήνα κι από κεί στο Μίνσκ, το Κίεβο, την Σεβίλλη ,το Παρίσι,την Πετρούπολη ,στο Ασχαμπάντ όπως μας λέει στην εισαγωγή του,δεν ταξιδεύει με τα χέρηα αδειανά… Έρχεται να συναντήσει την επικαιρότητα επιμένοντας και μέσα στη σκόνη των καιρών ,προσβλέποντας στον θησαυρό που έχει στο δισάκι του ..
Ο ποιητής μας διστάζει η αποφεύγει να ονομάσει τη διαδρομή. Προτιμάει την περιπλάνηση. Δεν βαδίζει με κώδικες ,δεν καταγράφει υποθετικές ικανότητες, δεν εικάζει. Οργώνει με την ελπίδα οδηγό και την πίστη στο κατορθωτό, να εντοπίσει και να πιστοποιήσει το γεγονός ,το γινόμενο της είδησης, της μίας και μοναδικής «τα όνειρα περπάτησαν στη γή»
Ένας παρακείμενος (Περπάτησαν! μια φορά στο παρελθόν) δεμένος με τη ζωή του.
Ένα παρελθόν που σπρώχνει με την δύναμη της ψυχής του ,το ανεμίζει σαν σημαία των κομμουνάρων ατσαλάκωτη και περήφανη οραματιζόμενος την επανάληψη( οι κομμουνάροι που την μεγάλη τους καρδιά σ όλο τον κόσμο την εμοίρασαν σαν φυλαχτό απ τ άδικο και υπόσχεση για νίκη»
Αντιλαμβάνομαι και συναισθάνομαι την τεράστια καθολική του αγωνία. Τα όνειρα στο δισάκι του είναι ΚΟΚΚΙΝΑ όχι σαν αίμα είναι ΑΙΜΑ! Γιός μιας νικηφόρας και ηττημένης μαζί ιστορίας, δεμένος στον ιστό της ευθύνης, στο χρέος κοινωνός μιας μοναδικής επαναστατικής ανάτασης, που δεν τολμάει – ούτε κι εμείς ως αναγνώστες- να την ονομάσουμε ιστορία κι έτσι να την κλείσουμε στο ράφι μιας βιβλιοθήκης ,κουβαλάει ΤΟ ΑΙΜΑ στο δισάκι του ρέον, ομιλόν, απαιτητικό και ζεστό. Το περιφέρει μαζί με την βιολογική του ζωή, δεν το ανιχνεύει προσπαθεί να το διατηρήσει στην ατόφια του μορφή στην ομιλούσα του διάσταση ,να το περάσει απ το σύνορο της λήθης η της ασχήμιας και να το παραδώσει στους ηττημένους και απογοητευμένους της γης. Εδώ το έχω -φωνάζει- εδώ! Και δεν κλαίει ! Έχει αποφασίσει την περιφορά του ως αυθεντική απόδειξη του ονείρου που περπάτησε στη γή ,συντρόφευσε ελπίδες και προσμονές, χόρτασε την ιδέα με πράξη, πύρωσε τις ψυχές αγνών απλών νέων ανθρώπων, τους έφτασε στο απόγειο της θυσίας για το δίκηο και τη λευτεριά.
Ο Δημήτρης δεν καταπιάνεται με μια εκδοχή του περήφανου Δημοκρατικού στρατού καταπιάνεται με την ουσία της ύπαρξης του Δημοκρατικού στρατού. (ήταν καιρός που τα όνειρα πήραν φωτιά…»
Καταπιάνεται με την πληγή και τον πόνο τον κάνει λάβα, ορμή και μάθημα, διδαχή, τον κάνει ποίημα. Παλεύει να μην ξεχαστεί με την «εσαεί λίπανση» – λευτεριάς λίπασμα οι πρώτοι νεκροί… για ν αναφερθούμε και στο Μίκη στον οποίο αφιερώνει την συλλογή
Δίνει συνέχεια και ευπρέπεια στα σύγχρονα ερωτήματα
Παλεύει με την πίκρα και την απογοήτευση της σύγχρονης Ιφιγένειας της Αριστεράς
Τώρα που το ΕΑΜ βρωμίζει σε τυρράνων στόματα για να θυμηθούμε τα τελευταία συμβάντα και επιχειρείται ν αμφισβητηθεί, δίνει απάντηση! Απάντηση δίνει και σ εκείνο τον τίτλο ερώτηση στο «τι να κάνουμε» τώρα θα προσθετα που ζωή τραβάει στη κατηφόρα ..Μία μοναδικη η απάντηση* ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟΝ ΠΑΛΙ 00 *! Τώρα που η ζωή μας καίγεται, βουλιάζει στην αναξιοπρέπεια ΤΩΡΑ να κατεβάσουμε ξανά τα όνειρα στη γή ,να ζήσουμε λεύτερα
Έτσι έρχεται να συναντήσει το σήμερα μέσα στην αθλιότητά του επιμένοντας στον θησαυρό που έχει στο δισάκι του ..Δεν υπάρχουν λύσεις παρά μια συνταγή η επανάσταση ,η αντίσταση, η μόνιμη γόνιμη αμφισβήτηση.
Είναι ώριμος, γήινος ,ρεαλιστής με την έννοια του όρου.
Παρότι αναφέρεται στο όνειρο δεν καταφεύγει στην εύκολη ονειροπόληση.
Γνωρίζει, ελπίζει απογοητεύεται κι επανέρχεται, σαλπάρει και σπαράζει .Ζώνεται τ άρματα και αμέσως στέκεται προσοχή, ξεκινάει και σταματάει ,ξεπεζεύει και πάλι απογοητεύεται μα ξανασηκώνεται.
Καταφεύγει στη μαγγανία των μηχανισμών άμυνας… ποιεί πυρακτωμένος απ το θησαυρό -μήνυμα στα χέρια του
Μονολογεί συνομιλώντας, μ ένα φίλο στην απώλεια του οποίου βογγάει ,μ έναν έρωτα -ίσως τον έρωτα. Μετατρέπεται σε καθοδηγητή .Προκαλεί σαν στρατηλάτης .Είναι λιτός και τραγικός συνάμα .Παλεύει με τους ίσκιους των νεκρών,0 παλεύει να τους φέρει στην επιφάνεια όχι ως λείψανα και αναμνηστικά ηρωικών ιαχών, αλλά ως φωτεινά παραδείγματα αυταπάρνη0σης , ηρωισμού και θυσίας.Το ίδιο παλεύει με τους ποιητές παρέλαση άοκνη και σιωπηλή και ταυτόχρονα ομιλούσα Μαγιακόβσκι,Αναγνωστάκης,βάρναλης …
Παίζει ριψοκίνδυνα με τον έρωτα και το θάνατο η σαν τον έρωτα ως τον θάνατο
Αρνήθηκαν τις ζωές τους
Του δόθηκε απόλυτα κι αυτός μέσα της
Οριστικά ενσωματώθηκε
Αρνήθηκαν τις ζωές τους για να ζήσουν
‘Όπως κι εκείνοι στο τοίχο της Καισαριανής
Και στο λακκί της Παργινόσκαλας
Που μέτρησαν το μέλλον μας
Με τον κοινό τους τάφο»
Οδύρεται το εντός του να διασώσει τα χειρόγραφα (Α.Αλεξάνδρου) χωρίς να ναυαγήσει
Άγχεται καβάλα στο σκοπό του,βιάζεται,κουράζεται σαν από μάχη το δειλινό
Τα ποιήματά του σφαδάζουν προωθητική δύναμη.Οι ήρωές του εν συνόλω μοιάζει να κυριαρχούν και να παγιδεύουν τη ζωή του ,είτε πρόκειται για τους ήρωες άπαρτα βουνά είτε πρόκειται για την γυναίκα «ήσουν παντού» μητέρα,σύντροφος, ερωμένη δεν έχει σημασία η αγχόνη του και σωτηρία του η φωνασκούσα του συνείδηση,η σηματωρός του ..Ήσουν παντού! ……..Η μητέρα!
Αυτή η καθολικότητα γίνεται η μούσα του, καθοδηγεί τον στίχο του, δίνει μελωδία και ρυθμό στη ποίησή του…τον ξεδιψάει,το αποκάμει, τον ανασταίνει,του δίνει το δικαίωμα μιας απολογίας ίσως και μιάς συγγνώμης η μιάς αποδοχής
Λόγος τόσο όσο να εξυπηρετηθεί το μήνυμα,γραφή στιλπνή ευλύγιστη σαν χορεύτρια μπαλέτου που δεν υποκύπτει σε καλολογικές λοξοδρομήσεις ,προδίδει καθαρότητα, πρακτικότητα και κουλτούρα ατόμου ενσωματωμένου στο επαναστατικό γίγνεσθαι.
Άτομο σπαταλημένο σε ανάπαιστους ,σε αφηγηματικού τύπου προσωπικούς σχεδιασμούς σε διαρκείς αναζητήσεις ,αλλά πάντα κραταιό ακόμα κι όταν λυγά «κιβωτός ονείρων»
Σε κατακλυσμιαίο ωκεανό/Πλάι στο σκαρί μου/σαν άλλη κιβωτός/των ανθρώπων τα όνειρα/ορθόπλωρα κρατεί/διαθήκη στο μέλλον
Ο Δημήτρη ο ποιητής μετατρέπει την φωνή του την στεντόρεια σε οικουμενική. Μιλά για το ψωμί χαιδεύοντας τη πικρή διαπίστωση..Τα Ονειρα των νεκρων /μ ακολουθούν/μέσα στη σιωπή τους/Κι εγω ως ποιητής/στις πόρτες του μέλλοντος/τα θυροκολλώ/προσκλητήρια Ανάστασης
κι είναι ο ίδιος εκείνος που υποκύπτει σε πεισιθανάτιες σκέψεις όχι φοβούμενος το βιολογικό σταμάτημα αλλά αγωνιώντας για τις παρακαταθήκες για το ρέον για το αίμα που κύλησε κυλάει και ζητάει
«Μόνοι μείναμε το βάρος του κόσμου να κρατάμε….»αναφωνεί
Και παρακάτω
«έτσι απλά ήρθα στη σύναξη των ονείρων δεν χρειάζεται πρόσκληση..»
Ετοιμάζομαι να βγώ στο δρόμο στη κίνηση των αυτοκινήτων στο πλήθος το πονεμένο και σκυφτό και τον ακούω ακόμα «ξύπνα πρωι και πήγαινε… το φως είναι δικό σου»
Ε ναι ρε Δημήτρη αξίζει «να βγούμε απ τις γραμμές να ξεπεράσουμε τα όρια ,να σπάσουμε τα πλαίσια
Σ ευχαριστούμε γι αυτό που μόλις μας δώρισες
Θ αξιζε ανάμεσά μας να βρισκότανε ένα μουσικοσυνθέτης να βάλει νότες κι ακόμα περισσότερη ζωή στα «Όνειρα συνομιλητές»
Περπάτα!
Μαρία Αποστόλου