Εμπρός στο δρόμο που χάραξαν οι καθαρίστριες
της Μάνιας Παπαδημητρίου, μέλος Δ.Σ. ΣΕΗ από το ThePressProject
Έκτοτε πήγαινα πάντα στα καλέσματά τους. Εν τω μεταξύ έγινα βουλευτής. Ήταν ένα πολύ συμπτωματικό γεγονός, εξαιτίας της υποβολής υποψηφιότητας του Μανώλη Γλέζου για τις ευρωεκλογές. Ήμουν τέταρτη στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ και βρέθηκα στη θέση του στα έδρανα της βουλής. Τότε οι καθαρίστριες είχαν κατασκηνώσει έξω από το υπ. Οικονομικών, διεκδικώντας το δίκιο τους, που φυσικά δεν το έβρισκαν από την κυβέρνηση Σαμαρά. Κάθε τόσο τους χτυπούσαν τα ΜΑΤ και κάθε τόσο οι βουλευτές έπρεπε να κατέβουμε να είμαστε κοντά για να βοηθήσουμε. Έμεινα νύχτες μαζί τους περιφρούρηση. Πήγα μαζί τους στα νοσοκομεία μετά από το ξύλο, που τους έσπαγαν τα ΜΑΤ τα χέρια και τα πόδια. Μιλήσαμε πολύ. Κάναμε πρόβες για ένα θεατρικό μήπως παίζαμε. Απίθανη φάση. Λυσιστράτη του Αριστοφάνη. Φυσικά αμέσως καταλάβαμε ότι ήταν μέγα λάθος να φανταστούμε κάτι τέτοιο, αλλά περάσαμε τέλεια κάποιες ώρες διαβάζοντας την πρώτη σκηνή της Λυσιστράτης. Γιατί; Μα γιατί, όπως η Λυσιστράτη προσπαθεί να μαζέψει τις άλλες γυναίκες για τον αγώνα τους υπέρ της ειρήνης, έτσι κι οι πέντε με εφτά πρωταγωνίστριες των καθαριστριών προσπαθούσαν κάθε μέρα να μαζέψουν τις άλλες για τις βάρδιες των σκηνών. Ήταν μια από τις πιο δημιουργικές περιόδους της ζωής μου. Θαύμαζα το θάρρος και την δύναμη αυτών των γυναικών, που στην μέση ηλικία δέχονταν να κινδυνεύει κάθε μέρα η σωματική τους ακεραιότητα για να κερδίσουν το δικαίωμα στη δουλειά, που τους το είχαν κανονικά κλέψει.
Πόση δύναμη και πόσο κέφι. Όχι δεν ήταν θυσία αυτό που έκαναν. Ήταν δημιουργία και όνειρο. Και το πέτυχαν. Αλλά δεν φοβήθηκαν και δεν λιποψύχησαν λεπτό. Ναι, απογοητεύονταν κάθε τόσο ναι οργίστηκαν ξανά και ξανά. Αλλά δεν λιποψύχησαν, δεν δείλιασαν, ούτε για μια στιγμή. Κι αυτό συνέπαιρνε όποιον τις έβλεπε και οι αλληλέγγυοι γίνονταν συνεχώς περισσότεροι απ’ όλα τα μέρη του κόσμου.
Όταν άρχισα να αγωνίζομαι για το θέμα των πτυχίων των καλλιτεχνών ήταν περίπου το 2006. Έπειτα για λίγο ολιγώρησα και δόθηκα σε αυτό από το 2014 στη βουλή και ολόψυχα το 2015 στο υπ. Παιδείας, όπου ήμουν μετακλητή και είδα από κοντά το βάθος του προβλήματος και τη μαύρη τρύπα στην οποία θα έπεφταν εντός ολίγου όλοι οι καλλιτέχνες, οι οποίοι έμοιαζαν να μην έχουν ιδέα τι τους περίμενε. Και βρήκα κάποιους δυνατούς συμμάχους στο θέμα αυτό, κυρίως από τον κλάδο των ηθοποιών, που εργάζονταν στην εκπαίδευση και είχαν τη δυνατότητα και τις πληροφορίες να κατανοήσουν την σημασία της αξίας των πτυχίων καλύτερα απ όλους, καθώς για να κάνεις τα χαρτιά σου ως αναπληρωτής χρειαζόταν και χρειάζεται να έχεις την περίφημη ισοτίμηση με ΤΕΙ, που ελάχιστοι είχαν προλάβει να κάνουν, γιατί ελάχιστοι το είχαν πάρει χαμπάρι
Και ήταν περίπου το 2017 μετά από αλλεπάλληλες και επί ΣΥΡΙΖΑ προσπάθειες λύσης του θέματος, που απέβαιναν άκαρπες, που μου ήρθε η ιδέα ξεκάθαρα ότι αυτή η υπόθεση θα μας οδηγήσει μαθηματικά στο δρόμο που χάραξαν οι καθαρίστριες, οι φίλες μου πια.
Γιατί όταν μια ομάδα ανθρώπων πολιτών υποτιμάται και αγνοείται συστηματικά από την Πολιτεία, για λόγους σκοτεινών διαπλοκών και συμφερόντων τρίτων, δεν υπάρχει άλλος δρόμος παρά τα πεζοδρόμια και οι ολονυχτίες μέσα κι έξω από εκεί ακριβώς, όπου η εξουσία μοιράζει την πίτα της. Τα υπουργεία και τα δημόσια κτίρια. Και να, που τα παιδιά, οι σπουδαστές, οδηγήθηκαν με το ένστικτό τους ακριβώς σ’ αυτό το σημείο και τώρα βρισκόμαστε περιφρούρηση της κατάληψής τους, μέχρι η πολιτεία να ακούσει τη φωνή τους. Και πάλι οι τηλεοράσεις δεν μιλούν και πάλι το κράτος κωφεύει. Για πόσο; Θα αφήσει κατειλημμένα δυο κρατικά θέατρα, ένα στην Αθήνα κι ένα στη Θεσσαλονίκη από παιδιά, που χάνουν μεθαύριο το έτος τους και παραιτούνται οι καθηγητές τους, όχι από γινάτι, αλλά γιατί παλεύουν για το αυτονόητο δικαίωμά τους στην ύπαρξη; Και αν το κάνει αυτό η Πολιτεία, εμείς θα μείνουμε και πάλι αδρανείς ; Δεν θα κινηθούμε; Και αν κινηθούμε, πού αλλού μπορούμε να πάμε, αφού τα πράγματα έχουν φτάσει ως εδώ και έχουν αποβεί άκαρπα; Εμπρός στο δρόμο που χάραξαν οι καθαρίστριες, λοιπόν! Γιατί, όταν δεν έχεις τι άλλο να χάσεις, δεν φοβάσαι και αντέχεις πολύ περισσότερο από τον αντίπαλο, που έχει να διεκδικήσει απλά την ησυχία του. Εσύ, είσαι πιο δυνατός, γιατί διεκδικείς τη ζωή σου. Αρκεί να το καταλάβεις και να επιμείνεις εκεί που όλοι περιμένουν να παραιτηθείς και να αποχωρήσεις.