Διακήρυξη της Ενωτικής Αγωνιστικής Συσπέιρωσης για το συνέδριο της ΑΔΕΔΥ

Στο 37ο Συνέδριο της ΑΔΕΔΥ, το Δεκέμβριο του 2019, εκτιμούσαμε ότι αυτό «πραγματοποιείται στην αφετηρία ενός νέου κύκλου αντιλαϊκών μέτρων με την άνοδο της ΝΔ στη διακυβέρνηση της χώρας». Σήμερα, τρία χρόνια μετά, στο 38ο Συνέδριο, ζούμε την πλήρη εφαρμογή τους, που με την έκρηξη της ακρίβειας και του πληθωρισμού, την ένταση του αυταρχισμού και της καταστολής και τον ευνουχισμό των δημοκρατικών – συνδικαλιστικών δικαιωμάτων και ελευθεριών, το παρακρατικού τύπου κύκλωμα υποκλοπών και παρακολουθήσεων από την ΕΥΠ, καταδεικνύουν το μέγεθος της σήψης και της διαφθοράς ενός ιδεολογικού, πολιτικού και οικονομικού συστήματος που διευρύνει τις κοινωνικές ανισότητες και οδηγεί στη φτώχεια και στον κοινωνικό αποκλεισμό την πλειονότητα του ελληνικού λαού, των εργαζομένων και της νεολαίας.

Εκείνο που σημάδεψε την τελευταία τριετία ήταν η υγειονομική κρίση, που οδήγησε στη λήψη τέτοιων αυταρχικών και αντιδημοκρατικών μέτρων που λίγα χρόνια πριν δε θα μπορούσαμε να φανταστούμε! Αυτό σε συνδυασμό με την αποδυνάμωση του ΕΣΥ την τελευταία δεκαετία και την σκοπούμενη διάλυση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας είχε τραγικά αποτελέσματα για το λαό και τη χώρα με ρεκόρ θανάτων. Η εγκληματική πολιτική της κυβέρνησης και η νεοφιλελεύθερη προσήλωσή της στην ιδιωτικοποίηση και στην πλήρη εμπορευματοποίηση του κοινωνικού αγαθού της υγείας και τα ΣΔΙΤ αναδείχτηκαν πλήρως ακόμα και σ’ αυτή την περίπτωση, αφού αδιαφόρησε για το κόστος σε ανθρώπινες ζωές, εν ονόματι της ενίσχυσης των ιδιωτών και της συνέχισης της υποβάθμισης των δημόσιων δομών υγείας. Παράλληλα, εργαλειοποίησε την υγειονομική κρίση για να περάσει όλα τα αντιλαϊκά και αντεργατικά της μέτρα.

Ψήφισε το νόμο Χρυσοχοΐδη  (Ν.4703/2020, ΦΕΚ 131Α), για τον περιορισμό των διαδηλώσεων και τον εφαρμόζει σήμερα «πνίγοντας» τις κινητοποιήσεις στα χημικά και στα δακρυγόνα.

Ψήφισε το νόμο Χατζηδάκη  (Ν.4808/2021, ΦΕΚ 101Α) για τα εργασιακά, κονιορτοποιώντας ότι είχε απομείνει από το εργατικό δίκαιο με κύρια πρόθεση να χειροτερέψει ακόμα περισσότερο τις εργασιακές σχέσεις και να ελέγξει πλήρως το συνδικαλιστικό κίνημα, να του αφαιρέσει την κύρια πηγή της δύναμής του, που είναι η συμμετοχή των εργαζομένων, με τις ηλεκτρονικές ψηφοφορίες και τον περιορισμό του δικαιώματος της απεργίας και της περιφρούρησής της.

Προώθησε την πλήρη ιδιωτικοποίηση της επικουρικής ασφάλισης, παραδίδει το ΜΤΠΥ και την περιουσία του στα μεγάλα ιδιωτικά συμφέροντα, καθήλωσε τους μισθούς και τις συντάξεις σε χαμηλά επίπεδα, με αποτέλεσμα οι εργαζόμενοι και οι συνταξιούχοι να μην μπορούν να ικανοποιήσουν βασικές τους ανάγκες, ενώ τώρα τα τραπεζικά «κοράκια», οι εισπρακτικές εταιρείες και τα διεθνή funds, με τη συνδρομή της αστυνομίας κατάσχουν την περιουσία του ελληνικού λαού.

Με όχημα το πάγωμα των προσλήψεων προωθείται η συρρίκνωση του δημοσίου, η διεύρυσνη  των ελαστικών εργασιακών σχέσεων, τα ΣΔΙΤ και η εμπορευματοποίηση των κοινωνικών υπηρεσιών και δημόσιων αγαθών.

Εν τω μεταξύ η υποκρισία περισσεύει! Αυτοί που οδήγησαν τη χώρα μας στον γκρεμό και τους εργαζόμενους στην κλίνη του Προκρούστη, εμφανίζονται σήμερα ως οι σωτήρες τους! ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ όταν κυβερνούν εφαρμόζουν αντεργατικές πολιτικές και όταν βρίσκονται στην αντιπολίτευση «πυροβολούν» τον εαυτό τους. Αυτή η κατάσταση απαξιώνει την πολιτική, την κάνει συνώνυμη με το ψέμα και την υποκρισία και οδηγεί μεγάλα τμήματα της κοινωνίας στην απογοήτευση, την αποχή αλλά και σε ακροδεξιές επιλογές.

Η προμνημονιακή κανονικότητα επανέρχεται, για να φέρει μαζί της και μάλιστα με τον πιο έντονο τρόπο και σε συντομότερο χρόνο, τα ίδια φαινόμενα που οδήγησαν το 2010 στην κρίση και τα μνημόνια. Η έκρηξη της ακρίβειας και του πληθωρισμού και η εκτίναξη της τιμής των καυσίμων και του ρεύματος, οδηγεί σε νέα βαριά επιδείνωση της θέσης ευρύτερων κοινωνικών στρωμάτων και στη μεταφορά πλούτου στους λίγους και φτώχειας στους πολλούς. Δυστυχώς όμως αυτή η κανονικότητα επανέρχεται και στο συνδικαλιστικό κίνημα και εδώ οι ευθύνες είναι και συλλογικές, αλλά και ατομικές για όλους τους εργαζόμενους. Η διατήρηση των δυνάμεων του εργοδοτικού, κυβερνητικού και συστημικού συνδικαλισμού και σ’ αυτό το Συνέδριο δείχνει και τις μειωμένες απαιτήσεις μας από τη ζωή και την εργασία μας. Ο κόσμος αυτός για να αλλάξει «…θέλει σωστοί χιλιάδες να ‘ναι στους τροχούς…» όπως λέει και ο ποιητής.

Η ήττα και η απογοήτευση που υπέστησαν  οι εργαζόμενοι και ο λαός μας την προηγούμενη δεκαετία, στην μνημονιακή περίοδο, σήμερα, με τη νέα επιδείνωση της κρίσης και τη χειροτέρευση της ζωής τους, ελλοχεύουν τον κίνδυνο να οδηγήσουν σε ανορθολογικές λύσεις ενίσχυσης ακροδεξιών σχηματισμών, όπως γίνεται σε πολλές χώρες της Ευρώπης, αν δεν υπάρξει ένα ισχυρό εργατικό και λαϊκό κίνημα.

Η δράση της ΑΔΕΔΥ και του συνδικαλιστικού κινήματος
των εργαζομένων στο δημόσιο

Η δράση της ΑΔΕΔΥ σημαδεύτηκε και αυτή από την υγειονομική κρίση. Σε μια περίοδο που οι εργαζόμενοι βρίσκονταν στις δουλειές τους, που τα μέτρα προστασίας ήταν υποτυπώδη, η κυβέρνηση νομοθετούσε τα αντεργατικά της μέτρα και οι δυνάμεις καταστολής οργίαζαν καθημερινά,  η ηγεσία του συνδικαλιστικού κινήματος, σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, ήταν απούσα. Δεν μας προξενεί εντύπωση βέβαια αυτή της η στάση, αφού οι δυνάμεις του εργοδοτικού – κυβερνητικού συνδικαλισμού και της γραφειοκρατίας, που ηγεμονεύουν στα συνδικάτα, στα δύσκολα πάντα τα διπλώνουν και φυγομαχούν, αφήνοντας απροστάτευτους τους εργαζόμενους και ελεύθερο το πεδίο δράσης σε κυβέρνηση και εργοδοσία.

Είναι χαρακτηριστικό ότι, ενώ η πλειοψηφία της ΑΔΕΔΥ δεν έπαψε δημοσίως να ασκεί κριτική στην κυβερνητική πολιτική, ακόμη και να την καταγγέλλει, να υιοθετεί προτάσεις για κινητοποιήσεις και να εκφράζει φραστικά την αλληλεγγύη της, στην πρακτική της ήταν εντελώς διαφορετική. Δεν ανταποκρίθηκε στην υποχρέωση της να προχωρήσει στο σχεδιασμό, την προετοιμασία, την οργάνωση, την κλιμάκωση των αγώνων και στην επικοινωνία της με τους εργαζόμενους. Η δράση της εξαντλείται στην έκδοση ενός δελτίου τύπου και στην πραγματοποίηση μιας σύσκεψης συνδικαλιστών, ενώ ακόμη και τα αιτήματα διεκδίκησης που διατυπώνονται δεν είναι συγκεκριμένα, δεν ιεραρχούνται ποια είναι τα κύρια και κατατίθεται ως ένα «σεντόνι» αιτημάτων που όλα μπορεί να είναι σωστά, δεν μπορούν όμως να δημιουργήσουν μαζικό κίνημα διεκδίκησης, με άμεσα αιτήματα που θα στριμώχνουν την κυβέρνηση και θα κινητοποιούν τους εργαζόμενους.

Ακόμη και για το κυρίαρχο πρόβλημα της περιόδου, που είναι η λεηλασία του εισοδήματός μας δεν διατυπώνεται συγκεκριμένο αίτημα, όπως πρότεινε το ΜΕΤΑ, για αύξηση του κατώτατου μισθού στα 900 ευρώ και καταβολή ενός επιπλέον μισθού τον Δεκέμβρη, για κάλυψη μέρους των απωλειών του 2022 από την ακρίβεια.

Οι περισσότερες κινητοποιήσεις εξαγγέλλονται την τελευταία στιγμή και ενισχύουν την αίσθηση που έχουν οι εργαζόμενοι ότι «γίνονται για να γίνουν» και για να δώσουν το άλλοθι στην συνδικαλιστική γραφειοκρατία ότι «έπραξε το καθήκον της». Οι δυνάμεις μάλιστα της ΔΑΚΕ, για πρώτη φορά τόσο ανοιχτά, εμφανίζονται ως οι κυβερνητικοί εκπρόσωποι, δικαιολογώντας την κυβερνητική πολιτική και αναμασώντας την επιχειρηματολογία της. Πώς μπορούν να έχουν μαζική συμμετοχή και θετικό αποτέλεσμα οι αγώνες μας όταν αναδεικνύεται, στις αρχαιρεσίες των σωματείων, πρώτη δύναμη, η δύναμη εκείνη που τους υπονομεύει;

Στην περίοδο αυτή, επίσης, η αξιοπιστία όλων των παρατάξεων κρίθηκε και στη στάση τους απέναντι στο νόμο Χατζηδάκη. Όλες οι παρατάξεις, εκτός από την ηγεσία της ΔΑΚΕ, τάχθηκαν απέναντι στο νόμο και μάλιστα δήλωναν ότι θα αγωνιστούν για την κατάργησή του στην πράξη. Όταν όμως έγινε προσπάθεια να αποφασιστούν συγκεκριμένα τα μέτρα, τότε άρχισαν τα προβλήματα. Δεν διατυπώθηκε, από την πλειοψηφία της ΑΔΕΔΥ (ΔΑΚΕ-ΔΗΣΥΠ-ΣΥΝΑΝ), η ρητή άρνηση εγγραφής στο ΓΕΜΗΣΟΕ και χρήσης της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας για τις αρχαιρεσίες και τις γενικές συνελεύσεις. Αρνητική αίσθηση προκάλεσε τότε η συναίνεση που δόθηκε, στην κρίσιμη απόφαση του ΓΣ της ΑΔΕΔΥ (7/10/2021), από τη ΔΑΣ και τις Παρεμβάσεις, στο όνομα της ύπαρξης ευρείας πλειοψηφίας. Μια απόφαση που άφηνε απέξω τα βασικά ζητήματα της αντίθεσής μας στο νόμο, έδινε το άλλοθι στην πλειοψηφία της ΑΔΕΔΥ και οδήγησε, αντί της κατάργησης στην πράξη, στην εφαρμογή του στην πράξη.

Η εξέλιξη είναι γνωστή. Στο συνέδριο της ΑΔΕΔΥ συμμετέχουν αντιπρόσωποι που έχουν εκλεγεί και με ηλεκτρονική ψηφοφορία. Αποκαλύπτεται μ’ αυτή την εξέλιξη η προσχηματική αντίθεση των συστημικών παρατάξεων, αλλά και η στάση της ΔΑΣ, η οποία με το «…στρίβειν διά του αρραβώνος» συναίνεσε και αυτή στη νομιμοποίηση αυτών των αντιπροσώπων!

Οι παρατάξεις του εργοδοτικού – κυβερνητικού συνδικαλισμού ισχυρίζονται ότι η ανυπακοή στο νόμο Χατζηδάκη, η μη εγγραφή στο ΓΕΜΗΣΟΕ και τις ηλεκτρονικές ψηφοφορίες, η περιφρούρηση των απεργιών και η άρνηση ορισμού προσωπικού εγγυημένης εργασίας στις απεργιακές κινητοποιήσεις, θα οδηγήσουν στην απώλεια των εργασιακών διευκολύνσεων στους συνδικαλιστές, την αναστολή λειτουργίας των συνδικάτων και τη μη νομιμοποίησή τους για τη σύναψη ΣΣΕ, την ποινικοποίηση των αγώνων τους και τη. επιβολή ποινών στους συνδικαλιστές.

Έχουν δίκιο. Όλα αυτά μπορούν να συμβούν. Δεν χύθηκε όμως τόσο αίμα στους πολύχρονους αγώνες του εργατικού κινήματος, για να μετατραπούν τα συνδικάτα σε κυβερνητικά και εργοδοτικά παραρτήματα, ούτε σε ανώδυνα «ζώα συντροφιάς» και φιλολογικούς ομίλους. Τέτοια συνδικάτα όχι μόνο δεν τα χρειάζονται οι εργαζόμενοι, αλλά και η ύπαρξη και λειτουργία τους είναι σε βάρος τους, αφού αποτελούν άλλοθι για τις κυβερνήσεις και τους εργοδότες και νομιμοποιούν τις πολιτικές τους.

Η δύναμη των συνδικάτων και των εργαζομένων βρίσκεται στην ενεργή συλλογική τους δράση και συμμετοχή και δεν κρίνεται στα κυβερνητικά και υπουργικά σαλόνια, αλλά στους δρόμους.

Η ενότητα, η κοινή δράση και ο αγωνιστικός προσανατολισμός
των συνδικάτων είναι όσο ποτέ απαραίτητα σήμερα

Στη σημερινή συγκυρία της κυριαρχίας του ατομισμού, απέναντι στο συλλογικό, της υποχώρησης του δημόσιου και κοινωνικού, έναντι του ιδιωτικού  και του ατομικού και της ηγεμονίας του νεοφιλελευθερισμού στην πολιτική, της ήττας που υπέστη το εργατικό και λαϊκό κίνημα την τελευταία δωδεκαετία και της απαξίωσης των συνδικάτων στη συνείδηση των εργαζομένων, απαιτείται μια νέα προσπάθεια σήμερα όπου η ακρίβεια, η ανεργία, η διάλυση των εργασιακών σχέσεων και του όποιου κοινωνικού κράτους υπήρχε, έχουν οδηγήσει στη μαζική φτωχοποίηση των εργαζομένων.

Στο πλαίσιο αυτό έχουν χρέος όλες οι αγωνιστικές δυνάμεις του συνδικαλιστικού κινήματος να πρωτοστατήσουν στη συσπείρωση και την κοινή δράση όλων των εργαζομένων, για να δώσουν δύναμη, πίστη και αυτοπεποίθηση ότι με τον αγώνα τους μπορούν να βελτιώσουν τη ζωή τους σήμερα και να την αλλάξουν αύριο.

Θεωρούμε ότι αυτό μπορεί να γίνει μέσα από την ενίσχυση της ενωτικής δράσης των συνδικάτων, την αναβάθμιση της εσωτερικής τους ζωής και της δημοκρατικής τους λειτουργίας, την ένταξη όλων των εργαζομένων, ανεξάρτητα σχέσης εργασίας, σ’ αυτά και την υπέρβαση της διάσπασης σε συνδικάτα του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.

Σημαντικό ενωτικό και προωθητικό βήμα για την ενίσχυση της δύναμης και αποτελεσματικότητάς τους σήμερα θα ήταν η υπέρβαση του χωροταξικού διαχωρισμού των αγωνιστικών δυνάμεων και η πραγματοποίηση κοινών και ενωτικών απεργιακών συγκεντρώσεων όλων των εργαζομένων. Η μαζικοποίηση ενός διακριτού ρεύματος αγωνιστικών συνδικάτων, εντός του συνδικαλιστικού κινήματος, θα ήταν ένα πρώτο και θετικό βήμα και θα αποτελούσε τη ρυμουλκό, για να αλλάξει ο συσχετισμός των δυνάμεων και να ηττηθούν οι δυνάμεις του εργοδοτικού – κυβερνητικού συνδικαλισμού και του ρεφορμισμού, αλλά και αντιλήψεις στενού κομματικού ελέγχου και χειραγώγησής  του.

Πρέπει να συνομολογήσουμε, επίσης, ότι το συνδικαλιστικό κίνημα δεν πάσχει από την εξαγγελία κινητοποιήσεων. Μάλιστα τα τελευταία πολλά χρόνια, η απεργία, που είναι το ύστατο όπλο του, έχει μετατραπεί σε πρώτο και ίσως και μοναδικό που προτείνεται, χωρίς τίποτα άλλο να το συνοδεύει ούτε πριν ούτε μετά. Κανένας σχεδιασμός, καμιά προετοιμασία, κανένας οδικός χάρτης διεκδίκησης, ανατροπής, νίκης. Οι «απεργίες», στις περισσότερες περιπτώσεις, γίνονται χωρίς απεργούς ή με πολύ χαμηλά ποσοστά συμμετοχής, νομιμοποιώντας, στη συνείδηση των εργαζομένων, την απεργοσπασία, ακυρώνοντας τον διεκδικητικό τους χαρακτήρα και ανακυκλώνοντας την απογοήτευση στους εργαζόμενους.

Ταυτόχρονα τα τελευταία 12 χρόνια, υπό αυτές τις ηγεσίες και πλειοψηφίες, το συνδικαλιστικό κίνημα έχασε τον διεκδικητικό και επιθετικό του χαρακτήρα, μπήκε σε γραμμή άμυνας και συνεχών υποχωρήσεων, έχασε την δύναμη και τον σφυγμό του, σκορπίζοντας απογοήτευση και θυμό στους εργαζόμενους.

Ως ΜΕΤΑ αντισταθήκαμε σε μια τέτοια λογική εκτιμώντας ότι το κύριο για την επιτυχία ενός αγώνα δεν είναι μόνο η μορφή που θα επιλεγεί, αλλά κυρίως η διασφάλιση της μεγαλύτερης δυνατής συναίνεσης και ενεργούς συμμετοχής των εργαζομένων. Γι’ αυτό δεν στηρίξαμε απεργίες και κινητοποιήσεις της τελευταίας στιγμής και για την τιμή των όπλων, ούτε συναινέσαμε σε προτάσεις «κλιμάκωσης» τους, όταν δεν διασφαλίζονταν οι παραπάνω προϋποθέσεις και κυρίως δεν παίρνανε υπόψη την πραγματικότητα και τις δυσκολίες που βιώνουν σήμερα οι εργαζόμενοι.

Οι νίκες δεν έρχονται ούτε στους διαδρόμους των υπουργείων ούτε με άμαζες απεργίες την ημέρα ψήφισης των νομοσχεδίων στη Βουλή. Θέλουν οργάνωση, δράση, σχέδιο και πίστη ότι μπορούμε να νικήσουμε, γιατί έχουμε το δίκιο με το μέρος μας. Μόνο έτσι θα δυναμώσουν ξανά τα σωματεία και θα εμπνεύσουν το σύνολο των εργαζομένων, οι οποίοι σήμερα δουλεύουν για να πληρώνουν τους λογαριασμούς ρεύματος, τα ενοίκια και τα δάνεια των σπιτιών τους, αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στις βασικές ανάγκες, δεν μπορούν να σπουδάσουν τα παιδιά τους, φτωχοποιούνται βίαια, και αισθάνονται αφημένοι στο έλεος της ατομικής λύσης.

Στο πλαίσιο αυτό, οι δυνάμεις του ΜΕΤΑ και Ανένταχτοι συνδικαλιστές που θα διεκδικήσουν τη στήριξη  των αντιπροσώπων συγκροτούν το ψηφοδέλτιο της ΕΝΩΤΙΚΗΣ ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΗΣ ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΗΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ, με στόχο την ενίσχυση του ενωτικού, διεκδικητικού και αγωνιστικού χαρακτήρα του συνδικαλιστικού κινήματος, την υπέρβαση της διάσπασης, του κατακερματισμού και των διαχωρισμών στους εργαζόμενους, την οργανωτική του αναδιάρθρωση, που θα συνενώνουν τους εργαζόμενους ιδιωτικού και δημόσιου τομέα και θα συγκροτηθούν μεγάλα και ισχυρά σωματεία και ομοσπονδίες, για να μπορούν να διαπραγματευτούν με επιτυχία τα αιτήματα των εργαζομένων και να οργανώνουν αποτελεσματικούς και νικηφόρους αγώνες.

Τα βασικά αιτήματα πάλης που μπορούν να συσπειρώσουν σήμερα τους εργαζόμενους και να αποτελέσουν τη θρυαλλίδα για να ανοίξει μια νέα, πιο αισιόδοξη αφετηρία είναι: Οι αυξήσεις στους μισθούς και τις συντάξεις, για να αντιμετωπιστεί η ακρίβεια και ο πληθωρισμός, οι προσλήψεις μόνιμου προσωπικού, με βάση τις σύγχρονες ανάγκες, για αποτραπούν οι ιδιωτικοποιήσεις, η εμπορευματοποίηση των δημόσιων κοινωνικών αγαθών και υπηρεσιών, οι ελαστικές εργασιακές σχέσεις και η εντατικοποίηση της εργασίας, η επαναφορά του δημόσιου, αναδιανεμητικού και κοινωνικού χαρακτήρα του ασφαλιστικού συστήματος, η δραστική μείωση του ωραρίου και των χρόνων εργασίας, για να αντιμετωπιστεί η ανεργία των νέων και  να καρπωθούν και οι εργαζόμενοι, μέρος της υπεραξίας, από την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας και τη μαζική χρήση των νέων τεχνολογιών και της πληροφορικής στην παραγωγή και τις υπηρεσίες.

ΑΓΩΝΙΖΟΜΑΣΤΕ ΓΙΑ ΜΑΖΙΚΑ ΚΑΙ ΜΑΧΗΤΙΚΑ ΕΡΓΑΤΙΚΑ ΣΥΝΔΙΚΑΤΑ
ΠΟΥ ΘΑ ΤΑ ΣΕΒΟΝΤΑΙ ΟΙ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ ΚΑΙ ΘΑ ΤΑ
ΦΟΒΟΥΝΤΑΙ ΟΙ ΕΡΓΟΔΟΤΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ
 

ΨΗΦΙΖΟΥΜΕ ΕΝΩΤΙΚΑ ΚΑΙ ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΑ – ΣΤΗΡΙΖΟΥΜΕ ΤΗΝ
ΕΝΩΤΙΚΗ ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΗ ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΗ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ