ΚΡΙΣΙΜΕΣ ΩΡΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΑΡΙΣΤΕΡΟ ΡΕΥΜΑ ΚΑΙ ΤΗ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ
ΚΕΙΜΕΝΟ ΘΕΣΕΩΝ
ΑΝΤΙ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ: ΚΡΙΣΙΜΕΣ ΩΡΕΣ ΓΙΑ ΤΟ Α.Ρ ΚΑΙ ΤΗ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ
Ο φετινός χρόνος αποδεικνύεται κρίσιμος για τη Ριζοσπαστική Αριστερά στη χώρα μας ,στην Ευρώπη και στον κόσμο.
Η υποχώρησή της στις Ευρωπαϊκές εκλογές, σε κάθε χώρα που διεξάγονται εθνικές εκλογές και στις εκλογές για το Ευρωκοινοβούλιο ,αποτελούν μια οδυνηρή πραγματικότητα.
Η συντριπτική ήττα για τη ΛΑ.Ε στις εκλογές της 7ης Ιουλίου όπως και στις ευρωεκλογές του Μαίου ,βάζει το ΑΡ που την ίδρυσε και συμμετέχει σε αυτή ,ως η κύρια συνιστώσα της, σημαντικά ερωτήματα για τη πορεία του το επόμενο διάστημα.
Συγχρόνως η ήττα και η στασιμότητα του συνόλου της Αριστεράς στη χώρα μας,η υποχώρησή της στην Ευρώπη και στον κόσμο, δημιουργούν την αδήριτη ανάγκη της άμεσης επαναθεμελίωσής της για να μην καταστεί περιθωριακή.
Το Α.Ρ. που ιδρύθηκε το 1992 έχει μια ιστορική αγωνιστική διαδρομή ,περίπου τριάντα χρόνων με σημαντική συνεισφορά στην Αριστερά και στη χώρα μας,μια πορεία που η αποτίμησή της δεν έχει γίνει ακόμα.
Σημαντικό σημείο αυτής της διαδρομής υπήρξε η μάχη του ΑΡ στην πρώτη περίοδο της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ μέσα σε δύσκολες συνθήκες ώστε να αποτραπεί ένα τρίτο μνημόνιο για τη χώρα μας.
Ιδιαίτερα σημαντική ήταν η συνεισφορά του,μαζί με άλλες δυνάμεις της Ριζοσπαστικής Αριστεράς, στο να κερδίσει το ΟΧΙ στο δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2015.
Μετά την παράδοση της χώρας στους δανειστές από την ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ και τη μνημονιακή του μετάλλαξη ,με την ψήφιση του τρίτου μνημονίου τον Αύγουστο του 2015, με την στήριξή και ψήφισή του στη βουλή από τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ ,τη διάλυση της βουλής και της προκήρυξης εκλογών, το Α.Ρ. πρωτοστάτησε στη δημιουργία της ΛΑΕ, που πήρε μέρος στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015 εκπροσωπώντας το μέτωπο του ΟΧΙ και απέτυχε να εκπροσωπηθεί στη βουλή για λίγους ψήφους.
Σήμερα, μετά τα συντριπτικά ,για τη ΛΑΕ, αποτελέσματα των ευρωεκλογών και των εθνικών εκλογών ,το Αριστερό Ρεύμα ,βρίσκεται σε κρίσιμο σταυροδρόμι, έχοντας την ανάγκη από τη μια να αποτιμήσει σε βάθος την υπάρχουσα κατάσταση και να δώκει τις πρώτες απαντήσεις για την παραπέρα πορεία του ,μαζί με τη συνεισφορά του, από την άλλη να συμμετάσχει, στον αναγκαίο διάλογο για την επαναθεμελίωση της Αριστεράς στη χώρα μας.
Το σύστημα στη χώρα μας, με την αποφασιστική βοήθεια των τεσσάρων τελευταίων χρόνων του ΣΥΡΙΖΑ, της ΝΔ και των άλλων μνημονιακών κομμάτων ,εμφανίζεται κυρίαρχο ,με τη νέα “κανονικότητα” που υπόσχονται ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ να είναι η νεοφιλελεύθερη πειθάρχηση , σε μια μόνιμη λιτότητα ,πάνω στα ερείπια που άφησαν τα μνημόνια στη χώρα μας, εξασφαλίζοντας τη συναίνεση ή την παθητική αποδοχή των λαϊκών στρωμάτων που μαζικά ψηφίζουν τον δικομματισμό ή απέχουν από τις εκλογές
Στο διεθνές πεδίο παραμένει το κλίμα αστάθειας, ρευστότητας και όξυνσης των ανταγωνισμών και κινδύνων, για νέους ιμπεριαλιστικούς τυχοδιωκτισμούς.
Ιδιαίτερα σήμερα, αναδεικνύονται οι αναποτελεσματικές προσπάθειες του καπιταλισμού να υπερβεί τη νέα βαθιά διαρθρωτική του κρίση που ξεκίνησε το 2007-2008, η οποία ουσιαστικά δεν ξεπεράστηκε. Αντίθετα οι ακραίες πολιτικές λιτότητας που εφάρμοσαν οι κυβερνήσεις, ενέτειναν τις εισοδηματικές και περιφερειακές ανισότητες και τις ενδογενείς αντιθέσεις του συστήματος, τροφοδοτώντας κλυδωνισμούς και αμφισβητήσεις, από τμήματα των κυρίαρχων αστικών τάξεων στις ίδιες τις μητροπόλεις του καπιταλισμού, που κινούνται σε λογικές περιχαράκωσης εθνικών ή ζωτικών χώρων.
Τα μέτρα που εφαρμόζονται, έχουν μικρότερη αποτελεσματικότητα και ολοένα μειούμενη δυνατότητα παρέμβασης (όπως τα μέτρα ποσοτικής χαλάρωσης, ή τα παιχνίδια με τα επιτόκια), ενώ η βιομηχανική παραγωγή είναι σε στασιμότητα ή πτώση, σε χώρες όπως είναι οι ΗΠΑ, η Ιαπωνία και η Γερμανία.
Οι ενδοϊμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί και επεμβάσεις, η έξαρση των εθνικισμών, οι ανταγωνισμοί των εξοπλισμών για έλεγχο των δρόμων και των πηγών ενέργειας, καθώς και οι περιφερειακές επιδιώξεις ισχύος και επικυριαρχίας, τείνουν να μετατρέψουν, ιδιαίτερα την Ανατολική Μεσόγειο, σε διακεκαυμένη ζώνη.
Στα Βαλκάνια, η Συμφωνία των Πρεσπών εδραιώνει την ΝΑΤΟϊκή παρουσία στην περιοχή και την περικύκλωση της Ρωσίας. Οι εξελίξεις αυτές γίνονται παράλληλα με την μεγαλύτερη διείσδυση των ΗΠΑ στην Ουκρανία,η οποία γίνεται και παράγοντας εσωτερικών εξελίξεων στις ΗΠΑ μετά την ανάμειξη των Δημοκρατικών στην προσπάθειά τους για άσκηση δίωξης στον Τράμπ από την Βουλή των αντιπροσώπων με το ερώτημα της καθαίρεσής του. Διείσδυση στρατιωτική, οικονομική, πολιτική που στοχεύει στην άσκηση μεγαλύτερης πίεσης στη Ρωσία σε όλη την ευρύτερη περιοχή, από τη Βαλτική ως τη Μαύρη θάλασσα.
Κυρίαρχη, σε αυτή την κατάσταση, είναι η αντιπαράθεση που κατευθύνεται από τις ΗΠΑ εναντίον της Ρωσίας, σημαντικότερου ενεργειακού «παίκτη» στην περιοχή της Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής, με βασικό στόχο τον περιορισμό της ροής των ρωσικών υδρογονανθράκων και, κυρίως, του ρωσικού φυσικού αερίου στις χώρες της Κεντρικής και Δυτικής Ευρώπης. Σε αντίβαρο οι ΗΠΑ προτείνουν προς τις χώρες της Ευρώπης και ειδικότερα της ΕΕ την αγορά του δικού τους οικολογικά επιζήμιου σχιστολιθικού υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) ή εναλλακτικά του Αζερμπαϊτζάν, ή της Ανατολικής Μεσογείου. Στην προσπάθειά τους αυτή οι ΗΠΑ ενεργοποιούν κάθε διαθέσιμο μέσο πίεσης, καθυστέρησης των έργων του αγωγού Nord Stream-2 και περιορισμού του υπάρχοντος δικτύου αγωγών
Στην Ανατολική Ευρώπη κυρίαρχο θέμα παραμένει η εσωτερική κατάσταση στην Ουκρανία και στη νοτιοανατολική περιοχή του Ντονμπάς, όπου οι ντόπιοι κάτοικοι έχουν ανακηρύξει την ανεξαρτησία τους μέσα από δύο κρατικές δομές, τις Λαϊκές Δημοκρατίες του Ντονιέτσκ και του Λουγκάνσκ, υπό την ενιαία ονομασία «Νεορωσία». Ο εμφύλιος πόλεμος μαίνεται εδώ και 5μιση χρόνια με ευθύνη του ουκρανικού καθεστώτος, ,με χιλιάδες θύματα και δεκάδες χιλιάδες τραυματίες. Οι δυνάμεις του τακτικού ουκρανικού στρατού μαζί με παραστρατιωτικά νεοναζιστικά «τάγματα θανάτου» καταστρέφουν τις ειρηνικές υποδομές της περιοχής. Οι ειρηνευτικές συνομιλίες της «τετράδας της Νορμανδίας» (Γερμανία, Γαλλία, Ρωσία, Ουκρανία) και οι Συμφωνίες του Μινσκ (1 και 2) έχουν αποδώσει ελάχιστους καρπούς, εξαιτίας της επιμονής των ουκρανικών ηγεσιών να μην εφαρμόζουν όσα έχουν υπογράψει.
Ζούμε σε ένα διαφορετικό κόσμο. Οι ΗΠΑ τείνουν να υποβαθμίζονται οικονομικά και πολιτικά και γι αυτό γίνονται πιο επικίνδυνες ενώ η ΕΕ βιώνει συνολικά μια δεκαετία αναπτυξιακής στασιμότητας.
Η Δύση διαπερνάται από ενδοϊμπεριαλιστικές αντιπαραθέσεις, ΗΠΑ και Γερμανία βρίσκονται στη δίνη ενός εξελισσόμενου εμπορικού πολέμου.
Από την άλλη πλευρά εντείνεται η προσπάθεια της Ρωσίας πολιτικά, στρατιωτικά και οικονομικά, για ανάδειξή της ως ενός από τους κύριους παίκτες στις γεωπολιτικές εξελίξεις, με χαρακτηριστικές τις εξελίξεις στον πόλεμο της Συρίας και τις σχέσεις της με την Τουρκία.
Η Κίνα, είναι η διαρκώς ανερχόμενη οικονομικά δύναμη, που εμφανίζεται πρωταγωνιστικά στο προσκήνιο με πλανητικές βλέψεις, επιδιώκοντας να κατακτήσει την παγκόσμια πρωτοκαθεδρία, ιδιαίτερα στον οικονομικό και τεχνολογικό τομέα τις επόμενες δεκαετίες.
Νέες περιφερειακές δυνάμεις ανέρχονται ταχέως στον κόσμο, όπως Ινδία, Ινδονησία, Ν. Κορέα, Βραζιλία, Νότιος Αφρική κλπ, αλλάζοντας τον πολιτικοοικονομικό χάρτη του πλανήτη.
Οι ΗΠΑ του Τραμπ επιχειρούν να αναστρέψουν την σε βάρος τους παγκόσμια πορεία, που δεν φαίνεται να θέλει να αποχωριστεί την Τουρκία, προσβλέποντας σε σταθερή ειδική σχέση μαζί της παρά τις μεταξύ τους εντάσεις.
Η μόνη σταθερά που έχουν οι ΗΠΑ από την ψυχροπολεμική και την πρώτη μεταψυχροπολεμική περίοδο, είναι η στρατηγική συμμαχία με το Ισραήλ εξού και το ειδικό μένος τους απέναντι στο Ιράν.
Για τις ΗΠΑ, η σημερινή “παγκοσμιοποίηση” και οι όροι της δεν της εξασφαλίζουν ηγεμονικό ρόλο. Για αυτό και επιχειρούν να αλλάξουν σε όφελός τους, τους σημερινούς όρους ή και να επιβάλλουν ένα νέο οικονομικό και εμπορικό προστατευτισμό για να διατηρήσουν και να ανακτήσουν το χαμένο έδαφος. Για τον Τραμπ οι ισχύουσες σχέσεις και πολυμερείς συμφωνίες του παγκόσμιου εμπορίου αφήνουν ανοχύρωτη, την τεράστια και πλούσια αμερικάνικη αγορά , στους ανταγωνιστές των ΗΠΑ και κυρίως βορά στην Κίνα αλλά και στην Ευρώπη.
Αυτήν την ώρα ο πλανήτης βρίσκεται στη δίνη ενός εξαιρετικά έντονου εμπορικού πολέμου μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας.
Ο Τραμπ έκανε την αρχή, επιβάλλοντας υψηλούς δασμούς για στρατηγικά Κινέζικα προϊόντα, αν και παρέτεινε το χρόνο έναρξης της εφαρμογής των μέτρων. Η Κίνα, αισθανόμενη για πρώτη φορά αυτοπεποίθηση, απάντησε στις ΗΠΑ εξίσου αποφασιστικά, αυξάνοντας τους δασμούς σε προϊόντα εισαγόμενα από ΗΠΑ ύψους 75 δις. δολ., με συνέπεια να ανταπαντήσει ο Τραμπ με ένα νέο μεγάλο πακέτο αύξησης δασμών.
Η ΕΕ εμπλέκεται στον εμπορικό πόλεμο: Οι επιπρόσθετοι δασμοί που αποφάσισε πρόσφατα ο Τράμπ ,ύψους 7.5 δισ. Ευρώ το χρόνο από 18 Οκτωβρίου από τις ΗΠΑ στην ΕΕ, μετά από απόφαση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ),για παράνομες επιδοτήσεις στην Airbus,οξύνουν αυτόν τον εμπορικό πόλεμο. Η ΕΕ ετοιμάζει αντίποινα ενώ ήδη υπάρχουν παλιότερες κυρώσεις σε χάλυβα, αλουμίνιο από τις ΗΠΑ που θίγουν και την Ελλάδα. Στη νέα λίστα περιλαμβάνονται ελιές, κρασιά, ουίσκι, τυριά, καφές, μπισκότα, άνορακ και — φυσικά — αεροσκάφη κ.λ.π. Αυτά είναι μερικά απ’ τα ευρωπαϊκά προϊόντα που εισάγονται στις ΗΠΑ και θα υποστούν το κόστος της σύγκρουσης ανάμεσα στην Ουάσινγκτον και τις Βρυξέλλες. Προϊόντα που θίγουν πάλι άμεσα και τη χώρα μας η οποία δεν είναι βέβαια κατασκευάστρια των αεροσκαφών Airbus.
Συγχρόνως, εντείνεται η προσπάθεια ανάδειξης της Τουρκίας σε περιφερειακή δύναμη, μέσα και από το θέμα της ενέργειας, στις περιοχές της Ν.Α. Μεσογείου και την Κύπρο. Μέσα από μία διαρκή επίδειξη ισχύος η Τουρκία επιχειρεί αυτή την περίοδο σε δύο μέτωπα. Το πρώτο στη Μέση Ανατολή όπου, μετά την αποχώρηση των Αμερικανικών δυνάμεων από τις Κουρδικές περιοχές της Βόρειας Συρίας, εισέβαλε στρατιωτικά στην περιοχή κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου. Η παραβίαση της κυριαρχίας της Συρίας συνοδεύεται – ενδεχομένως- και από γεωστρατηγικές επιδιώξεις μετακινήσεων εκατομμυρίων Αράβων προσφύγων από την Τουρκία για εγκατάσταση στις περιοχές αυτές. Η αποσταθεροποίηση της περιοχής με εμπλοκή π.χ. του Ιράν και του Ισραήλ είναι πιθανή. ΗΠΑ και ΝΑΤΟ ανέχονται την κατάσταση αυτή ενώ η Ρωσία – για τις δικές της γεωστρατηγικές επιδιώξεις –αποδοκίμασε την παραβίαση της κυριαρχίας της Συρίας. Το δεύτερο μέτωπο βρίσκεται στη θαλάσσια περιοχή της Κύπρου, όπου η Τουρκία καταλύει την κυριαρχία της Κύπρου μέσω γεωτρήσεων στην Κυπριακή ΑΟΖ, γεωτρήσεων οι οποίες υποστηρίζονται από πολλά πολεμικά τους πλοία που πλέουν στην περιοχή.
Σοβαρός παράγοντας ενίσχυσης των αντιθέσεων και αυξανόμενης αστάθειας του συστήματος, είναι η συντελούμενη ανθρωπογενής «κλιματική αλλαγή». Η κυριαρχία του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής, στην ιδιαίτερα επιθετική νεοφιλελεύθερη «μορφή» του, αναδεικνύεται στον υπ’ αριθμόν 1 κίνδυνο για την επιβίωση του πλανήτη. Ειδικότερα, και η ουσιαστική άρνηση των ισχυρών χωρών και πρώτα απ’ όλα των ΗΠΑ, να δεχτούν μέτρα ανάσχεσής της, αναδεικνύει και το αδιέξοδο των διαφόρων «ημίμετρων» που προτείνονται, τα οποία παράλληλα μεταφέρουν το «πολιτικό κόστος» στις πλάτες αυτών που έχουν το μικρότερο μερίδιο ευθύνης. Η καταστροφή του περιβάλλοντος από τη μόνιμη δραστηριότητα των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων με στόχο το κέρδος , έχει ως συνέπεια να οξύνει την κρίση στο κλίμα. Η άγρια εκμετάλλευση της φύσης είναι μια πολιτική που προκαλεί το λιώσιμο των παγετώνων της Γροιλανδίας, ως τις τεράστιες φωτιές του Αμαζονίου. Η στάση του Βραζιλιάνου προέδρου Μπολσονάρο που αποψιλώνει τα δάση του Αμαζονίου, που είναι οι πνεύμονες του πλανήτη μας, προς όφελος των μεγάλων γαιοκτημόνων, αφήνοντας τις πυρκαγιές να μαίνονται ,είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της πολιτικής του καπιταλισμού.
Τέλος το «προσφυγικό -μεταναστευτικό» πρόβλημα, με τη συνεχιζόμενη ιμπεριαλιστική πολιτική των ΗΠΑ, τη στάση «Πόντιου Πιλάτου» της ΕΕ και την εκβιαστική πολιτική της Τουρκίας, δημιουργεί σοβαρές εντάσεις στις χώρες του ευρωπαϊκού νότου και ιδιαίτερα στην Ελλάδα. Επισημαίνουμε ότι, το τελευταίο διάστημα, παρατηρείται μια αυξανόμενη επιθετική ρητορική της Τουρκίας σε βάρος της Ελλάδας (χάρτες διαμοιρασμού του Αιγαίου κ.α.), που τροφοδοτεί κλίμα έντασης εξοπλισμών (αγορά δύο φρεγατών από Γαλλία κ.α.). Ωστόσο, πρωταρχικό στην αμυντική πολιτική είναι, η πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική που θα αποδυναμώνει και θα αποτρέπει επιθετικές ενέργειες της Τουρκίας σε βάρος των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας.
Σε αυτό το ρευστό ευρωπαϊκό και διεθνές τοπίο, η Ελλάδα και ο ελληνικός λαός, βιώνουν ένα ξενόδουλο, παραδομένο, παρασιτικό και πελατειακό πολιτικοοικονομικό κατεστημένο που λαφυραγωγεί κράτος, φυσικούς πόρους και λαϊκά στρώματα. Η μόνη ελπιδοφόρα προοπτική είναι η ανατροπή του και η αποβολή του κλίματος της πλήρους υποταγής που την διακατέχει και ως κυρίαρχη και ανεξάρτητη χώρα ,να χαράξει πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική άμυνας, διεθνών οικονομικών σχέσεων και ασφάλειας και ένα σχέδιο προοδευτικής ανασυγκρότησης της οικονομίας της, με τον ελληνικό λαό πρωταγωνιστή, σε ρήξη με την ΕΕ και τις ΗΠΑ.
2. Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ΣΕ ΤΡΟΧΙΑ ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΑΝΤΙΔΡΑΣΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗΣ
Όπως έχουμε ήδη εκτιμήσει μετά τις Ευρωεκλογές, σε όλες τις χώρες της ΕΕ, στον ένα ή άλλο βαθμό, παρατηρείται τάση «δεξιάς μετατόπισης» (Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Αγγλία, Ουγγαρία, Ελλάδα, κ.ά), με διάφορες αποχρώσεις και νέες «εκπροσωπήσεις», ενώ ταυτόχρονα υπάρχει τάση μείωσης των δυνάμεων της Αριστεράς στις διάφορες εκφράσεις της. Οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές που σταθερά προωθούν η ΕΕ και οι κυρίαρχες οικονομικές και πολιτικές ελίτ σε κάθε χώρα, εντείνουν τη λαϊκή δυσαρέσκεια, την οποίαν οι λαϊκίστικες και οι δεξιές-ακροδεξιές δυνάμεις επιχειρούν να καπηλευτούν, μετατοπίζοντας το πεδίο αντιπαράθεσης από τη νεοφιλελεύθερη «ατζέντα» και τις αντιδημοκρατικές δομές της ΕΕ-Ευρωζώνης, στο μεταναστευτικό, στο εθνικιστικό, κ.ά. Από την άλλη η μετατόπιση δυνάμεων της ευρωπαϊκής Αριστεράς σε νεοφιλελεύθερες πολιτικές κεντροαριστερών κυβερνητικών νεφελωμάτων, με βασικό εκφραστή επί τέσσαρα χρόνια τον κυβερνητικό ΣΥΡΙΖΑ , με βάρβαρη λιτότητα και σκληρή επίθεση στους εργαζόμενους, εντείνουν τη σύγχυση στρατηγικής και τακτικής, μειώνουν την αξιοπιστία της και ενισχύουν τον κατακερματισμό της, συρρικνώνουν πολιτικά και εκλογικά τις δυνάμεις της, μια κατάσταση που αντανακλάται και στο εργατικό κίνημα.
Η Γερμανία βρίσκεται στο κατώφλι της ύφεσης, ενώ συνεχίζεται η άνοδος της ακροδεξιάς στο εσωτερικό της, με αποκορύφωμα την ανάδειξή της σε δεύτερη δύναμη στις πρόσφατες εκλογές στα ομόσπονδα κρατίδια του Βρανδεμβούργου και της Σαξονίας, στην περιοχή της πρώην Ανατολικής Γερμανίας, όπου είχαμε και σημαντική υποχώρηση της Αριστεράς του Dιe Linke.
Η Ιταλία, σε μια προσπάθεια ανακοπής της ανόδου της ακροδεξιάς, μέσα από πρόωρη προσφυγή στις κάλπες, προχώρησε σε κυβερνητική συνεργασία του Κινήματος των Πέντε Αστέρων με την κεντροαριστερά του Δημοκρατικού Κόμματος. Η συνεργασία εδράζεται στην προσπάθεια συμβιβασμού με τις Βρυξέλλες, της αποτροπής αμφισβήτησης του ευρωενωσιακού μοντέλου και της νεοφιλελεύθερης διαχείρισης της οικονομίας της Ιταλίας. Στην Ιταλία ειδικότερα καταγράφονται και οι μεγάλες αντιθέσεις μέσα στις γραμμές της ίδιας της αστικής τάξης αυτής της χώρας όπου σημαντικά τμήματα της αστικής τάξης της Ιταλίας αμφισβητούν ανοικτά πλέον την Γερμανική κυριαρχία μέσα στην Ευρωζώνη και την Ε.Ε.
Το Η.Β. του Μπόρις Τζόνσον, σε διακηρυγμένη έξοδο από την ΕΕ, την 31η Οκτωβρίου, εισέρχεται σε περίοδο έντονης πολιτικής αντιπαράθεσης και συγκρούσεων., μετά και την συναίνεση της βασίλισσας, να ανασταλεί η λειτουργία του Βρετανικού κοινοβουλίου έως τις 14 Οκτωβρίου και την απώλεια απ΄ αυτόν της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας και την ακύρωση από το δικαστήριο του κλεισίματος του κοινοβουλίου.Το γεγονός πως το Brexit αυτή τη στιγμή εκφράζεται πολιτικά από μια ακραία συντηρητική κυβέρνηση δεν θα πρέπει να επισκιάζει άλλες σημαντικότερες, ίσως, πτυχές. Εδώ και 3 χρόνια υπάρχει «ενεργό» το αποτέλεσμα ενός δημοψηφίσματος η εφαρμογή του οποίου παρεμποδίζεται συνεχώς τόσο από τις Βρυξέλλες με διάφορες απειλές που φτάνουν έως και τον ουσιαστικό διαμελισμό του Η.Β. όσο και από τμήμα του εγχώριου φιλο-ΕΕ κατεστημένου (Κόρμπυν κλπ) που μιλούν ανοιχτά πλέον για δεύτερο δημοψήφισμα κλπ. Κυρίως όμως θα πρέπει να αναδεικνύεται το γεγονός πως η κοινωνική βάση του Brexit προέρχεται από τάξεις και κοινωνικές ομάδες που θα έπρεπε να εκφράζονται προνομιακά από την Αριστερά και οι οποίες έχουν χτυπηθεί άγρια από τις επιπτώσεις της ενιαίας εσωτερικής αγοράς (π.χ. πρώην βιομηχανικοί εργάτες, αγρότες, επαγγελματίες, άνεργοι κλπ). Με αυτήν λοιπόν την έννοια, υποστηρίζουμε πως θα πρέπει να γίνει σεβαστή η βούληση του βρετανικού λαού. Κάθε άλλη εξέλιξη θα συμβάλει στην παγίωση της αντίληψης πως δεν υπάρχει καμία δημοκρατική διέξοδος των λαών από τη φυλακή της Ε.Ε..
Την ίδια ώρα τόσο η Ευρωζώνη όσο και η Ε.Ε, ως πεδία επικυριαρχίας της γερμανικής αστικής τάξης με κομπάρσο τη Γαλλία, διανύουν μεν μακρά περίοδο οικονομικής στασιμότητας, που επιδεινώνεται με την πάροδο του χρόνου, ενώ ταυτόχρονα αντιδραστικοποιούνται περισσότερο. Τα διάφορα συνθήματα για «περισσότερη Ευρώπη» δεν σημαίνουν τίποτα άλλο παρά αυξημένη μακροοικονομική εποπτεία στις χώρες της Περιφέρειας και ακόμα περισσότερο δημοκρατικό έλλειμμα στη λήψη των αποφάσεων (βλέπε συζητήσεις για κατάργηση της ομοφωνίας των Κ-Μ σε όσες πολιτικές έχουν απομείνει στο καθεστώς αυτό π.χ. φορολογική πολιτική).
Τέλος, η μετατόπιση του πολιτικού εκκρεμούς προς τα δεξιά σε σειρά χωρών μαζί με τη συνολικότερη αντιδραστικοποίηση της Ε.Ε., οδηγεί σε εκτρωματικές καταστάσεις αδιανόητες μέχρι πριν από λίγα χρόνια, με χαρακτηριστικότερο ίσως παράδειγμα το πρόσφατο ψήφισμα του –αιρετού- Ευρωκοινοβουλίου το οποίο αποδίδει ίσες ευθύνες στην Ναζιστική Γερμανία και την ΕΣΣΔ για το ξέσπασμα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Έχουμε δηλαδή μια ξεκάθαρη τάση εμβάθυνσης της ευρωπαϊκής ενοποίησης σε αντιδραστικότερη και αντικομμουνιστική κατεύθυνση.
3. Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΣΤΗ ΜΕΤΑΜΝΗΜΟΝΙΑΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ
3.1 Τα αποτελέσματα των Μνημονιακών Προγραμμάτων (οικονομία, ταξική διάρθρωση, εργασιακά, πολιτική συνείδηση…)
Η εφαρμογή των απανωτών πακέτων δημοσιονομικής λιτότητας και καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης είχε βαθιές επιδράσεις σε όλο τον ελληνικό κοινωνικό σχηματισμό.
Η εσωτερική αγορά συρρικνώθηκε δραματικά οδηγώντας χιλιάδες επιχειρήσεις στο κλείσιμο και εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους στη μακροχρόνια ανεργία και τη μετανάστευση. Η ελληνική οικονομία κατέληξε μικρότερη σε σχέση με το 2010 τόσο σε απόλυτα μεγέθη όσο και συγκριτικά με τις υπόλοιπες χώρες της Ε.Ε. και των Βαλκανίων.
Ωστόσο, τα μέτρα αναδιάρθρωσης του μισθολογικού κόστους και των εργασιακών σχέσεων, δημιούργησαν συνθήκες ανάκαμψης της κερδοφορίας όσων επιχειρήσεων κατάφεραν να επιβιώσουν κατά τη διάρκεια της κρίσης. Ως πλέον ευνοημένοι εμφανίζονται οι μεγαλύτεροι επιχειρηματικοί όμιλοι, στους πιο εξωστρεφείς κλάδους της ελληνικής οικονομίας (π.χ. ελαφριά και τουριστική βιομηχανία κλπ).
Παρά την αυξημένη ωστόσο κερδοφορία μερίδων του ελληνικού κεφαλαίου, η «νέα» ανάπτυξη που προωθείται ως επίσημη κυβερνητική πολιτική, όπως δείχνει το Ελληνικό, στηρίζεται στο real estate, στον τουρισμό αναψυχής και στην πολιτική της golden visa.
Παράλληλα, χρειάζεται περαιτέρω διερεύνηση για χάραξη πολιτικής, εάν στην Ελλάδα της επιτροπείας, οι μικρές επιχειρήσεις θα παίζουν –αναλογικά- το ρόλο που έπαιζαν και πριν την κρίση ή εάν θα υπάρξει περαιτέρω συγκεντροποίηση του κεφαλαίου ιδίως στο χώρο του εμπορίου και των υπηρεσιών. Πάντως, επί του παρόντος, υπάρχει φαινομενική και επίπλαστη εικόνα της πραγματικότητας για «μείωση» της ανεργίας κυρίως λόγω της επέκτασης των ελαστικών μορφών επισφαλούς απασχόλησης.
Περισσότεροι δηλαδή που δουλεύουν με πολύ λιγότερα από πριν.
Περαιτέρω, η συρρίκνωση των μισθών, η υπερφορολόγηση και η πιστωτική ασφυξία οδηγούν και σε μεταστροφή βασικών κοινωνικών πρακτικών όπως η ιδιοκατοίκηση. Η συρρίκνωση της ιδιοκατοίκησης στις νεότερες παραγωγικές ηλικίες σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες – βραχυχρόνιες μισθώσεις, αναπλάσεις συνοικιών (gentrification) – οδηγεί σε δραματική αύξηση των ενοικίων σε σημείο τέτοιο όπου και το βασικό δικαίωμα σε αξιοπρεπή στέγη είναι ζητούμενο ακόμα για τους έχοντες πλήρη απασχόληση. Συνέπεια αυτού είναι μαζικές μετατοπίσεις μονίμων κατοίκων σε άλλες περιοχές (π.χ. Κουκάκι κ.α.).
Τέλος, και αυτό είναι το σημαντικότερο, φαίνεται πως η ελληνική κοινωνία αναγκάζεται να αποδεχτεί το νέο «πρότυπο» κατανομής του διαθέσιμου εισοδήματος ως μια κανονικότητα. Πλέον οι κοινωνικές ανάγκες των λαϊκών στρωμάτων «στριμώχνονται» σε μικρότερα καλούπια. Δυστυχώς, μετά από εννιά χρόνια, τα στρώματα αυτά, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, αποδέχθηκαν ως “κανονικότητα” την οικονομική τους κατάσταση (με τη συμβολή κυρίαρχων δυνάμεων και κυρίως του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς και καθεστωτικών ΜΜΕ), αποδέχθηκαν ως “κανονικότητα” την πληγωμένη τους αξιοπρέπεια, την κοινωνική τους υποβάθμιση και τα κοινωνικά επιδόματα, τους μισθούς των 350 ευρώ και την ανασφάλιστη εργασία.Η εξέλιξη αυτή εξηγεί –εν μέρει μόνο φυσικά- την κοινωνική σιωπή και την εκλογική ηγεμονία των συστημικών κομμάτων.
Στη συγκυρία που διανοίγεται ζητούμενο φαίνεται να είναι η οργάνωση των κοινωνικών αντιστάσεων, δηλαδή αυτή ακριβώς η αναστροφή της αντιμετώπισης της «μεταμνημονιακής» επιτροπείας ως κανονικότητας. Αυτό προϋποθέτει γείωση στους κοινωνικούς χώρους και διατύπωση συγκεκριμένων αιτημάτων αγωνιστικής διεκδίκησης σε κάθε χώρο, ως μέσο συσπείρωσης κοινωνικών δυνάμεων που θα ανακτούν βαθμιαία τη χαμένη αυτοπεποίθησή τους.
3.2 Η Ελλάδα της μετα-μνημονιακής εποπτείας
Η Ν.Δ. ως κυβέρνηση, άμεσα και χωρίς ενδοιασμούς, προχωρά σε υλοποίηση του νεοφιλελεύθερου και αντικοινωνικού προγράμματός της, έχοντας αποδεχτεί πλήρως τις δεσμεύσεις της προηγούμενης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ έναντι των δανειστών, για πολιτικές μόνιμης λιτότητας, τεράστιων πλεονασμάτων και αυστηρής εποπτείας από αυτούς μέχρι το 2060, στο όνομα της αποπληρωμής ολόκληρου του φαραωνικού και επαχθούς δημοσίου χρέους και της παραμονής με κάθε θυσία της Ελλάδας στο ευρώ, πλήρους υποταγής στην ΕΕ και τον Αμερικανικό ιμπεριαλισμό.
Η πολιτική της θα οξύνει και θα επιταχύνει τις βασικές κατευθύνσεις της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ, εμπλουτίζοντάς τες με πολιτικές που θα αναδιανείμουν συνεχώς τον πλούτο υπέρ του κεφαλαίου, σε βάρος των δυνάμεων της εργασίας, της νεολαίας και της δημοκρατίας.
Σε αυτή την κατεύθυνση προωθεί:
– Την μείωση της φορολογίας των κερδών και μερισμάτων και τη διατήρηση και ενίσχυση των κινήτρων και φοροαπαλλαγών για το μεγάλο κεφάλαιο, όπως ανακοίνωσε ήδη στη ΔΕΘ, ο Πρωθυπουργός.
Συγκεκριμένα, μειώνει τον φόρο στα μερίσματα στο 5% από 10%, που το είχε μειώσει ήδη ο ΣΥΡΙΖΑ (ήταν 15%) και μειώνει τη φορολογία για τις μεγάλες επιχειρήσεις για τα εισοδήματα του 2019 από 28 στο 24%.
Η προβαλλόμενη μείωση του φορολογικού συντελεστή για τα φυσικά πρόσωπα μέχρι 10.000 ευρώ για τα εισοδήματα του 2020, έχει πολύ μικρή ωφέλεια, η δε μείωση των ασφαλιστικών εισφορών χωρίς ανακεφαλαιοποίηση των ασφαλιστικών ταμείων, τα οποία έχουν λεηλατηθεί, θα έχει ως συνέπεια την μείωση των αποθεματικών τους και φυσικά την μείωση των συντάξεων.
Η δήθεν αύξηση της αμοιβής της υπερωριακής απασχόλησης των ελαστικά απασχολούμενων είναι υποκριτική, αφού δεν συνδυάζεται με μέτρα για την σταθερή και μόνιμη εργασία και την προστασία των εργαζομένων.
– Την ένταση του αυταρχισμού και της καταστολής με πρώτο βήμα την κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου, δίνοντας ισχυρό πλήγμα στη δημοκρατία. Τη διεύρυνση των εκπαιδευτικών ανισοτήτων, με τη μείωση των εισακτέων στα δημόσια πανεπιστήμια, προκειμένου να στρέψει τους νέους στα ιδιωτικά ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, τη λειτουργία των οποίων είναι διακαής της πόθος να κατοχυρώσει και Συνταγματικά.
– Την ακύρωση των αποτελεσμάτων της ψήφου των πολιτών με απλή αναλογική στις αυτοδιοικητικές εκλογές, δίνοντας πλειοψηφία στους Δημάρχους και Περιφερειάρχες σε όργανα και επιτροπές έξω και πέραν από τα εκλεγμένα δημοτικά και περιφερειακά συμβούλια και μεταφέροντας εκεί τη λήψη αποφάσεων για σοβαρά θέματα.
– Το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας με την επιταχύνση των ιδιωτικοποιήσεων με διαδικασίες express, ξεκινώντας από τον όμιλο της ΔΕΗ, αλλά και με την πλήρη παράδοση του μάνατζμεντ των ΕΛΠΕ στο Λάτση. Στόχος της νέας κυβέρνησης είναι η ολοκληρωτική πλέον παράδοση της δημόσιας περιουσίας, του περιβάλλοντος και της ενέργειας, μη εξαιρουμένης της δημόσιας υγείας και παιδείας, στα μεγάλα ιδιωτικά κερδοσκοπικά συμφέροντα.
– Τις διαδικασίες fast track έγκρισης επενδύσεων των πολυεθνικών επιχειρήσεων, χωρίς ουσιαστικούς ελέγχους, ακόμα και εάν είναι καταστροφικές για το περιβάλλον, κυρίως με λογικές real-estate
– Την επέκταση της υποβάθμισης εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων ως δώρο στο ΣΕΒ και την οικονομική ολιγαρχία, ξεκινώντας από την κατάργηση της αυτοτέλειας του Σώματος Επιθεωρητών Εργασίας και θα συνεχίσει, όπως ανακοίνωσε, με την υπονόμευση του απεργιακού δικαιώματος και την παρεμπόδιση της δράσης του συνδικαλιστικού κινήματος των εργαζομένων, με την κατάργηση της εσωτερικής δημοκρατικής ζωής και λειτουργίας του με την ηλεκτρονική ψηφοφορία για τη λήψη αποφάσεων για απεργία και με το ηλεκτρονικό φακέλωμα των συνδικαλιστών.
– Την ολοκληρωτική κατάργηση της Κυριακής – Αργίας, με άνοιγμα των καταστημάτων όλες τις Κυριακές.
– Την κατάργηση της αιτιολόγησης των απολύσεων, της συνυπευθυνότητας εργολάβου και υπεργολάβου και την αναστολή των προθεσμιών, κατά τη διάρκεια της συμφιλιωτικής διαδικασίας, προκειμένου ο εργαζόμενος να στραφεί νομικά κατά του εργοδότη.
– Την ιδιωτικοποίηση της κοινωνικής ασφάλισης με την πλήρη εφαρμογή του κεφαλαιοποιητικού συστήματος των ατομικών κουμπαράδων (κοινωνικοασφαλιστικό σύστημα τύπου Πινοσέτ), ξεκινώντας από την επικουρική ασφάλιση, ενώ θέτει τις βάσεις και για νέες μειώσεις στις κύριες συντάξεις
– Την κλιμάκωση των πλειστηριασμών, με βάση τις δεσμεύσεις που υπάρχουν, της λαϊκής κατοικίας και περιουσίας των υπερχρεωμένων λαϊκών νοικοκυριών ακόμα και αξίας κάτω των 30.000, όχι μόνο πλέον από τις τράπεζες αλλά και από το δημόσιο, και από τη ΔΕΗ.
– Την αύξηση της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος, στο όνομα της «διάσωσης» της ΔΕΗ, ώστε να την ξεπουλήσει, ενώ ανακοίνωσε την κλιμάκωση των αποκοπών του ηλεκτρικού ρεύματος, χωρίς εξαίρεση για τα υπερχρεωμένα φτωχά λαϊκά νοικοκυριά, που αδυνατούν να πληρώσουν τους λογαριασμούς τους ή και που όταν θέλουν να ρυθμίσουν τις οφειλές τους, οι όροι και προϋποθέσεις που τους τίθενται είναι υπερβολικά αυστηροί, αβίωτοι και ανεκπλήρωτοι.
Τέλος, η πιστή εφαρμογή της Συνθήκης των Πρεσπών από τη ΝΔ ,με τις ευλογίες του ΣΥΡΙΖΑ που την ψήφισε, εδραιώνει την επιρροή και τη μόνιμη παρουσία του ΝΑΤΟ στην περιοχή της Βαλκανικής ,με την σύγχρονη αύξηση της Αμερικανικής παρουσίας στη χώρα μας, μέσα από τη νέα συμφωνία με την κυβέρνηση της ΝΔ. Αυτή είναι αορίστου χρόνου και ενισχύει περισσότερο την Αμερικανική παρουσία στη χώρα μας ,με την προώθηση της ίδρυσης νέας βάσης στην Αλεξανδρούπολη, λειτουργία βάσης για drones στη Λάρισα, νέας βάσης ελικοπτέρων στη κεντρική Ελλάδα (Στεφανοβίκειο), αναβάθμιση της Βάσης της Σούδας και τις άλλες στρατιωτικές διευκολύνσεις που αποφασίστηκαν, στα πλαίσια της μόνιμης στρατηγικής συνεργασίας Ελλάδα ΗΠΑ, που προσδένει πιό σφιχτά τη χώρα μας, στο άρμα του Αμερικάνικου ιμπεριαλισμού.
Είναι σαφής η επιδίωξη του συστήματος, να παραμείνει σταθερό και χωρίς κλυδωνισμούς, με αναβίωση, σε συνθήκες εξάρτησης και επιτροπείας, του διπολισμού των 10/ετιών 80 – 90, με τη ΝΔ από τη μία πλευρά και τον ΣΥΡΙΖΑ στη θέση του ΠΑΣΟΚ από την άλλη, ως τον ισχυρό όμως πόλο της σοσιαλδημοκρατίας στη χώρα μας. Η διαφορά τους θα εδράζεται στον τρόπο εφαρμογής και διαχείρισης των μνημονιακών πολιτικών μόνιμης λιτότητας και παράδοσης του δημόσιου πλούτου της χώρας, που ψήφισαν μαζί. Ο ΣΥΡΙΖΑ άλλωστε, μετατρέπεται οριστικά σε άλλο κόμμα, όπως φάνηκε και από την ομιλία του ίδιου του Τσίπρα, στην ΚΕ της 13ης Ιουλίου, ημερομηνία υπογραφής της συμφωνίας που πρόδωσε το ΟΧΙ του Ελληνικού λαού, πριν 4 χρόνια, παραδίδοντας τη χώρα στους δανειστές και τις Βρυξέλες.
Ο ΣΥΡΙΖΑ μετά την εκλογική ήττα προσπαθεί να αναδιοργανωθεί, με εκστρατεία ένταξης νέων μελών στο κόμμα, προπαγανδίζοντας την ένταξη σ’ αυτόν μέσω του διαδικτύου. Το ψηλό ποσοστό που πήρε στις εκλογές δεν δημιουργεί προβλήματα στην ηγεσία του η οποία ολοκληρώνει τη μετάλλαξη του 2015 προσπαθώντας να πρωταγωνιστήσει στο δικομματικό παιχνίδι ,στις νέες συνθήκες που διαμορφώνονται.
Όπως δείχνουν οι εξελίξεις η μετατροπή αυτή προχωρά απρόσκοπτα σε πλήρη συνεργασία της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ με την Προοδευτική Συμμαχία που προσπαθεί να συγκροτήσει με τη δημιουργία της Κ.Ο.Ε.Α. (Κεντρικής Οργανωτικής Επιτροπής Ανασυγκρότησης) στην οποία ανατίθεται σημαντικός ρόλος.
Με την πρόσφατη έγκριση της νέας πολιτικής διακήρυξης από τη ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ ολοκληρώνεται η πλήρης μετατροπή του μέσα από το σχήμα ΣΥΡΙΖΑ-ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ ΣΥΜΜΑΧΙΑ σε σχηματισμό με κεντροαριστερά χαρακτηριστικά και οικολογικές ανησυχίες ,που στις ιστορικές του καταβολές αναφέρεται και η “..δημοκρατική έκρηξη του 1981”.
Ο αγώνας μας ενάντια στη νεοφιλελεύθερη λιτότητα που εφαρμόζει η κυβέρνηση της ΝΔ, πρέπει να συνδυάζεται με την αποκάλυψη του ρόλου του ΣΥΡΙΖΑ στην προώθηση αυτής της πολιτικής ,αποδεσμεύοντας τα λαϊκά στρώματα από την επιρροή τους.
Το ΚΙΝΑΛ υφίσταται ακόμα τις συνέπειες της ένταξης της Ελλάδας στα μνημόνια. Αυτή τη περίοδο γίνεται χώρος αμφίπλευρης διεύρυνσης της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ και προσπαθεί να αντισταθεί σε ένα «θανάσιμο» εναγκαλισμό που θα του δίνει σε βάθος χρόνου ,το συμπληρωματικό ρόλο της στήριξης ενός από τα δύο κόμματα.
Πρόθυμο στήριγμα στην προσπάθεια του μένουμε Ευρώπη και Ευρωζώνη φαίνεται να αποτελεί παρά την αντιμνημονιακή ρητορική του και το ΜΕΡΑ 25 του Βαρουφάκη.
Κατάφερε να μπει στη βουλή με τη βοήθεια των ΜΜΕ ,διατηρώντας μια αντιμνημονιακή ρητορική, με μια πολιτική χωρίς ρήξεις με την ευρωζώνη και την ΕΕ, ουσιαστικά ακίνδυνη για το σύστημα.
Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΥΣΗ μετά την μη εκπροσώπηση της Χ.Α. στο κοινοβούλιο, αποτελεί τον ακροδεξιό διάδοχό της, που διατηρώντας ρατσιστική ,εθνικιστική και ξενόφοβη πολιτική ,δεν βαρύνεται με τα εγκλήματα εκείνης και προσδοκά στην αύξηση της επιρροής της.
Το κόμμα του Βελόπουλου δεν πρόκειται να αποτελέσει ουσιαστικό εμπόδιο στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές, κερδίζει μόνο με την αντιμεταναστευτική του ρητορεία και απευθύνεται σε ένα ακροδεξιό ακροατήριο
4. ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΠΟΡΕΙΑΣ ΤΗΣ ΛΑΪΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΕΡΟΥ ΡΕΥΜΑΤΟΣ
- Εκτιμήσεις
Με τις αποφάσεις μας μετά τις εκλογές εκτιμήσαμε ότι :
…«Ο ελληνικός λαός, με τη χειραγώγηση των μίντια της διαπλοκής, την πίεση των πάσης φύσεως διλημμάτων και υπό τη επήρεια φοβικών συνδρόμων και χωρίς η Ριζοσπαστική Αριστερά να τον εμπνέει για έναν άλλο δρόμο ανατροπής και ρήξης, υποτάχθηκε εκ των πραγμάτων με μεγάλη πλειοψηφία σε αυτήν τη στρατηγική, προσαρμοζόμενος στη μόνιμη και ενισχυμένη μεταμνημονιακή επιτροπεία που λειτουργεί ως τέταρτο μνημόνιο, ελπίζοντας ότι μέσα σ’ αυτή ,βήμα – βήμα, πιθανόν να βελτιώσει τη θέση του.
Και είναι βέβαια η κυβερνητική αποτυχία του μεταλλαγμένου ΣΥΡΙΖΑ, που τροφοδότησε τη Δεξιά και της χάρισε την αυτοδυναμία. Παράλληλα όμως, δημιουργήθηκε μία μεγάλη συσπείρωση γύρω από τον ΣΥΡΙΖΑ που παραμένει ισχυρός, που οφειλόταν σε αρκετό βαθμό, στο φόβο και τη βαθιά λαϊκή ανησυχία της επόμενης μέρας, από την επανάκαμψη της Ν.Δ» και παρακάτω, «…ότι, η μείωση του ΚΚΕ σε σχέση με τον Σεπτέμβρη του ’15 και τις πρόσφατες ευρωεκλογές ήταν σχετικά μικρή, δεν αποτελεί άλλοθι για την ηγεσία του, ειδικά μάλιστα όταν σημειώνεται σε περιστάσεις δύσκολες για τον λαό και τη χώρα. Και αυτό δυστυχώς θα συνεχίσει να συμβαίνει, όσο και αν προσπαθεί για το αντίθετο, δεδομένου ότι αδυνατεί να συνδέσει το σήμερα με το αύριο, με μια ανατρεπτική πολιτική ρήξης και μετωπική δράση των ριζοσπαστικών δυνάμεων, στη βάση ενός αριστερού μεταβατικού προγράμματος.
Βαριά ήταν όμως και η ήττα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και της υπεροπτικής της
αντίληψης, για την «επαναστατατική της καθαρότητα» που οδηγεί σε ένα
μόνιμο σεχταρισμό.
Ιδιαίτερα για την ΛΑ.Ε, που επιχείρησε μετά τη βαριά ήττα των Ευρωεκλογών να δημιουργήσει προϋποθέσεις εκλογικής συνεργασίας, με αμφίπλευρες προτάσεις προς την ΑΝΤΑΡΣΥΑ και την ΠΛΕΥΣΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, χωρίς όμως αποτέλεσμα, η ήττα υπήρξε βαρύτατη, με μείωση στο μισό του ποσοστού που είχε λάβει στις Ευρωεκλογές.
Πρέπει συνεπώς να εμβαθύνουμε στις αιτίες της βαριάς ήττας της ΛΑΕ και της συνεχισθείσας μείωσης της εκλογικής μας επιρροής από τις Ευρωεκλογές στις Βουλευτικές εκλογές. Οι μετακινήσεις, οι απώλειες και οι αιτίες τους, πρέπει να τύχουν βασανιστικής ανάλυσης, εμβάθυνσης και συναγωγής συμπερασμάτων χρήσιμων για το παρόν και την προοπτική μας.»…
Στην τελευταία παράγραφο συνεπώς πρέπει να σταθούμε και να αναλύσουμε με ειλικρίνεια,τις πραγματικές και όχι τις επιφανειακές αιτίες που οδήγησαν «τη δική μας αριστερά», σχεδόν σε εξαφάνιση.
Στις πρώτες μας εκτιμήσεις μετά τις Ευρωεκλογές αναγνωρίσαμε ότι:
«…….Το πρόβλημά μας είναι πολύ βαθύτερο: Είναι πρόβλημα εικόνας, προσανατολισμού της τακτικής μας, εμπλουτισμού και παρουσίασης του πολιτικού προγράμματος, εκπομπής πειστικού μηνύματος ιδίως προς τη νέα γενιά, πρόβλημα συσπείρωσης των δυνάμεών μας, καθώς και πρόβλημα συγκεντρωτισμού και σοβαρών ελλειμμάτων εσωκομματικής δημοκρατίας. Απαιτούνται γενναίες αποφάσεις ώστε να ανοίξουμε διαύλους ενίσχυσης της πολιτικής μας επιρροής σε εργαζόμενους και ευρύτερα λαϊκά στρώματα και ένταξης νέων μελών στις γραμμές μας.
Στο προηγούμενο διάστημα δεν συνδυάστηκε ο αναγκαίος ακτιβισμός με τη μαζική κινηματική δράση. Ο δημόσιος λόγος ήταν πολλές φορές μη αποτελεσματικός, συχνά καταγγελτικός και μονόπλευρος και με ελλείμματα στην ολοκληρωμένη διατύπωση των δικών μας προτάσεων. Αν λάβουμε υπ’ όψιν ότι το εκλογικό μας κοινό, από το 2015 και μετά, ήταν βασικά οι δυσαρεστημένοι και αποστασιοποιημένοι από το ΣΥΡΙΖΑ εμείς με την στάση μας δεν διευκολύναμε όσο έπρεπε την προσέλκυση αυτού του τμήματος των πολιτών. Με λίγα λόγια παρά την εργώδη προσπάθεια που έγινε το τελευταίο διάστημα, η δουλειά ήταν αναποτελεσματική και αυτό το πληρώσαμε περισσότερο από τις άλλες αριστερές δυνάμεις.».
Η εκτίμηση αυτή όμως είναι γενική και δεν αρκεί. Το πρόβλημα είναι περισσότερο πολύπλοκο, σε ιδεολογικό, πολιτικό και οργανωτικό επίπεδο.
Δεν υπήρξε όμως από μας σοβαρή συλλογική προσπάθεια σε αυτή τη κατεύθυνση με βάση αυτές τις ανάγκες τα προηγούμενα χρόνια, εκτός απο τις προσπάθειες του ΜΑΧΩΜΕ, με μικρή όμως ανταπόκριση από τα μέλη μας, αφού η προσπάθεια ξεκίνησε αργά και είχε ήδη αρχίσει η αποσυσπείρωση.
Όπως δεν υπήρξε σε πολιτικό και οργανωτικό επίπεδο Η προγραμματική μας πρόταση παρέμενε ανεπεξέργαστη ενώ η λειτουργία του ΑΡ διακατεχόταν από συγκεντρωτισμό και γραφειοκρατικές αγκυλώσεις.
Αντιγράφουμε τους επιδιωκόμενους στόχους, από την απόφαση του συνεδρίου μας:
«…Επιδιώκουμε, μέσα από την ΛΑΕ ή σε συνεργασία μαζί της, να εκπροσωπηθούν πλατειά όλες οι δυνάμεις που αντιπαλεύουν τα μνημόνια, αριστερές, πατριωτικές και διεθνιστικές, προοδευτικές και δημοκρατικές, οι οποίες αγωνίζονται για την επιβίωση του λαού μέσα στη κρίση, παλεύουν για κοινωνική δικαιοσύνη και κατάκτηση της εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας.
Επιδιώκουμε επίσης η ΛΑΕ να συμβάλλει ουσιαστικά για να συγκροτηθεί ένα μεγάλο πολιτικό, κινηματικό και εκλογικό μέτωπο με όλες τις δυνάμεις της αριστεράς, αλλά και τις ευρύτερες δυνατές πατριωτικές, δημοκρατικές αντιμνημονιακές δυνάμεις, οι οποίες δεν συμφωνούν σε όλα μαζί μας, αλλά επιδιώκουν να συμβάλουν με συνέπεια σε μια αποτελεσματική πορεία ανατροπής των μνημονίων και ριζοσπαστικής αλλαγής.
Θα εργαστούμε ενωτικά και συντροφικά μαζί με τις άλλες πολιτικές οργανώσεις και τους αγωνιστές/στριες, που εντάχθηκαν μεμονωμένα ή πρόκειται να ενταχθούν από εδώ και πέρα στη ΛΑΕ, ώστε να διευρύνει την επιρροή της και να καταξιωθεί ο σημαντικός της ρόλος στην ελληνική κοινωνία και να διεκδικήσει το δυνατόν ταχύτερα την κυβερνητική και την πραγματική εξουσία μαζί με τους εργαζόμενους και το λαό.
Συγκροτούμαστε ως πολιτική οργάνωση όχι για να διαχωριστούμε από τη ΛΑΕ, αλλά για να την βοηθήσουμε πιο ουσιαστικά στο έργο της, αφού σε κάθε περίπτωση η μαζική πολιτική δράση μας περνά μέσα από τη δράση της Λαϊκής Ενότητας. Η συγκρότησή μας δεν έχει καμία επιδίωξη ανταγωνισμού με τις άλλες πολιτικές οργανώσεις που συμμετέχουν στη ΛΑΕ, αλλά αντιθέτως στοχεύει να αποκτήσει ουσιαστικό, προωθητικό και δημιουργικό περιεχόμενο η συσπείρωση διαφορετικών δυνάμεων στο νέο πολιτικό μας εγχείρημα…».
Κανένα από τους παραπάνω στόχους δεν πετύχαμε τελικά, αφού επιτρέψαμε, μετά τη συγκρότηση της ΛΑΕ σε ενιαία οργάνωση και όχι μέτωπο οργανώσεων, να μετατραπεί το Αριστερό Ρεύμα από αυτόνομος πολιτικός φορέας, σε μηχανισμό υλοποίησης αποφάσεων ενός ασαφούς τελικά οργανωτικά σχήματος, όπως αναδείχθηκε η ΛΑΕ, με κοινές οργανώσεις βάσης, αλλά συλλογική ηγεσία στην κορυφή, με δικαίωμα βέτο (αυξημένη πλειοψηφία) για σημαντικές αποφάσεις κ.λ.π.
Σοβαρή ευθύνη για αυτήν την εξέλιξη, έχει πρώτα απ’ όλα το ΑΡ, που εκτός από την αργοπορημένη συγκρότησή του σε «πολιτικό φορέα», ένα περίπου χρόνο μετά τη συνδιάσκεψη της Λ.Α.Ε., τη χαλαρή συγκρότηση και λειτουργία των κεντρικών του οργάνων, το έλλειμμα συνοχής και δραστήριας λειτουργίας των οργανώσεων του, στέρησε τελικά σε δυναμισμό το όλο εγχείρημα της ΛΑΕ. Ωστόσο ευθύνες υπάρχουν και από την πλευρά των «συμμαχικών οργανώσεων» στα πλαίσια της ΛΑΕ.
Από την αρχή και μετά την συνδιάσκεψη του 2016, στην ΛΑΕ υπήρξαν ήδη προβλήματα και αποχωρήσεις δυνάμεων, όπως η ΑΡΚ, ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ .κ.α. Οι δυνάμεις που έμειναν η κάθε μια με τον τρόπο της ενεργούσαν αυτόνομα χωρίς να δεσμεύονται, με έγνοια κυρίως για την οργάνωσή τους.
Παρουσιαζόταν είτε μόνιμα προβλήματα, διαφορετικές προσεγγίσεις και διαφωνίες σε στρατηγικά ζητήματα, (Συρία, Ελληνοτουρκικά, Συμφωνία των Πρεσπών κ.λ.π), είτε παράλληλη πορεία συγκρότησης άλλου πολιτικού φορέα.
Αυτά παράλυαν την λειτουργία της ΛΑΕ και την άφηναν πολιτικά άφωνη για πολλούς μήνες.
Η πορεία αυτή υπονόμευε την ενιαία λειτουργία των οργανώσεων της ΛΑΕ που λειτουργούσαν ως συντονιστικά των συνιστωσών.
Ταυτόχρονα πολιτικές οργανώσεις της ΛΑΕ απέρριπταν ή δυσκόλευαν τις πρωτοβουλίες για συσπείρωση ευρύτερων δυνάμεων, σε αντιμνημονιακή προοδευτική κατεύθυνση και επέμεναν για συμμαχίες σχεδόν αποκλειστικά με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, που αυτή πάντα τις απέρριπτε.
Η πορεία αυτή δημιουργούσε έλλειψη εμπιστοσύνης και καχυποψία μεταξύ των πολιτικών οργανώσεων της ΛΑΕ και κυρίως σοβαρά προβλήματα στη λειτουργία και την εξωστρεφή δράση των τοπικών και θεματικών οργανώσεων της.
Το ζήτημα περιπλεκόταν αφού η ΛΑΕ δεν μπόρεσε να κρατήσει οργανωτικά έναν ιστό σε μόνιμη λειτουργία σε όλη τη χώρα και οι αποφάσεις παιρνόταν μετά από συμφωνίες κορυφής των συνιστωσών.
Τις περισσότερες φορές ερχόταν έτοιμες στα όργανα του ΑΡ, που δεν μπορούσε πια να γίνει συζήτηση, αφού υπήρχαν κείμενα και αποφάσεις συμφωνημένα με τους συμμάχους.
Και είναι δική μας ευθύνη, γιατί δεν αντιμετωπίσαμε το πρόβλημα.
Έτσι η ΛΑΕ οδηγήθηκε σταδιακά σε εσωστρέφεια,σε ομαδοποιήσεις και μάχες χαρακωμάτων εντός και εκτός των οργανώσεων.
Το αποτέλεσμα ήταν να επέλθει η απογοήτευση,η απομάκρυνση και τελικά η αποστράτευση κυρίως των δικών μας μελών.
Δικές μας οι ευθύνες,γιατί στις Ευρωεκλογές,παρά τις αποφάσεις μας,δεν κατορθώσαμε να θέσουμε σε προτεραιότητα την είσοδό μας στη Ευρωβουλή και τούτο γιατί, χωρίς να γενικεύουμε,η μάχη δόθηκε,από πολλούς-ες κυρίως για τα αυτοδιοικητικά σχήματα. Αποτύχαμε επίσης, να εντάξουμε στο ψηφοδέλτιό μας για την Ευρωβουλή, προσωπικότητες του ευρύτερου ριζοσπαστικού – αντιμνημονιακού χώρου.
Ησυντριπτική ήττα στις Ευρωεκλογές,ήταν και ο καταλύτης για την ακόμα μεγαλύτερη ήττα που υποστήκαμε στις Εθνικές εκλογές και τούτο διότι, θα είχαμε ελπίδες να ανακάμψουμε, μόνο μέσω μετωπικών σχημάτων. Όμως, με το μικρό ποσοστό που είχαμε συγκεντρώσει στις ευρωεκλογές, δεν θα κατορθώναμε, όπως και έγινε, να σχηματίσουμε αξιόπιστες συμμαχίες, αφού πλέον τα όμορα κόμματα δεξιά και αριστερά μας, μας έβλεπαν αποκλειστικά, ως τροφοδότες των δικών τους σχημάτων. Και είναι τεράστιες οι ευθύνες των ηγεσιών τους, που δεν αποδέχτηκαν τις ενωτικές μας προτάσεις και συνέβαλαν έτσι στη συντριβή του χώρου της αντιμνημονιακής και ριζοσπαστικής αριστεράς.
Τελικά, αποφασίσαμε να κατέβουμε στις Εθνικές εκλογές, με παραιτημένο τον Γραμματέα, με αποχωρήσεις από το σχήμα (ΔΗΚΚΙ), με απούσες από αυτή την κορυφαία πολιτική μάχη δύο από τις οργανώσεις που συγκροτούσαν την ΛΑΕ, με συλλογική ηγεσία που δεν έδινε ιδιαίτερα αναγνωρίσιμο σήμα στην κοινωνία εξ’ αιτίας του σύντομου χρονικού διαστήματος μέχρι τις εκλογές, χωρίς χρήματα για ένα σοβαρό προεκλογικό αγώνα, με αδύναμα πανελλαδικά ψηφοδέλτια, τα οποία με δυσκολία κατορθώσαμε να συγκροτήσουμε.
Για την εκλογική συντριβή της ΛΑ.Ε πρέπει ως Α.Ρ. να αναλάβουμε, πρώτοι απ’ όλους εμείς, τις πολιτικές ευθύνες της ήττας, ως η κύρια οργάνωση της ΛΑ.Ε.
- Αιτίες της ήττας
Στο συνέδριο μας επιβάλλεται να δώσουμε όσο το δυνατόν πειστικές απαντήσεις στα αίτια που προκάλεσαν την ήττα μας.
Οι πολιτικές του άγριου νεοφιλελευθερισμού, της λιτότητας και των «αιματοβαμμένων» πλεονασμάτων, που συμπίεσαν μισθούς και συντάξεις, που συρρίκνωσαν παντού το κοινωνικό κράτος, την δημόσια υγεία και παιδεία, τα εργασιακά δικαιώματα και κτύπησαν αλύπητα εργατικές κατακτήσεις που έγιναν με θυσίες δεκαετιών εκ των πραγμάτων οδήγησαν σε οργή και αγανάκτηση εκατομμύρια πολιτών σε όλη την Ευρώπη Την αγανάκτηση αυτή όμως εκλογικά την καρπώνεται δυστυχώς η δεξιά και όχι η αριστερά.
Οι εκλογές ανέδειξαν, ότι οι πολίτες της χώρας μας, αποδέχονται πια στην συντριπτική τους πλειοψηφία την T.I.N.A., θεωρώντας ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος για τη χώρα.
Υποκύπτουν στη νέα «κανονικότητα» της «μεταμνημονιακής» εποχής. Ο ελληνικός λαός, με την χειραγώγηση των μίντια της διαπλοκής, την πίεση των πάσης φύσεως διλημμάτων και υπό τη επήρεια φοβικών συνδρόμων και χωρίς η Ριζοσπαστική Αριστερά να τον εμπνέει για άλλο δρόμο ανατροπής και ρήξης, υποτάχθηκε εκ των πραγμάτων με μεγάλη πλειοψηφία σε αυτήν την στρατηγική, προσαρμοζόμενος στην μόνιμη και ενισχυμένη μεταμνημονιακή επιτροπεία που λειτουργεί ως τέταρτο μνημόνιο, ελπίζοντας ότι μέσα σ’ αυτή, βήμα – βήμα, πιθανόν να βελτιώσει τη θέση του.
Ο Ελληνικός λαός ψήφισε δεχόμενος , στην κάλπη ,την άποψη της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ ,της ΝΔ και των ΜΜΕ ότι η χώρα βγήκε από τα μνημόνια και επανέρχεται στη κανονικότητα. Δεν μπορέσαμε να τον πείσουμε για το αντίθετο για το δικό μας δρόμο.
Η ανατροπή που προϋποθέτει ρήξη με την Ευρωζώνη και την ΕΕ, ως αίτημα και αναγκαιότητα για μια νέα πορεία της χώρας, θεωρήθηκε από τους πολίτες δύσκολη έως αδύνατη, ενώ οι κατακερματισμένες δυνάμεις της αριστεράς που την υποστήριζαν, έμοιαζαν στα μάτια τους ανέτοιμες και ανεπαρκείς για να αναλάβουν με επιτυχία ένα τέτοιο έργο.
Η Αριστερά, κάτω από την πίεση του εντεινόμενου διπολισμού και των δικών της αδυναμιών ,κατακερματισμένη, υπέστη στο σύνολο της μια στρατηγική υποχώρηση και βαρύτατη ήττα. Ποτέ στην μεταπολίτευση η Ριζοσπαστική Αριστερά, δεν είχε, δυστυχώς για τον τόπο και τον λαό, λάβει τόσο χαμηλά εκλογικά ποσοστά, που έφτασαν να μην ξεπερνούν συνολικά το 6%.
Η ΛΑΕ που το είχε ως πρόταγμά της, δεν μπόρεσε να διαμορφώσει μια ορθολογική και πειστική πολιτική συμμαχιών.
Στην πράξη υπήρξε αποδοχή της Τ.Ι.Ν.Α. και από δυνάμεις που αποχώρησαν οργανωτικά από το ΣΥΡΙΖΑ , έδρασαν όμως και συνεργάστηκαν μαζί του στην Τ.Α. και το συνδικαλιστικό κίνημα.
Οι συνεργαζόμενοι έτσι με το ΣΥΡΙΖΑ στη ΤΑ και το συνδικαλισμό επέτειναν την σύγχυση για τη ΛΑΕ , μειώνοντας την αποτελεσματικότητα της κριτικής της προς το ΣΥΡΙΖΑ.
Σε ότι μας αφορά, δεν υλοποιήσαμε με αποφασιστικότητα τις αποφάσεις της Συνδιάσκεψης της ΛΑ.Ε και του συνέδριου του Α.Ρ. για την Τοπική Αυτοδιοίκηση και το Συνδικαλιστικό κίνημα. Καθυστερήσαμε, με αποτέλεσμα δυνάμεις μας και δυνάμεις που είχαν αποδεσμευτεί οργανωτικά από το ΣΥΡΙΖΑ το 2015 σε αυτούς τους χώρους, να ενσωματώνονται στην πορεία στον κυβερνητικό χώρο, όταν δικές μας δυνάμεις παρέμεναν σε κοινά σχήματα με το ΣΥΡΙΖΑ ή αργούσαν έως και το 2019 ν’ αποδεσμευτούν.
Ορισμένοι από τους εκλεγμένους Συμβούλους με εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Τ.Α., παρέμειναν στις θέσεις τους, έως την 31η Αυγούστου και μάλιστα κάποιοι, υστερόβουλα απομακρύνθηκαν από ΛΑΕ και Α.Ρ., για να θέσουν υποψηφιότητα στις εκλογές της 29ης Μαΐου με κυβερνητικά σχήματα στην Τ.Α.
Το πλεονέκτημά μας ,της παρουσίας στα όργανα της Τ.Α. σε όλη τη χώρα, σε σχέση με τις άλλες δυνάμεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς , έγινε τελικά μπούμεραγκ, μας δημιούργησε μεγάλο πολιτικό πρόβλημα και επέδρασε στη δημόσια εικόνα μας και στα εκλογικά αποτελέσματα.
Ιδιαίτερη βαρύτητα σε αυτή την εικόνα στην Τ.Α. είχαν η Περιφέρεια Αττικής, Ιονίων νήσων, Θεσσαλίας και στο Σ.Κ. η Γ.Σ.Ε.Ε. και το Ε.Κ.Α. και τούτο διότι, άλλη υπήρξε η κεντρική πολιτική μας εκφώνηση και άλλη στις περιφερειακές εκπροσωπήσεις της πολιτικής μας.
Τα ζητήματα αυτά αποτέλεσαν και επιχειρήματα άρνησης συνεργασίας και συμπόρευσης με τη ΛΑΕ, στις εκλογές της 7ης Ιουλίου, οργανώσεων που προσκαλέσαμε.
Στα αποτελέσματα των ευρωεκλογών και των εκλογών, συνέβαλαν σε μικρότερο βαθμό και οι δυσκολίες του BREXIT και της κυρίαρχης προπαγάνδας γύρω από αυτό, η Βενεζουέλα και βέβαια, η πολυδιάσπαση των αριστερών και αντιμνημονιακών δυνάμεων στη χώρα μας, που έδινε το άλλοθι σε πολλούς ταλαντευόμενους ψηφοφόρους να ψηφίσουν πιο εύκολα το ΣΥΡΙΖΑ.
Αυταπόδεικτο συνεπώς το συμπέρασμα της πλήρους αποτυχίας, από τα εκλογικά αποτελέσματα και τη σημερινή εικόνα της ΛΑΕ. Ως στρατηγική επιλογή απέτυχε να εκπληρώσει το σκοπό για τον οποίο δημιουργήθηκε.
Το πολιτικό ρεύμα που αποχώρησε από το ΣΥΡΙΖΑ τον Αύγουστο του 2015 ιδρύοντας τη ΛΑΕ και συναντήθηκε με άλλες δυνάμεις στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015, μετά από τέσσαρα χρόνια, όχι μόνο δεν κατάφερε να εκπροσωπηθεί στη βουλή, αλλά συρρικνώθηκε και δεν κατάφερε τελικά, να δημιουργήσει ένα δημοκρατικό ρεύμα αμφισβήτησης, ανατροπής και ρήξης με την Ευρωζώνη και την ΕΕ.
Ο μετασχηματισμός σε ενιαίο πολιτικό φορέα, ενός εκλογικού μετώπου που ήταν η ΛΑΕ στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015, με σπουδή,χωρίς να λάβει υπόψη τις αντίθετες φωνές και χωρίς να υπάρχουν οι προϋποθέσεις, δεν ευδοκίμησε έμεινε στον αέρα και υπέστη συντριπτική ήττα.
Να το επαναλάβουμε: Για το εκλογικό αποτέλεσμα της ΛΑΕ θα πρέπει πρώτα απ’ όλα εμείς ως ΑΡ να αναλάβουμε τις πολιτικές ευθύνες μας ως η πλειοψηφούσα πολιτική οργάνωση μέσα σ’ αυτή.
- Το Αριστερό Ρεύμα
Ο τρόπος συγκρότησης και λειτουργίας της ΛΑ.Ε συνέβαλε στην υποβάθμιση της λειτουργίας του Α.Ρ.
Απαιτείτο συλλογική λειτουργία του ΑΡ ως κέντρου της πολιτικής μας, η οποία έλλειψε το προηγούμενο διάστημα .
Η Ε.Γ. και η Κ.Ε. δεν υπήρξε το κέντρο επεξεργασίας της πολιτικής μας. Ενημερώνονταν, ή επικύρωναν αποφάσεις που είχαν ληφθεί, για τις δράσεις και πρωτοβουλίες της ΛΑ.Ε., Δεν αποτελούσαν το επιτελείο και την απαρχή της δράσης μας, αλλά τον ιμάντα μεταβίβασης της πολιτικής της ΛΑ.Ε., που αποφασιζόταν από τη Π.Γ. και τις συνεννοήσεις με τους συμμάχους, πριν γίνουν συζητήσεις στα όργανα του Α.Ρ.
Στο όργανο της Ε.Γ. και στην Κ.Ε. κατατίθεντο προτάσεις, που ενώ δεν υπήρχαν αντιρρήσεις, δεν υλοποιούνταν. Έτσι παρά το ότι πάρθηκε απόφαση έγκαιρα για τη λειτουργία επιτροπής για τις συνεργασίες, η επιτροπή δεν λειτούργησε ποτέ. Δεν έγινε έγκαιρα ουσιαστική συζήτηση για τη δημιουργία και την προοπτική του 114 κ.α.
Τα τμήματα και οι βοηθητικές επιτροπές της ΛΑ.Ε, με ελάχιστες εξαιρέσεις, δεν λειτούργησαν, αλλά παρεμβάσεις γι’ αυτό δεν κάναμε.
Ενώ δημιουργήθηκε το πενταμελές της Ε.Γ. ως θεσμός παρακολούθησης της καθημερινής δουλειάς, δεν λειτούργησε ουσιαστικά, δύο χρόνια μετά τη συγκρότησή του το 2017.
Στα παραπάνω ζητήματα η ΕΓ έχει τις δικές της ευθύνες.
Δεν έχουμε ακόμα εγκεκριμένο καταστατικό καθώς και αξιόπιστο μητρώο μελών.
Δεν οργανωνόταν έγκαιρα η δουλειά για σοβαρά ζητήματα. Το θέμα των εκλογών στην Τ.Α. θα μπορούσε να έχει συζητηθεί μήνες πριν και να έχουμε καταλήξει έγκαιρα και όχι να συζητιέται άρον-άρον μαζί με τις Ευρωεκλογές το Φλεβάρη του 2019, χωρίς μάλιστα λύσεις για Πειραιά, Θεσ/κη, και με προβλήματα για την Αθήνα. Η καθυστέρηση αυτή είχε επιρροή στο αποτέλεσμα των Ευρωεκλογών, μιας και μέχρι την τελευταία στιγμή γινόταν προσπάθειες συγκρότησης ψηφοδελτίων σε Δήμους και Περιφέρειες και η δουλειά για τις Ευρωεκλογές έμενε πίσω ή δεν γινόταν.
Η ΕΓ δεν αξιοποιήθηκε από την εκλογική επιτροπή στις βουλευτικές εκλογές.
Δεν είχε συμμετοχή στην κατάρτιση των ψηφοδελτίων των περιοχών και της Επικρατείας.
Μετά την παραίτηση του επικεφαλής γραμματέα, ο τρόπος λειτουργίας της ΛΑΕ σε μια κρίσιμη περίοδο έμεινε ο ίδιος, πίσω από τις ανάγκες ,συγκεντρωτικός και γραφειοκρατικός, όπως ήταν και πριν.
Από το 2017 πορευτήκαμε με την πολιτική μας πρόταση μόνο. Δεν υπήρξε μόνιμος προσανατολισμός για ιδεολογικές επεξεργασίες, για τις κοινωνικές δυνάμεις και διεργασίες που συντελούνται.
Πέρα από το μέτωπο των πλειστηριασμών δεν ασχοληθήκαμε βασανιστικά με το μαζικό κίνημα και τα προβλήματά του.
Θεωρούσαμε ως δουλειά στη νεολαία την ανάδειξη, νέων σ/φων στα όργανα και την «ανάθεση» σε αυτούς, χωρίς βοήθεια και παρακολούθηση, του τομέα της νεολαίας.
Έτσι στο ΑΡ τα τελευταία τρία χρόνια, εντάθηκαν τα φαινόμενα οργανωτικής παραλυσίας, αποστράτευσης, μείωσης της αναγκαίας αλληλεγγύης των μελών του και κατά συνέπεια έλλειψης συνοχής των γραμμών του, αδυναμία αναπαραγωγής του με νέα σε ηλικία στελέχη και απήχησής του στη νεολαία.
Για όλα τα παραπάνω σοβαρά προβλήματα στη λειτουργία και δράση του Α.Ρ., η Κ.Ε. καθώς και η Ε.Γ. της Κ.Ε. του Α.Ρ., αναλαμβάνουν ακέραιες τις πολιτικές τους ευθύνες.
Πέρα από τη συλλογική ευθύνη όμως των οργάνων, υπάρχουν και ατομικές ευθύνες κατ’ αναλογία, για τα μέλη των οργάνων αυτών (Π.Γ.ΛΑΕ – Π.Σ.ΛΑΕ – Ε.Γ.ΑΡ – ΚΕΑΡ).
Η ανάληψή τους απαιτεί γενναιότητα, που δεν είναι ξένη στην αριστερά, αφού η αυτοκριτική αποτελεί καθήκον για κάθε αριστερό.
Σήμερα συνεπώς, έχουμε φτάσει σε ένα κομβικό σημείο για το μέλλον του δικού μας πολιτικού φορέα. Με επίγνωση των δυσκολιών, το Αριστερό Ρεύμα με την Ιστορική του διαδρομή, με τα στελέχη του, τις απόψεις του, τα λάθη του αλλά και τις αποφάσεις του και εντός του γενικού πλαισίου αρχών που καθόρισε το ιδρυτικό του συνέδριο, θα είναι παρών στην πολιτική ζωή της χώρας.
Επομένως σε πρώτη γραμμή μπαίνει το ζήτημα της πιο πλατειάς και συλλογικής, δημοκρατικής λειτουργία του Α.Ρ, χωρίς τα αρνητικά της περιόδου ΣΥΡΙΖΑ και της πρώτης περιόδου της ΛΑΕ.
Η περίοδος αυτή είναι κρίσιμη οριακή ώρα για το Α.Ρ. Να κρατηθεί όρθιο, ενωμένο και να δρομολογήσει συντεταγμένα τις διαδικασίες διαλόγου και του Συνεδρίου του.
Σε αυτές πρέπει να εμπλακούν όλα τα μέλη του ΑΡ που έχουν διάθεση να συνεχίσουν και να μην μείνει υπόθεση κορυφών στελεχών που αντιπαρατίθενται μεταξύ τους.
- Οι ιδεολογικές αρχές και βάσεις του ΑΡ
Για το Αριστερό Ρεύμα ο σοσιαλισμός – η πρώτη φάση μιας ενιαίας πορείας προς μία ανώτερη αταξική κοινωνία, την κομμουνιστική κοινωνία – είναι ταυτόσημος με την ελευθερία, την εργατική λαϊκή συμμετοχή σε όλα τα επίπεδα και μια ανώτερη ποιοτικά μορφή δημοκρατικής διακυβέρνησης, μιας εξουσίας του εργαζόμενου λαού, όπου θα υπάρχει ένας συνδυασμός αντιπροσωπευτικής και άμεσης δημοκρατίας. Μ’ ένα κράτος απαλλαγμένο από την κυριαρχία και τα συμφέροντα της αστικής τάξης, δομημένο μακριά από αυταρχικές και γραφειοκρατικές λογικές, όπου με την ηγεμονία της εργατικής τάξης και των συμμάχων της, οι πολίτες θα συμμετέχουν ενεργά και ισότιμα στην διεύθυνση των υποθέσεων που τους αφορούν. Με ένα κράτος τέλος που προορίζεται και θα βρίσκεται σε μια ιστορική διαδικασία μαρασμού του, στην λογική της αυτοκυβέρνησης και αυτοδιεύθυνσης των πολιτών – παραγωγών. Αυτή η διαδικασία δεν υποκαθίσταται από τις αυθεντίες κομμάτων, που διαμεσολαβούν στο όνομα των εργαζομένων ούτε μονοσήμαντα από κρατικές πολιτικές και ”φωτισμένες” γραφειοκρατίες.
Σοσιαλισμός σημαίνει: ένα τεράστιο βήμα για την κατάργηση εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, κοινωνική ιδιοκτησία των βασικών μέσων παραγωγής, αυτοδιαχείριση των εργαζομένων, ένας νέος τρόπος παραγωγής, νέες παραγωγικές σχέσεις, μείωση του χρόνου μισθωτής εργασίας χωρίς μείωση των αποδοχών, νέοι ορίζοντες παιδείας και πολιτισμού, που θα επιτρέπουν μια πιο ευρύτερη, ταχύτερη και με νέους ανθρώπινους και οικολογικούς όρους ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και της κοινωνικής παραγωγικότητας.
Η εμπειρία μας δείχνει ότι ο σοσιαλισμός δεν θα προκύψει ως αποτέλεσμα μιας μοναδικής επαναστατικής στιγμής, ούτε ως συνέπεια της αναμονής της οικονομικής κατάρρευσης του καπιταλισμού, αλλά ως επιστέγασμα πολλών σύνθετων και νικηφόρων ταξικών συγκρούσεων, οι οποίες κάποια στιγμή θα θέσουν στην ημερήσια διάταξη την αποφασιστική ρήξη με την αστική εξουσία και τον ιμπεριαλισμό.
Τα μέχρι τώρα εγχειρήματα σοσιαλιστικής οικοδόμησης δεν μπόρεσαν να συνεχιστούν και συνεπώς δεν υπάρχει κάποια επιτυχής εμπειρία για τον δρόμο μετάβασης, και το περιεχόμενο του σοσιαλιστικού μέλλοντος, τον οποίο θα μπορούσαμε να αξιοποιήσουμε δημιουργικά στη στρατηγική μας. Υπάρχει όμως μια πλούσια ιστορική πείρα από τα επιτεύγματα και τα λάθη των επαναστατικών εγχειρημάτων, που ανέτρεψαν το ζυγό του κεφαλαίου και επιχείρησαν τον μεγαλύτερο κοινωνικό μετασχηματισμό στην ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού.
Αυτό που φαίνεται ως αναγκαίο είναι ότι ο σοσιαλισμός δεν θα είναι το μοναχικό ταξίδι μιας χώρας με όρους καπιταλιστικής περικύκλωσης, αλλά μια προσπάθεια, που θα έχει μεν εθνική αφετηρία, αλλά η επιτυχής ολοκλήρωσή της προϋποθέτει επαναστατικές ανατροπές σε μεγάλη ομάδα χωρών σε ευρύτερες γεωγραφικές περιοχές, στο δρόμο της νικηφόρας ανάδειξης του σοσιαλισμού σε νέο παγκόσμιο σύστημα.
Η αριστερά του 21ου αιώνα πρέπει να είναι αντινεοφιλελεύθερη, αντιιμπεριαλιστική, αντικαπιταλιστική, σοσιαλιστική, με δυο λόγια επαναστατική. Πρέπει να είναι, επίσης, κινηματική, δημοκρατική, αντιφασιστική, αντιρατσιστική, ενωτική, πατριωτική και διεθνιστική. Να αναγνωρίζει την κεντρικότητα της βασικής αντίθεσης του καπιταλισμού ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία, αλλά και την ανάγκη των πιο πλατιών πολιτικών και κοινωνικών συμμαχιών για την ανατροπή και ταυτόχρονα των πιο πλατιών συμπράξεων στην αγωνιστική αντιμετώπιση των παλιών και νέων αντιθέσεων που αφορούν το φύλο, το περιβάλλον, τα δικαιώματα, τη δημοκρατία, τον πολιτισμό.
Η αριστερά πρέπει να ξεκινά από τα επείγοντα προβλήματα, που αφορούν τη ζωή των ανθρώπων σήμερα, και εκεί πάνω να οικοδομεί τη δράση, τις πολιτικές πρωτοβουλίες, την ιδεολογική της προσπάθεια και επίθεση. Η αριστερά πρέπει να δίνει τη μάχη των αξιών, της συλλογικότητας, της αλληλεγγύης, της ειρήνης.
Το ΑΡ βρίσκεται σε ριζική αντίθεση με ρεύματα σοσιαλδημοκρατικής, σοσιαλφιλελεύθερης διαχειριστικής πολιτικής αλλά και διαφοροποιείται από ρεύματα του ευρωπαϊκού αριστερού τόξου, τα οποία επιμένουν στην καταστροφική παραμονή στην ευρωζώνη και έχουν αυταπάτες για τον ρόλο και τον χαρακτήρα της ΕΕ.
Το ΑΡ με σαφή την αντίθεσή του στην δογματική παράδοση μέσα στο ΚΚ και έχοντας επίγνωση των ανεπαρκειών όλων των σημερινών ρευμάτων της κομμουνιστικής αριστεράς, παρακολουθεί με ενδιαφέρον τη συζήτηση, που αναπτύσσεται εδώ και χρόνια στους κόλπους αυτών των ρευμάτων του μαρξισμού και του κομμουνιστικού κινήματος. Ενδιαφέρεται ουσιωδώς για μια διαδικασία διαλόγου, αναστοχασμού και επαναστατικής ανασύνθεσης, πολιτικής και ιδεολογικής του κομμουνιστικού αριστερού κινήματος του 21ου αιώνα μέσα από το ξεπέρασμα των απολύτως στεγανών ρευμάτων του.
Οι ιδεολογικοπολιτικές μας αναφορές βασίζονται στην κλασσική κληρονομιά του Μαρξ και του Ένγκελς, την ιδιαίτερη συμβολή του Λένιν στο προχώρημα της μαρξιστικής σκέψης και στρατηγικής – ιδιαίτερα στον πολιτικό τομέα – και στις καινοτόμες προωθήσεις του Γκράμσι, ειδικότερα στην ανάδειξη της στρατηγικής του συνδυασμού «πολέμου θέσεων και πολέμου ελιγμών» και της απόκτησης της ηγεμονίας. Ταυτόχρονα είμαστε ανοιχτοί και θέλουμε να αξιοποιούμε κριτικά και δημιουργικά χωρίς κανέναν εκλεκτικισμό, τις καλύτερες συμβολές των διάφορων, παλαιότερων και σύγχρονων, μαρξιστικών ρευμάτων καθώς και των ρευμάτων της ανατρεπτικής αντισυστημικής οικολογικής σκέψης, έχοντας πάντα επίγνωση ότι η θεωρία δεν είναι δογματική, αλλά οδηγός για δράση, που διαρκώς πρέπει να εξελίσσεται και να αναπτύσσεται στο έδαφος των νέων δεδομένων της κοινωνικής πραγματικότητας και της συσσωρευμένης πείρας των ταξικών αγώνων.
Το ΑΡ αγωνίζεται, για να συνενωθεί η εργατική τάξη, ως πρωτοπόρα δύναμη κοινωνικής αλλαγής, με τις άλλες εκμεταλλευόμενες τάξεις και στρώματα, καθώς και τις κοινωνικές ομάδες που δέχονται διακρίσεις, καταπίεση και αποκλεισμούς, στην προοπτική ενός μεγάλου μπλοκ των δυνάμεων της εργασίας και των συμμάχων τους για το προοδευτικό και σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας….
Το ΑΡ συνθέτει τη διεθνιστική και την πατριωτική αριστερή και κομμουνιστική παράδοση, χωρίς παρεκκλίσεις είτε στην κατεύθυνση του αστικού εθνικισμού, είτε στην κατεύθυνση του αστικού κοσμοπολιτισμού. Για εμάς ,η εθνική ανεξαρτησία και ακεραιότητα,η λαϊκή κυριαρχία και η πιο βαθιά δημοκρατία συνιστούν αδιαπραγμάτευτες αξίες.
Το παραπάνω πλαίσιο, είναι εκείνο, μέσα στο οποίο εντάσσουμε τη στρατηγική μας.
Η Αριστερά όμως, αν θέλει να αντεπιτεθεί και να ανακάμψει, χρειάζεται σήμερα επειγόντως μια ριζική, βαθιά και αποτελεσματική αλλαγή, που αν δεν την πραγματοποιήσει θα καταντήσει στα αζήτητα.
Η Αριστερά στην χώρα μας (αλλά και στην Ευρώπη) και μέσα σε αυτήν και το ΑΡ, οφείλει να επαναθεμελιωθεί εκ βάθρων και χωρίς αναστολές, μέσα από τη συνέχεια των καλύτερων παραδόσεων της. Και ή θα επαναθεμελιωθεί εκ βάθρων στο ιδεολογικό, πολιτικό και προγραμματικό τομέα, αναζητώντας νέους αποτελεσματικούς και βιώσιμους δρόμους αντεπίθεσης και μετασχηματισμού, ή θα αργοσβήνει ταπεινωτικά χωρίς κανένα μέλλον.
Θεμελιώδη συστατικά αυτής της επαναθεμελίωσης της Αριστεράς είναι, πρώτα απ’ όλα, η τολμηρή και μέσα στη ζωή και στις εξελίξεις, επανεπεξεργασία σε νέες βάσεις ενός ριζοσπαστικού και εναλλακτικού, αλλά ρεαλιστικού, αξιόπιστου και βιώσιμου, μεταβατικού προγράμματος, το οποίο θα συντρίβει στην κυριολεξία λαθεμένα και αποστεωμένα στερεότυπα του παρελθόντος , τα οποία κρατούσαν καθηλωμένη την Αριστερά.
Ενός νέου εναλλακτικού μεταβατικού προγράμματος μετασχηματισμών για ένα καινούργιο,βαθιά δημοκρατικό, παραγωγικό, αξιοκρατικό και αποτελεσματικό κράτος στην υπηρεσία των εργαζομένων και όχι κράτος λάφυρο και βαρίδι σε κάθε απόπειρα ανάταξης και οικονομικής και κοινωνικής αναγέννησης του λαού και της χώρας. Ενός νέου εναλλακτικού μεταβατικού προγράμματος που θα συνδυάζει το «κοινωνικό» και το «οικολογικό» όραμα και θα αναδεικνύει ένα νέο πρότυπο της χώρας, σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, που θα εξασφαλίζει μια ανώτερη παραγωγικότητα και αποδοτικότητα της ελληνικής οικονομίας με επίκεντρο την ικανοποίηση των σύγχρονων κοινωνικών αναγκών και την αναβάθμιση της ποιότητας ζωής του ελληνικού λαού, προς όφελος των δυνάμεων της εργασίας.
Ταυτόχρονα, κεντρικός στόχος παραμένει η κατάκτηση της δημοσιονομικής και νομισματικής κυριαρχίας, η κατάκτηση λαϊκής και εθνικής κυριαρχίας της χώρας.
Η αποδέσμευση από τον ευρωατλαντισμό και τους ιμπεριαλιστικούς, πολιτικούς οικονομικούς και στρατιωτικούς οργανισμούς του ΝΑΤΟ και της ΕΕ καθώς και από τον εναγκαλισμό, σε στρατιωτικό και αμυντικό επίπεδο, από το Ισραήλ.Η άσκηση πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής (π.χ. BRICS κλπ).
5. ΤΟ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΚΑΙ Η ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ
5.1 Η επικαιρότητα της υπόθεσης του σοσιαλισμού
Τα σοσιαλιστικά εγχειρήματα του 20ου αιώνα συνιστούν μια εξαιρετικά χρήσιμη παρακαταθήκη στην υπόθεση της κοινωνικής απελευθέρωσης.
Κάθε – αρχικώς- νικηφόρο σοσιαλιστικό εγχείρημα απέδειξε ότι είναι δυνατός ένας άλλος δρόμος οργάνωσης των κοινωνιών, εναλλακτικός στην κυριαρχία του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής, τόσο «κοινωνικοπολιτικά» όσο και «επιστημονικοτεχνικά».
Αυτό δεν σημαίνει πως δεν αναγνωρίζουμε τα όρια των εγχειρημάτων αυτών. Η ίδια η κατάρρευσή τους αναδεικνύει άλλωστε τις εγγενείς αδυναμίες τους.
Μετά την κατάρρευση των χωρών του λεγόμενου «υπαρκτού σοσιαλισμού», οι οποίες απέτυχαν να οικοδομήσουν μια γνήσια σοσιαλιστική πορεία και κατέρρευσαν, επιταχύνθηκε μια πορεία υποχώρησης και κρίσης όλων των ρευμάτων του κομμουνιστικού και αριστερού κινήματος, πράγμα που είχε άκρως αρνητική επίδραση στους ταξικούς κοινωνικούς αγώνες, στις κατακτήσεις των εργαζομένων και στις παγκόσμιες εξελίξεις. Ο νεοφιλελευθερισμός, που πέρασε στην αντεπίθεση, παρά τις κρίσεις του, κυριάρχησε ως μορφή διαχείρισης του καπιταλισμού και άνοιξε μια πορεία ακύρωσης και εκμηδένισης των κατακτήσεων των εργαζομένων που είχαν κερδηθεί από την άνοδο της δύναμης των συνδικάτων και με σκληρούς ταξικούς αγώνες, οι οποίοι υποβοηθούντο σημαντικά από την ισχυρή παρουσία και άνοδο και από την ύπαρξη του αντίπαλου δέους, που αντιπροσώπευαν -ανεξάρτητα του χαρακτήρα τους – οι χώρες του λεγόμενου υπαρκτού σοσιαλισμού.
Η αποϊδεολογικοποίηση και η υποχώρηση της ταξικής πάλης σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο στη δεκαετία του 1990 είχε βαθιές αρνητικές συνέπειές.
Ωστόσο, τα νέα κινήματα που δημιουργήθηκαν μέσα από τα κοινωνικά φόρα σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο με αιτήματα κατά της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, η εμπλοκή των συνδικάτων, η ανάκαμψη συχνά των ταξικών αγώνων, η ανάδυση νέων ριζοσπαστικών πολιτικών ρευμάτων, δημιούργησαν σταδιακά νέους καλύτερους όρους πάλης και μια αυτοπεποίθηση στο τραυματισμένο λαϊκό κίνημα.
Η αμφίδρομη σχέση που διαμόρφωσαν αυτά τα κινήματα με τμήματα της αριστεράς, τα βοήθησε να «ξαναμπούν στο παιχνίδι» και να ριζοσπαστικοποιηθούν με όρους κοινωνίας. Νέα πειράματα δημιουργήθηκαν, κυρίως στη Λατινική Αμερική, από ριζοσπαστικές και αριστερές δυνάμεις (Βενεζουέλα, Βολιβία, Ισημερινός, Αργεντινή, Βραζιλία), τα οποία φανέρωσαν αρχικά μια πνοή αλλαγών, ενώ στην πορεία αντιμετωπίζουν δυσκολίες και υποχωρήσεις, με εξαίρεση τη Βολιβία. Στην Ευρώπη, η ταπεινωτική συνθηκολόγηση και μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ που έγινε στην Ελλάδα, είχε ευρύτερες επιπτώσεις και ταυτόχρονα ανέδειξε τα όρια μιας πολιτικής η οποία παραμένει εγκλωβισμένη στην μη – αμφισβήτηση των διεθνών και εγχώριων συσχετισμών.
Η σύγχρονη ριζοσπαστική και ανατρεπτική αριστερά, μακριά από τις βεβαιότητες του παρελθόντος, χρειάζεται να κάνει ένα νέο ξεκίνημα, εντείνοντας τις μάχες στο σήμερα, αναζητώντας τα κομβικά μεγάλα αιτήματα αλλά και το σχέδιο για ένα βιώσιμο, παραγωγικό, αποτελεσματικό, αποδοτικό και δίκαιο οικονομικό προοδευτικό και σοσιαλιστικό υπόδειγμα, που θα την κάνουν εκ νέου απειλητική για το καπιταλιστικό σύστημα.
5.2 Το μεταβατικό πρόγραμμα με σοσιαλιστική κατεύθυνση και προοπτική.
Το ΑΡ απορρίπτει τόσο την παραδοσιακή θεωρία των σταδίων, η οποία μεταθέτει την επικαιρότητα του σοσιαλισμού εντός της δομικής καπιταλιστικής κρίσης στις ελληνικές καλένδες, όσο και τη θεώρηση μιας αποκαλυπτικής άφιξης της αναγκαίας εργατικής/λαϊκής εξουσίας χωρίς ένα μεταβατικό πρόγραμμα, το οποίο προκαλεί μια δυναμική ρήξης με το καπιταλιστικό σύστημα και κινητοποιεί τις λαϊκές τάξεις σε αντισυστημική κατεύθυνση.
Η εμπειρία των τελευταίων ετών μας επιτρέπει και – συγχρόνως μας επιβάλλει – να μιλήσουμε καθαρά για τις αναγκαίες συνθήκες εφαρμογής ενός τέτοιου μεταβατικού προγράμματος.
Το επίκαιρο σήμερα όχημα μιας ενωτικής αριστερής προσπάθειας είναι ένα μεταβατικό πρόγραμμα, που θα δίνει προοδευτική διέξοδο στη σημερινή κρίση, θα μπορεί να συγκροτήσει μια μεγάλη αγωνιστική κοινωνική συμμαχία της μισθωτής εργασίας, των μικρομεσαίων επαγγελματικών στρωμάτων, πολύ μικρών, μικρών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων, της αγροτιάς, της προοδευτικής διανόησης, των ριζοσπαστικών και δημιουργικών δυνάμεων του πολιτισμού και της νεολαίας και θα διαμορφώνει έναν υπαρκτό δρόμο μετάβασης στο σοσιαλισμό.
Αυτό που χρειαζόμαστε σήμερα είναι ένα πρόγραμμα που θα μπορεί να ανατρέψει τη μνημονιακή και «μεταμνημονιακή» τάξη πραγμάτων και θα καταστήσει το σοσιαλισμό όχι μια βερμπαλιστική εκφώνηση και μια επαναστατική ρητορική, που δεν απειλεί κανένα ούτε την ακούει κανείς, αλλά χειροπιαστό ορατό δρόμο και νέα ιστορική προοπτική.
Κομβικά ζητήματα της προσπάθειάς μας είναι: η ανάκτηση της εθνικής ανεξαρτησίας και λαϊκής κυριαρχίας, η ικανότητα μιας νέας κυβέρνησης της αριστεράς να πάρει υπό τον έλεγχό της τις βασικές λειτουργίες της οικονομίας, να ανατρέψει, στηριγμένη στον οργανωμένο λαό, τους κοινωνικούς συσχετισμούς σε βάρος του κεφαλαίου και προς όφελος της εργασίας, προωθώντας ένα οικονομικό και κοινωνικό πρόγραμμα, που θα συγκρούεται με όρους δικαιοσύνης, αναδιανομής και αποτελεσματικότητας με το νεοφιλελεύθερο υπόδειγμα, η δημιουργία ενός κινήματος υπεράσπισης της δημοκρατίας και πολιτιστικής αναγέννησης.
Μερικά από τα βασικά θεμελιώδη συστατικά μιας νέας προγραμματικής προσπάθειας θα πρέπει να είναι:
Η διαγραφή του δημόσιου χρέους, μαζί με τη διαγραφή και τη γενναία ρύθμιση των ιδιωτικών χρεών, πρώτα απ’ όλα των πιο αδύνατων στρωμάτων της κοινωνίας μας.
Η κατάργηση των μνημονίων και των εφαρμοστικών τους νόμων.
Η εθνικοποίηση-κοινωνικοποίηση των τραπεζών και ένας νέος αποκλειστικά αναπτυξιακός, παραγωγικός και κοινωνικός ρόλος τους.
Η εθνικοποίηση – κοινωνικοποίηση και ανασυγκρότηση των στρατηγικών δημόσιων επιχειρήσεων και ο τερματισμός των ιδιωτικοποιήσεων.
Δημοκρατική μεταρρύθμιση του κράτους και του δημοσίου με κατεύθυνση την αποδοτική λειτουργία τους με αναδιατάξεις, που θα αφορούν το νέο παραγωγικό μοντέλο και θα παρέχουν στην κοινωνία δημόσια αγαθά και υπηρεσίες με ποιότητα και ασφάλεια και θα συμβάλλουν στην οικονομική, περιβαλλοντική και πολιτισμική ανάπτυξη της χώρας.
Ένα νέο απλό και δίκαιο φορολογικό σύστημα που θα καταργεί την φορολογική ασυλία των μεγάλων κερδών, των μεγάλων περιουσιών και των μεγάλων εισοδημάτων.
Η πλήρης επαναφορά των εργασιακών κατακτήσεων και των Ελεύθερων Συλλογικών Διαπραγματεύσεων. Ο τερματισμός της λιτότητας. Η στήριξη και ενίσχυση μισθών, συντάξεων και του κοινωνικού ασφαλιστικού συστήματος.
Ένα νέο σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης και παραγωγικού μετασχηματισμού, με έμφαση στο διπλασιασμό, τουλάχιστον, των δημοσίων επενδύσεων, την χορήγηση ισχυρής ρευστότητας με ευνοϊκότατους όρους και σχεδόν μηδενικά επιτόκια στην οικονομία, πρώτα απ’ όλα στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Επιδίωξη θα είναι ο παραγωγικός μετασχηματισμός της οικονομίας με οικολογική διάσταση και με έμφαση στην πρωτογενή παραγωγή, στην βιομηχανία, στις νέες τεχνολογίες και τις πλέον σύγχρονες παραγωγικές υπηρεσίες, στην ενίσχυση των συνεταιριστικών μορφών σε όλους τους τομείς της οικονομίας.
Το οικονομικό αυτό πρόγραμμα συνοδεύεται από μεγάλες προοδευτικές τομές στο πολιτικό σύστημα, στη δημόσια διοίκηση, στη διεύρυνση της δημοκρατίας με μορφές άμεσης δημοκρατικής συμμετοχής, στην προώθηση μορφών εργατικού και κοινωνικού ελέγχου. Συνοδεύεται επίσης με πρακτικές που ακυρώνουν την εμπορευματοποίηση των δημοσίων αγαθών, με την αναβάθμιση της έρευνας, της κοινωνικής προστασίας και ενός δημόσιου και δωρεάν συστήματος υγείας με ελεύθερη και ισότιμη πρόσβαση σε αυτό, όλων όσων κατοικούν στην χώρα καθώς και μιας δημόσιας δωρεάν εκπαίδευσης σε όλες τις βαθμίδες της. Με την ποιοτική ανάπτυξη του πολιτισμού που θα βασίζεται στη μεγάλη πολιτιστική κληρονομιά του λαού και της χώρας μας χωρίς εθνικιστική μισαλλοδοξία και φολκλορική διάθεση.
Η αντιμετώπιση του προσφυγικού προβλήματος πρέπει να προωθείται, με ειρήνευση στην περιοχή, στη βάση του σεβασμού της σύμβασης της Γενεύης, χωρίς κλείσιμο συνόρων, με δεσμευτική αναλογική κατανομή στις χώρες της Ευρώπης, με ασφαλή διέλευση των προσφύγων, με εξασφάλιση αξιοπρεπούς διαμονής τους σε ανοιχτά κέντρα φιλοξενίας, με απομάκρυνση του ΝΑΤΟ από το Αιγαίο και αποφυγή οιασδήποτε διαδικασίας στρατιωτικοποίησης του προβλήματος.
Η νέα πορεία της χώρας απαιτεί μια πολυδιάστατη ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική με την έξοδο από το ΝΑΤΟ, την κατάργηση των ξένων στρατιωτικών βάσεων, την απομάκρυνση από τη στρατιωτική συνεργασία με τους ιέρακες του Ισραήλ, την αλληλεγγύη στον παλαιστινιακό λαό, το σταμάτημα των πολεμικών επεμβάσεων και στην επιλογή μιας πορείας φιλίας και συνεργασίας μεταξύ των λαών της περιοχής.
Η άσκηση πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής απαγκιστρωμένης από την δυτική ιμπεριαλιστική κηδεμονία.
Το ΑΡ δεν μπορεί να αγνοήσει τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι περισσότεροι από 6.500.000 έλληνες της διασποράς. Εμείς ποτέ δεν τους αντιμετωπίσαμε επετειακά και με εθνικιστικές κορώνες. Στεκόμαστε στο πλευρό τους για την ουσιαστική αυτοοργάνωσή τους και τη δυναμική παρουσία τους στις χώρες που ζουν αλλά και στην ελληνική κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα.
Ένα πρόγραμμα μετάβασης αυτού του χαρακτήρα είναι αδύνατον να εφαρμοστεί χωρίς την κατάργηση των μνημονίων. Το πρόγραμμα αυτό δεν μπορεί επίσης να εφαρμοσθεί εντός της ευρωζώνης. Η Αριστερά δεν μπορεί να έχει φετίχ με τα νομίσματα. Το ευρώ, όμως, δεν είναι απλά και μόνο ένα νόμισμα, αλλά σκληρός νεοφιλελεύθερος μονόδρομος και δρόμος νεοαποικιοποίησης της χώρας μας. Το ευρώ αποτελεί το στρατηγικό σημείο συνένωσης των συμφερόντων του ελληνικού μεγαλοαστισμού με τα συμφέροντα του πολυεθνικού ευρωπαϊκού κεφαλαίου, πρώτα απ’ όλα του χρηματιστικού, ενάντια στη μισθωτή εργασία και τα μικρομεσαία στρώματα.
Η εφαρμογή ενός ριζοσπαστικού προγράμματος στη χώρα μας απαιτεί έξοδο από την ευρωζώνη, εθνικό νόμισμα, απόκτηση της νομισματικής κυριαρχίας, αλλά και της εθνικής κυριαρχίας και μιας ανεξάρτητης πολιτικής. Απαιτεί, ταυτόχρονα, τη σύγκρουση και ρήξη με την ΕΕ και τις επιλογές της. Αυτή η ΕΕ ως σκληρή νεοφιλελεύθερη συμμαχία υπό τη Γερμανική ηγεμονία δεν μεταρρυθμίζεται αλλά ανατρέπεται με κοινή πάλη των ευρωπαϊκών λαών.
Το μεταβατικό πρόγραμμα που προτείνουμε συνιστά μια άμεση, φιλολαϊκή και αναπτυξιακή διέξοδο από τη μνημονιακή καταστροφή. Τα ριζοσπαστικά μέτρα που περιέχει, όπως η στάση πληρωμών για τη διαγραφή του χρέους, η εθνικοποίηση των τραπεζών και η έξοδος από την ευρωζώνη, συνιστούν βαθιά αμφισβήτηση από τις εργαζόμενες τάξεις του επικυρίαρχου ρόλου του διεθνούς χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, του ιμπεριαλισμού και της εγχώριας κεφαλαιακής ολιγαρχίας, που βρίσκεται σε συνεργασία και συμμαχία μαζί τους. Είναι αυτονόητο, επομένως, ότι η προσπάθεια εφαρμογής των μέτρων αυτού του προγράμματος θα συναντήσει την αδυσώπητη αντίδραση από την πλευρά τους, σε μια ιστορική αναμέτρηση, που θα κρίνει για μεγάλο διάστημα τις προοπτικές της χώρας και του λαϊκού μας κινήματος.
Σ’ αυτή την αναμέτρηση, μια κυβέρνηση της μαχόμενης Αριστεράς θα έρθει αναπόφευκτα σε σύγκρουση με τις πολιτικές και τους θεσμούς της υπαρκτής, νεοφιλελεύθερης και απολυταρχικής Ε.Ε.
Το δίλημμα εφαρμογή του μεταβατικού μας προγράμματος ή ακύρωσή του για την πάση θυσία παραμονή της χώρας στην Ε.Ε. θα έρθει, εκ των πραγμάτων, στην ημερήσια διάταξη και οφείλει να απαντηθεί με την έξοδο από την ΕΕ για την προώθηση των προγραμματικών μας δεσμεύσεων σε προοδευτικό και σοσιαλιστικό δρόμο. Για το σκοπό αυτό απαιτείται προγραμματική εμβάθυνση και όχι ανέξοδες πολιτικές εξαγγελίες, συνεργασία με τις δυνάμεις της Αριστεράς που συμφωνούν με αυτό τον στόχο και πλατειά ενημέρωση του λαού, για τις δυσκολίες, αλλά και για τις νέες δυνατότητες και την αναγκαιότητα μία τέτοιας μετάβασης.
Επομένως η μετάβαση στο εθνικό νόμισμα για την εφαρμογή ενός ριζοσπαστικού προγράμματος είναι μια πορεία συμμετοχής και μεγάλων ενωτικών εργατικών και λαϊκών αγώνων. Είναι μια πορεία μεγάλων οικονομικών και δημοκρατικών μετασχηματισμών. Είναι μια πορεία σύγκρουσης και ρήξης με τους νεοφιλελεύθερους κανόνες της ΕΕ, που ανοίγει τις διαδικασίες, με την θέληση και τους αγώνες του λαού, για την αποδέσμευση και την έξοδο της χώρας μας απ’ αυτή. Είναι, τέλος, μια πορεία εφαρμογής μιας νέας πολυδιάστατης στρατηγικής εξωτερικών και διεθνών οικονομικών προσανατολισμών, η οποία θα θωρακίζει και θα ενισχύει τους νέους δρόμους της χώρας.
Φυσικά, το μεταβατικό μας πρόγραμμα και ο σοσιαλιστικός μετασχηματισμός δεν μπορούν να σταθεροποιηθούν ούτε στο στενό πλαίσιο του εθνικού κράτους. Η αναγκαία έξοδος από την ευρωζώνη και η σύγκρουση και ρήξη με την Ε.Ε. δεν μπορεί να αποβεί βιώσιμη και νικηφόρα υπό το πρίσμα μιας λογικής εθνικής αυτάρκειας και περιχαράκωσης. Μια Ελλάδα ανυπότακτη, που θα μάχεται το ευρωσύστημα, θα γίνει καταλύτης ριζοσπαστικών ανακατατάξεων και ανατροπών, διευρύνοντας τις ρωγμές σε σειρά χωρών, οι οποίες έχουν ήδη αρχίσει να εμφανίζονται.
Αυτή η ανυπότακτη Ελλάδα θα βρει συμμάχους, στηρίγματα και εφεδρείες που θα θωρακίσουν τις μαχόμενες, αριστερές, πατριωτικές και λαϊκές δυνάμεις της χώρας μας και θα δημιουργήσουν προϋποθέσεις για ανατρεπτικές εξελίξεις προς μια άλλη Ευρώπη, της αλληλεγγύης και της κοινωνικής χειραφέτησης, οικοδομημένη στη βάση μιας ισότιμης συνεργασίας κυρίαρχων κρατών.
Το έπαθλο της νικηφόρας αυτής πορείας θα είναι μια νέα Ελλάδα κυρίαρχη, ασφαλής, ανεξάρτητη, βαθύτατα δημοκρατική, κοινωνικά δίκαιη και ευημερούσα. Μια Ελλάδα που για πρώτη φορά ο λαός της θα είναι κυρίαρχος στην χώρα μας και με συμμέτοχο τα νιάτα της πατρίδας μας θα κτίζει ένα μέλλον αντάξιο των προσδοκιών τους.
Με αυτήν λοιπόν την έννοια, στρατηγικός στόχος του Αριστερού Ρεύματος είναι ο σοσιαλιστικός μετασχηματισμός της ελληνικής κοινωνίας. Μακριά από κάθε λογική εθνικής περιχαράκωσης, η στρατηγική μας επιλογή, συμπυκνώνεται στο ότι το διεθνιστικό καθήκον κάθε λαού είναι η ανατροπή της αστικής τάξης στη Χώρα του. Κάθε τέτοια μεγάλη ανατροπή μπορεί να λειτουργήσει ως παράδειγμα και προς τους άλλους λαούς, να διαμορφώσει δηλαδή ένα προωθητικό κλίμα, για να υπάρχουν θετικές εξελίξεις στο εσωτερικό άλλων κοινωνικών σχηματισμών.
6. Η ΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΕΡΟΥ ΡΕΥΜΑΤΟΣ ΩΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΦΟΡΕΑ ΤΗΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ
Η διπλή εκλογική συντριβή θέτει με επιτακτικό τρόπο την ανάγκη να τελειώσει για πάντα ένας συγκεντρωτικός, γραφειοκρατικός τρόπος λειτουργίας του ΑΡ μιας μακράς περιόδου.
Αυτός ο τρόπος λειτουργίας απομάκρυνε κατά καιρούς πολλούς σφους-σες , ιδιαίτερα νέους-ες.
Στη νέα δύσκολη πολιτικά συγκυρία που ανοίγεται μπροστά μας μια άλλη εντελώς διαφορετική πορεία είναι το βασικό ζητούμενο. Το Α.Ρ. δεν αρκεί να συσπειρώνει δυνάμεις που έχουν αναφορά στο κομμουνιστικό αριστερό κίνημα, τους ταξικούς αγώνες και τη ριζοσπαστικής αριστερά γενικότερα. Για να το θέσουμε απλά: ακριβώς για τους λόγους αυτούς, το Α.Ρ. πρέπει επιτέλους να λειτουργήσει σαν οργάνωση της κομμουνιστικής και ριζοσπαστικής αριστεράς.
Θα πρέπει να γίνει – επιτέλους- σαφές πως κανένα πολιτικό σχέδιο κοινωνικής και ταξικής χειραφέτησης δεν μπορεί να περπατήσει στη ζωή εάν το κόμμα δεν λειτουργεί πραγματικά ως –εν δυνάμει – συλλογικός αγωνιστής και συλλογικός διανοούμενος. Θα πρέπει να γίνει με άλλα λόγια σαφές πως η εσωτερική δημοκρατία δεν είναι μόνο αυτοσκοπός αλλά και «εργαλείο» χειραφέτησης όλων μας στο πλαίσιο μιας οργανωμένης κομματικής ζωής. Καμία πολιτική σκοπιμότητα, κανένα πολιτικό σχέδιο, δεν μπορεί να δικαιολογεί την συστηματική υποβάθμιση των συλλογικών πολιτικών λειτουργιών.
Στη λειτουργία μας σήμερα όσο ποτέ άλλοτε απαιτούνται: Συλλογικότητα, δημοκρατία, αλληλεγγύη, διαφάνεια, αποτελεσματικότητα. Τις αρχές αυτές στη λειτουργία μας ,καλούμαστε να αναπτύξουμε σε πολύ δυσκολότερες συνθήκες από πριν, μακριά από τους παραγοντισμούς του παρελθόντος.
Η εμβάθυνση της ιδεολογικής, προγραμματικής και πολιτικής προσπάθειας, η οργανωτική ανασυγκρότηση του Α.Ρ και η κινηματική προσπάθεια του, πρέπει να είναι οι βασικές σταθερές της καθημερινής του δράσης.
Στη χώρα μας, με στόχο τη διαμόρφωση της στρατηγικής και του μεταβατικού προγράμματος στην πορεία ανατροπής του καπιταλισμού, απαιτείται η έρευνα και η ανοιχτή συζήτηση πάνω στις μεγάλες αλλαγές που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια στο εσωτερικό των τάξεων και μεταξύ των τάξεων και ιδιαίτερα στην εργατική τάξη. Στις ιδιαιτερότητες ανάπτυξης του καπιταλισμού και στη σχέση της ελληνικής αστικής τάξης με τις αστικές τάξεις των κυρίαρχων ευρωπαϊκών κρατών, τη θέση της χώρας μας στα πλαίσια του ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού, τον ιδιαίτερο ρόλο ορισμένων μηχανισμών στη διαμόρφωση συνείδησης και πολιτικής συμπεριφοράς των λαϊκών στρωμάτων, τις βαθύτερες αιτίες ανάπτυξης ενός ρεύματος ισοπεδωτικής αντιπολιτικής μέσα στην κοινωνία.
Απαιτείται, με συμβολή και του ΑΡ και τη συνεργασία θεσμών έρευνας και προώθησης της Μαρξιστικής σκέψης, η ανάπτυξη της θεωρητικής και ιδεολογικής συζήτησης, έρευνας και μελέτης, πάνω σε τέτοια ανοικτά μεγάλα θέματα και ιδιαίτερα για την εξέλιξη των παραγωγικών δυνάμεων και παραγωγικών σχέσεων στη χώρα μας και για την ταξική διάθρωση της ελληνικής κοινωνίας.
Ενδεικτικά επισημαίνουμε π.χ. την ανάγκη διερεύνησης των νέων δεδομένων, από την ανάπτυξη των ψηφιακών τεχνολογιών, σε όλο τα φάσμα των οικονομικών και κοινωνικών σχέσεων.
Αυτό θα βοηθήσει να αναδειχθεί πιο πειστικά η κύρια και οι δευτερεύουσες αντιθέσεις που κυριαρχούν στη χώρα μας και να διαμορφώσουμε μία πιο ολοκληρωμένη τακτική και στρατηγική.
Οι Ο.Β. το κύτταρο του κόμματος θα πρέπει να λειτουργήσουν ή και να δημιουργηθούν όπου δεν υπάρχουν. Η χαλαρή ολομελειακή λειτουργία σε επίπεδο νομαρχίας ή τομέα δεν αρκεί εφόσον υπάρχει η οργανωτική δυνατότητα για κάτι καλύτερο.
Σε κάθε περίπτωση οι προσπάθειές μας πρέπει να συνδυάζονται με τη γενναία πολιτική ανάδειξης στελεχών και εν γένει ανανέωσης του δυναμικού μας. Πάντοτε με όρους συλλογικής λειτουργίας και ταξικής απεύθυνσης αλλά με παράλληλη αναγνώριση της πραγματικότητας πως η ηλικιακή ανανέωση καθίσταται πλέον όρος πολιτικής επιβίωσης. Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να αναζητηθούν και οι αιτίες που έχουν απομακρύνει συντρόφους νεότερους σε ηλικία από τις γραμμές μας.
Παράλληλα, θα πρέπει να αποσαφηνιστεί ο τρόπος αυτοτελούς παρέμβασής μας στο χώρο της νεολαίας, μέσω του Τομέα Νεολαίας του ΑΡ. Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως ο βασικός πυροκροτητής πολλών κινηματικών εξελίξεων εντοπίζεται στη νεολαία. Τυχόν υποβάθμιση της ανάγκης αυτής ενδέχεται να μας αποκόψει γρήγορα από οποιαδήποτε δυνατότητα ουσιαστικής παρέμβασης.
Η συλλογικότητά μας πρέπει να δείξει αντοχή, επιμονή και σταθερότητα στη σημερινή πραγματικότητα.
Έχουμε ένα δυναμικό με καλή αναγνωρισιμότητα στις τοπικές κοινωνίες, ανυπότακτο, με αντισυστημική σταθερότητα, ενωτική διάθεση και μεγάλη εμπειρία, με επιμονή στη συνεργασία των δυνάμεων της Ριζοσπαστικής Αριστεράς.
Βρισκόμαστε, στην Τ.Α., στο σ.κ., στη νεολαία, στα κινήματα που αναπτύσσονται σε όλη τη χώρα.
Η ανάγκη της κοινωνικής γείωσης του Α.Ρ. και της απεύθυνσης του στο χώρο της νεολαίας ,είναι οι μεγάλες προκλήσεις του σήμερα και του αύριο.
Μπορεί με τις προϋποθέσεις, της συνέχειας στη δράση του και της αντοχής του στις δύσκολες συνθήκες, το Α.Ρ. να συνεισφέρει ,να βάλει το δικό του αποτύπωμα μαζί με άλλες οργανώσεις στην επαναθεμελίωση της Αριστεράς στη χώρα μας.
ΟΙ ΙΔΕΕΣ ΧΡΕΙΑΖΟΝΤΑΙ ΔΡΑΣΗ ΚΑΙ ΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗ
6.2 Πολιτική συμμαχιών – Αριστερό Ρεύμα και ΛΑΕ – Μόνιμος Χώρος Διαλόγου και Κοινής Δράσης
ΜΕΤΩΠΟ ΡΗΞΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΤΡΟΠΗΣ
Η αναγκαιότητα της ανεξαρτησία της χώρας μας από τα Ευρωατλαντικά δεσμά , κοινωνικής απελευθέρωσης και ανατροπής, της μέχρι το 2060, μόνιμης Λιτότητας και Επιτροπείας της χώρας μας, καθώς και αναδιανομής υπέρ της δυνάμεων της εργασίας του πλούτου που παράγεται στη χώρα, θέτει επιτακτικά το ζήτημα, της δημιουργίας ενός ευρύτερου Μετώπου των Αριστερών, Ριζοσπαστικών, δημοκρατικών Πατριωτικών Αντι-Μνημονιακών δυνάμεων.
Η πάλη για την ανατροπή της Λιτότητας και της Επιτροπείας, δίνει την ουσία του περιεχομένου του εναλλακτικού σχεδίου, ή καλύτερα δίνει την αφετηρία μιας πορείας εξόδου της χώρας από την κρίση, προς φιλολαϊκή κατεύθυνση.
Για την υλοποίηση ενός μεταβατικού προγράμματος που θα συνδυάζει το «ριζοσπαστισμό» με τη «ρεαλιστικότητα» και θα λειτουργεί ως «γέφυρα» μετάβασης από τη «μεταμνημονιακή κανονικότητα» στην φιλολαϊκή έξοδο από την κρίση ,με ανοικτό τον ορίζοντα της σοσιαλιστικής προοπτικής.
Η προώθηση των ριζοσπαστικών αλλαγών, θα αντιμετωπίσει τη λυσσαλέα αντίσταση των ολιγαρχικών δυνάμεων στη χώρα, καθώς και τις πιέσεις των υπερεθνικών μηχανισμών (ΟΝΕ-ΕΕ, ΝΑΤΟ, ΗΠΑ, κά).
Κατά συνέπεια απαιτείται, η συσπείρωση κατ’ αρχάς της μεγάλης πλειοψηφίας του ελληνικού λαού και η δημιουργία ενός ισχυρού «μπλοκ» πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων που έχουν ζωτικό συμφέρον από την ανατροπή της «Λιτότητας και της Επιτροπείας»,αυτό αποτελεί κρίσιμο ζήτημα.!
Ασφαλώς ο βασικός κορμός των κοινωνικών δυνάμεων που έχουν σήμερα ζωτικό συμφέρον από την Ανατροπή της Λιτότητας και της Επιτροπείας, είναι οι δυνάμεις της εργασίας, το εργατικό κίνημα. Ωστόσο ένα μεγάλο κομμάτι (που από ταξική άποψη εντάσσεται στα λεγόμενα «μεσαία στρώματα») και είναι αντίθετο στις ασκούμενες πολιτικές, είναι «δυνητικοί σύμμαχοι» και δεν πρέπει να τους αφήσουμε στην επιρροή και στον έλεγχο των Μνημονιακών δυνάμεων, της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ.
Το κρίσιμο ζήτημα που προβάλλει, είναι το ζήτημα της ταξικής «Ηγεμονίας» στο «Μέτωπο Ανατροπής». Δηλαδή της πολιτικής και ιδεολογικής ηγεμονίας των δυνάμεων της εργασίας, που σηματοδοτούν την αγωνιστική αποφασιστικότητα και την προοπτική του Μετώπου, προς τη σοσιαλιστική προοπτική.
Αναντικατάστατο ρόλο στην ισχυροποίηση του πολιτικού Μετώπου, είναι η γείωση και ανάπτυξη του στο κοινωνικό πεδίο, στα κοινωνικά κινήματα. Δεν αρκεί η κοινή δράση, αλλά χρειάζεται, ιδιαίτερα στο συνδικαλιστικό κίνημα, δημιουργία «ενιαίου κέντρου αγώνα» κατά των πολιτικών λιτότητας και της υπεράσπισης των εργασιακών δικαιωμάτων και απομόνωσης των δυνάμεων του δυνάμεων του εργοδοτικού και κυβερνητικού συνδικαλισμού.
Ωστόσο, με βάση τα αντικειμενικά δεδομένα και έχοντας ως προτεραιότητα τα λαϊκά συμφέροντα, απαιτείται πολιτική βούληση για την οικοδόμηση μέτρων εμπιστοσύνης και αλληλοκατανόησης, ώστε η κάθε πλευρά να αναγνωρίζει στο Μέτωπο τον εαυτόν της.
Η ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ ΤΟΥ Α.Ρ. ΣΤΗ ΛΑΕ
Στη δίνη της εκλογικής ήττας της ΛΑΕ εκτός από το Α.Ρ. βρίσκονται κατ’ αντιστοιχία και οι παραμένουσες δυνάμεις σε αυτή.
Πρέπει να δούμε χωρίς βιασύνη την πορεία της ΛΑΕ από εδώ και εμπρός. Δεν πρέπει να εμπλακούμε σε ένα αγώνα θέσεων και συσχετισμών σε ένα πολιτικό υποκείμενο, που ηττήθηκε συντριπτικά στις εκλογές.
Να συμφωνήσουμε,με όσες δυνάμεις μένουν και είναι διατεθειμένες,μια κοινή πορεία δράσης και πολιτικών πρωτοβουλιών, ως ένα χαλαρό πολιτικό μέτωπο, δίνοντας παράλληλα προτεραιότητα στην ενδυνάμωση της λειτουργίας του Α.Ρ. ως αυτόνομου πολιτικού οργανισμού, καθώς και στις πρωτοβουλίες του Α.Ρ. και με άλλες δυνάμεις και πολιτικά ρεύματα που έχουν τις δικές μας ανησυχίες, αντιλήψεις και κοινές θέσεις.
Να προχωρήσουμε σε συντονισμό του Α.Ρ. με τις άλλες δυνάμεις της ΛΑΕ στις περιοχές που έχουν παρουσία.
Σε κεντρικό επίπεδο θα πρέπει να υπάρχουν πολιτικές συμφωνίες κοινής δράσης και πορείας σε κεντρικά πολιτικά ζητήματα.
Οι συμφωνίες αυτές θα πρέπει να είναι στη βάση της συναίνεσης και της κοινής δράσης στα μέτωπα της περιόδου.
Να συνεχίσουμε τη συνεργασία μας μαζί τους στα κοινά μετωπικά σχήματα, στις κινηματικές και πολιτικές πρωτοβουλίες, στην Τ.Α.
Να συνεχίσουμε την κοινή μας πορεία με τις δυνάμεις που συνεργαζόμαστε στο συνδικαλιστικό
κίνημα, αξιοποιώντας τη συμμετοχή μας στο ΜΕΤΑ, στην προσπάθεια ουσιαστικής ανασυγκρότησης του συνδικαλιστικού κινήματος.
Να συνεχίσουμε τη κοινή ενωτική συνδικαλιστική μας πορεία,με όλους τους συνεργαζόμενους μαζί μας, μέσα από τις προγραμματισμένες αρχαιρεσίες του επόμενου διαστήματος πρωτοβάθμιων και δευτεροβάθμιων οργανώσεων.
Αποσαφηνίζουμε ότι ο χώρος μας ,ύστερα μάλιστα από την ακόμη μεγαλύτερη μετατόπιση του ΣΥΡΙΖΑ προς την σοσιαλδημοκρατία, στοχεύει να καλύψει πιο εμφαντικά το χώρο της σύγχρονης, Ριζοσπαστικής, Κινηματικής, Οικολογικής, Ανατρεπτικής, Διεθνιστικής, Αντιϊμπεριαλιστικής και Πατριωτικής Αριστεράς.
Ο δικός μας αριστερός πατριωτισμός συνδυάζει τό ταξικό με το εθνικό και το διεθνιστικό και έχοντας πολύ σαφή τα όρια μας απέναντι στον εθνικισμό, στην πατριδοκαπηλεία, στον αταξικό και κοσμοπολίτικο ευρωπαϊσμό. Οδηγός της δράσης μας είναι η αντίληψη ότι η ταξική πάλη ασκείται αφετηριακά στο εθνικό επίπεδο και συναρθρώνεται με την πάλη σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο.
ΜΕΤΩΠΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΤΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ ΤΗΣ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ
Για να προωθηθεί το έργο της επαναθεμελίωσης της Αριστεράς είναι απαραίτητη η συμπόρευση του Α.Ρ. με τις άλλες δυνάμεις της Ριζοσπαστικής Αριστεράς.
Πρέπει να συμμετέχουμε ως ΑΡ σε όλες τις διεργασίες κοινής μετωπικής δράσης και προβληματισμού σε μόνιμη βάση ξεκινώντας από αύριο.
Να σχεδιάσουμε εμείς ένα “οδικό” χάρτη και να προκαλέσουμε πρώτοι εμείς τέτοιες πρωτοβουλίες, διαλόγου και κοινής δράσης.
Στόχος μας να είναι η δημιουργία μόνιμου Χώρου διαλόγου και κοινής μετωπικής δράσης της Ριζοσπαστικής Αριστεράς.
Ξεκινάμε με τις υπάρχουσες δυνάμεις, όμως γνωρίζουμε ότι όλοι οι χώροι της Ριζοσπαστικής Αριστεράς, βρίσκονται μετά και τα αποτελέσματα των διπλών εκλογών, σε περίοδο ανακατατάξεων, αλλαγών και δημιουργίας νέων πολιτικών υποκειμένων.
Παράλληλα να απευθυνθούμε σε ένα χώρο ανένταχτων αριστερών ριζοσπαστικών δυνάμεων που θα μπορούσαν να συμβάλλουν ,σε αυτή την κατεύθυνση, πλαταίνοντας έτσι τα όρια αυτής της πρωτοβουλίας.
7. ΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΜΕΤΩΠΑ ΤΗΣ ΕΠΟΜΕΝΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ
7.1 Εργατικό-Συνδικαλιστικό Κίνημα
Το ΑΡ στην ιδρυτική του διακήρυξη τόνισε ότι “στηρίζει πλατιές αυτόνομες συνδικαλιστικές παρατάξεις και σχήματα και παρεμβαίνει το ίδιο και οι δυνάμεις του στο συνδικαλιστικό κίνημα με σαφή ταξικό, αντιμνημονιακό και αντικυβερνητικό προσανατολισμό. Οι αυτόνομες αυτές συνδικαλιστικές πλατιές παρατάξεις και σχήματα που στηρίζει το Αριστερό Ρεύμα, οφείλουν να θεμελιώνονται σε μια μαχητική ταξική, αντιμνημονιακή αντικυβερνητική δράση και σε αυτές μπορούν να συμμετέχουν όλοι/ες, χωρίς εξαίρεση, οι εργαζόμενοι/ες που συμφωνούν με τις προγραμματικές αρχές τους. Αυτονόητα, όμως, δεν έχουν καμιά θέση σε αυτές τις παρατάξεις στελέχη των μνημονιακών κομμάτων και φυσικά του νεομνημονιακού ΣΥΡΙΖΑ, τα οποία ασκούν κυβερνητικό συνδικαλισμό και εκ των πραγμάτων σηματοδοτούν αυτά τα κόμματα και τον αντεργατικό ρόλο τους. Το ΑΡ καλεί όλα τα μέλη και τα στελέχη του, που δραστηριοποιούνται στο σ.κ., να κινηθούν ενωτικά, με γνώμονα και πλήρη σεβασμό στις παραπάνω κατευθύνσεις του. Ιδιαίτερο ζήτημα, που πρέπει με επίμονο και ενωτικό τρόπο να προωθηθεί, αποτελεί η παραταξιακή συσπείρωση των δυνάμεών μας μέσα στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα με διαχωρισμό από λογικές και στελέχη που αναβιώνουν έναν νέο κυβερνητικό συνδικαλισμό».
Δυστυχώς, η παραπάνω απόφαση δεν υλοποιήθηκε από ένα σημαντικό τμήμα των δυνάμεών μας, με αποτέλεσμα να αποδυναμώνεται η παρέμβασή μας στο συνδικαλιστικό κίνημα και να δημιουργούνται συγχύσεις. Και αυτό παρά το γεγονός ότι έγκαιρα η Κ.Ε. του Αριστερού Ρεύματος είχε αποφασίσει ότι οι δυνάμεις του Α.Ρ. συμμετέχουν και στηρίζουν το ΜΕΤΑ, στο οποίο συμμετέχουν και άλλες αριστερές,ριζοσπαστικές πολιτικές οργανώσεις καθώς και ανένταχτοι συνδικαλιστές.
Εκτιμώντας συνολικά τη δράση του συνδικαλιστικού κινήματος στη χώρα μας και μετά από 10 χρόνια εφαρμογής μνημονιακών αντεργατικών πολιτικών, διαπιστώνουμε ότι συνεχίζει να βρίσκεται σε κρίση με κύρια χαρακτηριστικά την αναξιοπιστία, την αναποτελεσματικότητα και κυρίως στον ιδιωτικό τομέα την πολύ χαμηλή συμμετοχή εργαζομένων.
Για την κρίση του συνδικαλιστικού κινήματος την πρώτη ευθύνη φέρουν οι κυρίαρχες πολιτικές των κατεστημένων κομμάτων και οι εξωνημένες και παραδομένες συνδικαλιστικές ηγεσίες, που υπηρετούσαν ένα γραφειοκρατικό, πελατειακό, συντεχνιακό, κυβερνητικό, εργοδοτικό και χειραγωγημένο συνδικαλισμό, που δεν είχε και δεν έχει ως γνώμονα, να υπερασπίσει αποτελεσματικά τα άμεσα και μεσομακροπρόθεσμα συμφέροντα των εργαζομένων στην επιχείρηση, στον κλάδο και στο σύνολο τους.
Όμως, ευθύνη άλλης τάξης μεγέθους και άλλου χαρακτήρα, για την απαξίωση των συνδικάτων, την απομείωση των γραμμών τους, και την αδυναμία μέχρι στιγμής να αντεπιτεθούν αποτελεσματικά, φέρουν και οι δυνάμεις της ριζοσπαστικής, πολιτικής και συνδικαλιστικής Αριστεράς, η κάθε μια με τον τρόπο της και στο βαθμό που αναλογεί σε κάθε μια ξεχωριστά.
Το Ά.Ρ τονίζει ότι χρειάζεται να γίνει μια σε βάθος τολμηρή και ειλικρινής αποτίμηση αυτών των ευθυνών με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον, πράγμα απαραίτητο για να αντιμετωπίσουμε τις σημερινές γιγάντιες προκλήσεις και να μπορέσουμε να ανοίξουμε νέους προοδευτικούς ορίζοντες,
Ειδικότερα, το Α.Ρ υπογραμμίζει ως θεμελιώδη παράγοντα της οπισθοχώρησης των συνδικάτων και του ταξικού εργατικού κινήματος, τις αντιενωτικές και διχαστικές τακτικές πολλών ριζοσπαστικών αριστερών συνδικαλιστικών δυνάμεων, καθώς και τις άγονες αντιπαραθέσεις μεταξύ τους.
Αυτές τις κρίσιμες ώρες, το ΑΡ θεωρεί ακόμα περισσότερο επείγουσα και αναγκαία την κοινή δράση, συνεργασία και συμπόρευση όλων των δυνάμεων στο συνδικαλιστικό κίνημα, οι οποίες, παρά τις όποιες διαφορές τους, υπερασπίζονται τα άμεσα και ευρύτερα αιτήματα και τα συμφέροντα του κόσμου της εργασίας και αντιπαλεύουν τις κυβερνητικές και μνημονιακές πολιτικές.
Θεωρούμε ιδιαίτερα επιτακτικό να συμβάλουμε στον επαναπροσανατολισμό του συνδικαλιστικού κινήματος στο σύνολο της εργατικής τάξης και κυρίως στο μεγάλο μέρος των εργαζομένων ιδιαίτερα νέων, που είναι άνεργοι, ανασφάλιστοι, ελαστικά απασχολούμενοι, χωρίς Συλλογικές Συμβάσεις, με μισθούς πείνας ή και απλήρωτοι.
Επειδή δεν υπάρχουν ανάλογες εμπειρίες παρέμβασης στα τμήματα αυτά της εργασίας, οι δυνάμεις της Αριστεράς και του ταξικού συνδικαλιστικού κινήματος χρειάζεται να αξιοποιήσουν ειδικές τακτικές προκειμένου να προσεγγιστούν και να περάσει στο αγωνιστικό προσκήνιο όλος αυτός ο υπερεκμεταλλευόμενος κόσμος της μισθωτής εργασίας.
Στη κατεύθυνση αυτή οφείλουμε να συμβάλλουμε στην επαναθεμελίωση του σ.κ., με βάση αρχές και προτεραιότητες:
- Ενίσχυση του αντιμνημονιακού χαρακτήρα των αγώνων και σύνδεσή των αιτημάτων για τα ειδικά προβλήματα των εργαζομένων με την ανάγκη προώθησης εναλλακτικής διεξόδου.
- Σταθερά, πολιτικά, ιδεολογικά, αξιακά και συνδικαλιστικά μέτωπα στον κυβερνητικό – εργοδοτικό συνδικαλισμό, που κρατάει σε ακινησία και υποταγή την εργατική τάξη.
- Δημοκρατική και αγωνιστική αναζωογόνηση της λειτουργίας και δράσης των πρωτοβάθμιων σωματείων, στη βάση των μικρών άμεσων αλλά και γενικότερων προβλημάτων, ως βασικό κύτταρο του συνδικαλιστικού κινήματος.
- Σχεδιασμένη, επίμονη και σταθερή δουλειά στους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα, τους ελαστικά απασχολούμενους, τους μετανάστες και τους ανέργους.
- Προώθηση μαζί με άλλες συνδικαλιστικές δυνάμεις πρωτοβουλίας συνδικαλιστών, συνδικαλιστικών κινήσεων και παρατάξεων, που με συμφωνημένο πλαίσιο και με όρους ισοτιμίας και σεβασμού των διαφορετικών απόψεων, θα παρεμβαίνει στο συνδικαλιστικό κίνημα ώστε σε αυτή τη βάση να συσπειρώνονται και να κινητοποιούνται σωματεία που συμφωνούν σε μια αγωνιστική, διεκδικητική και ταξική κατεύθυνση.
- Συμβολή στη συγκρότηση συνελεύσεων και επιτροπών αγώνα σε χώρους εργασίας – γειτονιές, σε συνεργασία με άλλες μαχόμενες συνδικαλιστικές και κινηματικές δυνάμεις.
- Στήριξη στις συσπειρώσεις και επιτροπές ανέργων και επισφαλώς εργαζομένων.
- Προώθηση συντονισμού των εργαζομένων με τους μικρομεσαίους επαγγελματίες, αγρότες, επιστήμονες, τους ανέργους, τους συνταξιούχους, καθώς και τη νεολαία, για τη συγκρότηση μιας νέας πλατιάς κοινωνικής συμμαχίας, με στόχο την ανατροπή των μνημονιακών πολιτικών.
- Προώθηση μετώπου, ενάντια στις φασιστικές, ρατσιστικές και ξενοφοβικές αντιλήψεις, αναδεικνύοντας τους υπεύθυνους των προβλημάτων που είναι τα συμφέροντα του κεφαλαίου, οι ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, οι ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι και η ιμπεριαλιστική καταλήστευση στην ευρύτερη περιοχή της Μ. Ανατολής και της Βορείου Αφρικής.
(Ακολουθεί σύνοψη του κειμένου της Επιτροπής Νεολαίας όπως εμείς κατανοήσαμε το κείμενο. Κατά τα άλλα το υιοθετούμε ως προς την σύνολη του κατεύθυνση)
Νεοφιλελεύθερη αναδιάρθρωση, αλλαγές στην κατανομή εργασίας και στην ταξική διαστρώματωση
Διαχρονικά, η νεολαία αποτελεί ένα διαταξικό στρώμα με συγκεκριμένα ιδιαίτερα πολιτιστικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά, που ορίζεται κυρίως από τη θέση και την μελλοντική του είσοδο στην παραγωγική διαδικασία. Η τελευταία μεγάλη οικονομική κρίση, με τους κλυδωνισμούς που δημιούργησε στο καπιταλιστικό σύστημα, χτύπησε ακόμα πιο έντονα τους νέους και τις νέες (με τις νέες να βρίσκονται πολύ χαμηλότερα στα ποσοστά απασχόλησης),εφόσον οι βασικές διαδρομές που δημιούργησε είναι η ανεργία, η επισφάλεια, η μετανάστευση ή/και η συνεχής εξειδίκευση και απόκτηση ικανοτήτων και δεξιοτήτων που καταλήγει να θρέφει αυτόν τον φαύλο κύκλο μεταξύ ανεργίας και εργασίας. Κομβικό ρόλο σε αυτό έπαιξαν οι ευρωπαϊκές επιταγές για την εργασία, μέσα από τα μνημόνια, για ένα διαφορετικό μοντέλο εργασίας για την Ε.Ε, κάνοντας για παράδειγμα τον εθελοντισμό (δηλαδή την απλήρωτη εργασία) βασικό κομμάτι στην παραγωγική διαδικασία, αλλά και προαπαιτούμενο πολλές φορές για την εύρεση εργασίας.
Το πλαίσιο αυτό δημιουργεί ένα κοινωνικό σύνολο με εξειδικεύμενες γνώσεις ανίκανο να απορροφηθεί, με αποτέλεσμα είτε να καταλήγει ανάλωσιμο εργατικό δυναμικό στο χώρο του επισιτισμού, του τουρισμού, της τεχνολογίας κ.οκ., εντάσσοντας το στις συνθήκες της ανασφάλιστης και μαύρης εργασίας και της μείωσης των αντιστάσεων, υπό το φόβο της ανεργίας.
Ηγεμονία της κυρίαρχης αντίληψης και η αναπαραγωγή της στους χώρους της νεολαίας
Οι παραπάνω συνθήκες είναι κάποιες από τις οποίες μετακινούν μέρα με τη μέρα τα στρώματα της νεολαίας στην πλευρά του αντιπάλου, ιδεολογικά και πολιτικά. Η συνεχής εργασιακή κινητικότητα σε συνδυασμό με τη διαρκή επισφάλεια, εντείνει το αίσθημα του φόβου και της τρομοκρατίας στη νεολαία, μη δίνοντας τη δυνατότητα να οραματιστεί και να σκεφτεί μία επιλογή ζωής εκτός αυτού του πλαισίου, μέσω συλλογικών διεκδικήσεων και των θυσίων που αυτές συνήθως απαιτούν. Μοναδική επιλογή επιβίωσης σε αυτή τη συνθήκη είναι η εξατομίκευση του προβλήματος και της λύσης του, η ενσωμάτωση στο συστημικό πλαίσιο, η κοινωνική περιθωριοποίηση, ή γενικότερη αποστροφή από την πολιτική δράση και σκέψη, ως κάποια δουλειά “ειδικών”.
Μετά το δημοψήφισμα του ’15 και τη μνημονιακή μετάλλαξη του ο ΣΥΡΙΖΑ επιδόθηκε στην επιδοματική πολιτική, στην ψευδή μείωση της ανεργίας μέσω προγραμμάτων διαρκούς κατάρτισης με χρήση ΕΣΠΑ και αντάλλαξε την οικονομική ανέχεια με δικαιωματικές μεταρρυθμίσεις, όπως την επέκταση του σύμφωνου συμβίωσης για τα ομοφυλόφιλα ζευγάρια και την αναγνώριση ταυτότητας φύλου. Τα εκλογικά αποτελέσματα δείχνουν ότι – προς το παρόν- είχε αποτελέσματα στις νεότερες ηλικίες.
Η παραπάνω διαδικασία έχει φέρει σήμερα τη νεολαία στην «μετα-μνημονακή» πραγματικότητα της επιτροπείας στην οποία είτε έχει αφομοιώσει πλήρως την ήττα και τον συμβιβασμό, με το δόγμα TINA, είτε επιλέγει να αντιδράσει σε επιμέρους κομμάτια της συνολικής επίθεσης (στο αντιφασιστικό, στους αγώνες για τα κοινωνικά δικαιώματα, στους αγώνες για το περιβάλλον κοκ), χωρίς τη δυνατότητα να συνδέσει οργανικά και πολιτικά αυτά τα μέτωπα με τη συνολική επίθεση στην εργασία.
Ένα πολιτικό σχέδιο ικανό να πείσει και να νικήσει
Η Αριστερά, παρά τα μεγάλα προβλήματά της μπορεί να φέρει κοντά στη νεολαία κοινά συμφέροντα, ακριβώς επειδή είναι συμμετοχική και αντιλαμβάνεται πως μέσα από τη σύνδεσή της με τους υπολοίπους της τάξης τους, όχι απλά μπορούν να διεκδικήσουν μία καλύτερη ζωή αλλά να δημιουργήσουν μία κοινωνία ενεργών πολιτών, ικανή να σκέφτεται και να δρα.
Σήμερα μπορούμε να αναγνωρίσουμε πως το προηγούμενο διάστημα, είτε στο χώρο του Αριστερού Ρεύματος είτε στο χώρο της ΛΑΕ, δεν βάλαμε σε εφαρμογή ,ούτε τους παραδοσιακούς τρόπους παρέμβασης στη νεολαία, ούτε επεξεργαστήκαμε αποτελεσματικά νέους. Η μικρή δύναμη του Α.Ρ. στη νεολαία προφανώς και αποτελεί ένα αίτιο, όχι όμως το μοναδικό, εφόσον δεν υπήρχε συντεταγμένη οργάνωση για την παρέμβαση μας είτε στους χώρους της εκπαίδευσης, είτε στους επισφαλείς χώρους εργασίας της νέα γενιάς, είτε στους πολιτιστικούς χώρους που βρίσκεται η νεολαία. Φυσικά, πέρα απ’ αυτά πρέπει να αναγνωρίσουμε πως η πολιτική ζύμωση σε πολλές περιπτώσεις ήταν ανεπαρκής τόσο μεταξύ των μελών της νεολαίας, όσο και προς τα έξω.
Αποτελεί, επομένως καθήκον, το ερχόμενο διάστημα, μία συνολικότερη πολιτική και ιδεολογική ανάλυση για τη νεολαία, που θα καταλήγει σε ένα σχέδιο οργανωμένης δράσης, σεβαστό και εφαρμόσιμο από το σύνολο των μελών της νεολαίας. Με συντονισμό, βάθεμα της συζήτησης, αλλά κυρίως με στροφή της δράσης της προς τα έξω.
Η ιδεολογική και πολιτική σύγχυση της προηγούμενης περιόδου, θα πρέπει να δώσει το έναυσμα να συζητήσουμε για το πολιτικό ρεύμα που θέλουμε να εκφράζει η νεολαία του Α.Ρ.
Θα πρέπει να δώσουμε τις απαντήσεις μέσω ενός πολιτικού σχεδίου που θα εμπνέει τη νεολαία να ξεφύγει από την απομόνωση και την εξατομίκευση, θα υπερτονίζει τα αδιέξοδα που φέρνει στην ίδια τη νέα γενιά αυτή η μοναχική πορεία του ατομικού δρόμου, θα οικοδομεί τις σχέσεις που οραματίζεται για την υπερπήδηση αυτού του πλαισίου, θα οργανώνει, θα συμμετέχει και θα παρεμβαίνει καθημερινά, από τα πιο μικρά ζητήματα της καθημερινότητας μέχρι τα πιο μεγάλα μέτωπα που αντιμετωπίζει και θα συνδέει την αντιμετώπιση τους.
Θα πρέπει να δράσουμε στους αγώνες ενάντια στον κύκλο της ανεργίας και της επισφάλειας, ενάντια στο φασισμό και το ρατσισμό, στους αγώνες ενάντια στις κοινωνικές διακρίσεις και στην εκμετάλλευση του περιβάλλοντος και να συνδέσουμε όλους αυτούς αγώνες, εντοπίζοντας και αντιμετωπίζοντας τον κοινό αντίπαλο.
Για τους παραπάνω λόγους, όσον αφορά την οργάνωση της παρέμβασης της νεολαίας σε επίπεδο Αριστερού Ρεύματος, στο στάδιο ανασυγκρότησης που βρισκόμαστε, προτείνεται η λειτουργία ενός διακριτού Τομέα Νεολαίας ΑΡ, με ευθύνη την παραγωγή πολιτικού σχεδιασμού και δράσης για τη νεολαία, από κοινού και σε συντονισμό με τα υπόλοιπα όργανα.
Για να δοθούν όμως πραγματικές λύσεις στα παραπάνω ζητήματα και για να συμβάλλουμε στη ριζοσπαστικοποίηση της νέας γενιάς και των επόμενων, αναγνωρίζουμε πως η νεολαία θα πρέπει να βρεθεί με όλα τα μαχόμενα κομμάτια της Αριστεράς και να παλεύει για την ενιαία δράση της Αριστεράς, τόσο σε γενικότερο επίπεδο, όσο και για την οργάνωση της νέας γενιάς αγωνιστών και αγωνιστριών.
Η Τ..Α. λειτουργεί πια με βάση τον “Κλεισθένη” που ψήφισε ο ΣΥΡΙΖΑ όπως τον τροποποίησε στο αντιδραστικότερο μετά τις εκλογές η κυβέρνηση της ΝΔ.
Με τον “Κλεισθένη” και την τροποποίησή του από τη ΝΔ, παγιώνεται και διευρύνεται το μνημονιακό – νεοφιλελεύθερο πλαίσιο λειτουργίας της Τ.Α.
Ο “Κλεισθένης” υιοθετεί πλήρως τη λογική του “Καλλικράτη”, πηγαίνει αρκετά νεοφιλελεύθερα βήματα πιο πέρα, αφού ενσωματώνει κατά γράμμα τις κατευθύνσεις του 3ου μνημονίου περί «Τριετούς Στρατηγικής Μεταρρυθμίσεων» και μεταλλάσσει το ρόλο της Τ.Α. σε μακρύ χέρι του κράτους και σε εργαλείο εφαρμογής όλων των νεοφιλελεύθερων πολιτικών.
Υιοθετεί, ενσωματώνει και επεκτείνει τις μνημονιακές ανατροπές, που συντελέστηκαν στην Τ.Α τα τελευταία 8 χρόνια, καταργεί την όποια αυτοτέλεια της, “νομιμοποιεί” τις αντισυνταγματικές περικοπές των Κ.Α.Π. (υπολογίζονται σε 26 δισ. ευρώ μέχρι το 2022), με αποκορύφωμα το σχέδιο κρατικού προϋπολογισμού του 2019 και το πρόσφατο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Δημοσιονομικής Στρατηγικής, όπου προβλέπεται περαιτέρω μείωσή τους. Διευρύνει τη λογική της “επιχειρηματικότητας” στη λειτουργία των Δήμων. Προωθεί, με την αναγγελία περί “Κλεισθένη 2” και συνταγματικής αναθεώρησης, την μετατροπή των δήμων ουσιαστικά σε Α.Ε, αφού συζητείται η κατάργηση των ΚΑΠ και η μεταφορά του ΕΝΦΙΑ στους δήμους, μετατρέποντας τους σε φορομπηχτικούς μηχανισμούς. Ουσιαστικά έχουμε την κατάργηση του δημόσιου και κοινωνικού χαρακτήρα της Τ.Α .
Ο έλεγχός από το παρατηρητήριο των προϋπολογισμών των ΟΤΑ, με βάση όλα τα σχετικά μνημονιακά άρθρα, είναι ασφυκτικός και αναφέρεται ρητά ότι βασικό κριτήριο για την σύνταξη τους θα πρέπει να είναι η εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους.
- Η συζήτηση που κυριάρχησε γύρω από τον “Κλεισθένη” δεν ήταν για το μνημονιακό, νεοφιλελεύθερο πλαίσιο που επιβάλλει, αλλά για τον νέο εκλογικό νόμο. Αυτός δεν καθιερώνει την γνήσια απλή αναλογική, γιατί αυτό θα σήμαινε ένας μόνο γύρος εκλογών και εκλογή δημάρχου και Περιφερειάρχη από τα δημοτικά και περιφερειακά συμβούλια αντίστοιχα. ¨Εδωσε, όμως, τη δυνατότητα αναλογικής εκπροσώπησης τόσο στα δημοτικά όσο και στα περιφερειακά συμβούλια, αφού δεν υπάρχει υποχρεωτικό πλαφόν ποσοστού ψήφων.
- Με την τροποποίηση της ΝΔ με το επιχείρημα της “κυβερνησιμότητας” των Δήμων και των Περιφερειών και αυτό ανατράπηκε αφού η παράταξη του εκλεγμένου δημάρχου ή περιφερειάρχη αναλαμβάνει την πλειοψηφία ,αν και είναι μειοψηφία στα δημοτικά ή περιφερειακά συμβούλια, σε μια σειρά επιτροπές ζωτικές για τη λειτουργία των Δήμων και Περιφερειών..
Πρέπει να πείσουμε ότι χωρίς ανατροπή των μνημονίων δεν υπάρχει προοδευτικό μέλλον για την Τ.Α, όσον αφορά στην στήριξη και εξυπηρέτηση κυρίως των φτωχοποιημένων από τα μνημόνια της λιτότητας λαϊκών στρωμάτων.
Στις εκλογές προσπαθήσαμε να διαμορφώσουμε πλατιά, αυτόνομα αυτοδιοικητικά σχήματα, που ενσωματώνουν όμως με σαφήνεια αριστερά, αντινεοφιλελεύθερα, αντιμνημονιακά, αντικυβερνητικά, κινηματικά και ενιαιομετωπικά χαρακτηριστικά.
Ως χώρος, τα αυτοδιοικητικά σχήματα που στηρίξαμε, εκπροσωπούνται σε πολλά Δημοτικά Συμβούλια και στις Περιφέρειες της χώρας. Οι εκπροσωπήσεις αυτές προέρχονται από τη δημιουργία αντίστοιχων παρατάξεων συνεργασίας με τις προγραμματικές θέσεις που προωθήσαμε. Οφείλουμε να διατηρήσουμε και να δυναμώσουμε αυτές τις παρατάξεις σε κάθε Δήμο και Περιφέρεια με την εκλογή συλλογικών οργάνων των παρατάξεων ,σε κάθε Δήμο ή Περιφέρεια μέσα από δημοκρατικές διαδικασίες με προγραμματική προοπτική τετραετίας.
H δημιουργία δικτύων Α! και Β ! βαθμού αυτοδιοίκησης από του εκλεγμένους στα σχήματα μετωπικής δράσης σε όλη τη χώρα, μαζί με ανένταχτους και δυνάμεις της Αριστεράς που προσχωρούν στην ιδέα της μετωπικής δράσης, μπορεί να αποτελέσουν στο μέλλον υβρίδια ευρύτερων πολιτικών συνεργασιών του χώρου της Ριζοσπαστικής Αριστεράς.
Οφείλουμε να αναπτύξουμε ενωτική κοινή δράση με τις άλλες δυνάμεις της Αριστεράς στην Τ.Α. και τα κινήματα πάνω στα οξυμμένα προβλήματα της δημόσιας περιουσίας, της διάλυσης των κοινωνικών υποδομών, της διαχείρισης των απορριμμάτων ,της ύδρευσης, των φάστ τρακ επενδύσεων, της υπεράσπισης του δημόσιου χώρου και των λαϊκών νοικοκυριών, ενάντια στις κατασχέσεις και τους πλειστηριασμούς και της συμπαράστασης στην ανάπτυξη των κινημάτων ενάντια στους μνημονιακούς, νεοφιλελεύθερους νόμους ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας και του ενεργειακού πλούτου της χώρας.
Οι αυτοδιοικητικές κινήσεις που συμμετέχουμε μπορεί να αποτελέσουν τη βάση για τη συγκρότηση ευρύτερων πρωτοβουλιών για κεντρικά κοινωνικά μέτωπα της περιόδου, όπως οι πλειστηριασμοί και οι εξώσεις, οι ιδιωτικοποιήσεις, οι αποκοπές ηλεκτρικού ρεύματος και νερού, οι μισθοί, οι συντάξεις κλπ.
Επί πλέον, να εργαστούμε για την πανελλαδική συνάντηση Τ.Α. των δικτύων της Τ.Α. που συμμετέχουμε και συγκροτούνται , για τον συντονισμό και τη συνολική αντιμετώπιση της πολιτικής της κυβέρνησης της ΝΔ στην Τ.Α., με βάση και τις αλλαγές που έφερε, με τη δημιουργία Δημαρχοκεντρικών και Περιφερειαρχοκεντρικών καθεστώτων σε Δήμους και Περιφέρειες της χώρας.
7.4 Αντιπολεμικό – αντιιμπεριαλιστικό κίνημα
Εκτιμώντας ότι για την κερδοφορία των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή, ο πόλεμος είναι στους σχεδιασμούς του συστήματος , απαιτείται άμεσα να παρθούν κινηματικές και πολιτικές πρωτοβουλίες, αντίστοιχες της σοβαρότητας του ζητήματος.
Στη διαμόρφωση του αναγκαίου προγράμματος λαμβάνουμε υπόψη αφενός τη διεθνή κατάσταση και αφετέρου την ειδική θέση του ελληνικού καπιταλισμού, ο οποίος αποτελεί, ταυτόχρονα, έναν αδύναμο και υποβαθμισμένο κοινωνικό σχηματισμό που, όμως, συμμετέχει ταυτόχρονα στο πιο επιθετικό ιμπεριαλιστικό μπλοκ του πλανήτη (ΗΠΑ – ΕΕ – ΝΑΤΟ). Η συμμετοχή αυτή αποβλέπει στην ενίσχυση του ρόλου του ελληνικού καπιταλισμού και για το λόγο αυτό αυξάνει τις πιθανότητες εμπλοκής της Ελλάδας σε πολεμικές επεμβάσεις και συρράξεις.
Από την άλλη μεριά, ειδικότερα στην Ανατολική Μεσόγειο, η «αυτονομημένη» Τουρκία λειτουργεί ως πυροκροτητής εντάσεων αφενός εισβάλλοντας στις περιοχές της Ροζάβα, των Κούρδων της Βόρειας Συρίας και αφετέρου εγκαινιάζοντας μια εποχή κανονιοφόρων με σοβαρούς κινδύνους για όλη την περιοχή.
Παλεύουμε για τη συγκρότηση ενός μαζικού και ενωτικού αντιπολεμικού κινήματος με αντιμπεριαλιστικά χαρακτηριστικά που θα επιδιώξει να συγκεντρώσει την πλειοψηφία του εργαζόμενου λαού και της νεολαίας, ενάντια στις σειρήνες του πολέμου, ενάντια στο ΝΑΤΟ και τον Αμερικανικό ιμπεριαλισμό. Σε αυτό το κίνημα μπορεί να συμμετέχουν οργανωμένα τμήματα του μαζικού κινήματος (σωματεία, σύλλογοι, ομοσπονδίες), επιστήμονες, καλλιτέχνες, διανοούμενοι, και όλοι οι πολίτες που είναι ενάντια στο πόλεμο και παλεύουν για την ειρήνη Στόχος ενός τέτοιου κινήματος είναι η ανάπτυξη λόγου και δράσης που θα συγκρούεται με την κυρίαρχη προπαγάνδα για τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και τον πόλεμο. Ενός κινήματος που θα είναι σε θέση να αποτρέπει στην πράξη τις πολεμικές προετοιμασίες.
Ως ΑΡ προτείνουμε:
Α) Καταγγελία της νέας συμφωνίας Ελλάδας-ΗΠΑ που αναβαθμίζει τις υπάρχουσες και ιδρύει νέες βάσεις στη χώρα μας.
Κλείσιμο των βάσεων και έξοδος από το ΝΑΤΟ και την ΕΕ. Απεμπλοκή του ελληνικού στρατού από όλους τους νατοϊκούς σχεδιασμούς.
Ανάπτυξη ειρηνικών αγωνιστικών σχέσεων με τους λαούς που υφίστανται νατοϊκή κατοχή ή βιώνουν την ανάμειξη του ιμπεριαλισμού στο εσωτερικό των χωρών τους. Καμία ιμπεριαλιστική επαναχάραξη των συνόρων.
Β) Αγώνα για ειρήνη και συναδέλφωση των λαών της Ανατολικής Μεσογείου
Γ) Διεθνιστική πάλη για ανακοπή του πολέμου. Να σταματήσει η κούρσα των εξοπλισμών – να επιτραπεί η ανάπτυξη συνδικαλιστικής δράσης στο στρατό.
Δ) Απεμπλοκή της Ελλάδας από τον άξονα με Κύπρο-Ισραήλ-Αίγυπτο. Καταδίκη του κράτους-τρομοκράτη και ολόπλευρη στήριξη του Παλαιστινιακού αγώνα.
Ε) Καμία συμμετοχή στο σχεδιαζόμενο Ευρωστρατό – διεθνιστικός αγώνας για αποτροπή της δημιουργίας του.
7.5 Ο αγώνας για το περιβάλλον
Ο αγώνας για την προστασία του περιβάλλοντος, φυσικού και δομημένου αποτελεί σημαντική πλευρά των διεκδικήσεων των κυριαρχούμενων τάξεων στην Ελλάδα και στον κόσμο. Στα χρόνια της κρίσης, το κεφάλαιο “επιστρέφει” στη γαιοπρόσοδο και στην υφαρπαγή γης και φυσικών πόρων για την αποτροπή μείωσης της κερδοφορίας του. Άλλωστε, η μνημονιακή πολιτική έχει βασικό πυλώνα της, το ξεπούλημα της δημόσιας γης, περιουσίας και πόρων.
Ιδιαίτερη και σημαντική πλευρά είναι η εκχώρηση του θαλασσίου χώρου του Ιονίου ,της Κρήτης και των εδαφών της Ηπείρου και της Δυτικής Ελλάδας για την ερευνα ,εξόρυξη και εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων ,διαδοχικά από τις κυβερνήσεις από το 2012 και μετά και με συμβάσεις που έχουν κυρωθεί στο ελληνικό κοινοβούλιο με ευρεία πλειοψηφία από το σύνολο των κομμάτων εξουσιας ( ΝΔ, ΚΙΝΑΛ, ΑΝΕΛ, ΠΟΤΑΜΙ, ΣΥΡΙΖΑ).Οι περιοχές αυτές παραδίδονται στους μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους της πετρελαιοβιομηχανίας για τα επόμενα 30 χρόνια κατά μέσο όρο, με αποικιοκρατικού χαρακτήρα συμβάσεις που στηρίζονται και σε μνημονιακούς νόμους και που θα έχουν καταστροφικά αποτελέσματα τόσο στο περιβάλλον όσο και στις τοπικές οικονομίες.
Είμαστε ενάντια στην παραχώρηση, στην εκμετάλλευση και τη λεηλασία από τις πολυεθνικές του πετρελαίου της πάνω από το 1/3 θαλάσσιας και χερσαίας επικράτειας της χώρας .
Υποστηρίζουμε τα κινήματα και τις πρωτοβουλίες στο Ιόνιο ,στην ¨Ηπειρο και σε όλη τη χώρα , ενάντια στην καταλήστευση του ενεργειακού πλούτου της χώρας με την παράλληλη καταστροφή του περιβάλλοντος και των τοπικών κοινωνιών.
Ο νόμος με τον οποίο γίνονται οι εξορύξεις είναι ο νόμος της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ του 2011 που προώθησε κατόπιν η συγκυβέρνηση ΝΔ – ΠΑΣΟΚ, στη συνέχεια η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και σήμερα η κυβέρνηση της ΝΔ .
Μέσα από τις διαδικασίες αυτών των αποφάσεων, δάση αποψιλώνονται, περιοχές Natura, εθνικά πάρκα, ζώνες Ramsar, παραβιάζονται, ο Αμβρακικός, τα ποτάμια και τα νερά της χερσαίας επικράτειας τίθενται σε άμεσο κίνδυνο, η διαχείριση του νερού παραχωρείται.
Ταυτόχρονα με «παραχωρημένο» το 1/3 της θαλάσσιας και χερσαίας επικράτειας της χώρας στον διεθνή πετρελαϊκό παράγοντα, η χώρα μπαίνει σε επικίνδυνα μονοπάτια που έχουν να κάνουν με τους γεωπολιτικούς και πολεμικούς σχεδιασμούς για τον έλεγχο των δρόμων της ενέργειας στην Ν.Α. Μεσόγειο και στην ευρύτερη περιοχή.
Είμαστε απέναντι στους πολεμικούς σχεδιασμούς, στα γεωπολιτικά παιχνίδια και στους ανταγωνισμούς των δρόμων της ενέργειας στην Ανατολική Μεσόγειο και στην ευρύτερη περιοχή. Θέλουμε ειρήνη και ευημερία των λαών.
Εμείς θα υπερασπιστούμε τους αγρότες, τους κτηνοτρόφους, τους ψαράδες, τους εργαζόμενους στον τουρισμό, τους μικρούς και μεσαίους αυτοαπασχολουμενους σε αυτούς τους τομείς που θα δουν τις δουλειές τους να χάνονται. Θεωρούμε ότι η Ήπειρος, η Δυτική Ελλάδα, τα Ιόνια, η Κρήτη μπορούν και πρέπει να στηριχθούν σε αυτά που έχουν πάνω από το έδαφος και όχι να παραχωρηθούν στην καταστροφή και στους γεωπολιτικούς σχεδιασμούς.
Πιστεύουμε ότι πρέπει να καταγγελθούν και να καταργηθούν όλες οι συμβάσεις έρευνας και εξορύξεων υδρογονανθράκων στο Ιόνιο, στην Ήπειρο, στην Δυτική Ελλάδα, στην Κρήτη και σε όλη τη χώρα.
Να σταματήσουν άμεσα η έρευνα και οι εξορύξεις.
Σε όλες τις περιοχές της χώρας μας αναπτύσσονται μεγάλα κοινωνικά κινήματα ενάντια σε αυτή τη ληστρική και αντιπεριβαλλοντική εκμετάλλευση , ώστε πέρα από την καταδίκη ,να δημιουργηθούν οι συνθήκες ,για το σταμάτημα και την ανατροπή αυτών των πολιτικών.
Σε επίπεδο χώρας απαιτείται η χωροθέτηση των πηγών και μορφών ενέργειας με βάση την προστασία του περιβάλλοντος, την φέρουσα ικανότητα των οικοσυστημάτων, την κοινωνική συναίνεση και τις ενεργειακές ανάγκες της.
Τα κριτήρια πρέπει να είναι καταρχήν το κοινωνικό όφελος και όχι τα κέρδη των μονοπωλιακών ομίλων, καθώς και η διαφοροποίηση των πηγών ενέργειας.
Είναι φανερό ότι απαιτείται εθνικός ενεργειακός σχεδιασμός για την Ελλάδα με βάση τις σημερινές και τις αυριανές ενεργειακές της ανάγκες.
Πιστεύουμε ότι η ενεργειακή ανεξαρτησία της χώρας μας αποτελεί βασικό παράγοντα αυτοδύναμης ανάπτυξης και ένα από τα θεμέλια για την πολιτική της ανεξαρτησία.
Επίσης, τα προγράμματα λιτότητας συνδέονται άρρηκτα με τη μείωση της προστασίας και την όξυνση και την χωρικών και περιβαλλοντικών ανισοτήτων. Οι «φυσικές» καταστροφές που όλο και περισσότερο συχνά εμφανίζονται αναδεικνύουν την πραγματικότητα των περιβαλλοντικών καταστροφών ,που είναι το κέρδος του κεφαλαίου. Για παράδειγμα οι φτωχότερες περιοχές πόλεων και περιοχών, όπως της Δυτικής Αττικής , της Ηπείρου και όχι μόνο, είναι αυτές που συγκεντρώνουν το μεγαλύτερο μέρος της περιβαλλοντικής επιβάρυνσης.
Το ΑΡ ιεραρχεί ψηλά τους αγώνες για την υπεράσπιση του φυσικού περιβάλλοντος και της ποιότητας ζωής των κατοίκων και συμμετέχει σ’ αυτούς.
Η οικονομική κρίση, η ανεργία, οι εργασιακές συνθήκες, η περιβαλλοντική επιδείνωση αυξάνουν το ποσοστό των αναπήρων και χρονίως πασχόντων που προέρχονται κυρίως από τον κόσμο της εργασίας. Στην εποχή των σημαντικών ιατροτεχνολογικών εξελίξεων και θεραπευτικών μεθόδων, ανάπηροι και χρόνια πάσχοντες, μπορούν και εντάσσονται στο ενεργό εργατικό δυναμικό αποτελώντας έτσι ένα τμήμα του εφεδρικού εργατικού δυναμικού που αποκρύπτεται σκόπιμα. Ο κόσμος της αναπηρίας, σωματικής, πνευματικής, ψυχικής, έρχεται αντιμέτωπος με τη φτώχεια και την εξαθλίωση που επιβάλλουν οι πολιτικές μείωσης των κονδυλίων για την υγεία – πρόνοια. Οι διεθνείς συμβάσεις για τα δικαιώματα των ανθρώπων με αναπηρία, ενσωματώνονται στα εθνικά δίκαια αλλά μένουν ανεφάρμοστες μπροστά στις εξοντωτικές διατάξεις των μνημονιακών νόμων. Το ΑΡ στέκεται δίπλα σε όλα τα κινήματα των ανθρώπων με αναπηρία που έχουν γεννηθεί εδώ και δεκαετίες και χαρακτηρίζονται για την πολυμορφία τους και την ποικιλότητα των αναγκών τους. Το αναπηρικό κίνημα έχει θέσει τις βάσεις για την κοινωνική, δικαιωματική προσέγγιση της αναπηρίας μακριά από τις ανθρωποφάγες μνημονιακές λογικές και πρακτικές.
Έχουμε χρέος να αγωνιστούμε για μια κοινωνία μακριά από ρατσιστικές αντιλήψεις, στερεότυπα και προκαταλήψεις που αφορούν και στην αναπηρία:
- Για την ένταξη των αναπήρων και χρονίως σωματικά ψυχικά πασχόντων στον κόσμο της εργασίας και την ένταξη τους στο συνδικαλιστικό κίνημα. Για τη διασφάλιση κάθε εργαζόμενου με αναπηρία ή χρόνια πάθηση στη θέση εργασίας του και την αποτροπή λογικών κοινωνικού αποκλεισμού.
- Για την προώθηση των αιτημάτων τους για ισότιμη ένταξη τους στην εκπαίδευση – μόρφωση , εργασία , υγεία και πολιτισμό.
Δημόσιες πολιτικές για ΑμεΑ, πάσχοντες από χρόνιες παθήσεις και τις οικογένειές τους για βελτίωση της θέσης τους με πλήρη προστασία των δικαιωμάτων και επιδομάτων τους.
Εξαίρεση αναπηρικών επιδομάτων από τα εισοδηματικά όρια και κριτήρια, που μπαίνουν σε μέτρα κοινωνικής στήριξης φτωχών λαϊκών νοικοκυριών.
Ουσιαστική βελτίωση της λειτουργίας των Κέντρων Πιστοποίησης Αναπηρίας.
Στήριξη αυτονομίας, αποϊδρυματοποίησης και ανεξάρτητης διαβίωσης των ΑμεΑ. Αναβάθμιση δημόσιων Κέντρων Αποκατάστασης Αναπήρων και κέντρων εκπαίδευσης, κοινωνικής υποστήριξης, διαβίωσης και κατάρτισής τους. Μηδενική συμμετοχή τους στα συνταγογραφούμενα φάρμακα και για τα συνοδά νοσήματα, που επιφέρει μία χρόνια πάθηση ή αναπηρία, στα τεχνικά βοηθήματα κλπ.
Άμεσα μέτρα προσβασιμότητας των ΑμεΑ στην εκπαίδευση, εργασία, σύστημα δημοσίων μεταφορών, σ’ όλες τις υποδομές και στην καθημερινή ζωή. Δωρεάν μετακίνησή τους από τα δημόσια μέσα μαζικής μεταφοράς. Έκδοση κάρτας αναπηρίας, για άσκηση κάθε νόμιμου δικαιώματος των ΑμεΑ. Προώθηση και διασφάλιση θέσεων εργασίας των ΑμεΑ και των οικογενειών τους.
7.7 Προσφυγικό – Μεταναστευτικό
Για το Α.Ρ. αιτία του προσφυγικού είναι η πολιτική των κυρίαρχων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων οι οποίες είτε προβαίνουν σε ευθείες στρατιωτικές επεμβάσεις είτε υποδαυλίζουν τοπικές συγκρούσεις ανά την υφήλιο (βλέπε αρχικές φάσεις πολέμου στη Συρία).
Η ιστορία του ιμπεριαλισμού είναι λοιπόν και η ιστορία του προσφυγικού, ντυμένη με κροκοδείλια δάκρυα και ανακοινώσεις συμπαράστασης στους λαούς που υποφέρουν από τους πολέμους γενικά και αόριστα, χωρίς ποτέ να κατονομάζονται οι υπαίτιοι.
Στην Ε.Ε. το θεσμικό πλαίσιο του «Δουβλίνου» μετατρέπει τις χώρες της ευρω-περιφέρειας σε κυματοθραύστες ανθρώπων ενώ η κατάπτυστη Συμφωνία Ε.Ε. – Τουρκίας μετατρέπει τους πρόσφυγες σε διαπραγματευτικό χαρτί μεταξύ Ε.Ε. – κυβέρνησης Ερντογάν και ελληνικών κυβερνήσεων. Τελευταία πράξη ήταν η δημιουργία στην Ε.Ε. χαρτοφυλακίου για την «Προστασία του Ευρωπαϊκού Τρόπου Ζωής» με κύριο αντικείμενο την διαχείριση του προσφυγικού, κλείνοντας το μάτι στην ακροδεξιά ατζέντα που έχει κυριαρχήσει μέσω κρίσης τα τελευταία χρόνια στην Ευρώπη.
Αυτή η «προστασία» σημαίνει χώρες αποθήκες ψυχών στην περιφέρεια της Ευρώπης, περιλαμβάνει στρατόπεδα συγκέντρωσης – κολαστήρια ανθρώπων τύπου Μόρια όπου τα εγκλήματα βαφτίζονται ως ατυχήματα. Αυτή η «προστασία» σημαίνει θάνατο παιδιών, νέων και γονιών, καταπάτηση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, απονέκρωση του ανθρώπινου συναισθήματος των «απ΄έξω» από το στρατόπεδο για τους «από μέσα».
Ως βασική πολιτική από την ΕΕ είναι η παραμονή και ο εγκλωβισμός των προσφυγικών-μεταναστευτικών ρευμάτων στις χώρες του Νότου, με προεξάρχουσες αυτής της πολιτικής τις χώρες του Βίζεγκραντ. Την πολιτική αυτή υλοποίησε ο ΣΥΡΙΖΑ και τώρα η ΝΔ, η οποία σκληραίνει με νέα μέτρα καταστολής τη στάση τους απέναντί τους.
Η τελική επίλυση του προσφυγικού περνάει μέσα από τον αγώνα για την απάλειψη των αιτιών που δημιουργούν τις προσφυγικές ροές, είναι η ειρήνη και η οικονομική ανάπτυξη στις χώρες προέλευσης, λύση που έχει αντιμπεριαλιστικά χαρακτηριστικά.
Ωστόσο, η πάλη για την εξάλειψη των αιτιών δεν μπορεί να συνιστά άλλοθι για να κλείσουμε τα μάτια μας απέναντι στο «τώρα».
Επομένως, η Αριστερά παλεύει καθημερινά για:
Κατάργηση του Δουβλίνου2
Συμμετοχή όλων των Ευρωπαϊκών κρατών στη κατανομή και στην βοήθεια των προσφύγων.
Κατάργηση της Συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας
Κατάργηση όλων των κέντρων κράτησης
Διεθνοποίηση του προβλήματος και πέρα από τα Ευρωπαϊκά σύνορα.
Την έμπρακτη αλληλεγγύη σ’ αυτούς.
Μια αλληλεγγύη όχι όμως αταξική όπως αυτή των περισσότερων Μ.Κ.Ο. του περιβάλλοντος ΣΥΡΙΖΑ βασισμένη –έως σήμερα- στα κονδύλια της κάθε Ε.Ε.. Η αριστερά δεν μπορεί να τα αντιμετωπίζει με φοβικά σύνδρομα και εύκολες απαντήσεις αυτά τα σύγχρονα θέματα.
Παλεύουμε για μια αλληλεγγύη με ταξικά χαρακτηριστικά, η οποία επικοινωνεί στον λαό ότι το πρόβλημά του δεν είναι οι πρόσφυγες και οι μετανάστες, αλλά οι αιτίες που ξερίζωσαν τους ανθρώπους από τον τόπο τους. Μια αλληλεγγύη η οποία –εντέλει- αναγνωρίζει τους πρόσφυγες και τους μετανάστες όχι ανθρώπους δεύτερης κατηγορίας αλλά ως εν δυνάμει συμμέτοχους στην πάλη για μια αξιοπρεπή ζωή από κάθε μετερίζι του κοινωνικού αγώνα (εργασιακά δικαιώματα, πρόσβαση στην παιδεία και την υγεία, αστυνομική καταστολή κλπ)
Απευθύναμε ήδη θερμό αγωνιστικό χαιρετισμό, στα μέλη και τους φίλους του κόμματος, που με γνώση των δυσμενών συνθηκών, έδωσαν το παρών στην τελευταία εκλογική αναμέτρηση και τους καλέσαμε, μέσα από μια διαδικασία αναστοχασμού, να πάρουν στα χέρια τους την ανασυγκρότηση του χώρου της δικής μας Αριστεράς, έτσι όπως την ονειρευτήκαμε και διατυπώναμε την προοπτική του ,στο ιδρυτικό μας Συνέδριο το Φεβρουάριο του 2017:
«Για το Αριστερό Ρεύμα ο σοσιαλισμός – η πρώτη φάση μιας ενιαίας πορείας προς μία ανώτερη αταξική κοινωνία, την κομμουνιστική κοινωνία – είναι ταυτόσημος με την ελευθερία, την εργατική λαϊκή συμμετοχή σε όλα τα επίπεδα και μια ανώτερη ποιοτικά μορφή δημοκρατικής διακυβέρνησης, μιας εξουσίας του εργαζόμενου λαού, όπου θα υπάρχει ένας συνδυασμός αντιπροσωπευτικής και άμεσης δημοκρατίας. Μ’ ένα κράτος απαλλαγμένο από την κυριαρχία και τα συμφέροντα της αστικής τάξης, δομημένο μακριά από αυταρχικές και γραφειοκρατικές λογικές, όπου με την ηγεμονία της εργατικής τάξης και των συμμάχων της, οι πολίτες θα συμμετέχουν ενεργά και ισότιμα στην διεύθυνση των υποθέσεων που τους αφορούν. Με ένα κράτος τέλος που προορίζεται και θα βρίσκεται σε μια ιστορική διαδικασία μαρασμού του, στην λογική της αυτοκυβέρνησης και αυτοδιεύθυνσης των πολιτών – παραγωγών. Αυτή η διαδικασία δεν υποκαθίσταται από τις αυθεντίες κομμάτων, που διαμεσολαβούν στο όνομα των εργαζομένων ούτε μονοσήμαντα από κρατικές πολιτικές και ”φωτισμένες” γραφειοκρατίες.
Σοσιαλισμός σημαίνει: ένα τεράστιο βήμα για την κατάργηση εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, κοινωνική ιδιοκτησία των βασικών μέσων παραγωγής, αυτοδιαχείριση των εργαζομένων, ένας νέος τρόπος παραγωγής, νέες παραγωγικές σχέσεις, μείωση του χρόνου μισθωτής εργασίας χωρίς μείωση των αποδοχών, νέοι ορίζοντες παιδείας και πολιτισμού, που θα επιτρέπουν μια πιο ευρύτερη, ταχύτερη και με νέους ανθρώπινους και οικολογικούς όρους ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και της κοινωνικής παραγωγικότητας.»
Βαδίζουμε προς το συνέδριό μας με την επίγνωση των δυσκολιών και των προβλημάτων της πολιτικής συγκυρίας που βιώνουμε.
Η επιμονή στο δίκαιο των αγώνων μας ,στις αξίες της δικής μας Αριστεράς δεν μας αφήνει να παραιτηθούμε. Θα παραμείνουμε ασυμμόρφωτοι και ανυπάκουοι στις συστημικές υποδείξεις ότι δεν υπάρχει εναλλακτική. Έχουμε μάθει καλά ποιό είναι το ταξικό μας συμφέρον. Θα συνεχίσουμε να παλεύουμε για την αριστερά του μέλλοντός μας. Για την αριστερά που δεν χωρίζει, αλλά ενώνει τους ανθρώπους, αυτήν που θα χτίσουμε σε ποιό στέρεες βάσεις και με το συνέδριό μας.