Αντισυνταγματικό το ηλεκτρονικό φακέλωμα του ΓΕΜΗΣΟΕ λέει το ΣτΕ

Στις 10 του περασμένου Μάη, συζητήθηκε στο Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) η προσφυγή που είχαν καταθέσει το Εργατοϋπαλληλικό Κέντρο Αθηνών (ΕΚΑ) και το Σωματείο Εργαζομένων ACS και με την οποία ζητούσαν την ακύρωση της υπ΄ αριθμ. 62599/2021 απόφασης του υπουργού Εργασίας Κωστή Χατζηδάκη, με την οποία καθορίστηκε, μεταξύ άλλων, το πλαίσιο λειτουργίας του Γενικού Μητρώου Συνδικαλιστικών Οργανώσεων Εργαζομένων (ΓΕΜΗΣΟΕ), όπως και η διαδικασία εγγραφής και πρόσβασης σε αυτό που προβλέπει ο Ν.4808/2021 για την «προστασία της εργασίας» κ.λπ. Κυριολεκτικά δόθηκε μάχη, ώστε να κριθεί αντισυνταγματική, παράνομη και αντίθετη στη Διεθνή Σύμβαση Εργασίας η απόφαση Χατζηδάκη.

Δ’ Τμήμα ΣτΕ | 2175/2022 απόφαση [πρόεδρος η αντιπρόεδρος Μαρία Καραμανώφ,  εισηγητής ο πάρεδρος Νίκος Μαρκόπουλος]: το ΓΕΜΗΣΟΕ είναι αντισυνταγματικό, αντίθετο στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), αντίθετο στο συνδικαλιστικό νόμο 1264/1982, αντίθετο στο νόμο για τις ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις (νόμος 1876/1990)∙ κάνει ιδιαιτέρως σοβαρή επέμβαση στο δικαίωμα της συνδικαλιστικής ελευθερίας, κατά παράβαση του άρθρου 23 παράγραφος 1 του Συντάγματος. Όπως αναφέρεται στην τελική κρίση του Δ’ Τμήματος του ΣτΕ, το οποίο παρέπεμψε στην Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου (ΟλΣτΕ) για την τελική κρίση την προσφυγή των ανωτέρω συνδικαλιστικών οργανώσεων: «Το Δικαστήριο κρίνει ως μη νόμιμη τη διάταξη του τελευταίου εδαφίου του άρθρου 12 της προσβαλλόμενης υπουργικής απόφασης, η οποία ορίζει την 1.1.2022 ως την ημερομηνία έναρξη ισχύος της. Και τούτο, διότι, με την εν λόγω διάταξη εκκινεί, εν τοις πράγμασι, από τη συγκεκριμένη ημερομηνία, η λειτουργία του ΓΕΜΗΣΟΕ, μολονότι ουσιώδεις ρυθμίσεις της οργάνωσης και λειτουργίας του έχουν τεθεί κατά παράβαση του άρθρου 23 παρ. 1 του Συντάγματος, του άρθρου 9 παρ. 1 του ΓΚΠΔ και καθ’ υπέρβαση της σχετικής εξουσιοδοτικής διατάξεως του άρθρου 6 παρ. 4 (δ) του ν. 1876/1990, ως ισχύει».

Τι είχαν υποστηρίξει οι δικηγόροι των συνδικαλιστικών οργανώσεων: Ότι η προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση αναστέλλει και καταργεί σειρά δικαιωμάτων των εργαζομένων, όπως είναι το δικαίωμα της συλλογικής διαπραγμάτευσης, η σύναψη συλλογικών συμβάσεων εργασίας, η προστασία των συνδικαλιστικών στελεχών έναντι των απολύσεων και της μετάθεσης κ.λπ. Παράλληλα, είχαν σημειώσει ότι παραβιάζει τον πυρήνα της συνδικαλιστής ελευθερίας, της συλλογικής αυτονομίας και της ελευθερίας του συνεταιρίζεσθαι, όπως αυτές κατοχυρώνονται από το Σύνταγμα, την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, τη Διεθνή Σύμβαση Εργασίας 87/1984, το Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα και τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Παραβιάζει ακόμη τα προσωπικά, τα πολιτικά δεδομένα και δικαιώματα των συνδικαλιστών και των μελών των οργανώσεων, ενώ απαγορεύει στα μέλη των οργανώσεων να λαμβάνουν στοιχεία από το Μητρώο. 

Σύμφωνα με την κρίση του 7μελούς Δ’ Τμήματος του ΣτΕ ▬ «η προαγωγή δημοσίου συμφέροντος σκοπών δεν πρέπει να επιδιώκεται με νομοθετικές ρυθμίσεις που καταλήγουν να προσβάλλουν τον πυρήνα της συνδικαλιστικής ελευθερίας ή συνεπάγονται περιορισμούς της εν λόγω ελευθερίας κατά παράβαση της αρχής της αναλογικότητας ή επιφέρουν παράνομη προσβολή άλλων προστατευτέων από το Σύνταγμα ή και το Ενωσιακό Δίκαιο δικαιωμάτων, όπως το δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού» ▬ «η ρύθμιση της παρ. 6 του άρθρου 2 του ν. 1264/1982, περί σωρευτικής αναστολής σειράς συνδικαλιστικών δικαιωμάτων στην περίπτωση της παράλειψης καταχώρισης ή επικαιροποίησης έστω και ενός μόνο στοιχείου, συνεπάγεται προδήλως δυσανάλογη, αλλά και ιδιαιτέρως σοβαρή επέμβαση στο δικαίωμα της συνδικαλιστικής ελευθερίας, κατά παράβαση του άρθρου 23 παρ. 1 του Συντάγματος» ▬ «όλες οι διατάξεις του άρθρου 10 της προσβαλλόμενης υπουργικής αποφάσεως περί χορήγησης στοιχείων, κατά το μέρος που αφορούν την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, έχουν τεθεί καθ’ υπέρβαση της εξουσιοδοτικής διατάξεως του άρθρου 6 παρ. 4 του ν.1876/1990».

Όπως είχαν σημειώσει οι δικηγόροι των συνδικαλιστικών οργανώσεων, το ΓΕΜΗΣΟΕι επιτρέπει στους εργοδότες όχι μόνο να λαμβάνουν στοιχεία συνδικαλιστών, αλλά να γνωρίζουν και σε ποια συνδικαλιστική παράταξη ανήκουν. Επί της ουσίας, είχαν υπογραμμίσει πως η ίδρυση και λειτουργία των συνδικαλιστικών οργανώσεων εξαρτάται από προηγούμενη άδεια του υπουργείου, ενώ αποθαρρύνεται η σύσταση και λειτουργία συνδικαλιστικής οργάνωσης, και πως σύμφωνα με τις συνταγματικές επιταγές έπρεπε να εκδοθεί Προεδρικό Διάταγμα και όχι υπουργική απόφαση για το επίμαχο θέμα, καθώς διευθετεί θέματα μεγάλης σπουδαιότητας και όχι τοπικού χαρακτήρα και μικρής εμβέλειας.

Επιμένει ο Χατζηδάκης στην εφαρμογή του νόμου

Σύμφωνα με τη δήλωση – απάντηση του υπουργείου Εργασίας, ο Κωστής Χατζηδάκης βλέπει ένα ΓΕΜΗΣΟΕ που «προάγει την διαφάνεια, την δημοκρατική λειτουργία και την αντιπροσωπευτικότητα στο συνδικαλισμό» και μια δικαστική απόφαση που «δεν θίγει τον νέο θεσμό του ΓΕΜΗΣΟΕ στον πυρήνα του, μόνο επιμέρους ζητήματα λειτουργίας του», για τα οποία θα καταθέσει τις απόψεις του στην ΟλΣτΕ. Σε κάθε περίπτωση, «με δεδομένο ότι το ΓΕΜΗΣΟΕ δεν αμφισβητείται, θα ληφθούν όλα τα αναγκαία μέτρα για την αποτελεσματική λειτουργία του».

Το εργατικό κίνημα και η Αριστερά θα πρέπει να αναδείξουν με όλους του τρόπους και να χρησιμοποιήσουν την κατ’ αρχήν απόφαση του Δ τμήματος του ΣτΕ και να συντονίσουν τους αγώνες για την οριστική κατάργησή του όπως και για όλες τις άλλες αντεργατικές ρυθμίσεις του ίδιου νόμου.